Πόντος και Αριστερά

……. 'μώ τον νόμο σ' !

-Για τους άγνωστους δικούς μας Καυκάσιους…

Ένα εξαιρετικό βιβλίο…

Ένα εξαιρετικό βιβλίο των Ανδρέα Αθανασιάδη και Χρήστου Μιχαηλίδη είδε το φως, καλύπτοντας το μεγάλο κενό στις γνώσεις μας για τη συμβολή των Ελλήνων του Καυκάσου και κυρίως των Καρσλήδων, στην ανάπτυξη του κομμουνιστικού κινήματος στην ελληνική Μακεδονία, την περίοδο που ακολούθησε τη δραματική τους προσφυγιά.

Μέσα από τις σελίδες του βιβλίου εμφανίζεται ένας άγνωστος κόσμος των δεκαετιών του ’20 και του ’30, όταν στην Μακεδονία θα αρχίσουν οι πρώτες μαζικές προσπάθειες οργάνωσης της λαϊκής αντίστασης ενάντια είτε στην κρατική αυθαιρεσία, είτε στους γαιοκτήμονες.

Το Προσφυγικό Ζήτημα εκείνης της εποχής συνδέθηκε  άμεσα με το Κοινωνικό Ζήτημα και οι Έλληνες του Καυκάσου, που είχαν έρθει ήδη σε επαφή με τις σοσιαλιστικές ιδέες , θα το μετατρέψουν σε πολιτικό διεκδικητικό κίνημα.

Ενδιαφέρον επίσης παρουσιάζει η άποψη των συγγραφέων περί της διαμόρφωσης μιας ιδιαίτερης εθνοτικής ταυτότητας αυτού του τμήματος του ποντιακού προσφυγικού πληθυσμού, που βασιζόταν στην έντονη πολιτισμική, αλλά και πολιτική επιρροή που δέχτηκαν κατά τη σύντομη -μόλις σαράντα χρόνια- παραμονή τους στο ρωσοκρατούμενο τότε Καρς.

Το βιβλίο εκδόθηκε από τον Πολιτιστικό Σύλλογο Ποντοκώμης και τις εκδόσεις Ινφογνώμων.

Παρουσιάζεται παρακάτω ο πρόλογος των συγγραφέων όπως παρατίθεται στο μπλογκ Καυκάσιος-Ποντοκωμίτης:

Οι Πόντιοι που μετοίκησαν μετά το ρωσοτουρκικό πόλεμο 1877-1878 στο Καρς έζησαν για αιώνες στον Πόντο και για σαράντα περίπου χρόνια σε Καύκασο-Καρς. Ως Πατρίδα τους θα ορίσουν όμως τον Καύκασο και γιατί ήταν η «ύστερη Πατρίδα» τους και γιατί εκεί –στον Καύκασο- θα «βγουν πρώτη φορά από το ραβδί του Τούρκου» και θα έρθουν «στην απανεμιά της Ρωσίας», η οποία θα τους δώσει «την ελευθερία να μιλούν την γλώσσα τους και να πηγαίνουν στην εκκλησία χωρίς να διστάζουν, να πηγαίνουν στα σχολεία και να μπαίνουν σε κρατικές δουλειές».Για σαράντα χρόνια «έζησαν και ανέπνευσαν ελεύθερο αέρα. Είχαν τις κοινότητές τους, την αυτοδιοίκησή τους, χωρίς φόρους και φόβους». Η Ρωσία θα τους δει σαν δικούς της άξιους ανθρώπους και θα προσπαθήσει να τους ρωσοποιήσει. Θα τους ονομάσει Καυκάσιους και «όποιος δεχόταν και έλεγε ‘είμαι Καυκάσιος’ και όχι ‘Έλληνας’ αυτόματα γινόταν Ρώσος. Αφού ο Καύκασος ήταν στη ρωσική επικράτεια». Τα παιδιά στο ρωσικό σχολείο που πήγαιναν μάθαιναν:

«Για νε Ρούσκι, για νε Γκρεκ

Για Καυκάσκι τσολαβέκ»

Δηλαδή

«Εγώ ούτε Ρώσος είμαι ούτε Έλληνας

Εγώ είμαι άνθρωπος του Καυκάσου».

Οι Καυκάσιοι κατά την πρώτη προσπάθειά εγκατάστασής τους στην Ελλάδα (1895-1907) και ενώ έχουν κληθεί από την Πολιτεία (Τρικούπης 1894) θα βρεθούν απέναντι σε μια ανάλγητη κρατική συμπεριφορά (Θεοτόκης 1900), θα ληστευθούν, θα δεινοπαθήσουν, θα αποδεκατιστούν και οι επιζώντες από αυτούς (Σουμελίδης 1906) θα επιστρέψουν στον Καύκασο.

Στη δεύτερη προσπάθεια εγκατάστασής τους, πάλι με πρόσκληση της Ελληνικής Πολιτείας, στο Κιλκίς (1914) θα αντικρύσουν φτώχεια και θα υποφέρουν από την ελονοσία. «Καμία σύγκριση με τη Ρωσία» με τους «χιλιάδες τόνους τα σιτηρά» τα «πολλά είδη ζώων» και τις «αμέτρητες καλλιεργήσιμες εκτάσεις». Τελικά πολλές οικογένειες θα επιστρέψουν στο Καρς , μετά από επίπονο και μακρύ ταξίδι «δια στεριάς, μέσω Βουλγαρίας, Ρουμανίας, Ρωσίας ως τον Καύκασο» γιατί «ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος εμαίνετο και ο Ελλήσποντος και Βόσπορος εκλείσθησαν». Έτσι πολλοί θα χαθούν στο δρόμο της επιστροφής (Μάιος-Αύγουστος 1916).

Οι Καυκάσιοι [περί τους 50.000] έρχονται τελικά (από 1920) στην Ελλάδα «έχοντας χάσει την εθνική τους συνείδηση, και τη γλώσσα» , έχοντας «επηρεαστεί από τις μπολσεβικικές ιδέες» και όντες «επικίνδυνοι να συνεργαστούν με τους σλάβους της Μακεδονίας» (Χρύσανθος 1920).

Οι Καυκάσιοι είναι «ατίθασοι, απειθάρχητοι, μεμψίμοιροι, άρπαγες και στερούμενοι εθνικού φρονήματος». Σαφώς λοιπόν «δεν είναι το ενδεδειγμένο Ελληνικό στοιχείον δι ου δύναται να τελεσφορήσει ο εποικισμός και εξελληνισμός της Μακεδονίας». Αντιθέτως «υπάρχει φόβος να παράσχωσι συν τω χρόνω πράγματα εις την Ελληνική Διοίκησιν». (Αδοσίδης 1920)

Αν οι Καυκάσιοι έρθουν στην Ελλάδα «θα γίνουν βάρος για το κράτος». (Κανελλόπουλος 1920)

Έτσι, και πριν καν έρθουν στην Ελλάδα θα γίνει αισθητή σ’ αυτούς «η προδοσία τους από τους επίσημους φορείς (Εκκλησία και Κράτος)».

Με την άφιξή τους ακόμα, έχοντας ρωσική υπηκοότητα, έχοντας υπηρετήσει στο ρωσικό στρατό και σπουδάσει σε ρωσικά σχολεία, θα χαρακτηρισθούν «ύποπτοι» από το κράτος που θα φοβηθεί «μήπως έχουν μολυνθεί και φέρνουν το μικρόβιο του μπολσεβικισμού». (Γαβριηλίδης Κώστας- Καλαμαριά-1920)

Όταν ο «Σύλλογος Καυκασίων Φοιτητών» θα αποταθεί στον Υπουργό Παιδείας για να ζητήσει τη συνδρομή του για τήρηση των υποσχέσεων που δόθηκαν σε αυτούς στην Τιφλίδα από την Ελληνική Αποστολή, θα λάβει ωμή την απάντηση : «Εδώ στην Ελλάδα σπουδάζουν όσοι έχουν λεπτά και όσοι δεν έχουν λεπτά πηγαίνουν και εργάζονται». (Καλαμαριά 1920)

Οι Καυκάσιοι κατά το μεσοπόλεμο θα οργανωθούν σε «Συλλόγους Καυκασίων», σε «Συλλόγους Νεολαίας Καυκασίων», σε «Ενώσεις Καυκασίων φοιτητών» και σε «Εκπαιδευτικούς Συλλόγους Καυκασίων». Θα τα εντάξουν όλα αυτά σε ένα «Κεντρικό Σύλλογο Καυκασίων», και θα συναποφασίζουν για την επίλυση των προβλημάτων τους μέσα από «Γενικές Συνελεύσεις των Καυκασίων» ή από «Συνέδρια Καυκασίων», ή συμμετέχοντας -ως Καυκάσιοι- σε «Συσκέψεις Προσφύγων» στους «Συνδέσμους Καυκασίων-Ποντίων», στα «Σωματεία Μέριμνας Ποντίων Καυκασίων Κυριών Μακεδονίας» σε «Παμπροσφυγικά Συνέδρια» μαζί με Πόντιους, Θρακιώτες και Μικρασιάτες.

Την ίδια περίοδο –μεσοπόλεμο- οι Καυκάσιοι «θα έχουν τα πρωτεία», θα είναι «οι κομματικοί[ΚΚΕ] που δε λογάριαζαν τίποτε». (Βαφειάδης Μάρκος 1929)

Θα συμμετάσχουν στις αγροτικές κινητοποιήσεις της δεκαετίας του ’30 (Γαβριηλίδης-Κιλκίς) και δυναμικά θα αντιδράσουν ενάντια στην αστυνομική αυθαιρεσία. (Μεταμόρφωση Κιλκίς 1930-Μεταλλικό Κιλκίς 1931 – Ποντοκώμη 1932-33)

Έτσι ήδη από το 1930 θα επικρατήσει η άποψη πως : «εις ολόκληρον την περιφέρειαν Κιλκίς και ιδίως εις τινα παραμεθόρια χωριά κατοικούμενα υπό Καυκασίων, ο κομμουνισμός επεκράτησεν απ’ άκρου εις άκρον».(«ΕΜΠΡΟΣ», 12/3/1930, σελ. 3)

Καυκάσιος θα ξεκινήσει και θα ηγηθεί της μοναδικής για τα δεδομένα της εποχής «μαθητικής επανάστασης» κατά αυθαιρεσίας καθηγητών.(Βαλταδώρειο Γυμνάσιο Κοζάνης, 1934)

Καυκάσιοι θάναι οι πρώτοι αριστεροί δήμαρχοι και κοινοτάρχες της περιόδου. Μετά τον Παρτσαλίδη (Καβάλα 1934) , αριστεροί κοινοτάρχες θα εκλεγούν οι Καυκάσιοι: Τσουκαλάς(Ποντοκώμη, 1934), Μεντεσίδης (Ποντοκώμη, 1935) και δήμαρχος ο Γαβριηλίδης (Κιλκίς 1936).

Λίγο πριν και κατά τη διάρκεια της δικτατορίας Μεταξά αρκετοί θα βρεθούν σε εξορίες- ξερονήσια.

Οι Καυκάσιοι θα πρωτοστατήσουν στην οργάνωση αντίστασης κατά των κατακτητών μέσα από το ΕΑΜ και τον ΕΛΑΣ(σε 16ο, 27ο και 28ο ΣΠ του ΕΛΑΣ, στην περιοχή μας) ενσωματωμένοι και με τις άλλες εθνοτικές ομάδες της περιοχής: σλαβομακεδόνες, βλάχους, αρβανίτες (ΙΙ/28 ή Απόσπασμα Βίτσι ).

Θα συμμετέχουν στην ίδρυση σλαβομακεδονικών σχολείων στη Φλώρινα (Καλαϊτζίδης , φθινόπωρο 1944)

Θα συμμετέχουν στις επιχειρήσεις κατά των αυτονομιστών του Γκότσε (Κωφίδης, διοικητής ΙΙΙ/27, Οκτ-Νοε 1944)

Θα συγκρουστούν με τους Παοτζήδες από τους οποίους θα κυνηγηθούν κατά την κατοχή και θα κυνηγήσουν κατά την Εαμοκρατία. (Κιλκίς –Πετρανά-Ποντοκώμη)

Έτσι θα γίνουν στόχος των παρακρατικών. (Κρυόβρυση-Κοκκινιά Κιλκίς , Φθινόπωρο 1946)

Θα ειπωθεί πως οι Καυκάσιοι «ήταν οι φανατικότεροι από τους αυτονομιστές»(Φ. Δραγούμης αρχές 1946) και πως «η κομμουνιστική προπαγάνδα αφέθη να οργιάση κυρίως μεταξύ των εαυαλώτων Κουτσοβλάχων και των Καυκασίων εποίκων και τινων σλαυοφώνων» (Σ. Μελάς-Β. Τσιμπιδάρος, Νοέμβριος 1946)

Οι Καυκάσιοι θα είναι «αποχίτες» των εκλογών του 1946. Θα γίνουν λοιπόν στόχος των Μάυδων.

Θα συμμετάσχουν στο ΔΣΕ και συχνά θα είναι ενταγμένοι και στα θεωρούμενα σλαβομακεδονικά Σώματα (18η και 107η Ταξιαρχία ΔΣΕ).

Οι «εκ Ρωσίας Καυκάσιοι» πρόσφυγες είναι πλέον οι «ελληνόφωνοι κακούργοι» για τους οποίους θα ζητηθεί και η εκτόπισής τους (ως μέρος πρότασης εκτοπισμού σλαβόφωνου πληθυσμού). (Φ. Δραγούμης 1948)

Κατά τη δίκη της Θεσσαλονίκης (τέλη Φεβρουαρίου 1948) θα «αποκαλυφθεί» ότι : «εις τας συμμορίας, τας αρχάς, δηλ. τα πάντα, έχουν εις χείρας των καυκάσιοι και άλλοι εκ Ρωσσίας και Καρς καταγόμενοι συμμορίται». («ΕΜΠΡΟΣ», Φεβ, 1928)

Με το τέλος του εμφυλίου-το 1949- μερικοί θα βρεθούν (εξόριστοι τώρα) στο ίδιο λιμάνι της Μαύρης Θάλασσας από το οποίο πριν από 30 χρόνια –το 1920-οι δικοί τους έφευγαν για τη μητέρα Ελλάδα γεμάτοι όνειρα κι ελπίδες..

Οι Καυκάσιοι τα σαράντα χρόνια ελευθερίας που έζησαν[στο Καρς Καυκάσου] πριν έρθουν στην Ελλάδα, τα έζησαν μέσα σε ένα πολυπολιτισμικό περιβάλλον, στο οποίο διαχέονταν τα πλέον προοδευτικά ρεύματα της ρωσικής κοινωνίας. Και έμαθαν να «εισπράττουν» και να «δίνουν».  Τα μέρη που εγκαταστάθηκαν, τα όρισαν ως νέα τους πατρίδα, θεώρησαν τον εαυτό τους μέρος της νέας πολυεθνοτικής κοινότητας στην οποία και ενσωματώθηκαν με τη δυναμική και τους ρυθμούς που γνώριζαν από την Πατρίδα.

Αυτό δε θα μπορούσες να το στερήσεις από έναν Καυκάσιο.

Η ταύτιση όμως εθνοτικής και πολιτικής ταυτότητας (Καυκάσιος ~ Αντικρατικός) επέβαλε πλέον και την αλλαγή της ονομασίας τους. «Είναι παράξενο» γράφει στα 1957 ο Φίλωνας Κτενίδης «πώς οι Έλληνες αυτοί Πόντιοι που ωνομάσθησαν «Καυκάσιοι» και οι ίδιοι μέχρι σήμερον αυτοκαλούνται έτσι» πώς «δεν διαμαρτύρονται για τη μειωτική εθνικώς ονομασία αυτή[…]». Ο Φίλωνας επισημαίνει πως για το σοβαρό αυτό θέμα (της επιμονής κάποιων να αυτοκαλούνται Καυκάσιοι) «και άλλοτε γράψαμε σχετικά και υποδείξαμε το ασύστατο και το λανθασμένο και το κακόβουλο της τέτοιας ονομασίας». Είναι δε απόλυτα ικανοποιημένος όταν «ένας διανοούμενος «Καυκάσιος» [ο Γεώργιος Γρηγοριάδης] δίδει την εμπρέπουσα και λογική και εθνικώς επιβαλλόμενη ονομασία εις τους Έλληνας Ποντίους που έζησαν και ήρθαν από τον Καύκασο, ονομάζοντας αυτούς «ΠΟΝΤΙΟΥΣ του ΚΑΥΚΑΣΟΥ»». Ο Γρηγοριάδης δε πριν προβεί στα εθνικώς επιβαλλόμενα βαφτίσια θα φροντίσει να τονίσει τη συμβολή των «Ποντίων του Καυκάσου» στους αγώνες του έθνους και να αποκαθάρει και τυχόν μη ορθές συμπεριφορές τους στις δύσκολες περιόδους:

«Η συμβολή των υπήρξε επίσης μεγίστη και δια την εθνικήν μας ασφάλειαν, όταν εις Μακεδονίαν και Θράκην, επεριόρισαν και κατέστησαν την μειονότητα αμελητέαν δια της εγκαταστάσεώς των ως συμπαγών και γνησίων ελληνικών πληθυσμών.

Λαμβάνουν μέρος εις τον ελληνοϊταλικόν πόλεμον του 1940-41 και συμβάλλουν εις την δημιουργίαν του Αλβανικού έπους.

Μάχονται ως αρμόζει εις εθνικόφρονας Έλληνας κατά τον συμμοριοτοπόλεμον και συμβάλλουν γενναίως εις την περιφανή νίκην του 1949…».

Στα 1988 ένας από τους σημαντικότερους διανοούμενος με πατρογονική καταγωγή από το Καρς, ο Χρήστος Σαμουηλίδης θα γράψει: «[…]θέλω να σημειώσω ότι κάποιες αποχρώσεις και δυσδιάκριτες ιδιαιτερότητες που παρουσίαζαν παλιότερα οι Καρσιώτες σε σύγκριση με το γενικό ποντιακό χαρακτήρα- και οι οποίες ιδιαιτερότητες οφείλονταν στις διαφορετικές συνθήκες του ρωσοκρατούμενου Καρς, περισσότερο ελεύθερες από ό,τι στον Τουρκοκρατούμενο Πόντο, όπως ήταν η αριστερότερη πολιτική τοποθέτησή τους, η συμμετοχή τους κατά 90-100% στην Εθνική Αντίσταση, η γνώση πολλών απ’ αυτούς της ρωσικής γλώσσας ή η ενσωμάτωση μερικών ρωσικών λέξεων στο λεξιλόγιό τους κλπ-, μετά το Β Παγκόσμιο Πόλεμο απαλείφθηκαν, παραμερίστηκαν και τώρα «Καυκάσιοι» και Πόντιοι αφομοιώθηκαν και συνταυτίστηκαν συμμετέχοντες αδιάκριτα πια στα κοινά ποντιακά, πολιτιστικά και προσφυγικά , σωματεία[…]».

Παρόλη όμως την προσπάθεια των διανοούμενων για ένα «ασφαλή» προσδιορισμό τους, οι «παλαιοί» , για πολλά χρόνια ακόμα θα συνεχίζουν να δηλώνουν:

«Εμείς είμες α σο Καρς τη Ρωσίας. Είμες Καυκάσιοι».

Με ότι αυτό συνεπάγονταν. Δεν μπορούσαν , δεν επέτρεπαν στον εαυτό τους τον ετεροκαθορισμό, βάση οποιασδήποτε σκοπιμότητας ή υποδείξεως διανοούμενων συντοπιτών τους. Ήταν μια περήφανη ράτσα με μπόλικη την αυτοπεποίθηση και τον εγωισμό. Σήμερα οι «παλαιοί» εκλείπουν.

Όλοι πλέον ακολουθούμε τον «ορθό δρόμο» των υποδείξεων των διανοούμενων.

Είμαστε απλά όλοι Πόντιοι. Οι «παλαιοί απ’ εμάς» δεν είναι εδώ για να μας διορθώσουν. Για τους νεώτερους θα ήταν ένα δράμα το «ανασκάλεμα».

Για κάποιους –λίγους- από μας όμως συνεχίζει και δημιουργεί δέος η μικρή εκείνη υποσημείωση στις ταυτότητες των παππούδων μας:

«Γεννηθείς εις Καύκασον Ρωσίας»…

Το βιβλίο θα παρουσιαστεί το Σάββατο 12 Ιουνίου στην Κοζάνη, στο Κοβεντάρειο, στις 7.30 μ.μ.

______________________________________________________________________________

.

Δείτε επίσης:

-Οι δικοί μας Καυκάσιοι και η συμβολή τους στην ανάπτυξη της Αριστεράς

Για την ιστορία της ελληνικής εγκατάστασης στον Καύκασο:

-Από τον Καύκασο στην Ελλάδα…..

Ενδιαφέρουσες φωτογραφίες από τα ελληνικά χωριά του Καρς υπάρχουν:

-Από το Καρς του Καυκάσου, στο Κιλκίς της Μακεδονίας

10/06/2010 - Posted by | -προσφυγιά, -Ιστορικά, -Ιδεολογικά, -Κίνημα, -Περί Πόντου, -Περί έθνους, -αντιφασιστικά, ΚΚΕ, Καύκασος

11 Σχόλια »

  1. Συγγνώμη που γράφω κάτι ψιλοάσχετο με την ανάρτηση, αλλά άκουσα χτες το βράδυ στην ΕΤ3 ότι θα επαναλειτουργήσει το καλοκαίρι η Παναγία Σουμελά. Μάλιστα μετέφεραν και κάτι ευτράπελα για την τουρκική γραφειοκρατία, αλλά το συμπέρασμα ήταν ότι είναι κλεισμένη η υπόθεση. Έβγαλαν και ένα γραμματέα του Πατριαρχείου δε ξέρω αν γνωρίζετε λεπτομέρειες.

    Σχόλιο από Πλάνητας | 10/06/2010

  2. Λειτουργία στον Πόντο μετά 88 έτη
    Με γραπτή άδεια από το τουρκικό κράτος θα λειτουργήσει ξανά η Μονή της Παναγίας Σουμελά

    ΜΑΡΙΑ ΑΝΤΩΝΙΑΔΟΥ | Τετάρτη 9 Ιουνίου 2010

    Για πρώτη φορά έπειτα από 88 χρόνια στις 15 Αυγούστου θα τελεστεί η Θεία Λειτουργία στην ιστορική Μονή της Παναγίας Σουμελά στον Πόντο, καθώς σύμφωνα με πληροφορίες έφτασε χθες στο Φανάρι η γραπτή άδεια με την οποία το τουρκικό υπουργείο Πολιτισμού επιτρέπει στον Οικουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο να λειτουργήσει στο μοναστήρι, το οποίο με την πάροδο των ετών έχει μετατραπεί σε μουσείο. Οπως επισημαίνει στο «Βήμα» ο Μητροπολίτης Δράμας κ. Παύλος, ο οποίος έχει αναλάβει με προτροπή του Οικουμενικού Πατριάρχη να συντονίσει την όλη προσπάθεια στην Ελλάδα, «η γραπτή άδεια έφτασε. Πρόκειται για μια ιστορική στιγμή, αφού στο μοναστήρι δεν τελέστηκε επισήμως ούτε μια λειτουργία όλα αυτά τα χρόνια και είναι η πρώτη φορά στην ιστορία των 16 αιώνων της μονής που ο Οικουμενικός Πατριάρχης θα βρίσκεται στην Παναγία Σουμελά στις 15 Αυγούστου, την ημέρα δηλαδή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στην οποία είναι αφιερωμένο το μοναστήρι» .

    Οπως επισημαίνει ο Μητροπολίτης Δράμας, ο οποίος είναι ο μόνος ποντιακής καταγωγής ιεράρχης της Εκκλησίας της Ελλάδος, «όταν το έμαθα με έπιασαν δάκρυα. Αυτή η στιγμή δείχνει ότι η ιστορία έχει πολλές παλίρροιες και σηματοδοτεί μια νέα περίοδο για την περιοχή και το μοναστήρι, το οποίο θα γίνει σημείο αναφοράς των χριστιανών όλης της Μαύρης Θάλασσας». Στη συνέχεια ο κ. Παύλος σπεύδει να συστήσει «σύνεση και σοβαρότητα». «Η επίσκεψη στην Παναγία μας», προσθέτει, «πρέπει να μείνει μακριά από εξάρσεις που μπορούν να σκιάσουν την ιστορική προσπάθεια του Οικουμενικού μας Πατριάρχη. Αντίθετα πρέπει να στηρίξουμε την προσπάθειά του με απόλυτη σοβαρότητα» .

    Οι πληροφορίες για τη λειτουργία της Παναγίας Σουμελά εκτιμάται ότι θα κινητοποιήσουν χιλιάδες ποντιακής καταγωγής Ελληνες που ζουν στις χώρες της Ευρώπης, στην Αμερική αλλά και σε αυτήν ακόμη την Αυστραλία.

    http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&ct=1&artid=336332&dt=09/06/2010

    Σχόλιο από Πόντος και Αριστερά | 10/06/2010

  3. Υπάρχει μια ενδιαφέρουσα και δύσκολα αισθητή παράμετρος που κάνει το αίτημα για την αναγνώριση της Γενοκτονίας ιδιαιτέρως σημαντικό -εκτός από το αντικειμενικό γεγονός της εθνοκάθαρσης και του αισθήματος της αποκλεισμένης μνήμης από την επίσημη ιστορία που έχουν οι προσφυγικοί πληθυσμοί του ’22.

    Η παράμετρος αυτή, που κάνει απολύτως στέρεα τη ψυχολογική και κοινωνική βάση αυτού του κινήματος καταξίωσης της ιστορικής Μνήμης, σχετίζεται με την άγνωστη στους περισσότερους πορεία των προσφυγικών ομάδων, στον ελλαδικό χώρο. Ειδικά για την ομάδα των Ποντίων προσφύγων μπορούμε να παρατηρήσουμε τα εξής :

    Η δεκαετία του ’40 δημιούργησε αξεπέραστα ρήγματα στους Πόντιους πρόσφυγες. Για τους γόνους των αριστερών Ποντίων, το στερεότυπο του απόλυτου κακού, του συνεργάτη του κατακτητή και του δωσίλογου θα εκφράζεται με τον «(μ)πάφραλη», του οποίου θα αμφισβητηθεί η «ποντιακότητα». Για τους τουρκόφωνους Δυτικοπόντιους, οι ελληνόφωνοι (κυρίως οι “Καυκάσιοι” Καρσλήδες) θα μετατραπούν σε αντεθνικούς-ανθέλληνες «αούτους». Οι απόγονοι των Δυτικοποντίων θα βιώσουν τραυματικά την απόρριψη.

    Μόνο μετά την Μεταπολίτευση οι πληθυσμοί αυτοί θα πορευτούν και πάλι μαζί. Η αλλαγή του πολιτικού τοπίου μετά την πτώση της χούντας, η μεγένθυνση ενός κεντροαριστερού κόμματος στους κόλπους του οποίου θα βρεθούν τόσο οι «παφραλήδες» όσο και οι «καυκάσιοι» θα επιτρέψει την πρώτη ώσμωση των δύο εχθρικών μεταξύ τους ομάδων και θα επιφέρει μια νέα ανάγνωση της δεκαετίας του ’40.

    Βαθμιαία, οι κοινές μνήμες του Πόντου θα μετατρέπονται στον κοινό τόπο έκφρασης. Ενωτικά και συμφιλιωτικά θα λειτουργήσουν και τα νέα αιτήματα που εμφανίζονται. Η αναγνώριση της γενοκτονίας, ως αίτημα καταξίωσης μιας απαγορευμένης μνήμης θα ενώσει τους γόνους αυτών των διχασμένων τμημάτων της ποντιακής προσφυγιάς.

    Η ανάδυση του ριζοσπαστικού ποντιακού κινήματος κατά τα μέσα της δεκαετίας του ’80 θα λειτουργήσει λυτρωτικά σε πολλά επίπεδα. Η διαδικασία ενοποίησης και νέας έκφρασης θα οδηγήσει στη συγκρότηση ενός δυναμικού κοινωνικού και πολιτικού κινήματος το οποίο θα θέσει στόχους ανάδειξης της ιστορικής εμπειρίας και ενσωμάτωσής της στη συλλογική ιστορική μνήμη.

    Το ζήτημα αυτό αναλύεται στο κείμενο:

    «Ταυτότητες μέσα στο χρόνο»

    -Ταυτότητες μέσα στο χρόνο

    Μ-π

    Σχόλιο από Πόντος και Αριστερά | 10/06/2010

  4. «…Διάβασα με μεγάλο ενδιαφέρον την ιστορία της Ποντοκώμης Κοζάνης και των «Καυκάσιων» κατοίκων της που έγραψαν ο Ανδρέας Αθανασιάδης και ο Χρήστος Μιχαηλίδης με τον γενικό τίτλο «Γεννηθείς είς Καύκασον Ρωσίας» και εξέδωσε ο εκδοτικός οίκος «Ινφογνώμων».

    Περίμενα να διαβάσω τη «βιογραφία» ενός χωριού.

    Αλλά μέσα της βρήκα κρυμμένο ένα, νομίζω πολύ καλό, εγχειρίδιο της ελληνικής ιστορίας του 20ού αιώνα, για το οποίο το χωριό της Ποντοκώμης, με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του απετέλεσε μια θαυμάσια αφορμή.

    Λυπάμαι που η ΔΕΗ ετοιμάζεται τώρα να κατασπαράξει την Ποντοκώμη, αποφασισμένη καθώς φαίνεται να κάψει και το τελευταίο κιλό λιγνίτη, καταστρέφοντας ταυτόχρονα το ελληνικό περιβάλλον. Η επιχείρηση αυτή έχει επιδείξει χαρακτηριστική βαρβαρότητα και περιφρόνηση για το περιβάλλον και τους ανθρώπους, περιφρόνηση χαρακτηριστική της γενικότερης ελληνικής διανοητικής και κοινωνικής υπανάπτυξης, και στην Πτολεμαΐδα και στη Μεγαλόπολη. Το ίδιο το βιβλίο άλλωστε, που σήμερα συζητάτε, είναι μια καλή διήγηση της ατέρμονης σύγκρουσης ανάμεσα στον ελληνικό λαό και τους πάσης φύσεως άρχοντές του που πασχίζουν να τον καταστρέψουν και μαζί και την Ελλάδα. Ένα καταστροφικό έργο που πήρε στις μέρες μας πολύ έντονους ρυθμούς, μετά την ουσιαστικά πραξικοπηματική υπογραφή από την παρούσα κυβέρνηση του μνημονίου με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ενός μνημονίου που, μακάρι να διαψευσθώ, πολύ φοβάμαι ότι σηματοδοτεί την υποδούλωση της χώρας μας και εγκαινιάζει μια πορεία καταστροφής της.

    Η νεώτερη Ελλάδα, και το πόνημα των Αθανασιάδη και Μιχαηλίδη το δείχνει αυτό, είναι ένας διαρκής αγώνας ανάμεσα στις καταστροφές που σωρεύει η άρχουσα τάξη και το πολιτικό μας προσωπικό, και όση υγεία διατηρεί ο ελληνικός λαός. Γιατί είναι λίγες οι ευρωπαϊκές χώρες, η πολιτική, κρατική και οικονομική ηγεσία των οποίων έχει συχνά λειτουργήσει κατά τρόπο τόσο εχθρικό για το έθνος τους. Προϊόν αυτής της λαϊκής «υγείας» είναι και το βιβλίο που παρουσιάζεται σήμερα, προϊόν δηλαδή της επιθυμίας των συγγραφέων να διατηρήσουν ζωντανή την ιστορία και τις παραδόσεις του χωριού τους, κοντολογίς την ταυτότητά τους, να παραδώσουν στις νεώτερες γενιές τα υλικά του παρελθόντος τους, ανοιχτά σε νέες δυνατές συνθέσεις.

    Οι συγγραφείς δεν είναι εξ επαγγέλματος ιστορικοί, που να χρειάζεται να επιβεβαιώσουν τίτλους ή προκατασκευασμένα σχήματα. Αυτό κάνει την δουλειά τους και πιο ενδιαφέρουσα και πιο δεμένη από τα περισσότερα αντίστοιχα έργα που έχω υπόψη μου. Υποπτεύομαι ότι οι συγγραφείς έχουν άποψη και μάλιστα ισχυρή άποψη για την ελληνική ιστορία του 20ού αιώνα.

    Προτιμούν να μην την εκφράσουν, είναι φανερό όμως ότι επηρεάζει αδιόρατα τον τρόπο με τον οποίο εμφανίζουν το ιστορικό υλικό τους.

    Η σεμνότητά τους και η αποφυγή του δικού τους σχολιασμού ίσως μας στέρησε από ένα πολύ πιο ώριμο πόνημα που νομίζω θα ήταν στις δυνατότητές τους. Ταυτόχρονα όμως η μέθοδός τους κάνει πιο δυνατή και πιο εντυπωσιακή την εμφάνιση των πιο αντιφατικών στοιχείων, των δύσκολων πραγματικοτήτων της σύγκρουσης διαφόρων κοινωνικών, τοπικών και εθνικών ομάδων στον μακεδονικό χώρο, αλλά και της εμφύλιας σύρραξης. Το αποτέλεσμα είναι ένας ιστορικός νατουραλισμός, όπου στον αναγνώστη παρουσιάζονται χωρίς συναισθηματική φόρτιση και χωρίς σχολιασμό, αλλά ωμά και ανάγλυφα, όλα τα στοιχεία που συνέθεσαν την ελληνική τραγωδία του Εικοστού Αιώνα. Στον αναγνώστη ανήκει τώρα η ευθύνη να πάρει, με το δικό του μυαλό, τη θέση που αποφεύγουν να πάρουν οι συγγραφείς, καθοδηγημένος και από τις πυκνότατες και πολύ λειτουργικές βιβλιογραφικές αναφορές των συγγραφέων. Η βιβλιογραφική τεκμηρίωση του έργου είναι πράγματι εντυπωσιακή. Η βιβλιογραφία έχει στο βιβλίο τη θέση που πρέπει να έχει σε ένα επιστημονικό σύγγραμμα και που δεν έχει δυστυχώς στα πλείστα, χαμηλού επιπέδου πανεπιστημιακά μας συγγράμματα, όπου οι αναφορές στα βιβλία και τις ιδέες συχνά είναι το διανοητικό ισοδύναμο ενός καλορονταρισμένου συστήματος δημοσίων σχέσεων.

    Είναι η αγάπη των συγγραφέων για το αντικείμενό τους και η εντιμότητά τους που τους επέτρεψε να παράγουν σχεδόν ανεπαίσθητα ένα ανάγνωσμα πολύ σημαντικότερο από αυτό που καταρχήν υποδηλώνει το θέμα του. Και είναι η σεμνότητά τoυς, ίσως το σωτήριο τρακ του «ερασιτέχνη», αλλά ο ερασιτέχνης προηγήθηκε του επαγγελματία, που τους προστάτευσε ίσως από μια αλαζονεία, που εύκολα θα κατέστρεφε το εγχείρημά τους.

    Σήμερα, ο ελληνικός λαός, το ελληνικό έθνος αντιμετωπίζει μια από τις μεγαλύτερες κρίσεις της νεώτερης ιστορίας του. Έχει ανάγκη την αυτογνωσία του. Πρέπει να καταλάβει από πού έρχεται για να ορίσει το που πάει. Αντί να περιφρονεί τις «ανατολικές» του ρίζες, πρέπει να τις καταλάβει, να τις φροντίσει, να τις χρησιμοποιήσει στην αιώνια διαπραγμάτευσή του με τη Δύση.

    Οι Πόντιοι κουβαλάνε, πιότερο από άλλους Έλληνες, ένα στοιχείο εξόχως απαραίτητο στους δύσκολους καιρούς που ζήσαμε παλιά και στους ακόμα πιο δύσκολους που μπαίνουμε τώρα: το στοιχείο της οικογενειακής, κοινωνικής, εθνικής αλληλεγγύης. Είναι ακριβώς η εξαφάνιση αυτού του στοιχείου, η εξαφάνιση κάθε συλλογικότητας, που έχει παίξει κρίσιμο ρόλο στην αποσύνθεση του κοινωνικού ιστού και του κράτους μας που ζούμε σήμερα, αποσύνθεση που μας έκανε ανήμπορους να αντιμετωπίσουμε τη μεγάλη οικονομική κρίση και θέτει σε κίνδυνο ακόμα και την επιβίωση του ελληνικού έθνους-κράτους.

    Ενστικτωδώς, οι Πόντιοι είναι επίσης φορείς μιας «γεωπολιτική ς συνείδησης», αν μου επιτρέπετε αυτό τον όρο, μιας συνείδησης δηλαδή του που βρίσκεται ο ελληνισμός, των βαθύτερων σχέσεων και ριζών του στον σλαβικό και ιδίως ρωσικό χώρο, που συνιστά την ευρύτερη οικογένεια του.

    Άκουσα χθες με μεγάλη λύπη την απόφαση της Βουλγαρίας για τον τερματισμό του σχεδίου του αγωγού Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολη, ενός αγωγού-συμβόλου. Η ακύρωση του σχεδίου αυτού είναι ένα μεγάλο βήμα προς την κατεύθυνση της αποικιοποίησης των βαλκανικών χωρών και προπάντων της Ελλάδας. Τυπικά την ευθύνη έχει η βουλγαρική κυβέρνηση, δεν μας έμεινε όμως αμφιβολία, από τις προεκλογικές ήδη τοποθετήσεις του κ. Παπανδρέου, ότι η συνεργασία με τη Ρωσία δεν είναι στις προτεραιότητες, είναι το λιγότερο που μπορούμε να πούμε, μιας κυβέρνησης που μοιάζει προσανατολισμένη στους ρυθμούς της Ουάσιγκτον περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη για πολλές δεκαετίες.

    Η Ελλάδα, ο ελληνικός λαός, το κράτος του, το ελληνικό έθνος οδηγείται σε στρατηγική ασφυξία, αποκόπτεται από τη ρωσική, όπως και από την αραβική και, ευρύτερα, την ανατολική ενδοχώρα μας, εξαιτίας των καταστροφικών επιλογών της ηγεσίας μας, της διαφθοράς των δυνάμεων που θα όφειλαν να αντισταθούν σε μια τέτοια πορεία, της σύγχυσης και της διάβρωσης της κοινωνίας μας.

    Εργάσθηκα πολλά χρόνια ως ανταποκριτής, μεταξύ άλλων, του Αθηναϊκού Πρακτορείου Ειδήσεων στη Ρωσία, την εποχή της κατάρρευσης του σοβιετικού υπαρκτού ή, κατ’ άλλους, ανύπαρκτου σοσιαλισμού. Εποχή που συνέπεσε με την αφύπνιση των σοβιετικών εθνοτήτων, μεταξύ αυτών και των Ελλήνων της πρώην ΕΣΣΔ.

    Θυμάμαι ζωηρά τη συγκίνηση που προκάλεσα και ένοιωσα όταν, το 1990 αν θυμάμαι καλά, επισκέφθηκα την Τιφλίδα και την Άλμα Ατά, δύο από τα κέντρα του σοβιετικού ελληνισμού.

    Έγραψα δύο μεγάλα άρθρα για τους Έλληνες της Γεωργίας και του Καζαχστάν – αλλά βέβαια ο διευθυντής μου τότε, προτίμησε να μην τα δημοσιεύσει ποτέ.

    Το ελληνικό κράτος σκότωσε το νεοελληνικό έθνος, λέει κάπου ο Κωνσταντίνος Παπαρηγόπουλος. Η συμπεριφορά δυστυχώς των πάσης φύσεως αρμοδίων της κακιάς ώρας απέναντι στους Έλληνες της διασποράς, που είναι συχνά πολύ πιο Έλληνες από τους Γραικύλους που ενίοτε μας κυβερνούν, συνεχίζεται δυστυχώς και σήμερα.

    Μας υποδεικνύει πόσο ανολοκλήρωτη παραμένει ακόμη και η Επανάσταση του 1821, πόσο λίγο ανεξάρτητο είναι δηλαδή το κράτος μας, πόσο λίγο κυρίαρχη η δημοκρατία μας. Και πόσο μεγάλο αναξιοποίητο δυναμικό διαθέτει πάντα η Ελλάδα εκτός των συνόρων της.

    Οι «Καυκάσιοι» της Ποντοκώμης από μια άποψη ατύχησαν, συμμετέχοντας σε όλες τις ρωσικές και ελληνικές τραγωδίες. Από την άλλη όμως ευτύχησαν, κι ας μην το βλέπουν ίσως έτσι, γιατί είχαν την τύχη να ζυμωθούν με τα μεγαλύτερα, τα βαθύτερα αναμορφωτικά κινήματα στην ιστορία της ανθρωπότητας και της Ελλάδας. Έμμεσο προϊόν αυτής της συμμετοχής στα μεγάλα ρεύματα του καιρού τους πρέπει να θεωρηθεί και το βιβλίο αυτό για τους Καυκάσιους.

    Από τη μια το τεράστιο ρεύμα της Οκτωβριανής Επανάστασης, που, μαζί με τη Μεγάλη Γαλλική Επανάσταση, δοκίμασαν να δώσουν στον άνθρωπο τη δυνατότητα να ελέγξει την κοινωνία του. Από την άλλη η μεγάλη εθνική αλλά και κοινωνική επανάσταση της ελληνικής εθνικής αντίστασης του 1941-1945, της σπουδαιότερης αντίστασης στην κατεχόμενη Ευρώπη, σχετικά με το μέγεθος της χώρας, ακόμα σε σύγκριση και με τη γιουγκοσλαβική. Και μια από τις σημαντικότερες Επαναστάσεις στην Ευρώπη του 200ύ αιώνα, όπως η Επανάσταση του 1821 ήταν η σημαντικότερη στην Ευρώπη μετά τη Γαλλική.

    Τα αποτελέσματα δεν δικαίωσαν τις προσδοκίες, θα πούνε πολλοί και όχι αδικαιολόγητα. Που θα ήταν όμως η ανθρωπότητα αν δεν είχε δοκιμάσει;

    Που την πάνε όσοι ετοιμάζονται τώρα να κατεδαφίσουν τα εθνικά, κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα, τον ευρωπαϊκό πολιτισμό που έφτιαξαν οι Γιακωβίνοι, στην κοινωνική διάσταση του οποίου τόσο συνέβαλαν οι Μπολσεβίκοι, χωρίς την έμπνευση που απετέλεσε η σοβιετική επανάσταση για τα έθνη όλου του πλανήτη. Το αποτέλεσμα είναι ένα μέτρο, δεν εξαντλούνται όμως σε αυτό τα κριτήρια της ανθρώπινης Ιστορίας, αλλιώς δεν θα τιμούσαμε τον Χριστό, αλλά αυτούς που τον σταύρωσαν.

    Δημήτρης Κωνσταντακόπουλος

    Αθήνα,

    2010-06-12

    Σχόλιο από Πόντος και Αριστερά | 13/06/2010

  5. […] εξαιρετική μελέτη του Ανδρέα Αθανασιάδη για την πιο άγνωστη περίοδο της προσφυγικής […]

    Πίνγκμπακ από -ΓΙΑΣΑΣΙΝ (ζήτω ο) ΓΟΥΝΑΡΗΣ!!! « Πόντος και Αριστερά | 18/10/2010

  6. Και ν’εφέκαν ατά τ’εμετέρ επέμναν όλα τσόλια

    Τα νεότητα τεμά φαρμάκια ποτίζ’ατα άχ τη τυχή μ’ αναθεμά το χαρόν ‘κι δίγ’ατα

    τη τυχή μ’ αναθεμά και το χαρόν ‘κι δίγ’ατα.

    Ώχ και ο γιόκας πόλλα αγάπασε και πόλλα ποδεδή’σε

    Σχόλιο από Πόντος και Αριστερά | 31/01/2011

  7. ……Όσο εδραιώνεται η δικτατορία της 4ης Αυγούστου τα πράγματα δυσκολεύουν για τις κομματικές οργανώσεις των κομμουνιστών. Η Οργάνωση Κοζάνης φροντίζει τη συχνή επαφή της με τις οργανώσεις των χωριών εκείνων τουλάχιστον που αντέχουν ακόμη. Ανάμεσα στα χωριά αυτά είναι και το χωριό Ποντοκώμη. Ο Τσαμπούρης Ζήσης αφηγείται : «Ως επί το πλείστον , την Τρίτη και το Σάββατο , ο Βαγγέλης , ο Αλέκος κι εγώ δεν δουλεύαμε . Μέναμε και συναντιόμασταν με τους υπεύθυνους διαφόρων χωριών […]Από Ποντοκώμη με τον Μεντεσίδη Τάσο, πολύ καλό σύντροφο, το Θεόφιλο και τον Στύλο» .
    Παρά την τρομοκρατία , τις συλλήψεις και τα κυνηγητά ,[της δικτατορίας του Μεταξά] κάποια χωριά της Κοζάνης διατηρούσαν κομμουνιστικές οργανώσεις και είχαν σύνδεση με την οργάνωση της πόλης. Η οργάνωση[ΚΚΕ] λοιπόν πόλης της Κοζάνης είχε σύνδεση ιδιαίτερα με τα χωριά Ποντοκώμη , Τζιουμά , Καραγάτς , Καϊλάρια, Σιάτιστα , Γρεβενά , Σέρβια κλπ

    Μάλιστα ο ιστορικός Παναγιώτης Τσιανάκας , που μελέτησε τα αρχεία Σταθμών και Διοικήσεων Χωροφυλακής Κοζάνης-Εορδαίας , της περιόδου 1936-1937 θα καταλήξει στο συμπέρασμα: «Όπως διαφαίνεται από μια συνολικότερη εκτίμηση του αρχειακού υλικού, οι περισσότεροι από τους κομμουνιστές που βρέθηκαν στο στόχαστρο των αρχών ασφαλείας ήταν Πόντιοι πρόσφυγες, αγρότες και γεωργοί και σύμφωνα με τα στοιχεία της Ειδικής Ασφαλείας είχαν αναπτύξει δράση σε κοινότητες της περιοχής Εορδαίας: Ποντοκώμη, Μαυροπηγή, Πύργοι, Μεσόβουνο και στην Πτολεμαΐδα» .
    Έτσι από τον Ιανουάριο του 1937 έχουμε καταγγελία για ομάδα κατοίκων του χωριού Αμύγδαλα , η οποία «συνέρχεται εις μυστικάς συγκεντρώσεις και δρα διαφοροτρόπως υπέρ της κομμουνιστικής ιδεολογίας». Η ομάδα που καταγγέλονταν-πλείστοι εξ αυτών Καυκάσιοι- αποτελούνταν από τους Ν. Γεωργιάδη, Ηλία Ζουμπούλη, Χρήστο Παπαδόπουλο, Παύλο Σαμαρά, Κλεόβουλο Ιωαννίδη, Δημήτριο Ιωαννίδη, Ιωάννη Αποστολίδη, Παναγιώτη τσιριγώτη και Αντώνιο Παπή .
    Οι κομμουνιστές από την Ποντοκώμη δε θα πάψουν να κινούνται προς τα διπλανά χωριά , ερχόμενοι σε επαφή με συντρόφους τους. Ο νομάρχης Κοζάνης Βλαχόπουλος, σε έγγραφό του προς τη Διοίκηση Χωροφυλακής Κοζάνης, στις 9/4/1937 σημείωνε: «Κατηγγέλθη ημίν ότι οι πλείστοι των κατοίκων της Κοινότητας Ιμέρας τυγχάνουσιν κομμουνισταί, τακτικώτατα δε και κατά τας νυχτερινάς ώρας δια τινος ημιονικής οδού μεθ’ ης συγκοινωνεί η Κοινότης αύτη μετά της Ποντοκώμης, άγνωστοι μεταβαίνουσιν εκ της δευτέρας και συννενοούνται κρυφά μετά των κατοίκων της πρώτης Ιμέρας. Παρακαλούμεν όπως δώσητε πάραυτα τας δεούσας προς διαπίστωσιν των καταγγελθέντων» .

    Οι προτάσεις εκτόπισης κομμουνιστών της περιοχής Εορδαίας Κοζάνης θα ξεκινήσουν ήδη από το Σεπτέμβριο του 1936.
    Στις 7/9/1936 ο διοικητής του Σταθμού Χωροφυλακής Ποντοκώμης ανθυπασπιστής Παρασκευάκης, θα κοινοποιήσει προ της Υποδιοίκηση Χωροφυλακής Πτολεμαΐδας πρόταση εκτόπισης των κομμουνιστών Κωνσταντίνου Τσουκαλά, Αναστάσιου Μεντεσίδη , Θεόδωρου Πολυχρονιάδη [Πολυχρονίδη], Ευστάθιου Θεοδωρίδη και Κωνσταντίνου Κωνσταντινίδη. Οι τρεις πρώτοι ήταν κοινοτικοί σύμβουλοι της Ποντοκώμης . Εναντίον τους θα δοθούν ένορκες καταθέσεις από συγχωριανούς τους οι οποίοι και θα υποστηρίξουν ότι «οι ανωτέρω κομμουνιστές δεν έπαψαν να προπαγανδίζουν και ότι η παραμονή τους στην περιοχή κρινόταν επικίνδυνη για τη δημόσια ασφάλεια» .
    Στις 11/9/1936 , ο διοικητής του Σταθμού Χωροφυλακής Πύργων –ενωμοτάρχης Αριστείδης Νούρτσιας- θα συντάξει πρόταση εκτόπισης κατά του Θεόφιλου Τερικανίδη, αναφέροντας ότι «από τις 4 Αυγούστου και μετά ο Τερικανίδης μαζί με άλλους κομμουνιστές στο Μεσόβουνο συνεδρίαζαν σε γνωστό τους σπίτι και προπαγάνδιζαν υπέρ του κομμουνισμού» .
    Στις 12/9/1936 ο διοικητής της Υποδιοίκησης Χωροφυλακής Πτολεμαΐδας –ανθυπομοίραρχος Κοροβέσης- θα προτείνει την εκτόπιση του κομμουνιστή Νικόλαου Ιωαννίδη , καθώς τυγχάνει «εκ ων πλέον δρώντων κομμουνιστών» και είναι «δρων υπέρ των κομμουνιστικών ιδεών, λαμβάνων μέρος εις διαφόρους μυστικάς κομμουνιστικάς συγκεντρώσεις και εμψυχώνων τους κατατεπτοημένους ομοϊδεάτας του εις την μετά καρτερικότητος υπομονήν του κατενεχθέντος εις το κόμμα των, πλήγματος καθιστάμενος ούτω λίαν επικίνδυνος εις την Δημόσιαν Ασφάλειαν» .
    Την ίδια μέρα , 12/9/1936, ο ανθυπομοίραρχος Κοροβέσης θα συντάξει και δεύτερο δακτυλογραφημένο έγγραφο για πρόταση εκτόπισης του Κωνσταντίνου Κωνσταντινίδη, κατοίκου Ποντοκώμης, όπου χρησιμοποιώντας την ίδια διατύπωση προτείνει εκτόπιση ενός τουλάχιστον έτους σε κάποιο νησί. Στο έγγραφο σημειώνεται με μολύβι η φράση : «Έδειξε μεταμέλεια και δύναται να αφεθή ελεύθερος». Βέβαια η υπόθεση του Κωνσταντινίδη δε θα μείνει εδώ. Ο νομάρχης Κοζάνης , με έγγραφό τους, στις 16/9/1936, προς την Υποδιοίκηση Χωροφυλακής Εορδαίας θα ζητήσει την επισταμένη παρακολούθηση του κομμουνιστή Κωνσταντίνου Κωνσταντινίδη, και ζητά επίσης να του γνωρίζουν ανελλιπώς κάθε ύποπτη κίνησή του επειδή είχε διαταχθεί προσωρινή απόλυσή του κατόπιν επίσημης δήλωσής του ότι διαπνέονταν από εθνικιστικά φρονήματα .
    Επίσης στις 12/9/1936 , ο Κοροβέσης, θα συντάξει πρόταση εκτόπισης του κομμουνιστή Λάζαρου Σαλονικίδη, κατοίκου Πτολεμαΐδας και νέα πρόταση εκτόπισης για τον Θεόφιλο Τερικανίδη. Οι πανομοιότυπες προτάσεις σημείωναν πως οι παραπάνω κατά τις βουλευτικές εκλογές ψήφισαν το ΚΚΕ, ότι είναι συνδρομητές της εφημερίδας «Παλλαϊκόν Μέτωπον», συναναστρέφονται με κομμουνιστές και θεωρούνται «παρά των νομιμοφρόνων κατοίκων συγχωριανών» τους , ως επικίνδυνοι κομμουνιστές .
    Την ίδια μέρα , ο ίδιος ανθυπομοίραρχος θα προτείνει και την εκτόπιση του Ιωάννη Τογρίδη, κατοίκου Πτολεμαΐδας καθότι: « […] τυγχάνει οπαδός του Αγροτικού Κόμματος της Ελλάδος (Σοφιανοπουλικού) και εκ των ηγετών του εν τη Περιφερεία μου παραρτήματος τούτου, συνεργάζεται στενά με τον αγροτηγέτη Αγαθάγγελο Παραστατίδη, μελετώντας τη συγώνευσιν του ανωτέρω κόμματος μετά του κομμουνιστικού» .
    Στις 15/9/1936 , ο διοικητής της Διοίκησης Χωροφυλακής Κοζάνης –ταγματάρχης Δουκάκης- θα προτείνει στον πρόεδρο της Επιτροπής Δημοσίας Ασφάλειας του νομού Κοζάνης, την εκτόπιση όχι μόνο του Τογρίδη , αλλά και των Δημητρίου Δημητριάδη, Νικολάου Ιωαννίδη , Γεωργίου Δημητριάδη και Λαζάρου Σαλονικίδη-που κρατούνταν προληπτικά στα κρατητήρια της ΥΧ Εορδαίας-, με το αιτιολογικό ότι «οίτινες καίτοι εξετοπίσθησαν και κατά το παρελθόν δια την εν γένει δράσιν των υπέρ του κομμουνισμού εν τούτοις επανελθόντες εκ της εξορίας ήρχισαν και πάλιν την φθοροποιόν των δράσιν» .
    Στις 19-20 Οκτωβρίου 1936 πέντε κάτοικοι της Ποντοκώμης θα δώσουν ένορκη κατάθεση κατά του Ευστάθιου Δημητριάδη. Θα τον καταγγείλουν ως ακραιφνή κομμουνιστή και τυφλό όργανο του συγγάμβρου του «επικινδύνου» κομμουνιστή Ιορδάνη Ζαραφίδη. Στις 22/1/1937 από το Γραφείο Ειδικής Ασφαλείας της ΔΧ Κοζάνης υποβλήθηκε στον πρόεδρο της Επιτροπής Δημοσίας Ασφαλείας νομού Κοζάνης «Πρότασις εκτοπίσεως κομμουνιστού Δημητριάδου Ευσταθίου του Ελευθερίου κατοίκου Ποντοκώμης κλάσεως 1902» , καθώς ο παραπάνω «μετά την μεταβολήν της 4ης Αυγούστου δεν έπαυσε από του να προπαγανδίζη υπέρ των κομμουνιστικών ιδεών των οποίων τυγχάνει ακραιφνής θιασώτης , και να υβρίζη το κρατούν κοινωνικόν σύστημα. Επιπροστίθημι δ’ ότι ούτος τυγχάνει σύγγαμβρος του επικινδύνου καταδίκου κομμουνιστού Ζαραφίδη Ιορδάνου ούτινος τυγχάνει τυφλόν όργανον». Προτείνει δε την εκτόπισή του για ένα έτος σε κάποιο νησί. Στις 2/2/1937 ο Ευστάθιος Δημητριάδης υπέβαλε υπόμνημα στο νομάρχη Κοζάνης , όπου ισχυρίζονταν ότι η κατηγορία εναντίον του ήταν τελείως ψευδής και συκοφαντική και είχε ελατήρια προσωπικής του εκδικήσεως εκ μέρους των κατηγόρων του. Ειδικότερα ανέφερε: «Εγώ εκτός του ότι ουδέποτε υπήρξα κομμουνιστής και τουναντίον ηναγκάσθην να φύγω εκ Ρωσσίας, διότι η πατρίς μου τυγχάνει το Καρς , από του έτους 1920 τυγχάνω εγκαταστημένος γεωργικώς εις την κοινότητα Ποντοκώμης όπου έχω και καλλιεργώ γεωργικόν κλήρον, τυγχάνω απλοϊκός και φιλήσυχος πολίτης εμφορούμαι δε από τα πλέον πατριωτικά αισθήματα». Θα προτείνει μάλιστα να εξετασθούν και έξι κάτοικοι της Ποντοκώμης ως μάρτυρες που θα βεβαιώνουν τη διαγωγή του. Η Ε.Δ. Ασφαλείας θα απορρίψει τελικά την πρόταση εκτόπισης του Δημητριάδη καθώς θα κρίνει ότι τα προσκομισθέντα προς εκτοπισμό του στοιχεία ήταν ανεπακρή .
    Στις 12/3/1937 η Υποδιοίκηση Χωροφυλακής Σερβίων θα υποβάλει προς το Γραφείο Ειδικής Ασφαλείας της ΔΧ Κοζάνης δύο προτάσεις εκτοπίσεως. Πρώτη η «Πρότασις εκτοπίσεως κομμουνιστού Λαζαρίδη Αβραάμ του Αθανασίου κλάσεως 1914 εκ Καυκάσου», καθώς «[…] είναι η κεφαλή ούτως ειπείν των ενταύθα κομμουνιστών και η άμεσος απομάκρυνσις τούτου θα συντελέση κατά πολύ εις την τελευταίαν εξάλειψιν της ολεθρίου κομμουνιστικής ιδέας ενταύθα[…]». Δεύτερη η «Πρότασις εκτοπίσεως κομμουνιστού Θεοδωρίδου Χαραλάμπους του Αντωνίου κλάσεως 1927 εκ Καυκάσου», ως «[…] επικινδύνου εις το αστικόν καθεστώς και την ασφάλειαν της χώρας[…]» καθόσον «[…] τυγχάνει εις εκ των μάλλον μαχητικωτέρων των ενταύθα κομμουνιστών και προς επικράτησιν των ιδεών του εργάζεται εντατικώς συνεργαζόμενος προς τούτο και μετά της εσχάτως ανακαλυφθείσης εν Κοζάνη ΟΚΝΕ». Στις 18/3/1937 το Γραφείο Ειδικής Ασφαλείας της ΔΧ Κοζάνης θα υποβάλει στον πρόεδρο της Επιτροπής Δημοσίας Ασφαλείας του νομού Κοζάνης αίτημα εκτοπίσεως των ανωτέρω κομμουνιστών. Έτσι η Ε.Δ. Ασφαλείας θα αποφασίσει στις 13/4/1947 τον εκτοπισμό Αβραάμ Λαζαρίδη και του Χαράλαμπου Θεοδωρίδη «[…] προς παραδειγματισμόν και τόνωσιν του αισθήματος της δημοσίας ασφαλείας της χώρας» .
    Στις 5/5/1937 θα σταλεί από το Σταθμό Χωροφυλακής Αμυγδάλων πρόταση για την εκτόπιση του 19χρονου κομμουνιστή Ιωάννη Εμμανουηλίδη, από το χωριό Αμύγδαλα, σύμφωνα με την οποία ο νεαρός Εμμανουηλίδης «[…] κατελήφθη παρά νέων της Εθνικιστικής Οργανώσεως Αμυγδάλων εντός της οικίας του αναπτύσσων εις τον 16ετήν Νικόλαον Φ. Καμένην κομμουνιστικάς θεωρίας». Πριν τη σύλληψή του ο Εμμανουηλίδης θα εξαφανιστεί διαφεύγοντας προς άγνωστη διεύθυνση. Θα σχηματιστεί δικογραφία εναντίον του , αλλά δε θα υποβληθεί πρόταση εκτόπισής του επειδή ο Εμμανουηλίδης δεν είχε ακόμη στρατευθεί .

    Στις 23/4/1937 θα δημιουργηθεί μεγάλη ανησυχία στην περιοχή της Εορδαίας. Ο σταθμάρχης Χωροφυλακής Ποντοκώμης –ανθυπασπιστής Αντώνιος Παρασκευάκης- θα ειδοποιηθεί από τον αγροφύλακα της κοινότητας Μαυροπηγής πως την προηγούμενη νύχτα στη Μαυροπηγή , στους τοίχους του καφεπαντοπωλείου του Χρήστου Σαμαρά και της οικίας του Πέτρου Ηλιάδη ζωγραφίστηκαν με μαύρη μπογιά σφυροδρέπανα. Ο ανθυπασπιστής θα μεταβεί στη Μαυροπηγή, όπου θα κατορθώσει να έρθει σε επαφή με τον πρώην αρχηγό του κόμματος στη Μαυροπηγή , τον οποίο όμως τελευταία δεν εμπιστεύονταν οι σύντροφοί του. Ο ανθυπασπιστής θα προσπαθήσει να τον πείσει να ξανακερδίσει την εμπιστοσύνη των πρώην συντρόφων του, να αποκτήσει τη θέση που είχε στο κόμμα και να τους καλέσει σε γενική συνέλευση, ειδοποιώντας τον προηγουμένως για να τους συλλάβει την ώρα που θα συνεδρίαζαν. Τη νύχτα 3ης προς 4η Μαΐου 1937 , ο ανθυπασπιστής θα ειδοποιηθεί από τον αρχηγό της ΕΟΝ Ποντοκώμης , ότι έτερος κάτοικος Ποντοκώμης ειδοποιήθηκε από κάποιον από τη Μαυροπηγή, ότι είχε ληφθεί απόφαση εκείνη τη νύχτα να ζωγραφιστούν σφυροδρέπανα στη Μαυροπηγή, στον Κόμανο και στην Ποντοκώμη και ότι τα μέλη της ΕΟΝ Μαυροπηγής θα φύλαγαν για να συλλάβουν εκείνους που θα επιχειρούσαν να τα ζωγραφίσουν εκεί. Την επόμενη μέρα ο ανθυπασπιστής θα πληροφορηθεί από κατοίκους της Μαυροπηγής ότι την προηγούμενη νύχτα στο καφεπαντοπωλείο του Χρήστου Σαμαρά, στο Σχολείο και στην Εκκλησία της Μαυροπηγής ήταν ζωγραφισμένα 20 περίπου σφυροδρέπανα. Ο ανθυπασπιστής θα επισκεφτεί τη Μαυροπηγή, θα μιλήσει με την ΕΟΝ του χωριού και θα πάρει πληροφορίες για τους «δράστες» από τον πρώην ηγέτη του κόμματος στο χωριό. Στις 6/5/1937 θα συλληφθούν οι Βασίλειος Ποζίδης , Αβραάμ Ποζίδης, Δημήτριος Κωνσταντινίδης, Αγαθόνικος Λαζαρίδης, Ευστάθιος Λαζαρίδης και ο 17χρονος Θεμιστοκλής Λαζαρίδης (όλοι γεννηθέντες στο Καρς Καυκάσου-όπως αυτό εμφαίνεται και από τις εκθέσεις εξετάσεως κατηγορουμένων). Και οι έξι θα αρνηθούν τις κατηγορίες που τους προσάπτονταν. Στις 10/5/1937 θα συνταχθεί έγγραφο προφυλάκισής τους για παράβαση του Αναγκαστικού Νόμου 117/36 «περί μέτρων προς καταπολέμησιν του κομμουνισμού», ενώ την ίδια μέρα θα συνταχθεί και πρόταση εκτόπισης για τους Βασίλειο Ποζίδη και Αγαθόνικο Λαζαρίδη. Στις 20/5/1937 η υπόθεσή τους θα φτάσει στην Επιτροπή Δημοσίας Ασφάλειας νομού Κοζάνης, η οποία δε θα αποφανθεί άμεσα καθώς αποφάσισε να αναμείνει την απόφαση του ποινικού Δικαστηρίου. Τελικά στις 29/5/1937 , η νομαρχία Κοζάνης, απευθυνόμενη προς το Υφυπουργείο Δημοσίας Ασφαλείας , σχετικά με την υπόθεση των σφυροδρέπανων της Μαυροπηγής αναφέρει: «[…] μην ανακαλυφθέντων όμως η επιτροπή επεφυλάχθη να εκδώση απόφασιν θέσασα τους κριθέντας παρ΄ αυτής υπόπτους υπό παρακολούθησιν» .

    Ο Σταθμός Χωροφυλακής Ποντοκώμης θα καταρτίσει και θα αποστείλει στη ΔΧ Κοζάνης φάκελο που αφορούσε τους «φερόμενους ως κομμουνιστές» Βασίλειο Τσουκαλίδη, Δημήτριο Αθανασιάδη και Θεόφιλο Φιλιππίδη, ο οποίος θα προωθηθεί αρμοδίως. Στις 28/5/1937 , ο νομαρχεύον Κοζάνης θα αποστείλει χειρόγραφο σημείωμα προς τη Διοίκηση Χωροφυλακής Κοζάνης , όπου αναφέρει ότι επιστρεφόταν ο φάκελος που αφορούσε τους ανωτέρω , οι οποίοι όμως θα έπρεπε να παρακολουθηθούν «επισταμένως» και σε εύθετο χρόνο να επανυποβληθεί ο φάκελός τους στη νομαρχία .
    Στις 19/5/1937 θα υποβληθεί αίτημα εκτόπισης των κομμουνιστών Κωνσταντίνου Χατζηζήση από τη Σιάτιστα και Θεόφιλου Σιδηρόπουλου από την Πτολεμαΐδα. Είχαν συλληφθεί στις 16/5/1937 περιερχόμενοι τα χωριά Σκαφίδι και Κοίλα .
    Στις 26/5/1937 συγκαλείται για άλλη μιαν φορά η Επιτροπή Ασφαλείας του νομού Κοζάνης. Δεν είχε συγκληθεί για την εκτόπιση κάποιου επικίνδυνου κομμουνιστή αλλά για την προκήρυξη χρηματικής αμοιβής -30.000-σε όποιον βοηθούσε στη σύλληψη του Καυκάσιου βουλευτή του Παλλαϊκού Μετώπου Φίλιππου Παπαδόπουλου. Ο Παπαδόπουλος είχε εκτοπιστεί στην Ανάφη, από την οποία όμως κατόρθωσε να αποδράσει . …

    [ΤΣΙΑΝΑΚΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ, ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΣΤΟ ΝΟΜΟ ΚΟΖΑΝΗΣ 1936-1937, ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ, ΚΟΖΑΝΗ, 2011]

    Σχόλιο από Ανδρέας | 08/11/2011

  8. 6/5/1937 19 χρονών τότε ο παππούς μου, μάλλον την γλύτωσε 😀

    Σχόλιο από Alexandros Konstantinidis | 07/11/2012

  9. Ειναι και ο προ παππους μου σε αυτα τα ονοματα και ειμαι πολυ περιφανη για ολα οσα εκανε για το κρατος και κατ επεκτασην για ολλους.

    Σχόλιο από ΕΛΕΝΗ | 06/12/2012

  10. Τελικα ειμαστε πολυ πισω.Γνωριζουμε τοσο λιγα πραγματα για τοσο συμαντικους ανθρωπους

    Σχόλιο από ΕΛΕΝΗ | 06/12/2012


Σχολιάστε