Πόντος και Αριστερά

……. 'μώ τον νόμο σ' !

-Noam Tsomski

ΝΟΑΜ ΤΣΟΜΣΚΙ: Ο λόγος ενός μεγάλου διανοητή

chomsky.gif«Ο άνθρωπος είναι το μοναδικό ον που έχει Ιστορία. Εάν θα έχει και μέλλον, δεν είναι και τόσο βέβαιο. Η απάντηση βρίσκεται στις προοπτικές των λαϊκών κινημάτων με βαθιές ρίζες σε όλα τα στρώματα του πληθυσμού, αφοσιωμένων σε αξίες, οι οποίες είτε καταπνίγονται είτε περιθωριοποιούνται, εντός του πλαισίου της υφισταμένης κοινωνικής και πολιτικής τάξης πραγμάτων: η κοινότητα, η αλληλεγγύη, το ενδιαφέρον για το ευπαθές φυσικό περιβάλλον, το οποίο θα πρέπει να συντηρήσει τις μελλοντικές γενιές, η δημιουργική εργασία με αυτοπειθαρχία, η ανεξάρτητη σκέψη και η γνήσια δημοκρατική συμμετοχή στους διάφορους τομείς της ζωής.»

Oι συνεντεύξεις που ακολουθούν, έχουν δοθεί στον Ντέιβιντ Μπαρσαμιάν από τον Τσόμσκι  σε διάφορες χρονικές περιόδους. Στο τέλος του αφιερώματος υπάρχει ένα κείμενο για τη σημασία του έργου του.

_1817922_twoap300.jpg   (O Νόαμ Τσόμσκι βρέθηκε στο πλευρό του εκδότη του στην Τουρκία. O εκδότης αντιμετώπιζε κατηγορίες για αυτονομιστική προπαγάνδα γιατί εξέδωσε το βιβλίο του Τσόμσκι «Αμερικανικός Παρεμβατισμός» που αναφέρεται στο κουρδικό ζήτημα) 

 ΤΑ ΜΕΣΑ ΜΑΖΙΚΗΣ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ (ΜΜΕ)

Ας μιλήσουμε για τα ΜΜΕ και την δημοκρατία, ποιες είναι οι απαιτήσεις επικοινωνίας σε μια δημοκρατική κοινωνία;

Ως προς αυτό το θέμα συμφωνώ με τον Aνταμ Σμίθ. Θα θέλαμε να βλέπαμε μια τάση προς την ισότητα. Όχι απλά μια ισότητα ευκαιριών, αλλά μια πραγματική ισότητα – την δυνα­τότητα κάποιου, σε κάθε στάδιο της ζωής του, να έχει πρό­σβαση στις πληροφορίες και να μπορεί να παίρνει αποφάσεις βασιζόμενος σ’ αυτές τις πληροφορίες. Έτσι, ένα δημοκρατικό σύστημα επικοινωνίας θα ήταν ένα σύστημα που συνεπάγεται μια μεγάλης κλίμακας λαϊκή συμμετοχή και το οποίο εξυπηρε­τεί τόσο τα λαϊκά συμφέροντα, όσο και τις πραγματικές αξίες όπως είναι η αλήθεια, η πληρότητα και η δημοσιοποίηση.

Ο Μπόμπ Μακτσέσνυ στο πρόσφατο βιβλίο του, Τηλεπικοινωνί­ες, Μέσα Ενημέρωσης και Δημοκρατία, περιγράφει λεπτομερώς τη διαμάχη για τον έλεγχο του ραδιοφώνου στις ΗΠΑ, μεταξύ1928 και 1935. Ποια ήταν η έκβαση αυτής της διαμάχης;

Αυτό είναι ένα πολύ ενδιαφέρον θέμα και εκείνος προσέ­φερε μια σημαντική υπηρεσία, παρουσιάζοντάς το. Είναι πολύ επίκαιρο αυτή την εποχή, διότι είμαστε αναμειγμένοι σε μια σχετική διαμάχη γύρω από το ζήτημα των λεγόμενων«πληροφοριών ταχείας κυκλοφορίας»,

Στη δεκαετία του 1920, το πρώτο μείζον μέσο μαζικής ε­νημέρωσης μετά την εμφάνιση της τυπογραφίας, ήταν το ρα­διόφωνο. Είναι προφανές ότι το ραδιόφωνο είναι μια περιορι­σμένη πηγή ενημέρωσης, διότι υπάρχει ένα περιορισμένο εύ­ρος συχνοτήτων. Κανένας δεν αμφέβαλε ότι η κυβέρνηση θα έπρεπε να προβεί σε μια σχετική διευθέτηση. Το θέμα ήταν ποια μορφή θα έπαιρνε αυτή η κυβερνητική διευθέτηση; Η κυβέρνηση θα μπορούσε να επιλέξει το δημόσιο ραδιόφωνο, με την συμμετοχή των απλών ανθρώπων. Αυτή η προσέγγιση θα ήταν τόσο δημοκρατική όσο δημοκρατική είναι η κοινωνία. Το δημόσιο ραδιόφωνο στη Σοβιετική Ένωση θα ήταν ολο­κληρωτικό, αλλά, ας πούμε, στον Καναδά ή την Αγγλία, θα ήταν εν μέρει δημοκρατικό (στο βαθμό που αυτές οι κοινωνίες είναι δημοκρατικές).

Εκείνη η διαμάχη έλαβε χώρα σε ολόκληρο τον κόσμο ­τουλάχιστον στις πλουσιότερες κοινωνίες που είχαν την πολυ­τέλεια της επιλογής. Σχεδόν κάθε χώρα (ίσως και όλες, δεν μπορώ να θυμηθώ καμιά εξαίρεση), επέλεξαν το δημόσιο ρα­διόφωνο, ενώ οι ΗΠΑ το ιδιωτικό. Δεν ήταν όμως 100% ιδιω­τικό, σου επιτρέπουν να έχεις μικρούς ραδιοφωνικούς σταθ­μούς – ας πούμε, ένα κολεγιακό ραδιοσταθμό – που έχει εμβέ­λεια μερικών οικοδομικών τετραγώνων. Αλλά ουσιαστικά όλη η πίτα του ραδιοφώνου στις ΗΠΑ περιήλθε στην ιδιωτική ε­ξουσία.

chomsky01.jpg

Όπως σημειώνει ο Μακτσέσνυ διεξήχθη ένας αξιοσημείω­τος αγώνας γύρω απ’ αυτό το. ζήτημα. Υπήρξαν εκκλησιαστι­κές ομάδες, κάποιες εργατικές ενώσεις καθώς και άλλες ομά­δες δημοσίου συμφέροντος, οι οποίες πίστευαν ότι οι ΗΠΑ θα έπρεπε να ακολουθήσουν τον δρόμο που επέλεξε ο υπόλοιπος κόσμος. Αλλά η κοινωνία εδώ ελέγχεται 1α/ρίως από τις επι­χειρήσεις και γι’ αυτό το λόγο έχασαν το παιχνίδι.

Αν και είναι κάπως περίεργο, οι επιχειρηματίες κέρδισαν μια ιδεολογική νίκη επίσης, υποστηρίζοντας ότι η παράδοση του ραδιοφώνου στην ιδιωτική πρωτοβουλία ενίσχυε τη δημο­κρατία, διότι παρείχε στους ανθρώπους πολλές επιλογές. Αυτή είναι μια περίεργη άποψη περί δημοκρατίας, εφόσον η εξουσία σου στηρίζεται στο ποσό των δολαρίων που κατέχεις και οι επιλογές σου περιορίζονται ανάμεσα σε εκείνες που κύρια δο­μούνται στην βάση πραγματικής συγκέντρωσης εξουσίας. Αλ­λά αυτό το γεγονός είχε γίνει, παρόλα αυτά, πλατιά αποδεκτό ακόμη και από τους φιλελεύθερους, ως η δημοκρατική λύση. Από τα μέσα μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1930, το παιχνίδι είχε ουσιαστικά κριθεί.

32200_koinonia_politon.jpg Αυτός ο αγώνας επαναλήφθηκε στον υπόλοιπο κόσμο, πε­ρίπου μια δεκαετία αργότερα, όταν εμφανίστηκε η τηλεόραση. Στις ΗΠΑ, δεν έγινε κανένας αγώνας και η τηλεόραση εμπο­ρευματοποιήθηκε χωρίς καμιά σύγκρουση. Αλλά και πάλι στις περισσότερες άλλες χώρες, ίσως και σε όλες, η τηλεόραση πε­ριήλθε στο δημόσιο τομέα.

Στη δεκαετία του 1960, η τηλεόραση και το ραδιόφωνο ε­μπορευματοποιήθηκαν μερικώς σε άλλες χώρες, ενώ η ίδια συγκέντρωση ιδιωτικής εξουσίας που συναντούμε στις ΗΠΑ, διαμοιράστηκε ανάμεσα στη δημόσια λειτουργία του ραδιο­φώνου και της τηλεόρασης. Την ίδια εποχή, στις ΗΠΑ, υπήρξε ένα μικρό άνοιγμα προς το δημόσιο ραδιόφωνο και την τηλεό­ραση.

Οι λόγοι γι’ αυτό το γεγονός δεν έχουν διερευνηθεί σε βά­θος (απ’ ό,τι γνωρίζω), αλλά φαίνεται ότι οι ιδιωτικές εταιρεί­ες μεταδόσεων κατάλαβαν ότι ήταν ανοησία εκ μέρους τους ναείναι υποχρεωμένες να ικανοποιούν τις τυπικές απαιτήσεις του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου Επικοινωνιών, στο οποίο αφιέ­ρωναν μέρος του προγραμματισμού τους για λόγους δημοσίου συμφέροντος. Έτσι, το CBS, λόγου χάρη, ήταν αναγκασμένο να διαθέτει ένα μεγάλο γραφείο με πολλούς υπαλλήλους οι οποίοι κάθε χρόνο πρόβαλλαν μια σειρά απατηλών απαιτήσε­ων για το πώς θα ανταπεξέρχονταν σ’ αυτή την νομική κατά­σταση. Ήταν ένας πονοκέφαλος.

 Κάποια στιγμή, αποφάσισαν φανερά ότι θα ήταν ευκολό­τερο γι’ αυτούς να απαλλαγούν από αυτό το βαρύ φορτίο και να επιτρέψουν την δημιουργία ενός μικρού και χαμηλού προϋ­πολογισμού δημόσιου συστήματος μεταδόσεων. Έτσι, θα μπο­ρούσαν να υποστηρίξουν ότι δεν ήταν υποχρεωμένοι να προ­σφέρουν πλέον αυτή την υπηρεσία. Αυτή ήταν η καταγωγή του δημόσιου ραδιοφώνου και τηλεόρασης, τα οποία τώρα χρηματοδοτούνται από επιχειρήσεις σε κάθε περίπτωση. Η PBS (Δημόσια Υπηρεσία Εκπομπών) συχνά ονομάζεται «Πετρελαϊκή Υπηρεσία Εκπομπών», (ΣτΜ Λογοπαίγνιο με τα αρχικά της Public Broadcastίng Serνice)  λόγω αυτών των χρημα­τοδοτήσεων.

Αυτό το γεγονός είναι μια ακόμη έκφραση των συμφερό­ντων ενός επιχειρηματικού συστήματος με υψηλό βαθμό ταξι­κής συνείδησης το οποίο συνεχώς διεξάγει μια έντονη ταξική πάλη. Αυτά τα θέματα επανεμφανίζονται σε σχέση με το ‘1­ντερνετ (ένα παγκόσμιο δίκτυο υπολογιστών) και τις νέες αλ­ληλένδετες τεχνολογίες πληροφόρησης, όπου ανακαλύπτουμε ξανά ακριβώς την ίδια σύγκρουση, η οποία βρίσκεται σε εξέ­λιξη αυτή τη στιγμή.

Δεν βλέπω γιατί θα έπρεπε να έχουμε κάποιες μακρόπνοες ελπίδες για κάτι διαφορετικό. Η εμπορευματοποιημένη ραδιο­φωνία θα έχει πάντοτε κάποιους συγκεκριμένους σκοπούς ­ακριβώς εκείνους που καθορίζουν οι άνθρωποι που την κατέ­χουν και την ελέγχουν.

2738105475.gif Όπως έχω αναφέρει προηγούμενα, δεν θέλουν ανθρώπους που είναι σε θέση να αποφασίζουν και να συμμετέχουν, προτι­μούν ένα παθητικό και υπάκουο πληθυσμό πελατών και πολι­τικών θεατών – μια κοινότητα ανθρώπων που είναι τόσο ατο­μικοποιημένοι και απομονωμένοι, ώστε να μην μπορούν να ενώσουν τα περιορισμένα τους αποθέματα δύναμης και να κα­ταστούν μια ανεξάρτητη, ισχυρή δύναμη η οποία θα διασπού­σε την συγκεντρωμένη εξουσία.

 Η ιδιοκτησία καθορίζει πάντα το περιεχόμενο;

Με την ευρεία έννοια του όρου, ναι, διότι αν το περιεχό­μενο υπερβεί τα όρια τα οποία μπορούν να ανεχτούν οι ιδιο­κτήτες, αυτοί θα σπεύσουν για να το περιορίσουν. Αλλά υπάρ­χει αρκετή ελαστικότητα σ’ αυτή τη λειτουργία. Οι επενδυτές δεν πηγαίνουν στο στούντιο της τηλεόρασης για να διασφαλί­σουν ότι ο προσκεκλημένος και ο δημοσιογράφος μιας τοπικής εκπομπής θα κάνουν αυτό που οι πρώτοι θέλουν. Υπάρχουν άλλοι, διακριτικότεροι και πολυπλοκότεροι μηχανισμοί που εξασφαλίζουν σε μεγάλο βαθμό το ότι οι άνθρωποι που βγαί­νουν στον αέρα θα κάνουν αυτό που θέλουν οι ιδιοκτήτες και οι επενδυτές. Υπάρχει μια ολόκληρη μακρά διαδικασία επιλο­γής (ξεκαθαρίσματος) που εξασφαλίζει η οποία εξασφαλίζει την προώθηση κάποιων ανθρώπων στη θέση του διευθυντή, του αρχισυντάκτη κλπ μόνον αν αυτοί ενστερνίζονται τις αξίες των ιδιοκτητών.

Από αυτό το σημείο και μετά, αυτοί μπορούν να περιγρά­φουν τους εαυτούς τους ως απόλυτα ελεύθερους. Έτσι, συνα­ντάς περιστασιακά κάποιο φλογερό ανεξάρτητο φιλελεύθερο τύπο σαν τον Τόμ Γουίκερ ο οποίος γράφει: κοιτάξτε εμένα, δεν μου επιβάλλει κανείς τί να πω. Θα λέω ό,τι θέλω. Είναι ένα απολύτως ελεύθερο σύστημα.

Σ’ ό,τι αφορά εκείνον, αυτό ισχύει. Αφού απέδειξε, προς ι­κανοποίηση των αφεντικών του, ότι ενστερνίστηκε τις δικές τους αξίες, αφέθηκε εντελώς ελεύθερος να γράφει οτιδήποτε θέλει.

Συχνά, τόσο η PBS όσο και η ΝΡR.(Εθνική Δημόσια Ραδιοφω­νία) δέχονται επιθέσεις ότι είναι αριστεροί οργανισμοί.

Αυτή είναι μια ενδιαφέρουσα μορφή κριτικής. Στην πραγ­ματικότητα, η PBS και η NPS είναι ελιτίστικοι θεσμοί που εκ­φράζουν σε μεγάλο βαθμό τις απόψεις και τα συμφέροντα πλούσιων επαγγελματιών προσκείμενους στους επιχειρηματι­κούς κύκλους, συμπεριλαμβανομένων και επιχειρηματικών εκτελεστικών στελεχών, που τυγχάνει να είναι φιλελεύθεροι από κάποια άποψη.

main.jpg Για παράδειγμα, αν διεξάγεις μια δημοσκόπηση μεταξύ των εκτελεστικών στελεχών των επιχειρήσεων για το δικαίω­μα στην έκτρωση, υπολογίζω ότι οι απαντήσεις τους θα είναι αυτές που θα μπορούσαν να θεωρηθούν φιλελεύθερες. Υπο­πτεύομαι ότι το ίδιο ισχύει για πολλά κοινωνικά θέματα, όπως τα πολιτικά δικαιώματα και η ελευθερία έκφρασης. Τείνουν να μην είναι συντηρητικοί χριστιανοί, για παράδειγμα και ίσως να έχουν την τάση να είναι σε μεγαλύτερο βαθμό κατά της θανατικής ποινής, από το γενικό μέσο όρο του πληθυσμού. Είμαι απόλυτα βέβαιος ότι θα βρείτε μεγάλο αριθμό εκπροσώ­πων της ιδιωτικής ιδιοκτησίας και της επιχειρηματικής εξουσί­ας να υποστηρίζουν την Αμερικάνικη Ένωση Πολιτικών Ε­λευθεριών.

Από τη στιγμή που αυτά αποτελούν πλευρές της κοινωνι­κής τάξης πραγμάτων από την οποία αποκομίζουν κέρδη, έ­χουν την τάση να τα υποστηρίζουν. Με αυτά τα κριτήρια, οι άνθρωποι οι οποίοι κυριαρχούν στη χώρα έχουν την τάση να είναι φιλελεύθεροι και αυτό επιβεβαιώνεται σε ένα θεσμό ό­πως η PBS.

b103940.jpg

Έχετε εμφανιστεί μόνον δύο φορές στην NPR και μια φορά στο δελτίο ειδήσεων των Μάχ Νίλ Λέχνερ, κατά την διάρκεια της εικοσαετούς παρουσίας τους. Θα υπήρχε κάποια διαφορά αν είχατε εμφανιστεί 10 φορές στην εκπομπή των Μάχ Νίλ-Λέχνερ;

     Όχι μεγάλη, επ’ ευκαιρία, δεν είμαι απολύτως βέβαιος γι’ αυτούς τους αριθμούς, η μνήμη μου δεν είναι τόσο ισχυρή. Έχω πάει σε τοπικούς σταθμούς της PBS σε κάποιες πόλεις.

Εγώ μιλώ για το Εθνικό δίκτυο.

Στην πραγματικότητα, πιστεύω ότι αν οι διευθυντές του συστήματος προπαγάνδας ήταν ευφυέστεροι, θα έπρεπε να επιτρέπουν μεγαλύτερα περιθώρια πραγματικών διαφωνιών και κριτικής. Αυτό θα έδινε την εντύπωση πλατύτερων ζυμώ­σεων και συζητήσεων και θα λειτουργούσε σαν παράγοντας νομιμοποίησης, ενώ δεν θα προκαλούσε και μεγάλη ζημιά, δεδομένης της τεράστιας προπαγάνδας από την άλλη πλευρά.

Επ’ ευκαιρία, αυτό το σύστημα προπαγάνδας περιλαμβάνει όχι μόνο το πώς τα γεγονότα παρουσιάζονται στις ειδήσεις, αλλά και επίσης το πώς παρουσιάζονται στα ψυχαγωγικά προγράμ­ματα – αυτή την τεράστια σφαίρα των ΜΜΕ η οποία απλά α­σχολείται με τον αποπροσανατολισμό των ανθρώπων, καθι­στώντας τους περισσότερο ηλίθιους και παθητικούς.

Αυτό δεν σημαίνει ότι είμαι εντελώς αντίθετος με το να πηγαίνει κανείς στα ΜΜΕ, αλλά νομίζω ότι θα είχε ένα πολύ περιορισμένο αποτέλεσμα. Αυτό που χρειάζεται είναι κάτι που να παρουσιάζει καθημερινά, με μια καθαρή και κατανοητή μορφή, μια διαφορετική εικόνα του κόσμου, μια εικόνα που να αντανακλά τις έννοιες και τα συμφέροντα του απλού κόσμου και η οποία σχετίζεται με τις απόψεις περί δημοκρατίας και συμμετοχής, ανθρώπων, όπως ο Ντιούι και ο Τζέφερσον.

Όποτε συμβαίνει αυτό – και έχει συμβεί ακόμη και σε σύγ­χρονες κοινωνίες – έχει αποτελέσματα. Στην Αγγλία, για παρά­δειγμα, το κύριο ΜΜΕ ήταν ο Τύπος, μέχρι τη δεκαετία του1960 και αυτό συνέβαλε στο να διατηρηθεί και να ενδυναμω­θεί μια κουλτούρα της εργατικής τάξης. Είχε μεγάλη επίδραση πάνω στη βρετανική κοινωνία.

Ποια είναι η άποψή σας για το Ιντερνετ;

Πιστεύω ότι υπάρχουν καλά στοιχεία σ’ αυτό, αλλά υπάρ­χουν και πλευρές του που με κάνουν σκεπτικιστή και ανήσυχο. Αυτή είναι μια διαισθητική αντίδραση – δεν μπορώ να το απο­δείξω – αλλά νομίζω ότι από τη στιγμή που οι άνθρωποι δεν είναι αριανοί ή ρομπότ, η άμεση διαπροσωπική επαφή είναι ένα πολύ σημαντικό μέρος της ανθρώπινης ζωής, διότι βοηθά στη κατανόηση του εαυτού και στην ανάπτυξη μιας υγιούς προσωπικότητας.

Όντως, έχεις μια διαφορετική σχέση με κάποιον, όταν τον έχεις απέναντί σου, παρά όταν πληκτρολογείς στον υπολογι­στή σου και σαν απάντηση παίρνεις κάποια σύμβολα στην ο­θόνη του. Υποψιάζομαι ότι η επέκταση αυτής της αφηρημένης . και απομονωμένης σχέσης αντί της άμεσης προσωπικής επα­φής, θα έχει δυσάρεστες επιπτώσεις σε ό,τι αφορά την ποιότητα των ανθρώπων. Νομίζω ότι θα υποβαθμίσει την ανθρωπιά τους. (1994)

main1.jpg

ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΑΣ

(Συνέντευξη του Τσόμσκι προς τον Νταίβιντ Μπαρσαμιάν Μπούλντερ, Κολοράντο, 24-10-1986).

Ντ.Μπ.: Έχετε ασχοληθεί εκτεταμένα με την πολιτική της γλώσσας και της σημασιολογίας και έχετε πει: «Πρέπει να α­φαιρέσουμε διαδοχικά τα πέπλα της διαστρέβλωσης για να δού­με την αλήθεια». Η ερώτησή μου είναι η ακόλουθη: στην εποχή του Όργουελ και με δεδομένο το εκπαιδευτικό σύστημα των ΗΠΑ, ποια είναι τα διανοητικά εργαλεία που παρέχει το σύστη­μα στους φοιτητές για να αποκωδικοποιήσουν, να αποκρυπτο­γραφήσουν και να μεταφράσου ν αυτούς τους οργουελιανούς ό­ρους;

Α: Επιτρέψτε μου, αρχικά, να κάνω κάποιο σχόλιο σχετι­κά μ’ αυτό. αν και όλοι μας και εγώ επίσης, ονομάζουμε την εποχή αυτή, εποχή του Όργουελ, η πραγματικότητα είναι ότι ο Όργουελ εμφανίστηκε αργά στη σκηνή. Η αμερικάνικη βιομη­χανία δημοσίων σχέσεων, η οποία είναι μια πολύ περίτεχνη βιομηχανία, ήδη από τις αρχές του 1920 έχει αναπτύξει αυτά τα εργαλεία, έχει γράψει γι’ αυτά κοκ. Στην πραγματικότητα, ακόμη και νωρίτερα, κατά την διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι αμερικάνοι ιστορικοί προσφέρθηκαν στον πρόε­δρο Γούντρο Γουίλσον, να επιτελέσουν ένα στόχο τον οποίο ονόμαζαν «Ιστορικό Σχεδιασμό», εννοώντας μ’ αυτό τον σχε­διασμό των γεγονότων της ιστορίας με τρόπο που θα εξυπηρε­τούσαν την πολιτική του κράτους. Αυτό είναι Οργουελιανό πολύ πριν αρχίσει να γράφει ο Όργουελ. Λίγο μετά από αυτό, αμερικάνοι δημοσιογράφοι όπως ο Γουόλτερ Λίπμαν, ο διά­σημος αμερικάνος δημοσιογράφος, είπαν το 1921, ότι η τέχνη της δημοκρατίας απαιτεί ό,τι ονόμαζαν «βιομηχανία της συ­ναίνεσης», ό,τι η βιομηχανία δημοσίων σχέσεων ονόμαζε «σχεδιασμό της συναίνεσης», ένας άλλος όρος για τον Οργουελιανό «έλεγχο της σκέψης». Η ιδέα ήταν ότι, σ’ ένα κράτος στο οποίο η κυβέρνηση δεν μπορεί να ελέγξει το λαό δια της βίας, το καλύτερο που έχει να κάνει είναι να ελέγξει τη σκέψη του. Έτσι, αυτό είχε γίνει σε μεγάλο βαθμό κατανοητό πριν τον Όργουελ και οι τεχνικές είχαν σχεδιαστεί και είχαν εφαρ­μοστεί ευρέως.

Όσο για το τι διδάσκουν τα σχολεία για να προστατεύσουν τους ανθρώπους από αυτή την κατάσταση, η απάντηση είναι απλή, τίποτα. Στην πραγματικότητα, τα σχολεία βρίσκονται στην αντίπερα όχθη, είναι μέρος του μηχανισμού παραπληρο­φόρησης και αυτό είναι απόλυτα κατανοητό, επίσης. Είναι κα­τανοητό ακόμα και από τους φιλελεύθερους διανοούμενους, τους θεωρητικούς της δημοκρατίας κλπ. Αυτό φαίνεται, για παράδειγμα, στη σημαντική μελέτη Η Κρίση της Δημοκρατίας,. μια οργουελιανής έννοιας έκθεση των «αρχών της δημοκρατί­ας», που εκδόθηκε από την Τριμερή Επιτροπή, μια διεθνή ελίτ, φιλελεύθερων, κυρίως, διανοουμένων, ανθρώπων των οποίων τυπικός εκπρόσωπος είναι ο Κάρτερ. Εκείνοι που επάνδρωναν τον μηχανισμό της διοίκησής της, αναφέρονται στα σχολεία σαν θεσμούς υπεύθυνους για την «κατήχηση της νεολαίας», φυσικά σ’ αυτό το κείμενο μιλούν μεταξύ τους, αυτό δεν είναι κάτι που συζητείται δημόσια. Αλλά αυτός είναι ο τρόπος που αντιλαμβάνονται τα πράγματα. Τα σχολεία είναι θεσμοί για κατήχηση, για επιβολή πειθαρχίας, για αποκλεισμό της δυνα­τότητας ανάπτυξης ανεξάρτητης σκέψης και παίζουν ένα θε­σμικό ρόλο σε ένα σύστημα ελέγχου και επιβολής. Τα αληθινά σχολεία θα έπρεπε να προσφέρουν στους ανθρώπους τεχνικές αυτοάμυνας, αλλά αυτό θα σήμαινε την διδασκαλία της αλή­θειας για τον κόσμο και την κοινωνία και τα σχολεία δεν θα μπορούσαν να επιβιώσουν για πολύ, αν έκαναν κάτι τέτοιο.

Ντ.Μπ.: Ο Σ. Π. Οτέρο, ο οποίος έχει εκδώσει μια συλλογή δοκι­μίων σας με τίτλο, Ριζοσπαστικές Προτεραιότητες, έγραψε στον πρόλογο αυτού του βιβλίου: «Το ολοκληρωτικό σύστημα ελέγ­χου της σκέψης είναι πολύ λιγότερο αποτελεσματικό από το δη­μοκρατικό. εφόσον το επίσημο δόγμα που παπαγαλίζεται από τους διανοουμένους που βρίσκονται στην υπηρεσία του κράτους, είναι εύκολα αναγνωρίσιμο σαν καθαρή προπαγάνδα και αυτό βοηθά στην απελευθέρωση της σκέψης». Από την άλλη, γράφει: «Το δημοκρατικό σύστημα επιζητά να καθορίσει και να περιορί­σει ολόκληρο το φάσμα της σκέψης, μη αναφερόμενο καθόλου στις θεμελιώδεις παραδοχές. Θεωρούνται δεδομένες αλλά δεν αποδεικνύονται».

Α: Αυτό είναι απολύτως ακριβές και εγώ επίσης έχω γρά­ψει γι’ αυτό το θέμα πολλές φορές. Απλά σκεφθείτε, πάρτε για παράδειγμα, μια χώρα η οποία ta_mme.jpgβρίσκεται διοικητικά, ακριβώς στο αντίθετο άκρο του φάσματος από εμάς, την Σοβιετική Έ­νωση. Είναι μια χώρα που βασικά κυβερνάται δια ροπάλου, ένα κράτος διαταγών. Το κράτος ελέγχει και ο καθένας βασικά εκτελεί εντολές. Η λειτουργία του είναι πιο πολύπλοκη απ’ ό,τι την περιγράψαμε, αλλά βασικά έτσι λειτουργεί. Εκεί είναι, πολύ εύκολο να προσδιοριστεί τι είναι προπαγάνδα, ό,τι παρά­γει το κράτος είναι προπαγάνδα. Αυτό είναι το είδος της κατά­στασης που περιγράφει Όργουελ στο 1984 – ένα όχι και πολύ καλό βιβλίο, παρεμπιπτόντως. Ένας από τους λόγους που είναι τόσο δημοφιλές έγκειται στο ότι είναι κάπως κοινότοπο, ενώ ένας άλλος, επειδή ασχολείται με τους εχθρούς μας, πράγμα που το κάνει δημοφιλές. Αν ασχολείτο με ένα σοβαρό πρό­βλημα, με εμάς τους ίδιους Π.χ. τότε δεν θα ήταν τόσο δημοφι­λές, στην πραγματικότητα, πιθανώς να μην είχε καν εκδοθεί. Σε μια χώρα όπως αυτή, όπου υπάρχει ένα είδος Υπουργείο Αλήθειας, η προπαγάνδα είναι πολύ εύκολα αναγνωρίσιμη. Ο καθένας γνωρίζει τί είναι και μπορεί κανείς να επιλέξει να την αναπαράγει, αν του αρέσει, αλλά βασικά αυτή δεν επιδιώκει να ελέγξει τη σκέψη πάρα πολύ, απλά περνά την κομματική γραμμή. Λέει: «Αυτό είναι το επίσημο δόγμα, στον βαθμό που δεν το παραβαίνετε, δεν θα έχετε κανένα πρόβλημα. Αυτό που σκέφτεστε δεν έχει μεγάλη σημασία για κανέναν. Αν παρεκ­κλίνετε από τη γραμμή, θα σας τιμωρήσουμε γιατί έχουμε τη δύναμη».

Οι δημοκρατικές κοινωνίες δεν μπορούν να λειτουργήσουν κατ’ αυτό τον τρόπο, διότι το κράτος δεν μπορεί να ελέγξει την συμπεριφορά με τη βία. Επομένως, πρέπει να ελέγξει τι σκέφτεστε. Ξανά, οι θεωρητικοί της δημοκρατίας το είχαν α­ντιληφθεί αυτό, εδώ και 50-60 χρόνια και υπήρξαν πολύ σα­φείς πάνω σ’ αυτό το θέμα. Αν ο λαός μπορεί να μιλήσει, καλό θα είναι να ελέγχεις τι λέει, πράγμα που σημαίνει ότι πρέπει να ελέγξεις τι σκέπτεται. Η μέθοδος που αναφέρει ο Οτέρο, είναι μια από τις κύριες μεθόδους. Ένας από τους τρόπους που ε­λέγχεις τι σκέπτονται οι άνθρωποι, είναι δημιουργώντας την αίσθηση ότι ο διάλογος που διεξάγεται, οφείλει να παραμένει μέσα σε πολύ στενά πλαίσια. Δηλαδή, πρέπει να εξασφαλίσεις και από τις δυο πλευρές που λαμβάνουν μέρος στον διάλογο, ότι αποδέχονται ορισμένες υποθέσεις οι οποίες τελικά αποδει­κνύεται ότι είναι το σύστημα προπαγάνδας. Για όσο καιρό, αποδέχονται όλοι το σύστημα προπαγάνδας, ο διάλογος μπορεί να διεξάγεται.

Ο πόλεμος του Βιετνάμ είναι ένα κλασικό παράδειγμα. Στα κύρια ΜΜΕ, τους New York Times ή το CΒS ή κάποια άλλα ­για την ακρίβεια, σ’ όλα τα μήκη κύματος του φάσματος εκτός από την πολύ απομακρυσμένη περιφέρεια, η οποία δεν επηρε­άζει σχεδόν κανέναν – στα ΜΜΕ που επηρεάζουν την συντρι­πτική πλειοψηφία του πληθυσμού, υπήρχε ζωντανός διάλογος.

 Διεξαγόταν μεταξύ ανθρώπων που ονομάζονταν «περιστέρια» και ανθρώπων που ονομάζονταν «γεράκια». Οι άνθρωποι που ονομάζονταν «γεράκια» έλεγαν: «Αν επιμείνουμε σ’ αυτόν, θα νικήσουμε», ενώ οι άνθρωποι που ονομάζονταν, «περιστέρια» έλεγαν: «Ακόμη και να επιμείνουμε σ’ αυτόν (τον πόλεμο) πιθανόν να μη μπορέσουμε να νικήσουμε και εκτός αυτού, πιθανόν να σκοτωθούν πολλοί άνθρωπου>, ή κάτι τέτοιο. Και οι δυο πλευρές και τα «γεράκια» και τα «περιστέρια», συμφω­νούσαν σε κάτι: έχουμε το δικαίωμα να επιτιθέμεθα στο Ν. Βιετνάμ. Στην πραγματικότητα, ούτε καν παραδεχόντουσαν ότι συνέβαινε αυτό. Το ονόμαζαν «άμυνα του Νότιου Βιετ­νάμ», χρησιμοποιώντας τη λέξη «άμυνα» στη θέση της«επίθεσης», με τον κλασικό Οργουελιανό τρόπο. Στην πραγ­ματικότητα, έκαναν επίθεση εναντίον του Νότιου Βιετνάμ, όπως ακριβώς και οι ρώσοι έκαναν επίθεση εναντίον του Αφ­γανιστάν.

Ακριβώς όπως και αυτοί, στην αρχή εγκαταστήσαμε μια κυβέρνηση η οποία μας κάλεσε στη χώρα και μέχρι να την εγκαταστήσουμε, ήμασταν αναγκασμένοι να ανατρέπουμε τη μια κυβέρνηση μετά την άλλη. Τελικά, βρήκαμε μια που μας κάλεσε να επέμβουμε, αν και βρισκόμασταν εκεί επί χρόνια, επιτιθέμενοι τόσο στην ύπαιθρο όσο και στον αστικό πληθυ­σμό. Αυτό Και αν είναι επιθετικότητα. Κανένας δεν σκέφτηκε ότι αυτό ήταν λάθος, ή μάλλον, οποιοσδήποτε σκεφτόταν ότι ήταν λάθος δεν γινόταν αποδεκτός στη συζήτηση. Αν ήσουν «περιστέρι», υποστήριζες την επιθετικότητα, αν ήσουν «γεράκι», έκανες το ίδιο. Η αντιπαράθεση «περιστεριών» και«γερακιών» ήταν επομένως καθαρά θέμα τακτικής: «Μπορούμε να φέρουμε τον πόλεμο σε πέρας; Είναι πολύ αι­ματηρός ή πολύ δαπανηρός;». Όλα αυτά βασικά ήταν επου­σιώδη. Η ουσία είναι ότι η επιθετικότητα είναι λάθος. Όταν οι ρώσοι εισέβαλαν στη Τσεχοσλοβακία, τα κατάφεραν, δεν σκό­τωσαν πολλούς ανθρώπους, αλλά είχαν κάνει λάθος, διότι η επιθετικότητα είναι λάθος. Όλοι το κατανοούμε. Αλλά δεν μπορούμε να επιτρέψουμε να εκφράζεται δημόσια, αυτή η α­ντίληψη, όταν σχετίζεται ολοφάνερα με τις βίαιες πράξεις του κράτους μας. Αν είχαμε εδώ ένα ολοκληρωτικό κράτος, το Υπουργείο Αλήθειας απλά θα είχε πει: «Είναι σωστό να ει­σβάλλουμε στο Βιετνάμ». Αυτό δεν επιδέχεται αμφισβήτηση. Οι άνθρωποι θα γνώριζαν ότι αυτό είναι το σύστημα προπα­γάνδας και θα μπορούσαν να σκεφτούν ό,τι ήθελαν, θα μπο­ρούσαν να δουν ότι εμείς επιτιθέμεθα στο Βιετνάμ, όπως μπο­ρούμε να δούμε ότι οι ρώσοι επιτίθενται στο Αφγανιστάν. Δεν θα μπορούσες να επιτρέψεις όμως αυτή την αντίληψη της πραγματικότητας σ’ αυτή τη χώρα, είναι πολύ επικίνδυνη. Οι άνθρωποι εδώ είναι πολύ πιο ελεύθεροι, μπορούν να εκφρα­στούν και να δράσουν. Επομένως, ήταν αναγκαίο να προσπα­θήσεις να ελέγξεις την σκέψη, να προσπαθήσεις να την κάνεις να εμφανίζεται, σαν και το μοναδικό θέμα που υπήρχε να ήταν αυτό της τακτικής: μπορούμε να τα βγάλουμε πέρα μ’ αυτό τον πόλεμο; Δεν τίθεται θέμα σωστού ή λάθους. Αυτή η τακτι­κή λειτούργησε κατά ένα μέρος αλλά όχι συνολικά. Στους κόλπους του μορφωμένου τμήματος του πληθυσμού, λειτούρ­γησε σχεδόν με απόλυτη επιτυχία. Υπάρχουν καλές μελέτες πάνω σ’ αυτό το θέμα οι οποίες δείχνουν, με το ελάχιστο μόνο στατιστικό σφάλμα, ότι μεταξύ των πιο μορφωμένων στρωμά­των του πληθυσμού, το σύστημα της κυβερνητικής προπαγάν­δας γινόταν αποδεκτό χωρίς καμιά αμφισβήτηση. Από την άλ­λη μεριά, ύστερα από μια μακρά περίοδο λαϊκής αυθόρμητης αντίθεσης, αντιρρήσεων και οργάνωσης, ο γενικός πληθυσμός ξέφυγε από τον έλεγχο. Ακόμη και πρόσφατα, το 1982, σύμ­φωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις, το 70% του πληθυ­σμού εξακολουθούσε να λέει, επαναλαμβάνοντας την φρασεο­λογία της δημοσκόπησης, ότι ο πόλεμος ήταν «βασικά λανθασμένος και ανήθικος» και όχι απλώς ένα «λάθος». Δηλαδή, η συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού δεν είναι ούτε «γεράκια» ούτε «περιστέρια», αλλά αντιτίθεται στην επιθετι­κότητα. Από την άλλη μεριά, το μορφωμένο τμήμα του πληθυσμού παραπλανήθηκε. Γι’ αυτό, υπάρχει μόνο το τακτικό πρόβλημα «γεράκια» εναντίον «περιστεριών». Παρεμπιπτό­ντως, αυτό δεν είναι περίεργο. Η προπαγάνδα συχνά λειτουρ­γεί καλύτερα μεταξύ των μορφωμένων παρά μεταξύ των α­μόρφωτων. Αυτό ισχύει σε πολλές περιπτώσεις. Υπάρχουν πολλοί λόγοι γι’ αυτό και ένας απ’ αυτούς είναι το ότι οι μορ­φωμένοι επηρεάζονται περισσότερο από την προπαγάνδας, διότι’ διαβάζουν περισσότερο. Ένας άλλος, το ότι είναι φορείς προπαγάνδας, σε τελική ανάλυση, η εργασία τους είναι ίδια με αυτή των κομισάριων. Θεωρούνται ότι είναι οι φορείς του συστήματος προπαγάνδας και έτσι την πιστεύουν και οι ίδιοι. Είναι πολύ δύσκολο να πεις και να διδάξεις κάτι, αν δεν το πιστεύεις. ¶λλος λόγος είναι το ότι σε πολύ μεγάλο βαθμό είναι μέρος της προνομιούχας ελίτ, έτσι συμμερίζονται τα συμφέροντα και τις αντιλήψεις της, ενώ ο γενικός πληθυσμός είναι πιο περιθωριοποιημένος και δεν συμμετέχει σε μεγάλο βαθμό στο δημοκρατικό σύστημα, το οποίο είναι ένα υπερβο­λικά ελιτίστικο παιχνίδι και οι άνθρωποι διδάσκονται από τις εμπειρίες της ζωής τους να έχουν αμφιβολίες και διαφωνίες και όντως έχουν, αλλά αυτό είναι ένα τυπικό παράδειγμα. Εδώ έχουμε μια περίπτωση η οποία είναι ενδιαφέρουσα, διότι ενώ η τεχνική του ελέγχου σκέψης λειτούργησε πολύ αποτελεσματι­κά, για την ακρίβεια ήταν 100% αποτελεσματική ανάμεσα στο μορφωμένο τμήμα του πληθυσμού, όμως, ύστερα από πολλά χρόνια ωμοτήτων και σφαγών και εκατοντάδων χιλιάδων νε­κρών, άρχισε να χάνει την αξιοπιστία της ανάμεσα στο γενικό πληθυσμό. Υπάρχει ακόμα και ένα όνομα για το φαινόμενο αυτό, ονομάζεται «το σύνδρομο του Βιετνάμ». Μια θανάσιμη ασθένεια: ο λαός καταλαβαίνει πάρα πολλά. Όμως, είναι πολύ διαφωτιστικό το να εξετάσεις πόσο δραστικά λειτούργησε με­ταξύ των μορφωμένων. Αν ξεφυλλίσεις τυχαία ένα βιβλίο που ασχολείται με την αμερικάνικη Ιστορία και κοιτάξεις για τον πόλεμο του Βιετνάμ, το γεγονός της αμερικάνικη ς επίθεσης στο Ν. Βιετνάμ απουσιάζει. Είναι ακριβώς το ίδιο, για παρά­δειγμα, αν στη Σοβιετική Ένωση, στις αρχές του 210υ αιώνα, δεν αναφερόταν κανένας στη ρώσικη εισβολή στο Αφγανιστάν και όλοι έλεγαν ότι οι Ρωσία υπερασπίστηκε το Βιετνάμ. Αυτό δεν πρόκειται να συμβεί, στην πραγματικότητα, οι άνθρωποι εκεί ήδη μιλούν για τη ρώσικη εισβολή στο Αφγανιστάν – είτε την εγκρίνουν, είτε όχι – αλλά παραδέχονται ότι είναι υπαρκτή. Στις ΗΠΑ, όμως, όπου το σύστημα κατήχησης είναι απείρως αποτελεσματικότερο, το μορφωμένο τμήμα του πληθυσμού δεν μπορεί ούτε καν να δει ότι η επέμβαση είναι κάτι υπαρκτό. Αδυνατούμε να δούμε ότι υπήρξε αμερικάνικη εισβολή στο Ν. Βιετνάμ, για αυτή είναι εκτός Ιστορίας, χαμένη στο Οργουε­λιανό κενό της μνήμης.

Ντ.Μπ.: Ποιος το σχεδιάζει αυτό, ποιος το θέτει σε λειτουργία, ποιοι είναι οι μανδαρίνοι ή, για να χρησιμοποιήσουμε τον όρο του Γκράμσι, ποιοι είναι «οι ειδικοί της νομιμοποίησης». Ποιοι είναι τελικά αυτοί οι άνθρωποι;   

Α: Οι ειδικοί της νομιμοποίησης, αυτοί που εργάζονται για να προσδώσουν νομιμότητα στην όποια πράξη των ανθρώπων τής εξουσίας, είναι κυρίως οι προνομιούχες, μορφωμένες ελίτ. Οι δημοσιογράφοι, οι ακαδημαϊκοί, οι δάσκαλοι, οι ειδικοί των δημοσίων σχέσεων. όλη αυτή η κατηγορία ανθρώπων έχει ένα είδος θεσμικού στόχου και αυτός είναι η δημιουργία του συστήματος πειθούς, το οποίο θα διασφαλίσει τον αποτελε­σματικό σχεδιασμό της συναίνεσης. Οι πιο εκλεπτυσμένοι απ’ αυτούς, το παραδέχονται. Στις ακαδημαϊκές κοινωνικές επι­στήμες, για παράδειγμα, αποτελεί παράδοση να εξηγούν την αναγκαιότητα σχεδιασμού της δημοκρατικής συναίνεσης. Υ­πάρχουν ελάχιστοι επικριτές αυτής της θέσης. Ναι, υπάρχουν κάποιοι: υπάρχει ένας γνωστός κοινωνικός επιστήμονας ονό­ματι Ρόμπερτ Ντάλ που επέκρινε αυτή τη θέση και επισήμανε ­καθώς είναι κάτι οφθαλμοφανές – ότι αν έχεις ένα πολιτικό σύστημα στο οποίο αντιμετωπίζεις τις διάφορες επιλογές από μια προνομιούχο θέση και τέτοια είναι η δημοκρατία, τότε αυ­τή η θέση δεν διαφέρει από τον ολοκληρωτισμό. Πολύ σπάνια όμως το επισημαίνουν αυτό οι άνθρωποι. Στην βιομηχανία δημοσίων σχέσεων, που είναι μια μείζων βιομηχανία στις ΗΠΑ και υφίσταται εδώ και πολύ καιρό, 60 χρόνια ή και πε­ρισσότερο, αυτό είναι πλήρως κατανοητό: για την ακρίβεια, αυτός είναι ο σκοπός της. Αυτός είναι και ένας από τους λό­γους που η αμερικάνικη κοινωνία βομβαρδίζεται από τόσο μεγάλο αριθμό δημοσκοπήσεων, ώστε οι επιχειρηματίες να γνωρίζουν ανά πάσα στιγμή το σφυγμό του λαού και να αντι­λαμβάνονται αν και πότε πρέπει να αλλάξουν την στάση του. Αυτός είναι ο λόγος που υπάρχουν οι δημόσιες σχέσεις – πολύ συνειδητός και απόλυτα κατανοητός ο ρόλος τους. Όταν ανα­ζητήσεις αυτό το οποίο οι κύριοι εκείνοι ονομάζουν υπεύθυνοι θεσμοί «για την κατήχηση της νεολαίας», τα σχολεία και τα πανεπιστήμια δηλαδή, τότε το ζήτημα, απ’ αυτό το σημείο και μετά καθίσταται κάπως πιο λεπτό. Σε μεγάλο βαθμό, στα σχο­λεία και τα πανεπιστήμια, οι άνθρωποι πιστεύουν ότι λένε την αλήθεια. Ο τρόπος που λειτουργεί το σύστημα, με σπάνιες ε­ξαιρέσεις, είναι τέτοιος, ώστε δεν μπορείς να αποφοιτήσεις απ’ αυτά τα ιδρύματα, εκτός και αν έχεις αποδεχτεί την κατήχηση. Διαφορετικά, σε αποπέμπουν, με κάποιο τρόπο, από την όλη διαδικασία. Η ανεξάρτητη σκέψη ενθαρρύνεται στις επιστήμες και αποθαρρύνεται στον τομέα της κατήχησης, την οποία αν την αμφισβήτησης, αποβάλλεσαι ως ριζοσπάστης ή άχρηστος. Δεν χρειάζεται να λειτουργεί 100%, στην πραγματικότητα, είναι ακόμη καλύτερα για το σύστημα αν υπάρχουν κάποιες εξαιρέσεις εδώ και εκεί, διότι αυτό δημιουργεί την ψευδαίσ­θηση της διαλογικής αντιπαράθεσης ή ελευθερίας. Όμως, λει­τουργεί στον μέγιστο βαθμό. Στα ΜΜΕ είναι εμφανέστερο. Τα ΜΜΕ, τελικά, είναι επιχειρήσεις ενσωματωμένες σε κάποιο από τα μεγάλα συγκροτήματα της χώρας. Οι άνθρωποι που τα κατέχουν και τα διευθύνουν, ανήκουν στην ίδια μικρή ελίτ των ιδιοκτητών και διευθυντών που ελέγχουν την ιδιωτική οικονο­μία και, συνακόλουθα, το κράτος- έτσι, υπάρχει ένας πολύ στενός δεσμός μεταξύ των επιχειρήσεων ΜΜΕ και των διευ­θυντών και ιδιοκτητών του κράτους. Έχουν τις ίδιες απόψεις, τις ίδιες αντιλήψεις κλπ. Αυτό είναι ένα μείζον θέμα. Έτσι, είναι φυσικό να αντιλαμβάνονται τα γεγονότα, να τα αποσιω­πούν, να τα ελέγχουν και να τα διαμορφώνουν σύμφωνα με τα συμφέροντα των ομάδων που εκπροσωπούν, τα συμφέροντα, δηλαδή, της ατομικής ιδιοκτησίας της οικονομίας – τα οποία είναι και η πραγματική της βάση. Επιπλέον, τα ΜΜΕ απευθύ­νονται σε μια αγορά η οποία είναι οι διαφημιστές και όχι το κοινό. Οι άνθρωποι πρέπει να αγοράζουν εφημερίδες, διότι αν δεν συνέβαινε αυτό, οι διαφημιστές δεν θα έδιναν διαφημίσεις. Οι εφημερίδες είναι σχεδιασμένες για να πείσουν το κοινό να τις αγοράζει, ώστε να μπορούν να αυξήσουν τις τιμές των δια­φημίσεων. Αλλά, ουσιαστικά, οι εφημερίδες πουλιούνται στους διαφημιστές δια μέσου του κοινού, το οποίο είναι μέρος του μέσου πώλησης των εφημερίδων στους διαφημιστές. Εφό­σον η εταιρεία πουλά και οι πελάτες της είναι οι επιχειρήσεις, αυτό είναι μια ακόμη απόδειξη ότι οι επιχειρηματικοί κύκλοι και το. σύστημα των επιχειρήσεων γενικότερα, είναι σε θέση να ελέγχουν το περιεχόμενο των ΜΜΕ Με άλλα λόγια, αν λό­γω ενός απρόβλεπτου συμβάντος, αρχίσουν να παρεκκλίνουν από την γραμμή, οι διαφημίσεις θα μειωθούν και αυτό λει­τουργεί σαν εξαναγκασμός. Η κρατική εξουσία λειτουργεί ο­μοίως. Τα ΜΜΕ θέλουν να διατηρήσουν τη στενή σχέση τους με την κρατική εξουσία. Θέλουν να έχουν πληροφορίες από διαρροές, θέλουν να προσκαλούνται στις συνεντεύξεις τύπου. Θέλουν να είναι οικεία με τους υπουργούς και άλλα παρόμοια. Για να γίνει αυτό, πρέπει να παίξεις το παιχνίδι και το να παί­ξεις το παιχνίδι σημαίνει να λες τα ψέματά τους, υπηρετώντας τους σαν μηχανισμός παραπληροφόρησης. Πέρα από το ότι θα το έκαναν έτσι κι αλλιώς, λόγω των δικών τους συμφερόντων και της θέσης τους στην κοινωνία, υπάρχουν και αυτού του είδους οι πιέσεις που τα αναγκάζουν να το κάνουν. Τελικά, είναι ένα σύστημα πολύ αυστηρού ελέγχου. Έτσι, τίθεται το ερώτημα που αφορά τον δημοσιογράφο σαν άτομο. όπως κα­ταλαβαίνετε, μιλάμε για τον νεαρό που αποφασίζει να γίνει ένας τίμιος δημοσιογράφος, λοιπόν προσπαθεί. Πολύ σύντομα, όμως, τον πληροφορεί ο εκδότης του ότι είναι κάπως εκτός κλίμακας, ότι είναι κάπως περισσότερο συναισθηματικός απ’ ό,τι πρέπει, ότι επηρεάζεται από το θέμα του, ότι πρέπει να γίνει αντικειμενικός – υπάρχει ένα πλήθος κωδικών λέξεων που σημαίνουν «Συμμορφώσου φιλαράκο, αλλιώς απολύεσαι». Συμμορφώσου σημαίνει ακολούθησε την επίσημη γραμμή και εκείνο που συμβαίνει στις περιπτώσεις αυτές, είναι η παραίτη­ση κάποιων. Εκείνοι οι οποίοι όμως αποφασίζουν να συμβιβα­στούν, συνήθως αρχίζουν να πιστεύουν αυτά τα οποία λένε. Για να προοδεύσεις, πρέπει να πεις ορισμένα πράγματα, δηλα­δή, αυτά που θέλει ο διευθυντής σύνταξης, ό,τι σου δίνει ο αρχισυντάκτης. Μπορείς να προσπαθήσεις να τα γράψεις, χω­ρίς να τα πιστεύεις αλλά αυτό δεν πρόκειται να λειτουργήσει, οι άνθρωποι δεν είναι τόσο ανέντιμοι, δεν μπορείς να το αντέ­ξεις και σπανίως βρίσκεται κάποιος που θα έκανε κάτι τέτοιο. Έτσι, αρχίζεις να τα γράφεις και πολύ σύντομα αρχίζεις να τα πιστεύεις, επειδή τα γράφεις εσύ και σε λίγο καιρό είσαι μέσα στο σύστημα, από εκεί και πέρα υπάρχουν πολλές ανταμοιβές αν παραμείνεις. Σε μια πλούσια κοινωνία όπως η δική μας, υπάρχουν άφθονες ανταμοιβές για ανθρώπους που παίζουν το παιχνίδι σύμφωνα με τους κανόνες. Περνάς καλά, είσαι προ­νομιούχος, είσαι πλούσιος, είσαι αναγνωρισμένος, έχεις μερί­διο στην εξουσία αν θέλεις, αν σ’ αρέσει αυτό το είδος, παραι­τείσαι από την δουλειά σου και γίνεσαι εκπρόσωπος Τύπου της αμερικάνικη ς κυβέρνησης ή κάτι άλλο, είσαι πολύ κοντά στο κέντρο των προνομίων, κάποιες φορές ακόμη και της ε­ξουσίας, στην πλουσιότερη και ισχυρότερη χώρα του κόσμου και μπορείς να ανέλθεις, όσο παραμένεις υπάκουος, υποτακτι­κός και πειθαρχημένος. Έτσι, υπάρχουν πολλοί παράγοντες και οι άνθρωποι οι οποίοι είναι πω ανεξάρτητοι, ή παραιτού­νται ή απολύονται, αν και υπάρχουν μερικές εξαιρέσεις.

Επιτρέψτε μου να σας δώσω ένα παράδειγμα. Το Μάρτιο του 1986, θα γινόταν η κρίσιμη ψηφοφορία για την βοήθεια προς τους Κόντρας στην Νικαράγουα. 3 μήνες πριν από αυτήν, τα όργανα της κυβέρνησης θέρμαιναν την ατμόσφαιρα στην προσπάθειά τους να άρουν τους περιορισμούς που είχε επιβά­λει το Κογκρέσο στην βοήθεια προς τον τρομοκρατικό στρατό που επιτίθετο στην Νικαράγουα, τον οποίο σε εσωτερικές συ­ζητήσεις ονόμαζαν «εντολοδόχο στρατό», έναν εντολοδόχο τρομοκρατικό στρατό, ο οποίος ήταν τέτοιος, πέραν πάσας αμφιβολίας.

Ντ.Μπ.: Ονομάζονταν επίσης «Μαχητές της Ελευθερίας».

Α: Δημόσια, τους ονόμαζαν μαχητές της ελευθερίας, αν ό­μως ρίξει κανείς μια ματιά στα εσωτερικά έγγραφα, είναι ένας εντολοδόχος στρατός που ασκεί τρομοκρατία, αλλά αυτό είναι για εσωτερική χρήση, έτσι θα τους ονομάζω με τους ακριβείς εσωτερικούς όρους: εντολοδόχος τρομοκρατικός στρατός. Το ερώτημα λοιπόν είναι: Μπορούμε να άρουμε τους περιορι­σμούς του Κογκρέσου ως προς αυτό το θέμα; Αυτό ήταν το πρόβλημα της κυβέρνησης. Οι πρώτοι 3 μήνες εκείνου του χρόνου ήταν πολύ ενδιαφέροντες απ’ αυτή την άποψη: Πώς θα αντιδρούσαν τα ΜΜΕ στην κυβερνητική εκστρατεία που επι­δίωκε να ανατρέψει την απόφαση του Κογκρέσου πάνω στο θέμα της βοήθειας προς τους Κόντρας. Ενδιαφέρθηκα για αυτό το θέμα και έτσι αγόραζα τις 2 εφημερίδες εθνικής εμβέλειας, την Washington Post και τους New York Times και διάβαζα όλα τα σχόλια και κάθε στήλη που έγραφε κάποιος δημοσιο­γράφος των εφημερίδων αυτών, κάθε υπογεγραμμένο άρθρο που τους αποστελλόταν, καθώς και όλα τα συναφή, τον Ιανου­άριο, τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο. Συνολικά, ήταν 85 και όλα, ανεξαιρέτως, εναντίον των Σαντινίστας. Δεν ήταν ανεκτή ούτε καν η συζήτηση επί του θέματος. Έτσι, ακολούθησαν όλα την επίσημη γραμμή: Οι Σαντινίστας είναι οι κακοί. Παρεμπι­πτόντως, αξίζει να παρατηρήσουμε ότι κάποιος απ’ αυτούς τους 85 δημοσιογράφους, είχε γράψει και αλλού με κάπως διαφορετικό ύφος αλλά όχι στις 2 επίσημες εφημερίδες. Γνώ­ριζε, ίσως ότι δεν θα μπορούσε να γίνει αποδεκτός, αν δεν υιο­θετούσε την θέση εκείνη. Λοιπόν, ως προς το κύριο θέμα: εί­μαστε εναντίον των Σαντινίστας; 100% επιτυχία. Ούτε ένας ψίθυρος διαφωνίας. Τώρα, ας πάμε στο επόμενο σημείο. Υ­πάρχουν δυο πολύ χαρακτηριστικά γεγονότα ως προς την ίδια την κυβέρνηση των Σαντινίστας σε σύγκριση με τους συμμά­χους μας στην Κεντρική Αμερική, την Ονδούρα, την Γουατε­μάλα και το Ελ Σαλβαδόρ. Αυτά τα γεγονότα δεν επιδέχονται αντιρρήσεις, όποια άποψη κι αν έχεις γι’ αυτά. Το πρώτο, ότι οι Σαντινίστας είναι οι μόνοι μεταξύ των κεντροαμερικανικών κρατών που η κυβέρνησή τους δεν σφαγιάζει το λαό. Αυτό δεν επιδέχεται συζήτηση, είναι γεγονός. Το δεύτερο, ότι είναι η μόνη κυβέρνηση, ανάμεσα στις χώρες αυτές, που προσπάθησε να βελτιώσει το βιοτικό επίπεδο των φτωχών, για την ακρί­βεια, προέβη σε κοινωνική ανακατανομή των πλουτοπαραγω­γικών πόρων, ξανά κάτι αναμφισβήτητο. Ως προς αυτό το γε­γονός, μπορείς να ανατρέξεις στις αναφορές της Παναμερικα­νικής Τράπεζας Ανάπτυξης ή σε άλλα έντυπα της δικής σου επιλογής. Έτσι, αυτά είναι μάλλον δυο χαρακτηριστικά γεγο­νότα τα οποία διαφοροποιούν την Νικαράγουα από την Γουα­τεμάλα, το Ελ Σαλβαδόρ και, στην πραγματικότητα, ακόμα και την Ονδούρα όπου ο μισός πληθυσμός λιμοκτονεί. Αυτές οι τρεις χώρες και ειδικά η Γουατεμάλα και το Ελ Σαλβαδόρ, είναι μεταξύ των πιο τρομοκρατικών κρατών παγκόσμια. Στη δεκαετία του 1980, είχαν σφαγιάσει πάνω από 100.000 κατοί­κους τους, με την υποστήριξη και τις ευλογίες των ΗΠA. Δεν είναι παρά βίαια τρομοκρατικά κράτη. Δεν προσφέρουν τίποτα στον πληθυσμό τους εκτός από το να τον σκοτώνουν. Η Ον­δούρα διοικείται από μια κυβέρνηση υπό την οποία οι πλού­σιοι ληστεύουν τους φτωχούς, αυτή είναι η φύση της. Δια­πράττουν φόνους, όχι στο βαθμό που το κάνουν οι κύριοι σύμ­μαχοί τους, όμως περίπου το ήμισυ του πληθυσμού λιμοκτο­νεί. Αντιθέτως, η κυβέρνηση των Σαντινίστας, όποια και αν είναι η άποψή σου γι’ αυτούς, δεν έχει σφαγιάσει τον πληθυ­σμό και έχει θέσει τους πόρους της χώρας στην υπηρεσία του λαού και αυτή είναι η ειδοποιός διαφορά. Έτσι, το επόμενο πράγμα το οποίο ερεύνησα ήταν: πόσο συχνά αναφέρονταν αυτά τα γεγονότα σ’ εκείνα τα 85 άρθρα; Το γεγονός ότι οι Σαντινίστας είναι εκ διαμέτρου διαφορετικοί από τους συμμά­χους μας, στο ότι δεν σφαγιάζουν τον πληθυσμό τους, δεν α­ναφέρθηκε ούτε μια φορά. Το γεγονός ότι έχουν προσφέρει κοινωνικές υπηρεσίες στους φτωχούς, αναφέρθηκε μόνο σε 2 φράσεις των 85 άρθρων και τις δυο φορές όμως μόλις που θι­γόταν. Η πρώτη ήταν μια πλάγια αναφορά ή οποία έλεγε ότι εξαιτίας του πολέμου με τους Κόντρας, δεν μπορούν να συνεχί­σουν να προσφέρουν κοινωνικές υπηρεσίες, δεν ανέφερε όμως τι είχαν κάνει μέχρι εκείνη τη στιγμή. Η δεύτερη αναφορά ή­ταν μια παθιασμένη επίθεση εναντίον των Σαντινίστας, απο­καλώντας τους ολοκληρωτικά κτήνη κ.α τα οποία, όπως ήταν φυσικό, είχαν θέσει τους πόρους της χώρας στην υπηρεσία των φτωχών. Έτσι, υπήρχαν μόνον 2 φράσεις στα 85 άρθρα για ένα τόσο σημαντικό θέμα και καμιά φράση στα 85 άρθρα για το σημαντικό γεγονός ότι σε αντίθεση προς τους συμμάχους μας, δεν έχουν σφαγιάσει τον πληθυσμό τους, δεν έχουν σκοτώσει 100.000 ανθρώπους. Λοιπόν, αυτή κι αν είναι πειθαρχία.

Με αφορμή το γεγονός αυτό, ανάτρεξα σ’ όλα τα άρθρα των New York Times από το 1980 μέχρι σήμερα – μόνο στα άρθρα – για το Ελ Σαλβαδόρ και την Νικαράγουα και συνά­ντησα βασικά την ίδια ιστορία. Για παράδειγμα, στις 15 Οκτωβρίου 1985 στην Νικαράγουα, η κυβέρνηση κήρυξε κατά­σταση πολιορκίας. Είναι μια χώρα, που υφίσταται επίθεση από μια περιφερειακή υπερδύναμη και έκανε ό,τι κάναμε εμείς στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο στην Χαβάη: κήρυξε κατάσταση πολιορκίας, κάτι καθόλου παράξενο. Υπήρξε όμως μια τερά­στια κατακραυγή: άρθρα, καταγγελίες. αυτό αποδεικνύει ότι είναι ολοκληρωτικά σταλινικά κτήνη κλπ; Δυο μέρες μετά απ’ αυτό, στις 17 Οκτωβρίου, το Ελ Σαλβαδόρ ανανέωσε την κα­τάσταση πολιορκίας στη χώρα. Αυτή είναι μια κατάσταση πο­λιορκίας που κηρύχθηκε στην χώρα τον Μάρτιο του 1980 και ανανεώνεται έκτοτε επί μηνιαίας βάσεως, ενώ είναι πολύ πιο σκληρή από την κατάσταση πολιορκίας στη Νικαράγουα. Α­ναστέλλει την ελευθερία έκφρασης, την ελευθερία μετακίνη­σης και ουσιαστικά, όλα τα πολιτικά δικαιώματα. Είναι το πλαίσιο που νομιμοποιεί την μαζική σφαγή, ο στρατός που εμείς οργανώσαμε, έχει διαπράξει μαζικά βασανιστήρια και σφαγές και εξακολουθεί να το κάνει.

Το μόνο που έχετε να κάνετε είναι να κοιτάξετε την τελευ­ταία αναφορά της Διεθνούς Αμνηστίας. Έτσι, εδώ, μέσα σε δυο μέρες, η Νικαράγουα κήρυξε κατάσταση έκτακτης ανά­γκης και το Ελ Σαλβαδόρ .ανανέωσε την δική του, στα πλαίσια της οποίας έχουν διαπραχθεί μαζικές σφαγές και βασανιστή­ρια. Η κατάσταση πολιορκίας στην Νικαράγουα θεωρήθηκε βάναυση ωμότητα, η κατάσταση πολιορκίας στο Ελ Σαλβαδόρ που ήταν πάρα πολύ σκληρότερη από άποψη μέτρων και συ­νεπειών, απλά δεν αναφέρθηκε καν και, επιπλέον, δεν αναφέρ­θηκε ποτέ. Δεν υπάρχει ούτε μια λέξη που να αναφέρεται στην τελευταία, σε περίπου 180 άρθρα, διότι είναι «δικοί μας άν­θρωποι» και έτσι δεν πρέπει να μιλάμε για αυτό, είναι μια ευ­νομούμενη δημοκρατία και έτσι δεν είναι δυνατόν να έχουν κατάσταση πολιορκίας. Στην πραγματικότητα, ο Τύπος και τα δελτία ειδήσεων για το Ελ Σαλβαδόρ, αναφέρονται σ’ αυτό, σαν να έχουμε να κάνουμε με .μια κάπως μετριοπαθή κεντρώα κυβέρνηση που δέχεται επίθεση από τρομοκράτες της αριστε­ράς καθώς και από τρομοκράτες της δεξιάς, κάτι εντελώς α­νόητο και ψευδές. Κάθε έρευνα για τα ανθρώπινα δικαιώματα, η εκκλησία του Ελ Σαλβαδόρ, ακόμα και η ίδια η κυβέρνηση στα απόρρητα έγγραφά της, παραδέχονται ότι η τρομοκρατία ασκείται από την κεντρώα κυβέρνηση, αυτή είναι ο τρομοκρά­της. Τα αποσπάσματα θανάτου είναι απλώς οι δυνάμεις ασφα­λείας. Ο Ντουάρτε είναι απλά η βιτρίνα των τρομοκρατών και το ξέρει, αλλά αυτά δεν μπορείς να τα πεις δημόσια, διότι κα­ταστρέφουν την ωραιοποιημένη εικόνα. Μπορείς να συνεχί­σεις την έρευνα περαιτέρω, αλλά αυτά είναι εξαιρετικά δρα­ματικά παραδείγματα της απόλυτης δουλικότητας των ΜΜΕ σε επίπεδο κορυφής. Δεν επιτρέπουν όχι μόνον άρθρα, αλλά και οτιδήποτε παρεκκλίνει από την επίσημη γραμμή, επειδή είναι πολύ επικίνδυνο. Με τον ίδιο τρόπο, καθ’ όλη την διάρ­κεια του πολέμου στο Βιετνάμ, δεν υπήρξε ούτε ένα σχόλιο στους New York Times ή σε οποιαδήποτε άλλη εφημερίδα, που γνωρίζω, το οποίο να έλεγε ότι οι ΗΠA διέπραξαν λάθος επιτιθέμενες στο Ν. Βιετνάμ. Εδώ, έχω να προτείνω ένα πρό­γραμμα έρευνας για όποιον ενδιαφέρεται: Αν μπορέσει να βρει κανείς έστω και μια λέξη σε οποιοδήποτε σχόλιο οποιασδήπο­τε εφημερίδας ή στα ΜΜΕ, αυτό θα ήταν η μεγαλύτερη έκ­πληξη για μένα. Δεν έχω διαβάσει τα πάντα, φυσικά, αλλά πα­ρακολουθώ τα γεγονότα εκ του σύνεγγυς για πολλά χρόνια και ποτέ δεν έχω βρει καμία λέξη.

Ντ.Μπ.: Είναι ο έλεγχος του κεφαλαίου, η πηγή, το υπόβαθρο της εξουσίας στο αμερικάνικο κράτος;

Βεβαίως, δεν υπάρχει αμφιβολία για αυτό. Ο πρώτος πρόε­δρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου και Πρόεδρος της Συντακτι­κής Συνέλευσης, Τζών Τζάυ, το είχε διατυπώσει με ακρίβεια. «Οι άνθρωποι που κατέχουν την ιδιοκτησία στην χώρα, πρέπει και να την κυβερνούν». Και έτσι γίνεται. Υπάρχουν όλων των ειδών οι μηχανισμοί. Ο λόγος είναι ότι έχουν τα μέσα για να συμμετέχουν στη πολιτική. Μπορούν να έχουν την πληροφό­ρηση, μπορούν να ασκούν πιέσεις, μπορούν να σχηματίσουν ομάδες επιρροής, μπορούν να σχεδιάσουν πολιτικά προγράμ­ματα, είναι, όντως, η πραγματική αγορά για τα πολιτικά κόμ­ματα, αυτοί επιτρέπουν στα κόμματα να υπάρχουν. Στελεχώ­νουν την εκτελεστική εξουσία σε μεγάλο βαθμό, στελεχώνουν ακόμη και το Κογκρέσο. Επιπλέον, αν οποιαδήποτε κυβέρνη­ση ξεφύγει ποτέ από την γραμμή, έστω και στο ελάχιστο, μπο­ρούν να την επαναφέρουν στην τάξη, σταματώντας τις επενδύσεις, μεταφέροντας αλλού τα κεφάλαιά τους κτλ. Αυτό εδώ δεν είναι πρόβλημα, διότι οι εταιρείες κατέχουν τόσο ολοκλη­ρωτικά την κυβέρνηση, ώστε αυτή δεν μπορεί ποτέ να παρεκ­κλίνει από την γραμμή. Όμως, σε άλλες χώρες και ειδικά στις χώρες του Τρίτου Κόσμου, ανακύπτει αυτό το πρόβλημα και τότε, αν η κυβέρνηση προσπαθεί. να πραγματοποιήσει κοινω­νικές μεταρρυθμίσεις, την σταματούν τάχιστα. Γιατί συμβαίνει αυτό; Διότι αρκεί έστω και η παραμικρή απόσυρση κεφαλαίων για να το πετύχει, καθώς αυτό ‘σημαίνει ταυτόχρονα ότι η χώ­ρα ωθείται στον μαρασμό. Με αυτό τον τρόπο, ο αποτελεσμα­τικός έλεγχος των βασικών επιλογών της κοινωνίας βρίσκεται στα χέρια ιδιωτών, απόλυτα συγκεντρωμένος, πράγμα που έχει ως αποτέλεσμα και τον έλεγχο πάνω στο κράτος. (24-10-1986)

noamchomsky.gif

Η ΠΛΥΣΗ ΕΓΚΕΦΑΛΟΥ ΣΤΙΣ ΗΠΑ

Πώς λειτούργησε ο ψυχρός πόλεμος

Παρά την υπερβολική υποκρισία περί του αντιθέτου, η ε­θνική ασφάλεια δεν υπήρξε ποτέ το κύριο μέλημα των πολιτι­κών σχεδιαστών και των εκλεγμένων επισήμων των ΗΠΑ. Τα ιστορικά αρχεία το αποκαλύπτουν ξεκάθαρα. Ελάχιστοι σοβα­ροί αναλυτές πήραν στα σοβαρά την θέση του Τζώρτζ Κένναν ότι «δεν μας απειλεί η ρώσικη στρατιωτική ισχύς αλλά η ρώ­σικη πολιτική εξουσία» ή την σταθερή άποψη του προέδρου Αϊζενχάουερ ότι οι ρώσοι δεν στόχευαν στην στρατιωτική κα­τάληψη της Δ. Ευρώπης και ότι ο κύριος ρόλος του ΝΑΤΟ ήταν «να προσφέρει μια αίσθηση αυτοπεποίθησης στους απει­λούμενους πληθυσμούς, η οποία θα τους καθιστούσε ισχυρό­τερους πολιτικά, σ’ ό,τι αφορά την καταπολέμηση της κομ­μουνιστικής διείσδυσης».

Όμοια, οι ΗΠΑ απέρριψαν τις πιθανότητες για ειρηνική ε­πίλυση της ψυχροπολεμική ς σύγκρουσης, η οποία θα άφηνε την «πολιτική απειλή» ακέραιη. Στην ιστορία του, ο Μα­κτζώρτζ Μπάντυ γράφει ότι «γνωρίζει πολύ καλά ότι δεν υ­πάρχει σοβαρή πρόταση περιορισμού των πυρηνικών όπλων… ότι οι βαλλιστικοί πύραυλοι θα έπρεπε κατά κάποιο τρόπο να απαγορευθούν με κάποιο είδος συμφωνίας, προτού χρησιμο­ποιηθούν», αν και αυτοί ήταν η μόνη δυνάμει στρατιωτική α­πειλή ενάντια στις ΗΠΑ, ενώ η «πολιτική» απειλή του λεγόμε­νου «κομμουνισμού» ήταν πάντοτε το κύριο μέλημα. θυμη­θείτε ότι ο «κομμουνισμός» είναι ένας ευρύς όρος και περι­λαμβάνει όλους εκείνους που έχουν «τη δυνατότητα να ελέγ­ξουν μαζικά κινήματα… κάτι που εμείς δεν έχουμε τη δυνατό­τητα να μιμηθούμε», όπως παραπονιόταν σε μια ιδιωτική συ­νομιλία του με τον αδελφό του Aλλεν, διευθυντή της CIA, ο υπουργός Εξωτερικών, Τζών Φόστερ Ντάλλες: «απευθύνονται στις μάζες των φτωχών», πρόσθετε, «οι οποίες ανέκαθεν ήθε­λαν να ληστέψουν τους πλούσιους». Έτσι, πρέπει να βρεθούν εκτός παιχνιδιού για να προστατευθεί το δόγμα μας ότι οι πλούσιοι πρέπει να ληστεύουν τους φτωχούς.

Φυσικά και οι δυο, τόσον οι ΗΠΑ όσο και η ΕΣΣΔ, θα προτιμούσαν απλά να εξαφάνιζαν η μια την άλλη. Αλλά από τη στιγμή που αυτό θα σήμαινε τον αμοιβαίο τους εκμηδενι­σμό, εγκαθιδρύθηκε ένα σύστημα παγκόσμιας διαχείρισης με το όνομα Ψυχρός Πόλεμος.

Σύμφωνα με τη καθιερωμένη άποψη, ο Ψυχρός Πόλεμος ήταν μια σύγκρουση μεταξύ δυο υπερδυνάμεων, που οφείλετο στην σοβιετική επιθετικότητα, στην οποία εμείς προσπαθού­σαμε να αναχαιτίσουμε την Σοβιετική Ένωση και να προστα­τέψουμε τον κόσμο απ’ αυτή. Αν αυτή η άποψη είναι ένα θεο­λογικό δόγμα, δεν χρειάζεται να την συζητήσουμε. Αν όμως έχει ως στόχο να φωτίσει κάπως την Ιστορία, μπορούμε εύκο­λα να την εξετάσουμε, έχοντας πάντα κατά νου ένα πολύ απλό πράγμα: αν θέλεις να κατανοήσεις τον Ψυχρό Πόλεμο, πρέπει να ερευνήσεις τα γεγονότα του Ψυχρού Πολέμου. Αν το κάνεις αυτό, προκύπτει μια πολύ διαφορετική εικόνα.

Από Σοβιετικής πλευράς, τα γεγονότα του Ψυχρού Πολέ­μου ήταν συνεχείς επεμβάσεις στην ανατολική Ευρώπη: άρμα­τα στο ανατολικό Βερολίνο, τη Βουδαπέστη και την Πράγα. Αυτές οι επεμβάσεις έλαβαν χώρα κατά μήκος του άξονα που χρησιμοποιήθηκε για επίθεση εναντίον της Ρωσίας προκειμέ­νου να καταστραφεί ολοκληρωτικά, τρεις φορές, μόνον στον 20o αιώνα. Η εισβολή στο Αφγανιστάν είναι ένα παράδειγμα επέμβασης εκτός αυτού του άξονα, αν και το Αφγανιστάν βρί­σκεται στην Σοβιετική μεθόριο.

 Από την πλευρά των ΗΠΑ, η επέμβαση ήταν σε παγκό­σμια κλίμακα, αντανακλώντας την θέση που κατείχαν οι ΗΠΑ σαν η πρώτη πραγματική παγκόσμια δύναμη στην Ιστορία.

Στο εσωτερικό μέτωπο, ο Ψυχρός Πόλεμος βοήθησε την Σοβιετική Ένωση να εδραιώσει την στρατιωτικογραφειοκρα­τική άρχουσα τάξη της στην εξουσία, προσφέροντας στις ΗΠΑ ένα τρόπο για να υποχρεώσει τον πληθυσμό της να επι­δοτήσει τη βιομηχανία υψηλής τεχνολογίας. Δεν είναι εύκολο να τα επιβάλλεις όλα αυτά στους τοπικούς πληθυσμούς. Η τε­χνική που χρησιμοποιήθηκε ήταν η παλιά δοκιμασμένη συντα­γή της εγρήγορσης εξαιτίας του φόβου για κάποιο μεγάλο ε­χθρό. Ο Ψυχρός Πόλεμος το πρόσφερε και αυτό επίσης. Ασχέ­τως του πόσο εξωπραγματική ήταν η ιδέα ότι η Σοβιετική Έ­νωση και τα πλοκάμια της στραγγάλιζαν την Δύση, η«αυτοκρατορία του κακού» ήταν όντως κακή, ήταν αυτοκρα­τορία και ήταν κτηνώδης. Κάθε υπερδύναμη, έλεγχε τον πρω­ταρχικό εχθρό της – τον ίδιο της τον πληθυσμό – τρομοκρατώ­ντας τον με τα (εντελώς πραγματικά) εγκλήματα του άλλου. Στην πραγματικότητα, επομένως, ο Ψυχρός Πόλεμος ήταν ένα είδος τακτικού διακανονισμού μεταξύ ΕΣΣΔ και ΗΠΑ, με τον οποίο οι ΗΠΑ διεξήγαγαν τους πολέμους τους εναντίον του Τρίτου Κόσμου και έλεγχαν τους ευρωπαίους συμμάχους τους, ενώ οι σοβιετικοί κυβερνήτες διατηρούσαν την σιδερένια λαβή τους στην εσωτερική αυτοκρατορία τους και στους δο­ρυφόρους τους της Ανατολικής Ευρώπης, στο βαθμό που η κάθε πλευρά χρησιμοποιούσε την άλλη για να δικαιολογήσει την καταπίεση και τη βία που ασκούσε στην σφαίρα επιρροής της.

Για ποιο λόγο λοιπόν τερματίστηκε ο Ψυχρός Πόλεμος, Και πώς άλλαξε τα πράγματα; Στην δεκαετία του 1970, τα σο­βιετικά έσοδα μηδενίστηκαν και τα εσωτερικά προβλήματα συσσωρεύονταν, με την οικονομική κρίση και τις αυξανόμενες πιέσεις για τερματισμό της τυραννικής διακυβέρνησης. Η σο­βιετική ισχύς είχε αρχίσει να μειώνεται διεθνώς, στην πραγμα­τικότητα, αυτό συνέβαινε εδώ και 30 χρόνια, όπως απέδειξε μια μελέτη του Κέντρου Αμυντικών Πληροφοριών, το 1980. Λίγα χρόνια μετά, το σοβιετικό σύστημα κατέρρευσε. Ο Ψυ­χρός Πόλεμος έληξε με την νίκη εκείνου που πάντοτε ήταν ο πλουσιότερος και ισχυρότερος από τους αντιπάλους. Η σοβιε­τική κατάρρευση ήταν μέρος της γενικότερης οικονομικής κα­ταστροφής της δεκαετίας του 1980, που ήταν οξύτερη στις υ­ποτελείς στη Δύση χώρες του Τρίτου Κόσμου απ’ ό,τι στην σοβιετική αυτοκρατορία. Όπως έχουμε ήδη διαπιστώσει, ο Ψυχρός Πόλεμος περιείχε σημαντικά στοιχεία της σύγκρουσης Βορρά-Νότου (για να χρησιμοποιήσουμε τον καθιερωμένο ευφημισμό για την κατάκτηση του κόσμου από τους ευρωπαί­ους) Μεγάλο μέρος της σοβιετικής αυτοκρατορίας υπήρξε προγενέστερα ημιαποικιακά εξαρτημένο από την Δύση. Η Σο­βιετική Ένωση ακολούθησε μια ανεξάρτητη πορεία, παρέχο­ντας βοήθεια σε στόχους δυτικών επιθέσεων, αποτρέποντας τις χειρότερες συνέπειες της δυτικής βίας. Με την κατάρρευση της σοβιετικής τυραννίας, μεγάλο μέρος της επικράτειάς της, αναμένεται να επιστρέψει στην παραδοσιακή κατάστασή του, με τα προγενέστερα ανώτερα κλιμάκια της γραφειοκρατίας να παίζουν το ρόλο των ελίτ του Τρίτου Κόσμου, οι οποίες πλου­τίζουν, εξυπηρετώντας τα συμφέροντα των ξένων επενδυτών.

Αλλά ενώ αυτή η συγκεκριμένη φάση έχει τελειώσει, οι συγκρούσεις Βορρά-Νότου συνεχίζονται. Η μια πλευρά μπορεί να έχει αποσυρθεί από το παιχνίδι, αλλά οι ΗΠΑ συνεχίζουν και μάλιστα, στην πραγματικότητα, με μεγαλύτερη ελευθερία κινήσεων, εφόσον πλέον η σοβιετική αποτροπή ανήκει στο παρελθόν. Δεν θα έπρεπε να εκπλήσσει κανέναν το ότι ο Τζώρτζ Μπούς γιόρτασε το συμβολικό τέλος του Ψυχρού Πο­λέμου, την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, εισβάλλοντας στον Παναμά και ανακοινώνοντας απροκάλυπτα ότι οι ΗΠΑ θα ανέτρεπαν τα αποτελέσματα των εκλογών της Νικαράγου­ας, παρατείνοντας τον οικονομικό στραγγαλισμό της και τις στρατιωτικές επιθέσεις μέχρι να νικήσει «η δική μας πλευρά».

Ούτε χρειαζόταν μεγάλη οξυδέρκεια εκ μέρους του Έλιοτ Aμπραμς, να παρατηρήσει ότι η εισβολή των ΗΠΑ στον Πα­ναμά ήταν κάτι ασυνήθιστο, επειδή μπορούσε να διεξαχθεί χωρίς τον φόβο μιας σοβιετικής αντίδρασης οπουδήποτε αλ­λού, ή εκ μέρους πολυάριθμων σχολιαστών κατά την διάρκεια της Κρίσης στον Κόλπο, να προσθέτουν ότι τώρα οι ΗΠΑ και η Αγγλία είναι ελεύθερες να ασκήσουν απεριόριστη βία ενα­ντίον του εχθρού Τρίτου Κόσμου, αφού δεν παρεμποδίζονται από την σοβιετική αποτρεπτική δύναμη.

Βέβαια, το τέλος του Ψυχρού Πολέμου δημιουργεί και αυ­τό τα δικά του προβλήματα. Έπρεπε ν’ αλλάξει, ιδιαιτέρως, η τεχνική ελέγχου του μητροπολιτικού πληθυσμού, ένα πρόβλη­μα που ήταν γνωστό από τη δεκαετία του 1980, όπως ήδη ση­μειώσαμε. Έπρεπε να επινοηθούν καινούργιοι εχθροί. Είναι τώρα δυσκολότερο να αποκρύψεις το γεγονός ότι ο πραγματι­κός εχθρός ήταν πάντοτε «οι φτωχοί που προσπαθούν να λη­στέψουν τους πλούσιου ς» και ειδικότερα, οι «αχρείοι» του Τρίτου Κόσμου που προσπαθούν να απαλλαγούν από τον ρόλο του δούλου.

Ο πόλεμος εναντίον (ορισμένων) ναρκωτικών

Ένα υποκατάστατο της υπό εξαφάνιση αυτοκρατορίας του κακού, ήταν η απειλή των εμπόρων ναρκωτικών της Λατινικής Αμερικής. Στις αρχές Σεπτεμβρίου του 1989, ο πρόεδρος εξα­πέλυσε μια μεγάλη επίθεση μέσω των κυβερνητικών ΜΜΕ. Εκείνο το μήνα, τα καλώδια του Ασσοσιέϊντετ Πρές, μετάδω­σαν περισσότερες ειδήσεις και ιστορίες για ναρκωτικά από όσες για την Λατινική Αμερική, την Μέση Ανατολή και την Αφρική μαζί. Αν παρακολουθούσες τηλεόραση, μεγάλο μέρος κάθε δελτίου ειδήσεων ήταν αφιερωμένο στο πώς τα ναρκωτι­κά κατάστρεφαν την κοινωνία μας, καθιστάμενα η μεγαλύτερη απειλή για την ύπαρξή μας κτλ.

Το αποτέλεσμα επί της κοινής γνώμης ήταν άμεσο. Όταν, ο Μπούς κέρδισε τις εκλογές το 1988, ο λαός έλεγε ότι το με­γαλύτερο πρόβλημα που αντιμετώπιζε η χώρα ήταν το έλλειμ­μα στον προϋπολογισμό. Μόνο το 3% περίπου ανάφερε τα ναρκωτικά. Μετά τον μαζικό βομβαρδισμό από τα ΜΜΕ, η ανησυχία για .τον προϋπολογισμό μειώθηκε κατά πολύ και η ανησυχία για τα ναρκωτικά ανήλθε ξαφνικά στο 40% με 45% περίπου, ποσοστό πολύ ασυνήθιστο για μια περιοριστική ερώ­τηση (για την οποία δεν υπάρχουν προκαθορισμένες απαντή­σεις).

Τώρα, όταν κάποιο κράτος – πελάτης παραπονείται ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ δεν του χορηγεί αρκετά χρήματα, δεν λένε πια «τα χρειαζόμαστε για να σταματήσουμε τους ρώ­σους» αλλά «τα χρειαζόμαστε για να σταματήσουμε το εμπό­ριο ναρκωτικών». Όπως και η σοβιετική απειλή παλιότερα, έτσι και αυτός ο εχθρός, παρέχει μια καλή δικαιολογία για τη στρατιωτική παρουσία των ΗΠΑ εκεί όπου υπάρχει επαναστα­τική δραστηριότητα ή άλλου είδους αναταραχή.

Έτσι, «Ο πόλεμος εναντίον των ναρκωτικών», διεθνώς πα­ρέχει μια κάλυψη για τις επεμβάσεις. Σε τοπικό επίπεδο, αφο­ρά . ελάχιστα τα ναρκωτικά, αλλά έχει μεγάλη σχέση με τον αποπροσανατολισμό του πληθυσμού, με την αύξηση της κα­ταστολής στις φτωχογειτονιές των πόλεων και την δημιουργία ενός κλίματος υποστήριξης για μια επίθεση κατά των πολιτι­κών ελευθεριών.

Αυτό δεν σημαίνει ότι «η κατάχρηση ουσιών» δεν είναι έ­να σοβαρό πρόβλημα. Την εποχή που εξαπολύθηκε ο πόλεμος εναντίον των ναρκωτικών, οι θάνατοι από το κάπνισμα υπολο­γίζονταν σε 300.000 περίπου ετησίως, με ίσως άλλους 100.000 θανάτους από το αλκοόλ. Αλλά δεν ήταν αυτά τα ναρκωτικά που η κυβέρνηση Μπούς έβαλε στο στόχαστρο. Κυνήγησε τα παράνομα ναρκωτικά στα οποία οφείλονταν πολύ λιγότεροι θάνατοι – πάνω από 3.500 ετησίως – σύμφωνα με τους επίση­μους υπολογισμούς. Ένας λόγος για την καταδίωξη αυτών των ναρκωτικών ήταν το ότι η χρήση τους μειωνόταν σταθερά τα τελευταία χρόνια, έτσι η κυβέρνηση Μπούς μπορούσε με α­σφάλεια να προβλέψει ότι ο πόλεμος εναντίον των ναρκωτι­κών θα «κατόρθωνε» να μειώσει τη χρήση ναρκωτικών ου­σιών.

Η κυβέρνηση επίσης έβαλε στο στόχαστρό της την μαρι­χουάνα, η οποία δεν έχει προκαλέσει, απ’ ό,τι γνωρίζουμε, κανένα θάνατο ανάμεσα στα 60 εκατομμύρια χρήστες. Στην ουσία, αυτή η καταστολή έχει επιδεινώσει το πρόβλημα των ναρκωτικών – οι χρήστες μαριχουάνας στράφηκαν απ’ αυτό το σχετικά αβλαβές ναρκωτικό, σε πιο επικίνδυνα ναρκωτικά ό­πως η κοκαΐνη, η οποία κρύβεται ευκολότερα.

Μόλις κηρύχθηκε ο πόλεμος εναντίον των ναρκωτικών με μεγάλες φανφάρες, τον Σεπτέμβριο του 1989, η Ανακριτική Επιτροπή Εμπορίου του Κογκρέσου των ΙΠ1Α διεξήγαγε μια προανάκριση στην Ουάσινγκτον για να εξετάσει την αίτηση κάποιας καπνοβιομηχανίας για επιβολή κυρώσεων στην Ταϊ­λάνδη, σαν αντίποινα για τις προσπάθειές της να απαγορεύσει τις εισαγωγές και τη διαφήμιση καπνών. Κάτι τέτοιες πράξεις της κυβέρνησης των ΙΠ1Α είχαν στείλει ήδη αυτό το θανάσιμο εθιστικό ναρκωτικό στα λαρύγγια των καταναλωτών στην Ιαπωνία, την Ν. Κορέα και την Ταϊβάν, με ανθρώπινες απώ­λειες του μεγέθους που ήδη αναφέραμε.

Ο αρχιχειρούργος των ΗΠΑ, Έβερετ Κόοπ, κατέθεσε στην Ανακριτική Επιτροπή Εμπορίου του Κογκρέσου των ΗΠΑ ότι «όταν εμείς κάνουμε εκκλήσεις προς τις ξένες κυβερνήσεις να σταματήσουν τη ροή της κοκαΐνης προς τη χώρα μας, η εξα­γωγή καπνού από τις ΗΠΑ είναι το άκρον άωτον της υποκρι­σίας». Και πρόσθεσε: «Ύστερα από κάποια χρόνια, το έθνος μας θα ανατρέξει σ’ αυτή την εφαρμογή της πολιτικής του ε­λευθέρου εμπορίου και θα την θεωρήσει σκανδαλώδη».

Οι ταϊλανδοί μάρτυρες διαμαρτυρήθηκαν, επίσης, προβλέ­ποντας ότι η συνέπεια των κυρώσεων των ΗΠΑ θα ήταν η α­ναστροφή της μείωσης του καπνίσματος, που είχαν πετύχει οι εκστρατείες της κυβέρνησής τους εναντίον του καπνίσματος. Απαντώντας στον ισχυρισμό των αμερικάνικων καπνοβιομη­χανιών, ότι τα προϊόντα τους είναι τα καλύτερα στον κόσμο, ένας ταϊλανδός μάρτυρας είπε: «Και εμείς βέβαια στο Χρυσό Τρίγωνο έχουμε μερικά από τα καλύτερα προϊόντα του κό­σμου, αλλά ποτέ δεν ζητήσαμε να υπαχθούν στην αρχή του ελεύθερου εμπορίου (ΣτΜ εννοεί την ηρωίνη και άλλα παρά­γωγα του οπίου που παράγονται εκεί). Αντιθέτως, τα απαγο­ρεύουμε». Η κριτική αυτή επαναφέρει στη μνήμη τον πόλεμο του οπίου, 150 χρόνια νωρίτερα, όταν η βρετανική κυβέρνηση ανάγκασε την Κίνα να ανοίξει τις πύλες της στο όπιο που προ­ερχόταν από την βρετανική Ινδία, επικαλούμενη υποκριτικά τις αρετές του ελεύθερου εμπορίου, ενώ επέβαλε με την βία στην Κίνα μια ευρείας κλίμακας τοξικομανία.

Εδώ, έχουμε την πιο καυτή είδηση της ημέρας για τα ναρ­κωτικά. Φανταστείτε τους πηχυαίους τίτλους, «Η κυβέρνηση των ΗΠΑ, ο μεγαλύτερος έμπορος ναρκωτικών στον κόσμο». Σίγουρα, θα πουλούσε φύλλα. Αλλά η είδηση πέρασε χωρίς να γίνει καθόλου αναφορά σ’ αυτή και χωρίς ούτε καν μια νύξη για τα εύλογα συμπεράσματα.

Μια άλλη όψη του προβλήματος των ναρκωτικών, στην ο­ποία δεν δόθηκε καμιά σχεδόν προσοχή, είναι ο κυρίαρχος ρό­λος της κυβέρνησης των ΗΠΑ στην ενθάρρυνση της διακίνη­σης ναρκωτικών από την εποχή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Αυτό συνέβη, κατά ένα μέρος, όταν οι ΗΠΑ άρχισαν να προ­χωρούν στην εφαρμογή του μεταπολεμικού στόχού τους, δη­λαδή, της υπονόμευσης της αντιφασιστικής αντίστασης, ενώ, ταυτόχρονα, το εργατικό κίνημα έγινε ένας από τους κύριους στόχους τους.    .

Στην Γαλλία, η απειλή της πολιτικής δύναμης και της ε­πιρροής του εργατικού κινήματος έκανε εμφανή την παρουσία της, μέσα από τις προσπάθειές του να εμποδίσει τον εξοπλισμό των γαλλικών δυνάμεων που επεδίωκαν να ανακαταλάβουν την παλιά αποικία τους, το Βιετνάμ, με αμερικάνικη βοήθεια. Για τον λόγο αυτό, η CIA ανέλαβε το καθήκον να αποδυνα­μώσει και να διασπάσει το γαλλικό εργατικό κίνημα με τη βο­ήθεια κορυφαίων αμερικάνων εργατικών ηγετών, οι οποίοι ήταν απόλυτα υπερήφανοι για το ρόλο τους.

Ο στόχος αυτός απαιτούσε απεργοσπάστες και τραμπού­κους και ο προμηθευτής υπήρχε, η μαφία. Φυσικά, δεν ανέλα­βε αυτή την δουλειά μόνον για διασκέδαση. Ήθελε κάποια ανταμοιβή για τις προσπάθειές της. Και την έλαβε. Εξουσιοδο­τήθηκε να επανασυστήσει το δίκτυο λαθρεμπορίου ηρωίνης το οποίο είχε εξαρθρωθεί από τις φασιστικές κυβερνήσεις – ο πε­ρίφημος «γαλλικός σύνδεσμος» που κυριαρχούσε στο εμπόριο ναρκωτικών μέχρι τη δεκαετία του 1960.

Στη συνέχεια, το κέντρο εμπορίας ναρκωτικών μετακινή­θηκε στην Ινδοκίνα και ειδικότερα, στο Λάος και την Ταϊλάν­δη. Αυτή η μετακίνηση ήταν ξανά αποτέλεσμα μιας επιχείρη­σης της CIA – του «μυστικού πολέμου» που διεξαγόταν σ’ αυ­τές τις χώρες, κατά τη διάρκεια του πολέμου στο Βιετνάμ, από ένα στρατό μισθοφόρων, οι οποίοι ήθελαν φυσικά μια αμοιβή για την συνεισφορά τους. Αργότερα, όταν η CIA μετέφερε τις δραστηριότητές της στο Πακιστάν και το Αφγανιστάν, το λα­θρεμπόριο ναρκωτικών άνθισε εκεί.

    Ο μυστικός πόλεμος εναντίον της Νικαράγουας, προσέφε­ρε μια ακόμη ευκαιρία στους διακινητές ναρκωτικών της πε­ριοχής, καθώς οι παράνομες πτήσεις που οργάνωνε η CIA για μεταφορά οπλισμού στις μισθοφορικές δυνάμεις των ΗΠΑ, παρείχαν έναν εύκολο τρόπο μεταφοράς ναρκωτικών πίσω στις ΗΠΑ, ενίοτε, μάλιστα, δια μέσου αμερικανικών αεροπο­ρικών βάσεων, όπως αναφέρουν οι διακινητές.

Οι στενές διασυνδέσεις μεταξύ λαθρεμπορίου και διεθνούς τρομοκρατίας (που ορισμένες φορές ονομάζεται «αντιεξέ­γερση» ή «χαμηλής έντασης σύγκρουση» ή με άλλους ευφημι­σμούς) δεν είναι κάτι περίεργο [ΣτΜ Βλ. Το Μεγάλο Πραξικόπημα της Ηρωίνης: μυστικές υπηρεσί­ες, τρομοκρατία, διεθνής φασισμός και ναρκωτικά, εκδόσεις ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ (υπό έκδοση)]. Οι μυστικές επιχειρήσεις α­παιτούν μεγάλα χρηματικά ποσά, τα οποία δεν πρέπει να είναι ανιχνεύσιμα και γι’ αυτό απαιτούν εγκληματικές ενέργειες. Τα υπόλοιπα είναι φυσικά επακόλουθα.

Ο πόλεμος είναι ειρήνη, η ελευθερία είναι σκλαβιά, η άγνοια είναι δύναμη

Οι όροι του πολιτικού λόγου έχουν τυπικά δυο έννοιες. Η μία είναι η έννοια που δίδεται από το λεξικό και ή άλλη είναι μια έννοια η οποία είναι χρήσιμη στην εξουσία – η δογματική έννοια.

Ας πάρουμε τη λέξη δημοκρατία. Σύμφωνα με την έννοια της κοινής λογικής, μια κοινωνία είναι δημοκρατική στο βαθ­μό που οι άνθρωποι μπορούν να συμμετέχουν με έναν ουσια­στικό τρόπο στην διαχείριση των υποθέσεών τους. Αλλά η δογματική έννοια της δημοκρατίας είναι διαφορετική – αναφέρεται σ’ ένα σύστημα στο οποίο οι αποφάσεις λαμβάνονται από τομείς της επιχειρηματικής κοινότητας και των συνδεόμενων με αυτήν ελίτ, Ο ρόλος των ανθρώπων περιορίζεται στο να είναι απλοί «θεατές της δράσης» και όχι «συμμετέχοντες», Όπως έχουν εξηγήσει κορυφαίοι θεωρητικοί της δημοκρατίας (σ’ αυτή την περίπτωση, ο Γουόλτερ Λίπμαν). Τους επιτρέπε­ται να επικυρώνουν τις αποφάσεις των αρίστων και να παρέ­χουν την υποστήριξή τους στον ένα ή τον άλλο απ’ αυτούς, όχι όμως και να αναμειγνύονται σε θέματα που δεν είναι δική τους υπόθεση, όπως η δημόσια πολιτική.

Εάν κάποιες μερίδες του λαού εγκαταλείψουν την απάθειά τους και αρχίσουν να οργανώνονται, εισερχόμενες στον πολι­τικό στίβο, αυτό δεν είναι δημοκρατία αλλά μάλλον μια κρίση της δημοκρατίας, με την ορθή τεχνική χρήση του όρου, μια απειλή που πρέπει να ξεπεραστεί με τον ένα ή τον άλλο τρόπο: Στο Ελ Σαλβαδόρ, με τα αποσπάσματα θανάτου, στις ΗΠΑ, με πιο διακριτικούς και έμμεσους τρόπους.

Ή πάρτε την φράση ελεύθερη επιχείρηση, ένας όρος που α­ναφέρεται ουσιαστικά σε ένα σύστημα δημόσιας χρηματοδό­τησης και ιδιωτικού κέρδους, με ευρείας κλίμακας κρατικό παρεμβατισμό στην οικονομία για να διατηρηθεί η ευημερία των πλουσίων. Όμοια, κάθε άλλη φράση που περιέχει τη λέξη «ελεύθερος / η», συνήθως σημαίνει το αντίθετο από το πραγμα­τικό της νόημα.

Ή πάρτε τη φράση άμυνα εναντίον της επιθετικότητας, μια φράση που χρησιμοποιείται, κατά κόρον, όταν θέλει κανείς να αναφερθεί στην επιθετικότητα. Όταν οι ΗΠΑ επιτέθηκαν στο Ν. Βιετνάμ στις αρχές της δεκαετίας του 1960, ο φιλελεύθερος ήρωας Αντλάϊ Στίβενσον (μεταξύ άλλων) εξήγησε ότι υπερα­σπίζουμε το Ν. Βιετνάμ από την «εσωτερική επιθετικότητα» ­δηλαδή, την επιθετικότητα των νοτιοβιετναμέζων αγροτών εναντίον της πολεμικής αεροπορίας των ΗΠΑ και ενός αμερι­κανοκίνητου στρατού μισθοφόρων οι οποίοι τους έδιωχναν από τα σπίτια τους και τους έστελναν σε στρατόπεδα συγκέ­ντρωσης όπου μπορούσαν να «βρουν προστασία» από τους αντάρτες του νότου. Στην πραγματικότητα, αυτοί οι αγρότες υποστήριζαν τους αντάρτες με την θέλησή τους, ενώ το καθε­στώς, που ήταν πελάτης των ΗΠΑ, δεν απολάμβανε, στην πραγματικότητα, της λαϊκής υποστήριξης και αυτό το γεγονός ήταν παραδεκτό από όλες τις πλευρές.

Το δογματικό σύστημα πέτυχε τόσο πολύ τον σκοπό του ώστε ακόμη και σήμερα, 30 χρόνια αργότερα, η άποψη ότι οι ΗΠΑ επιτέθηκαν στο Ν. Βιετνάμ δεν αναφέρεται διόλου και είναι κάτι αδιανόητο για την μεγάλη πλειοψηφία. Τα πραγμα­τικά γεγονότα του πολέμου, δεν υπάρχει τώρα καμιά πιθανό­τητα να συζητηθούν. Οι φρουροί της πολιτικής ορθότητας μπορεί να είναι απόλυτα υπερήφανοι για ένα επίτευγμα που θα ήταν δύσκολο να επαναληφθεί ακόμη και σε ένα καλά οργα­νωμένο ολοκληρωτικό κράτος.

Ή πάρτε τον όρο ειρηνευτική διαδικασία. Ο αφελής μπορεί να σκεφτεί ότι αναφέρεται στις προσπάθειες εξεύρεσης ειρη­νικής λύσης. Με αυτή την έννοια του όρου, θα λέγαμε ότι η ειρηνευτική διαδικασία στη Μέση Ανατολή περιλαμβάνει την συνθήκη ειρήνης που πρόσφερε ο πρόεδρος της Αιγύπτου Σα­ντάτ στο Ισραήλ το 1971, υιοθετώντας μια γραμμή την οποία ουσιαστικά υποστήριζε ολόκληρος ο κόσμος συμπεριλαμβα­νομένης και της επίσημης πολιτικής των ΗΠΑ. Το ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας τον Ιανουάριο του 1976, που κα­τάθεσαν οι κυριότερες Αραβικές χώρες με την υποστήριξη της ΟΑΠ (Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης) καλούσε για ένα διακανονισμό της αραβοϊσραηλινής διαμάχης με τη δημιουργία δυο κρατών, υπό τις ευλογίες σχεδόν ολό­κληρης της παγκόσμιας κοινότητας: οι προσφορές της ΟΑΠ, στην διάρκεια της δεκαετίας του 1980, να διαπραγματευτεί με το Ισραήλ για αμοιβαία αναγνώριση και τα ετήσια ψηφίσματα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, με πιο πρόσφατο, εκείνο του Δεκεμβρίου του 1990 (εγκρίθηκε με 142 ψήφους υπέρ και 2 κατά) που καλούσε για μια διεθνή συνδιάσκεψη πάνω στο αραβοϊσραηλιτικό πρόβλημα κλπ.

Αλλά οι υποψιασμένοι καταλαβαίνουν ότι αυτές οι προ­σπάθειες δεν συνιστούν μέρος της ειρηνευτικής διαδικασίας. Ο λόγος είναι ότι το νόημα του όρου ειρηνευτική διαδικασία στο Σύστημα Πολιτικής Ορθότητας, αναφέρεται στο τι πράττει η κυβέρνηση των ΗΠΑ – στις περιπτώσεις που ήδη έχουμε ανα­φέρει – που είναι η παρεμπόδιση των διεθνών προσπαθειών για εξεύρεση ειρηνικής λύσης. Οι περιπτώσεις που παρατέθηκαν δεν εμπίπτουν στα όρια της ειρηνευτική ς διαδικασίας, διότι οιlΠ1A υποστήριζαν την απόρριψη της προσφοράς του Σαντάτ, από το Ισραήλ, προέβαλαν βέτο στο ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας και αντιτέθηκαν στις διαπραγματεύσεις και την αμοιβαία αναγνώριση της ΟΑΠ και του Ισραήλ και συμφω­νούν, με το Ισραήλ μονίμως, αντιτιθέμενες σε κάθε προσπά­θεια για μια ειρηνική διπλωματική διευθέτηση στον Ο.Η.Ε. ή κάπου αλλού – ουσιαστικά, δια της προβολής βέτο.

Η ειρηνευτική διαδικασία περιορίζεται στις πρωτοβουλίες των ΗΠΑ, οι οποίες καλούν για μια άνιση αμερικανόπνευστη διευθέτηση, χωρίς την αναγνώριση των παλαιστινιακών εθνι­κών δικαίων. Αυτός είναι ο τρόπος λειτουργίας της και όσοι είναι ανίκανοι να το αντιληφθούν αυτό, πρέπει να αναζητή­σουν άλλο επάγγελμα.

Υπάρχουν πολλά άλλα παραδείγματα. Πάρτε τον όρο ειδι­κά συμφέροντα. Τα χρηματοδοτούμενα από τους ρεπουμπλικά­νους συστήματα Δημοσίων Σχέσεων της δεκαετίας του 1980, κατηγορούσαν συνεχώς τους δημοκρατικούς ότι ήταν το κόμ­μα των ειδικών συμφερόντων: των γυναικών, των εργατών, της νεολαίας, των αγροτών, κοντολογίς, του πληθυσμού. Υ­πήρχε μόνο ένας τομέας του πληθυσμού που δεν καταγράφηκε ποτέ σαν ειδικό συμφέρον: οι εταιρείες και γενικά οι επιχειρή­σεις και αυτό είναι λογικό. Στην γλώσσα της πολιτικής ορθό­τητας, τα (ειδικά) συμφέροντά τους είναι το εθνικό συμφέρον στο οποίο όλοι πρέπει να υποκλινόμαστε. Οι δημοκρατικοί ανταπάντησαν, διαμαρτυρόμενοι ότι δεν είναι το κόμμα των ειδικών συμφερόντων: έλεγαν ότι υπηρετεί τα εθνικά συμφέ­ροντα. Αυτό ήταν ορθό, αλλά το πρόβλημά τους έγκειτο στο ότι δεν διέθεταν την μονολιθική ταξική συνείδηση των ρεπου­μπλικάνων αντίπαλών τους. Οι τελευταίοι, δεν έχουν καμιά αμφιβολία για το ποιος είναι ο ρόλος τους ως εκπροσώπων των ιδιοκτητών και των διαχειριστών της κοινωνίας, οι οποίοι διεξάγουν ένα σκληρό ταξικό πόλεμο εναντίον του γενικού πληθυσμού – υιοθετώντας συχνά μια χυδαία μαρξιστική ρητο­ρική και απόψεις, προσφεύγοντας συχνά στην εθνικιστική υ­στερία, τον φόβο, τον τρόμο και το δέος για τους μεγάλους ηγέτες και άλλες δοκιμασμένες τεχνικές ελέγχου του πληθυ­σμού. Οι δημοκρατικοί είναι λιγότερο σαφείς ως προς το τι πιστεύουν και υποστηρίζουν και, επομένως, είναι λιγότερο αποτελεσματικοί στους προπαγανδιστικούς πολέμους.

Τέλος, πάρτε τον όρο συντηρητικός, ο οποίος έχει καταλή­ξει να αναφέρεται στους υποστηρικτές ενός ισχυρού κράτους το οποίο παρεμβαίνει αποφασιστικά στην οικονομία και την κοινωνική ζωή. Υποστηρίζουν τις υπέρογκες κρατικές δαπάνες και την μεταπολεμική κορύφωση των προστατευτικών μέτρων και της ασφάλειας εναντίον των κινδύνων που απειλούν την αγορά, περιορίζοντας τις ατομικές ελευθερίες δια μέσου νό­μων και δικαστικών αποφάσεων, προστατεύοντας το άγιο Κράτος από αδικαιολόγητους ελέγχους των άσχετων πολιτών, κοντολογίς, αυτά τα προγράμματα τα οποία είναι το ακριβώς αντίθετο του παραδοσιακού συντηρητισμού. Πιστεύουν και είναι αφοσιωμένοι στο δόγμα ότι «οι άνθρωποι που είναι οι ιδιοκτήτες της χώρας», επομένως «πρέπει και να την κυβερ­νούν», με τα λόγια του Πατέρα του Έθνους, Τζών Τζάϋ.

Δεν είναι πραγματικά τόσο δύσκολο, από τη στιγμή που αντιλαμβάνεται κανείς τους κανόνες. Για να έχει νόημα ο πο­λιτικός λόγος, είναι αναγκαίο να τον μεταφράσετε στην τρέ­χουσα γλώσσα, αποκωδικοποιώντας την διπλή γλώσσα των ΜΜΕ, των ακαδημαϊκών κοινωνικών επιστημόνων και του εγκόσμιου ιερατείου γενικότερα. Η λειτουργία του πολιτικού λόγου δεν είναι τόσο σκοτεινή: το θέμα είναι να καταστεί αδύ­νατο να βρεθούν λέξεις για να μιλήσει κανείς για θέματα αν­θρώπινης σπουδαιότητας με ένα συνεκτικό τρόπο. Μπορεί να διασφαλιστεί το ότι θα γίνει ελάχιστα κατανοητό το πώς λει­τουργεί η κοινωνίας μας και το τι συμβαίνει στον κόσμο – μια τεράστια συνεισφορά στη δημοκρατία, όπως εννοεί τον όρο η πολιτική ορθότητα.

Σοσιαλισμός, αληθινός και ψεύτικος

Μπορεί κανείς να συζητά για την έννοια του όρου «σοσιαλισμός», αλλά εάν αυτός σημαίνει κάτι, σημαίνει τον έλεγχο της παραγωγής από τους ίδιους τους εργάτες, όχι από τους ιδιοκτήτες και τους διευθυντές οι οποίοι τους εξουσιά­ζουν και ελέγχουν όλες τις αποφάσεις είτε πρόκειται για μια καπιταλιστική επιχείρηση είτε για ένα απολυταρχικό κράτος.

Το να αναφέρουμε την Σοβιετική Ένωση σαν σοσιαλιστι­κή, είναι μια ενδιαφέρουσα περίπτωση δογματικής διπλής γλώσσας. Το μπολσεβίκικο πραξικόπημα του Οκτωβρίου του1917, παρέδωσε την κρατική εξουσία στους Λένιν και Τρότσκι οι οποίοι έσπευσαν να διαλύσουν τους πρώιμους σοσιαλιστι­κούς θεσμούς που αναπτύχθηκαν κατά την διάρκεια της λαϊκής επανάστασης των προηγουμένων μηνών, δηλαδή, τα εργοστα­σιακά συμβούλια, τα σοβιέτ και τελικά, κάθε όργανο λαϊκού ελέγχου [ΣτΜ Βλ. Γκομπέν-Ρόκερ-Aβριτς, Η Ρώσικη Επανάσταση: η αποτυ­χία του κρατικού καπιταλισμού, (εκδόσεις ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ)] και να μετατρέψουν την εργατική δύναμη σε ό,τι ο­νόμαζαν «εργατικό στρατό» υπό τις διαταγές του ηγέτη. Όπως κι αν αντιλαμβάνεσαι ουσιαστικά τον όρο «σοσιαλισμός», οι μπολσεβίκοι έσπευσαν αμέσως να καταστρέψουν τα υπάρχο­ντα στοιχεία του. Καμιά σοσιαλιστική παρέκκλιση δεν έχει επιτραπεί έκτοτε.

Αυτές οι εξελίξεις δεν εξέπληξαν τους κορυφαίους μαρξι­στές διανοουμένους οι οποίοι επέκριναν επί χρόνια τις θεωρίες του Λένιν (όπως είχε κάνει και ο Τρότσκι), διότι οδηγούσαν στην συγκέντρωση της εξουσίας στα χέρια του κόμματος της πρωτοπορίας και των ηγετών του. Για την ακρίβεια, δεκαετίες πριν, ο αναρχικός στοχαστής Μπακούνιν είχε προβλέψει ότι η αναδυόμενη τάξη των διανοουμένων θα ακολουθούσε έναν από τους δυο δρόμους: είτε θα προσπαθούσε να εκμεταλλευτεί τους λαϊκούς αγώνες για να καταλάβει την κρατική εξουσία προς ίδιον όφελος, καθιστάμενη μια κτηνώδης και καταπιεστι­κή κόκκινη γραφειοκρατία ή θα γινόταν ο διευθυντής και ιδεο­λογικός απολογητής των κρατικών καπιταλιστικών κοινωνιών, αν αποτύγχανε η λαϊκή επανάσταση. ήταν μια ευφυής παρα­τήρηση και ως προς τα δυο της σκέλη.

Τα δυο κύρια παγκόσμια συστήματα προπαγάνδας δεν συμφωνούν σε πολλά, αλλά όντως συμφωνούν στην χρήση του όρου «σοσιαλισμός», για να αναφερθούν στην άμεση κα­ταστροφή κάθε στοιχείου σοσιαλισμού από τους μπολσεβί­κους. Αυτό δεν πρέπει να μας εκπλήσσει. Οι μπολσεβίκοι ονο­μάζουν το σύστημα τους σοσιαλιστικό, για να εκμεταλλευθούν το ηθικό κύρος του σοσιαλισμού.

Η Δύση υιοθέτησε τον ίδιο όρο για τον αντίθετο λόγο: για να δυσφημήσει τα επίφοβα ελευθεριακά ιδεώδη, συνδέοντάς

τα με το μπολσεβίκικο κνούτο, για να υπονομεύσει τη λαϊκή πεποίθηση ότι μπορεί πραγματικά να υπάρξει πρόοδος προς μια δικαιότερη κοινωνία με δημοκρατικό έλεγχο πάνω στους βασικούς θεσμούς της και μέριμνα για τις ανθρώπινες ανάγκες και δικαιώματα. Αν ο σοσιαλισμός είναι η τυραννία των Λένιν και Στάλιν, τότε κάθε λογικός άνθρωπος θα πει: δεν μου ται­ριάζει και αν αυτή είναι η μοναδική εναλλακτική λύση στον συλλογικό κρατικό καπιταλισμό, τότε πολλοί άνθρωποι θα υποταχθούν στις εξουσιαστικές δομές του, σαν τη μόνη λογική επιλογή .

Με την κατάρρευση του σοβιετικού συστήματος προσφέ­ρεται μια ευκαιρία να αναβιώσει η ζωντανή και σθεναρή ελευ­θεριακή σοσιαλιστική σκέψη, η οποία δεν μπόρεσε να αντέξει, στις δογματικές και κατασταλτικές επιθέσεις των κυρίαρχων συστημάτων εξουσίας. Το πόσο μεγάλη είναι αυτή η ελπίδα δεν το γνωρίζουμε, αλλά τουλάχιστον έχει εκλείψει ένα εμπό­διο προς αυτή την κατεύθυνση. Με αυτή την έννοια, η εξαφά­νιση της Σοβιετικής Ένωσης είναι μια μικρή νίκη του σοσια­λισμού, τόση όση και η ήττα των φασιστικών δυνάμεων.

main2.jpg

Τα ΜΜΕ

Τα σημαντικότερα ΜΜΕ είτε ονομάζονται «φιλελεύθερα» είτε «συντηρητικά», είναι οργανισμοί που ανήκουν σε ακόμη μεγαλύτερους ομίλους εταιρειών και συνδέονται στενά μ’ αυ­τούς’ όπως και οι άλλοι οργανισμοί, πουλούν ένα προϊόν στη αγορά, αυτή η αγορά είναι οι διαφημιστές, δηλαδή, οι άλλες επιχειρήσεις. Το προϊόν είναι το κοινό. Τα κορυφαία ελιτίστι­κα ΜΜΕ που χαράσσουν τοις βασικές γραμμές τις οποίες οι άλλοι υιοθετούν, έχουν ως προϊόν το σχετικά προνομιούχο κοινό.

 Έτσι, έχουμε μείζονες οργανισμούς που πουλούν, σε ένα ικανοποιητικό βαθμό, εύπορο και προνομιούχο κοινό σε άλλες επιχειρήσεις. Δεν πρέπει λοιπόν να μας εκπλήσσει το ότι η εικόνα του κόσμου που παρουσιάζουν, αντιπροσωπεύει τα στενά και μονόπλευρα συμφέροντα και αξίες των πωλητών, των αγοραστών και του προϊόντος. .

Aλλοι παράγοντες ενισχύουν την ίδια διαστρέβλωση. Οι διευθύνοντες την κουλτούρα (εκδότες, κορυφαίοι αρθρογρά­φοι) έχουν κοινά ταξικά συμφέροντα και σχέσεις με το κράτος, τους διευθυντές επιχειρήσεων και άλλους προνομιούχους κλά­δους. Υπάρχει πράγματι μια σταθερή ροή ανθρώπων προς τις εταιρείες, την κυβέρνηση και τα ΜΜΕ. Οι προσβάσεις στην κρατική εξουσία είναι σημαντικός παράγοντας για να διατη­ρήσεις μια καλή θέση, οι «διαρροές» ειδήσεων, για παράδειγ­μα, είναι συχνά κατασκευάσματα και απάτες της εξουσίας σε συνεργασία με τα ΜΜΕ, τα οποία προσποιούνται ότι δεν γνω­ρίζουν την προέλευσή τους.

Σαν αντάλλαγμα, η κρατική εξουσία απαιτεί από αυτά συ­νεργασία και υποταγή. Aλλα κέντρα εξουσίας, επίσης, έχουν μηχανισμούς τιμωρίας για τυχόν παρεκκλίσεις από την ορθο­δοξία, που κυμαίνονται από την εσκεμμένη πτώση των τιμών των μετοχών μέχρι ένα αποτελεσματικό μηχανισμό διασυρμού και δυσφήμισης.

Το αποτέλεσμα δεν είναι φυσικά απολύτως ομοιόμορφο. Για να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντα των ισχυρών, τα ΜΜΕ πρέπει να παρουσιάσουν μια ρεαλιστική εικόνα του κόσμου.

    Έτσι, η επαγγελματική ακεραιότητα και τιμιότητα ενίοτε ανα­μειγνύεται με την πρωταρχική αποστολή. Οι καλοί δημοσιο­γράφοι είναι τυπικά πλήρως ενημερωμένοι για τους παράγο­ντες που διαμορφώνουν το προϊόν των ΜΜΕ και προσπαθούν να χρησιμοποιήσουν τέτοια ανοίγματα, όταν τους παρέχεται η ευκαιρία. Το αποτέλεσμα είναι ότι μπορεί κανείς να διδαχθεί πολλά από μια κριτική και προσεκτική ανάγνωση αυτών που παράγουν τα ΜΜΕ.

Τα ΜΜΕ είναι απλά μέρος ενός ευρύτερου δογματικού συστήματος- άλλα μέρη του είναι οι έγκυρες εφημερίδες, τα σχολεία, τα πανεπιστήμια, οι ακαδημαϊκές υποτροφίες και τα παρόμοια. Γνωρίζουμε πολύ περισσότερα για τα έγκυρα ΜΜΕ, διότι οι κριτικοί αναλυτές της ιδεολογίας έχουν εστιά­σει την προσοχή τους σ’ αυτά. Το ευρύτερο σύστημα δεν έχει μελετηθεί τόσο πολύ, διότι είναι πολύ πιο δύσκολο να το ερευνήσεις συστηματικά. Αλλά υπάρχουν ισχυροί λόγοι που μας κάνουν να πιστεύουμε ότι εκφράζει τα ίδια συμφέροντα με τα ΜΜΕ, όπως θα ανέμενε κανείς.

Το δογματικό σύστημα, το οποίο παράγει ό,τι ονομάζου­με προπαγάνδα, όταν συζητά για τους εχθρούς, έχει δυο ξεχω­ριστούς στόχους. Ο ένας στόχος είναι ό,τι ενίοτε ονομάζεται«πολιτική τάξη», το 20% περίπου του πληθυσμού το οποίο είναι σχετικά μορφωμένο και λίγο-πολύ αρθρώνει κάποιο πο­λιτικό λόγο, παίζοντας κάποιο ρόλο στη λήψη αποφάσεων. Η εκ μέρους τους αποδοχή του δόγματος είναι βασικό γεγονός διότι είναι σε θέση να σχεδιάσουν και να εφαρμόσουν παρά­γοντας την πολιτική.

Ύστερα, υπάρχει το άλλο 80% περίπου του πληθυσμού. Αυτοί είναι κατά τον Λίπμαν «οι θεατές της δράσης», τους οποίους αναφέρει ως «το συγχυσμένο κοπάδι». Αυτοί υποτίθεται ότι πρέπει να υπακούουν σε εντολές και να μην φράζουν το δρόμο των σημαντικών ανθρώπων. Είναι ο στόχος των ΜΜΕ: των λαϊκών εφημερίδων, των κωμικών σήριαλ, των τηλεπαιχνιδιών κλπ.

Αυτοί οι τομείς του δογματικού συστήματος χρησιμεύουν στον αποπροσανατολισμό των μαζών και ενισχύουν τις βασι­κές κοινωνικές αξίες: την απάθεια, την υποταγή στην εξουσία, την υπέρτατη αρετή της απληστίας και του προσωπικού κέρ­δους, την έλλειψη μέριμνας για τους άλλους, το φόβο για πραγματικούς ή φανταστικούς εχθρούς κλπ. Ο στόχος είναι να παραμείνει συγχυσμένο, το συγχυσμένο κοπάδι, αυτό δεν χρειάζεται να προβληματίζεται με το τί συμβαίνει στον κόσμο. Στην πραγματικότητα, αυτό είναι ανεπιθύμητο, διότι αν δει μεγάλο μέρος της πραγματικότητας αυτής, μπορεί να θελήσει να την αλλάξει.

Αυτό δεν σημαίνει ότι τα MME δεν μπορεί να επηρεα­στούν από τον γενικό πληθυσμό. Οι κυρίαρχοι θεσμοί – πολι­τικοί, οικονομικοί ή δογματικοί – δεν είναι απρόσβλητοι από τις λαϊκές πιέσεις. Το ανεξάρτητα (εναλλακτικά) MME μπο­ρούν να παίξουν επίσης ένα σημαντικό ρόλο. Αν και έχουν σχεδόν πάντα εξ’ ορισμού έλλειψη πόρων, κερδίζουν σε σπου­δαιότατα με τον ίδιο τρόπο που το πετυχαίνουν οι λαϊκές ορ­γανώσεις, συσπειρώνοντας, δηλαδή, ανθρώπους με περιορι­σμένους πόρους, οι οποίοι μπορούν να πολλαπλασιάσουν την αποτελεσματικότητα και αντίληψή τους, μέσω της αμοιβαίας αλληλεπίδρασής τους – ακριβώς, η δημοκρατική απειλή την οποία τόσο πολύ φοβούνται οι κυρίαρχες ελίτ.

_1817922_twoap300.jpg

ΟΙ ΗΠΑ ΚΑΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ

Το Μεξικό (και το Ν. κεντρικό Λος Aντζελες)

Βρήκα κάπως άνιση την κάλυψη, εκ μέρους της πλειοψη­φίας των ΜΜΕ, όσον αφορά το Μεξικό, κατά τη διάρκεια της συζήτησης για την NAFT Α (Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου Βόρειας Αμερικής). Οι New York Times επέτρεψαν μια σειρά άρθρων που ανέφεραν ότι η επίσημη διαφθορά ήταν – και είναι- ευρύτατα διαδεδομένη στο Μεξικό. Για την ακρίβεια, σε ένα κύριο άρθρο απλά επιβεβαίωναν ότι ο Σαλίνας νόθευσε τα α­ποτελέσματα των προεδρικών εκλογών του 1988. Γιατί αυτή η πληροφορία ήρθε στο φως;

Νομίζω πως ήταν αδύνατο να θαφτεί, υπήρξαν ακόμη και κάποιες μεμονωμένες αναφορές στους Times για τις λαϊκές διαμαρτυρίες εναντίον της NAFTA. Ο Τίμ Γκόλντεν, ο απεσταλμένος τους στο Μεξικό, είχε στείλει μια ανταπόκριση, μια-δυο εβδομάδες πριν τις εκλογές, πιθανώς στις αρχές Νοεμ­βρίου του 1993, στην οποία ανέφερε ότι πολλοί μεξικάνοι ερ­γάτες ανησυχούσαν για το ότι τα ημερομίσθιά τους θα μειώνο­νταν μετά την NAFT Α. Την καθιέρωση, ακολούθησε το πιο ενδιαφέρον μέρος του ανέκδοτου.

Ειπώθηκε ότι αυτή αποδυναμώνει τις θέσεις ανθρώπων ό­πως ο Ρός Περώ και άλλοι, που πίστευαν ότι η NAFTΑ θα έ­βλαπτε τους αμερικανούς εργάτες προς όφελος των μεξικάνων συναδέλφων τους. Με άλλα λόγια, το γεγονός ότι όλοι θα κα­ταπιεστούν παρουσιάστηκε σαν μια κριτική εναντίον των αν­θρώπων που αντιτίθενται στη NAFTA, εδώ στις ΗΠΑ!

     Δεν υπήρξε σχεδόν καμιά συζήτηση εδώ για τις μεγάλης κλίμακας λαϊκές διαμαρτυρίες στο Μεξικό, στις οποίες συμμε­τείχε, για παράδειγμα, η μεγαλύτερη μη κυβερνητική εργατική ένωση (η κύρια εργατική ένωση είναι σχεδόν εξίσου ανεξάρ­τητη με τις σοβιετικές εργατικές ενώσεις, αλλά υπάρχουν και ορισμένες ανεξάρτητες που αντιτάχθηκαν στη συμφωνία).

Τα περιβαλλοντικά κινήματα και τα περισσότερα από τα άλλα λαϊκά κινήματα αντιτάχθηκαν επίσης. Η Σύνοδος Μεξι­κάνων Επισκόπων επιδοκίμασε ολόψυχα τη θέση που πήραν οι λατινοαμερικάνοι επίσκοποι, όταν συναντήθηκαν στη Σάντα Ντομίνικο (πρωτεύουσα της Δομινικανής Δημοκρατίας) τον Δεκέμβριο του 1992.

Η συγκέντρωση στη Σάντα Ντομίνικο, ήταν η πρώτη μεί­ζων Σύνοδος των λατινοαμερικάνων επισκόπων μετά από ε­κείνες στην Πουέμπλα (στο Μεξικό) και στο Μεντελλίν (στην Κολομβία) στις δεκαετίες του 1960 και του 1970. Το Βατικανό προσπάθησε να την ελέγξει αυτή τη φορά και να εξασφαλίσει ότι δεν θα υποστήριζαν αυτές τις παράλογες ιδέες περί θεολο­γίας της απελευθέρωσης και προνομιακής υποστήριξης προς τους φτωχούς. Αλλά παρά την παρουσία της σιδηράς πυγμής του Βατικανού, οι επίσκοπο ι εμφανίστηκαν εντελώς εναντίον του νεοφιλελευθερισμού και των δομικών προσαρμογών και της πολιτικής του ελευθέρου εμπορίου, που στρέφονταν κατά των φτωχών. Αυτό δεν ανακοινώθηκε εδώ, απ’ ό,τι γνωρίζω.

Υπήρξαν μεγάλες διώξεις των εργατικών ενώσεων στο Μεξικό. Η Φόρντ και η Φόλξβάγκεν είναι δυο σημαντικά πα­ραδείγματα. Λίγα χρόνια νωρίτερα, η Φόρντ απλά απέλυσε όλο το μεξικάνικο εργατικό δυναμικό της, επαναπροσλαμβά­νοντας μόνο με χαμηλότερα ημερομίσθια εκείνους οι οποίοι συμφωνούσαν να μην ανήκουν σε καμιά εργατική ένωση. Σ’ αυτό, η Φόρντ είχε την υποστήριξη του κυβερνώντος PRI (το Συνταγματικό Επαναστατικό Κόμμα, το οποίο ελέγχει το Με­ξικό από την δεκαετία του 1920).

Η περίπτωση της Φόλξβάγκεν είναι περίπου όμοια. Απέ­λυσαν εργάτες που υποστήριζαν μια ανεξάρτητη εργατική έ­νωση και επαναπροσέλαβαν με χαμηλότερα ημερομίσθια εκεί­νους που συμφώνησαν να μην την υποστηρίξουν.

Λίγες εβδομάδες μετά τη ψηφοφορία για την NAFTΑ στις ΗΠΑ, απολύθηκαν από τα εργοστάσια των Τζέρνεραλ Ελέ­κτρικ και Χάνιγουελ εργάτες λόγω συνδικαλιστικής δράσης. Δεν ξέρω ποιο θα είναι το τελικό αποτέλεσμα, αλλά αυτός εί­ναι ο στόχος συμφωνιών όπως η NAFTA.

Ήδη από τις αρχές Ιανουαρίου του 1994, σας είχε ζητηθεί από τον εκδότη της Washington Post να παραδώσετε την πρωτοχρο­νιά ένα άρθρο για την εξέγερση της Τσιάπας (μια πολιτεία στο Ν. άκρο του Μεξικού, δίπλα στη Γουατεμάλα). Ήταν η πρώτη φορά που η Post σας ζήτησε να γράψετε κάτι;

Ναι, ήταν πράγματι η πρώτη φορά. Με εξέπληξε κάπως, αφού ποτέ δεν μου είχε ζητηθεί να γράψω για λογαριασμό μιας εφημερίδας εθνικής εμβέλειας. Έτσι, έγραψα ένα άρθρο – προ­οριζόταν για το ένθετο της εφημερίδας που ονομάζεται Κυρια­κάτικη Aποψη – αλλά δεν το δημοσίευσαν.

Δόθηκε κάποια εξήγηση;

Όχι. Από ό,τι γνωρίζω έφθασε στο τυπογραφείο. Ο εκδό­της που το είχε παραγγείλει μου τηλεφώνησε, προφανώς μετά τη λήξη της προθεσμίας, ότι εκείνος το είχε εγκρίνει, αλλά α­πλά ακυρώθηκε η δημοσίευσή του από υψηλότερο κλιμάκιο. Δεν ξέρω τίποτα περισσότερο γι’ αυτό το θέμα.

Αλλά μπορώ να μαντέψω. Το άρθρο αφορούσε την Τσιά­πας, αλλά αφορούσε επίσης και την NAFTΑ και πιστεύω ότι η Washington Post ήταν ακόμη πιο ακραία και από τους Times, αρνούμενη να επιτρέψει οποιαδήποτε συζήτηση πάνω σ’ αυτό το θέμα.

 Ό,τι συνέβη στην Τσιάπας δεν ήταν και τόσο απρόσμενο.

Στην αρχή, η κυβέρνηση πίστευε ότι θα μπορούσε απλά να καταστείλει την εξέγερση, εφαρμόζοντας τρομακτική βία, αλ­λά μετά υποχώρησε και αποφάσισε να το κάνει με πιο εκλεπτυσμένες μορφές βίας, όταν κανένας δεν θα παρακολουθούσε πλέον τα γεγονότα. Ένα από τα στοιχεία του λόγου για τον οποίο υποχώρησαν, ήταν σίγουρα ο φόβος τους ότι υπήρχε πάρα πολλή συμπάθεια προς την εξέγερση σ’ ολόκληρο το Μεξικό. Αν προέβαιναν σε άγρια καταστολή, θα δημιουργού­σαν στον εαυτό τους πολλά προβλήματα σε όλο το Μεξικό, μέχρι τα σύνορα με τις ΗΠΑ

Οι ινδιάνοι Μάγια στην Τσιάπας, είναι, από κάθε άποψη, οι πιο καταπιεσμένοι άνθρωποι στο Μεξικό, πάντως τα προ­βλήματά τους είναι κοινά με αυτά της μεγάλης πλειοψηφίας του μεξικάνικου πληθυσμού. Αυτή η δεκαετία των νεοφιλε­λεύθερων μεταρρυθμίσεων είχε ως αποτέλεσμα ελάχιστη οι­κονομική πρόοδο στο Μεξικό, αλλά έχει πολώσει δραστικά την κοινωνία. Το μερίδιο των εργατών από το εθνικό εισόδημα έχει μειωθεί δραματικά. Ο αριθμός των δισεκατομμυριούχων αντιθέτως αυξήθηκε πολύ.

Σε εκείνο το ανέκδοτο άρθρο της Post, γράφατε ότι η διαμαρτυ­ρία των ινδιάνων αγροτών στη Τσιάπας προσφέρει «μόνο μια αμυδρή εικόνα των ωρολογιακών βομβών που αναμένεται να εκραγούν και όχι μόνο στο Μεξικό». Τι είχατε υπόψη σας;

Πάρτε το νότιο κεντρικό Λος Aντζελες, για παράδειγμα. Από πολλές πλευρές είναι εντελώς διαφορετικές κοινωνίες βέβαια, αλλά υπάρχουν ορισμένα κοινά σημεία με την εξέγερ­ση στην Τσιάπας. Το νότιο κεντρικό Λος Aντζελες ήταν κάπο­τε ένα μέρος όπου οι άνθρωποι είχαν εργασία και ένα κάποιο βιοτικό επίπεδο, αυτά όμως έχουν καταστραφεί – σε μεγάλο βαθμό από τις κοινωνικοοικονομικές διαδικασίες για τις οποίες μιλάμε.

Για παράδειγμα, τα εργοστάσια επίπλων μεταφέρθηκαν στο Μεξικό, όπου μπορούν να μολύνουν την ατμόσφαιρα με λιγότερα έξοδα. Η πολεμική βιομηχανία, κατά κάποιο τρόπο, έχει πάρει την κατιούσα. Οι άνθρωποι έβρισκαν εργασία στη βιομηχανία χάλυβα και τώρα δεν βρίσκουν πια, έτσι εξεγέρθη­καν. Η εξέγερση στη Τσιάπας ήταν τελείως διαφορετική. Ήταν πολύ πιο οργανωμένη και πολύ πιο δημιουργική. Αυτή είναι η διαφορά μεταξύ μιας κοινωνίας που έχει χάσει τελείως τις ηθι­κές της αξίες όπως αυτή του νότιου κεντρικού Λος Aντζελες και μιας κοινωνίας που διατηρεί κάποιο είδος αξιοπρέπειας και κοινοτικής ζωής.

Αν συγκρίνουμε το καταναλωτικό επίπεδο, αναμφίβολα οι χωρικοί στην Τσιάπας είναι φτωχότεροι από τους ανθρώπους του νότιου κεντρικού Λος Aντζελες. Υπάρχουν λιγότερες συ­σκευές τηλεόρασης ανά κάτοικο. Αλλά με άλλα σημαντικότερα κριτήρια – όπως η κοινωνική συνοχή – η Τσιάπας είναι πιο αναπτυγμένη. Στις ΗΠΑ, έχουμε κατορθώσει, όχι μόνο να πο­λώσουμε τις κοινότητες αλλά επίσης να καταστρέψουμε τις δομές τους. Αυτός είναι ο λόγος που υπάρχει αχαλίνωτη βία.

chomsky01.jpg

Αϊτή

Ας μείνουμε στη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική, την ο­ποία (ο πρώην υπουργός Πολέμου των ΗΠΑ) ο Χένρυ Στίμσον ονόμαζε «η μικρή περιοχή μας εδώ δίπλα, που δεν ενόχλησε ποτέ κανέναν». Ο Ζιάν  Μπερτ Ράντ Αριστίντ εξελέγη πρόεδρος της Αϊτής με ό,τι ευρέως περιγράφηκε ως ελεύθερες και δημο­κρατικές εκλογές. Μπορείτε να σχολιάσετε τα γεγονότα που συ­νέβησαν έκτοτε;

Όταν ο Αριστίντ κέρδισε τις εκλογές, το Δεκέμβριο του 1990 (ανέλαβε καθήκοντα τον Φεβρουάριο του 1991) ήταν μια μεγάλη έκπληξη. Ανέβηκε στην εξουσία με τη βοήθεια ενός δικτύου λαϊκών αγροτικών οργανώσεων που ονομάζονταν Laνalas – η πλημμύρα, δηλαδή – για την ύπαρξη του οποίου οι ξένοι παρατηρητές δεν είχαν την παραμικρή ιδέα (μια και δεν παρατηρούν το τί συμβαίνει μεταξύ των φτωχών. Ήταν μια πολύ εκτεταμένη και επιτυχής οργάνωση και η εμφάνιση αυ­τής της μαζικής λαϊκής οργάνωσης από το πουθενά, κατάφερε να οδηγήσει τον υποψήφιό της στην εξουσία.

Οι ΗΠΑ ήταν πρόθυμες να υποστηρίξουν τις δημοκρατικές εκλογές, υπολογίζοντας ότι ο υποψήφιός τους, ένα πρώην στέ­λεχος της Παγκόσμιας Τράπεζας ονόματι Μάρκ Μπαζέν, θα κέρδιζε άνετα. Διέθετε όλους τους χρηματικούς πόρους και υποστήριξη και φαινόταν σαν βέβαιος νικητής. Τελικά, έλαβε το 14% των ψήφων ενώ ο Αριστίντ περίπου το 67%.

Το μόνο ερώτημα που θα μπορούσε να περάσει από το μυαλό κάποιου που κατέχει ορισμένες ιστορικές γνώσεις ήταν: πώς οι ΗΠΑ θα έβγαζαν από την μέση τον Αριστίντ; Η κατα­στροφή πήρε μεγαλύτερες διαστάσεις τους πρώτους 7 μήνες της διακυβέρνησης του Αριστίντ. Υπήρξαν κάποιες πραγματι­κά εκπληκτικές εξελίξεις.

Η Αϊτή είναι φυσικά μια φτωχή χώρα με απαίσιες συνθή­κες ζωής. Ο Αριστίντ πάντως άρχισε να κερδίζει πόντους. Μπόρεσε να μειώσει τη διαφθορά σε μεγάλο βαθμό και να περιορίσει την υπερβολικά διογκωμένη κρατική γραφειοκρα­τία. Κέρδισε πολλούς διεθνείς επαίνους γι’ αυτό, ακόμη και από τους διεθνείς δανειοδοτικούς οργανισμούς, οι οποίοι του πρόσφεραν δάνεια με ευνοϊκούς όρους γιατί εξετίμησαν όσα έκανε.

Επιπλέον, περιόρισε την διακίνηση των ναρκωτικών. Η ροή τον προσφύγων προς τις ΗΠΑ ουσιαστικά ανεκόπη. Οι ωμότητες που διαπράττονταν ήταν λιγότερες απ’ ό,τι στο πα­ρελθόν ή απ’ ό,τι θα ήταν στο μέλλον. Υπήρχε σημαντικό πο­σοστό λαϊκής συμμετοχής στα δρώμενα, αν και οι αντιθέσεις είχαν αρχίσει ήδη να εμφανίζονται και υπήρχαν περιορισμοί στο τι μπορούσε να κάνει.

Όλα αυτά έκαναν τον Αριστίντ λιγότερο αποδεκτό από την πλευρά των ΗΠΑ οι οποίες προσπάθησαν να τον υπονομεύ­σουν με αυτά που ονομάζουν – φυσικά – «προγράμματα ενί­σχυσης της δημοκρατίας». Οι ΗΠΑ, οι οποίες ποτέ δεν είχαν ενδιαφερθεί για τον συγκεντρωτισμό της εξουσίας στην Αϊτή, όταν οι δικοί τους ευνοούμενοι δικτάτορες ήταν επικεφαλής, ξαφνικά άρχισαν να δημιουργούν εναλλακτικά ιδρύματα που στόχευαν στην υπονόμευση της εκτελεστικής εξουσίας, υποτί­θεται προς όφελος μιας περισσότερο διευρυμένης δημοκρατί­ας. Ένας αριθμός απ’ αυτές τις δήθεν ομάδες εργασίας και αν­θρώπινων δικαιωμάτων, απετέλεσαν τις κυβερνητικές αρχές μετά το πραξικόπημα που έγινε στις 30 Σεπτεμβρίου του 1991.

Ο Οργανισμός Αμερικανικών Κρατών, σαν αντίδραση προς το πραξικόπημα, κήρυξε εμπάργκο εναντίον της Αϊτής και οι ΗΠΑ το υιοθέτησαν, με φανερή όμως απροθυμία. Η κυβέρνηση Μπούς εστίασε την προσοχή στις δήθεν ωμότητες και αντιδημοκρατικές δραστηριότητες του Αριστίντ, υποβαθ­μίζοντας τις μεγάλες ωμότητες που έγιναν αμέσως μετά το πραξικόπημα. Τα ΜΜΕ ακολούθησαν την γραμμή του Μπούς, φυσικά και ενώ ο λαός σφαγιαζόταν στους δρόμους του Πόρτ­ο-Πρένς (πρωτεύουσα της Αϊτής), τα ΜΜΕ εστίαζαν την προ­σοχή τους στις δήθεν παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμά­των επί κυβέρνησης Αριστίντ.

Οι πρόσφυγες άρχισαν πάλι να φεύγουν, διότι η κατάστα­ση επιδεινωνόταν ραγδαία. Η κυβέρνηση Μπούς τους εμπόδι­ζε – κήρυξε ναυτικό αποκλεισμό για την ακρίβεια – και τους έστελνε πίσω. Μέσα σε διάστημα δυο μηνών, η κυβέρνηση Μπούς είχε ήδη υπονομεύσει το εμπάργκο, κάνοντας μια μι­κρή εξαίρεση – οι αμερικανικής ιδιοκτησίας εταιρείες είχαν το δικαίωμα να το καταστρατηγούν. Οι New York Times ονόμα­σαν αυτή την ενέργεια «σωστό συντονισμό» του εμπάργκο για προώθηση της αποκατάστασης της δημοκρατίας!

Στο μεταξύ, οι ΗΠΑ, που ως γνωστό είναι ικανές να α­σκήσουν πίεση όταν το θέλουν, δεν βρήκαν τρόπο να επηρεά­σουν οποιοδήποτε άλλο να κηρύξει εμπάργκο, ούτε καν την γειτονική Δομινικανή Δημοκρατία και η όλη υπόθεση εξελί­χθηκε ουσιαστικά σε φάρσα. Πολύ σύντομα, ο Μάρκ Μπαζέν, ο εκλεκτός των ΗΠΑ, βρέθηκε στην εξουσία σαν πρωθυπουρ­γός, έχοντας πίσω του τους κυρίαρχους στρατηγούς. Εκείνο τον χρόνο, το 1992, το εμπόριο των ΗΠΑ με την Αϊτή δεν υ­πολείπετο του συνήθους, παρά το λεγόμενο εμπάργκο (οι α­ριθμοί του υπουργείου Εμπορίου το αποδεικνύουν, αλλά δεν πιστεύω ότι ο Τύπος το ανακοίνωσε ποτέ).

Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, ο Κλί­ντον επιτέθηκε βίαια κατά της κυβέρνησης Μπούς για την α­πάνθρωπη πολιτική της να αναγκάζει τους πρόσφυγες να επιστρέφουν σ’ αυτό το θάλαμο βασανιστηρίων, ο οποίος αποτε­λεί, παρεμπιπτόντως, μια ωμή παραβίαση της Παγκόσμιας Διακήρυξης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, την οποία ισχυριζό­μαστε ότι εφαρμόζουμε. Ο Κλίντον ισχυρίστηκε ότι θα άλλαζε όλη αυτή την κατάσταση, αλλά η πρώτη του ενέργεια μετά την εκλογή του, πριν ακόμα αναλάβει καθήκοντα, ήταν να επιβάλ­λει ακόμα σκληρότερα μέτρα για να αναγκάσει τους πρόσφυ­γες να επιστρέψουν σ’ εκείνη την κόλαση.

Έκτοτε, είναι απλά θέμα να παρακολουθήσει κανείς τι εί­δους λεπτότητα θα χρησιμοποιείτο για να εξασφαλιστεί το ότι η εκλεγμένη από το λαό κυβέρνηση της Αϊτής δεν θα ανελάμ­βανε ξανά την διακυβέρνηση της χώρας’ δεν της έχει απομεί­νει, εξάλλου και πολύς χρόνος για να κυβερνήσει (οι επόμενες εκλογές έχουν προγραμματιστεί για τον Δεκέμβριο του 1995), έτσι οι ΗΠΑ, λίγο πολύ, κέρδισαν το παιχνίδι.

Εν τω μεταξύ, η τρομοκρατία και οι ωμότητες αυξάνονται. Οι λαϊκές οργανώσεις αποδεκατίζονται. Παρόλο που το λεγό­μενο εμπάργκο παραμένει εν ισχύ, το εμπόριο με τις ΗΠΑ συνεχίζεται και, για την ακρίβεια, αυξήθηκε κατά 50% επί Κλίντον. Η Αϊτή, ένα νησί που λιμοκτονεί, εξάγει τρόφιμα στις ΗΠΑ περίπου 35 φορές περισσότερα τώρα επί Κλίντον, απ’ ό,τι εξήγαγε την εποχή του Μπούς.

Τα μπαλάκια του μπέιζ-μπωλ φθάνουν εδώ απρόσκοπτα. Παράγονται σε εργοστάσια αμερικάνικη ς ιδιοκτησίας, όπου οι γυναίκες που τα κατασκευάζουν λαμβάνουν 10 σέντς την ώρα – αν καταφέρουν να παράγουν την καθορισμένη ποσότητα και επειδή το να παράγουν την καθορισμένη ποσότητα είναι τε­λείως αδύνατο, λαμβάνουν, στην πραγματικότητα, περί τα 5 σέντς (13,5 δρ.) την ώρα.

Τα μπαλάκια του σόφτ-μπώλ από την Αϊτή -διαφημίζονται στις ΗΠΑ σαν εξαιρετικά καλά, διότι εμβαπτίζονται με το χέρι σε κάποιο χημικό παρασκεύασμα που τα καθιστά πιο ανθεκτι­κές. Οι διαφημίσεις δεν αναφέρουν όμως ότι αυτή η χημική ουσία είναι τοξική και ότι σαν επακόλουθο, οι γυναίκες δεν αντέχουν για μεγάλο διάστημα σ’ αυτή την εργασία.

Όταν ο Αριστίντ ήταν στην εξορία, του είχε ζητηθεί να κά­νει παραχωρήσεις στην στρατιωτική χούντα και τη δεξιά επι­χειρηματική τάξη. Αυτό είναι κάπως περίεργο, το θύμα – το αδικούμενο μέρος – να κάνει παραχωρήσεις στον θύτη του.

Είναι όμως απολύτως κατανοητό. Η κυβέρνηση του Αρι­στίντ είχε μια εντελώς λανθασμένη βάση υποστήριξης. Οι ΗΠΑ προσπαθούσαν για πολύ καιρό να τον πείσουν «να διευ­ρύνει την κυβέρνησή του προς όφελος της δημοκρατίας».

Αυτό σήμαινε να αποκλείσει τα δυο τρίτα του πληθυσμού που τον ψήφισαν και να φέρει στο προσκήνιο αυτούς που ονομάζονται μετριοπαθή στοιχεία της επιχειρηματικής τάξης ­τους ντόπιους ιδιοκτήτες ή διευθυντές των εργοστασίων παρα­γωγής υφασμάτων και μπαλών του μπέιζ-μπωλ και αυτούς που συνδέονται με τις αγροτικές επιχειρήσεις των ΗΠΑ Το να μην βρίσκονται στην εξουσία αυτοί, δεν είναι δημοκρατικό.

Τα ακραία στοιχεία της επιχειρηματικής τάξης πιστεύουν ότι απλά πρέπει να τους σφάξουν όλους, να τους κόψουν κομ­ματάκια, να παραμορφώσουν το πρόσωπό τους και να τους πετάξουν μέσα στα αρδευτικά κανάλια. Οι μετριοπαθείς πι­στεύουν ότι πρέπει να τους έχεις να εργάζονται στην αλυσίδα παραγωγής σου για 14 σέντς (38 δραχμές) την ώρα, κάτω από συνθήκες που ούτε καν μπορούν να περιγραφούν.

Φέρτε λοιπόν τους μετριοπαθείς στο προσκήνιο, δώστε τους την εξουσία και τότε θα έχουμε μια πραγματική δημο­κρατία. Ο Αριστίντ, όντας, κάπως «οπισθοδρομικός» και«ζόρικος», δεν ήταν πρόθυμος να το δεχτεί.

Η πολιτική του Κλίντον έχει γίνει τόσο κυνική και προ­κλητική ώστε έχει χάσει σχεδόν όλη την εσωτερική υποστήρι­ξη επί του θέματος. Ακόμα και οι εφημερίδες της επικρατού­σας τάσης, τον κατηγορούν γι’ αυτό. Έτσι, θα πρέπει να υπάρ­ξουν κάποιες απλώς διακοσμητικές αλλαγές.

Αν, όμως, δεν υπάρξει μεγάλη λαϊκή πίεση, η πολιτική μας θα συνεχιστεί και πολύ σύντομα θα έχουμε τους «μετριοπα­θείς» στην εξουσία.

Ας πούμε ότι ο Αριστίντ «αποκαθίσταται». Με δεδομένη την καταστροφή των λαϊκών οργανώσεων και τη διάλυση του κοινωνικού ιστού, ποιες είναι οι προοπτικές που έχει τόσον αυτός όσο και η χώρα;

Κάποιες από τις εκ του σύνεγγυς παρατηρήσεις έχουν γίνει από την America’s Watch (μια οργάνωση για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων με έδρα τις ΗΠΑ). έδωσαν σ’ αυτό το πρόβλημα, μια απάντηση την οποία εγώ θεώρησα α­ληθοφανή. Στις αρχές του 1993, είπαν ότι τα πράγματα έχουν φθάσει σε τέτοιο σημείο, ώστε και αν ακόμα ο Αριστίντ αποκαθίστατο, η ζωηρή και σφριγηλή πολιτική κοινωνία που βα­σιζόταν στις αγροτικές οργανώσεις και τον είχε φέρει στην εξουσία, έχει αποδεκατιστεί σε τέτοιο βαθμό, ώστε είναι απί­θανο να έχει οποιαδήποτε λαϊκή υποστήριξη για να πετύχει κάτι.

Δεν γνωρίζω αν είναι αλήθεια ή όχι, διότι κανένας δεν γνωρίζει τίποτα περισσότερο για το πόσο ισχυρές ήταν αυτές οι ομάδες, τότε στην αρχή. Οι άνθρωποι διαθέτουν αποθέματα θάρρους τα οποία συχνά είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς. Όμως, πιστεύω ότι αυτό είναι το σχέδιο – να αποδεκατιστούν οι οργανώσεις, να εκφοβιστούν οι άνθρωποι τόσο πολύ, ώστε να μην ενοχλήσει αν γίνουν δημοκρατικές εκλογές.

Υπήρξε μια ενδιαφέρουσα Σύνοδος που έγινε από τους Ιησουΐτες του Ελ Σαλβαδόρ, αρκετούς μήνες πριν από τις εκλο­γές στη χώρα. Το πόρισμα της δόθηκε στη δημοσιότητα τον Ιανουάριο του 1994. Μιλούσαν για την προετοιμασία των ε­κλογών και την υπάρχουσα τρομοκρατία η οποία ήταν αναμ­φίβολη. Αναφέρουν ότι το μακροπρόθεσμο αποτέλεσμα της τρομοκρατίας – από την οποία είχαν και αυτοί αρκετή εμπειρία- είναι ο περιορισμός των προσδοκιών των ανθρώπων, κάνο­ντάς τους να πιστέψουν ότι δεν υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις και να σβήσει έτσι κάθε ελπίδα. Από την στιγμή που το επιτυγ­χάνεις αυτό, μπορείς να διεξάγεις εκλογές χωρίς ν’ ανησυχείς υπερβολικά.

Αν οι άνθρωποι εκφοβιστούν αποτελεσματικά, αν οι λαϊ­κές οργανώσεις καταστραφούν σε ικανοποιητικό βαθμό, αν οι άνθρωποι πεισθούν ότι είτε θ’ αποδεχθούν την εξουσία εκεί­νων που έχουν τα όπλα είτε διαφορετικά θα ζήσουν και θα πε­θάνουν μέσα σε μια αθεράπευτη φτώχεια, τότε οι εκλογές που διεξάγεις θα έχουν το αποτέλεσμα που επιθυμείς. Και όλοι θα ζητωκραυγάζουν.

Οι κουβανοί πρόσφυγες θεωρούνται πολιτικοί πρόσφυγες και γίνονται αμέσως δεκτοί στις ΗΠΑ, ενώ οι αϊτινοί πρόσφυ­γες ονομάζονται οικονομικοί πρόσφυγες και δεν τους επιτρέ­πεται η είσοδος.

Αν κοιτάξεις στα αρχεία, πολλοί από τους αϊτινούς πρό­σφυγες στους οποίους δεν δόθηκε πολιτικό άσυλο από τις ΗΠΑ, επειδή δεν θεωρήθηκαν πολιτικοί πρόσφυγες, βρέθηκαν λίγες μέρες αργότερα κατακρεουργημένοι στους δρόμους της Αϊτής.

Υπήρξαν μερικές ενδιαφέρουσες διαρροές από την INS (Υπηρεσία Αλλοδαπών και Πολιτογράφησης). Η μια από ένα στέλεχος της INS το οποίο είχε εργαστεί στην πρεσβεία μας στο Πόρτ-ο-Πρένς. Σε μια συνέντευξή του προς τον Ντένις Μπέρσταν του KPFA, ενός ραδιοσταθμού στο Μπέρκλεϋ της Καλιφόρνιας που χρηματοδοτείται από τους ακροατές, περιέ­γραψε με λεπτομέρεια πως δεν κάνουν ούτε καν τις τυπικές ενέργειες να ελέγξουν τα αποδεικτικά στοιχεία ανθρώπων που υποβάλλουν αίτηση για πολιτικό άσυλο. Την ίδια περίπου επο­χή, διέρρευσε ένα έγγραφο από το τμήμα προστασίας των συμφερόντων των ΗΠΑ στην Αβάνα (το οποίο εξετάζει τις αιτήσεις για άσυλο στις ΗΠΑ) όπου διετύπωναν παράπονα ότι δεν μπορούν να βρουν δικαιολογημένες περιπτώσεις για παρο­χή ασύλου. Εκείνοι που προσέρχονται για να υποβάλλουν αί­τηση, αδυνατούν να αποδείξουν ότι όντως υφίστανται διώξεις. Στην καλύτερη περίπτωση, προβάλλουν ως αιτία διάφορα είδη ταλαιπωρίας που υφίστανται, τα οποία όμως είναι ανεπαρκή για να δικαιολογήσουν το αίτημά τους. Έτσι, έχουν οι δυο πε­ριπτώσεις όταν τις αντιπαραβάλλουμε.

Πρέπει να αναφέρω ότι το Υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ, μόλις προέβη σε μια μικρή τροποποίηση της σχετικής νομοθεσίας, η οποία καθιστά την παραβίαση του Διεθνούς Δι­καίου και της Παγκόσμιας Διακήρυξης Ανθρωπίνων Δικαιω­μάτων από τις ΙΠ1Α ακόμα πιο βάναυση. Τώρα, οι αϊτινοί πρόσφυγες, που φτάνουν ως εκ θαύματος στα χωρικά ύδατα των ΙΠ1Α, μπορούν να σταλούν πίσω. Αυτό δεν επιτρεπόταν ποτέ παλιά και αμφιβάλλω αν άλλες χώρες το επιτρέπουν. ..

main1.jpg

Νικαράγουα

Θυμάστε το θόρυβο που είχε ξεσηκωθεί, στην δεκαετία του 1980, για το ότι οι Σαντινίστας καταπίεζαν τους ινδιάνους Μι­σκίτος που ζούσαν στις ακτές του Ατλαντικού, στη Νικαράγουα. Ο πρόεδρος Ρίγκαν, με το ανεπανάληπτο και υπεροπτικό ύφος του, έλεγε ότι ήταν «μια εκστρατεία πραγματικής γενοκτονίας». Η πρέσβειρα των ΗΠΑ, Τζίν Κέρκπάτρικ, ήταν λίγο πιο συγκρα­τημένη, την ονόμαζε «η πιο μαζική καταπίεση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην κεντρική Αμερική». Τί συμβαίνει τώρα με τους Μισκίτος;

Ο Ρίγκαν και η Κέρκπάτρικ μιλούσαν για ένα επεισόδιο στο οποίο, σύμφωνα με την America’s Watch, αρκετές δεκά­δες Μισκίτος σκοτώθηκαν και. πολλοί άλλοι μετακινήθηκαν από τα σπίτια τους μάλλον με βίαιο τρόπο, κατά την διάρκεια του πολέμου με τους Κόντρας. Οι τρομοκρατικές δυνάμεις τωνΙΠ1Α είχαν εισβάλλει στην περιοχή και οι Σαντινίστας αντέ­δρασαν κατ’ αυτό τον τρόπο. Βεβαίως, επρόκειτο για ωμότη­τα. Αλλά ήταν αμελητέα σε σχέση με τις ωμότητες – για τις οποίες η Τζίν Κέρκπάτρικ πανηγύριζε – που διαπράττονταν στις γειτονικές χώρες την ίδια εποχή, ενώ στη Νικαράγουα, το μεγαλύτερο μέρος των ωμοτήτων διεπράχθη από τους λεγόμε­νους «Μαχητές της Ελευθερίας».

 Τι συμβαίνει τώρα με τους Μισκίτος; Όταν πήγα στη Νι­καράγουα τον Οκτώβριο του 1993, εκκλησιαστικές πηγές ­κυρίως η Χριστιανική Ευαγγελική Εκκλησία η οποία δρα στις ακτές του Ατλαντικού – είχαν αναφέρει ότι 100.000 Μισκίτος λιμοκτονούσαν σαν αποτέλεσμα της πολιτικής που εφαρμόζα­με στη Νικαράγουα. Ούτε μια λέξη δεν αφιερώνεται σ’ αυτό το γεγονός από τα ΜΜΕ εδώ (τώρα τελευταία έγιναν κάποιες ελάσσονες αναφορές).

Οι άνθρωποι, εδώ στις ΗΠΑ, ανησυχούν για το γεγονός ότι μια τυπική συνέπεια των θριάμβων των ΗΠΑ στον Τρίτο Κόσμο, είναι ότι οι χώρες τις οποίες υποτάσσουμε, γίνονται αμέ­σως μεγάλα κέντρα διακίνησης ναρκωτικών. Αυτό οφείλεται σε έναν σοβαρό λόγο: είναι μέρος του συστήματος αγοράς που τους επιβάλλαμε.

Η Νικαράγουα κατάληξε να γίνει ένα μεγάλο διαμετακο­μιστικό κέντρο ναρκωτικών. Μια μεγάλη ποσότητα ναρκωτι­κών περνά δια μέσου των ακτών του Ατλαντικού, τώρα που όλο το κυβερνητικό σύστημα της Νικαράγουας έχει καταρ­ρεύσει. Στις περιοχές μεταφόρτωσης ναρκωτικών, συνήθως η χρήση ναρκωτικών προσλαμβάνει διαστάσεις επιδημίας και αυτό συμβαίνει τώρα ανάμεσα στους Μισκίτος και κυρίως α­νάμεσα στους άντρες που κάνουν καταδύσεις για να αλιεύ­σουν αστακούς και άλλα οστρακόδερμα. Τόσο στη Νικαρά­γουα όσο και στην Ονδούρα, αυτοί οι Μισκίτος δύτες, ανα­γκάζονται, λόγω των οικονομικών περιστάσεων, να κάνουν καταδύσεις. σε μεγάλα βάθη, χωρίς τον κατάλληλο εξοπλισμό. Ο εγκέφαλός τους υφίσταται ανεπανόρθωτες βλάβες και πε­θαίνουν σε σύντομο χρονικό διάστημα. Προσπαθώντας να φτάσουν το προκαθορισμένο όριο απόδοσης, οι δύτες κάνουν χρήση κοκαΐνης, διότι τους βοηθά να αντέξουν τον πόνο.

Επειδή υπάρχει ανησυχία για τα ναρκωτικά εδώ στις ΗΠΑ, αυτή η ιστορία περνά στον Τύπο. Αλλά κανείς δεν ενδιαφέρε­ται τόσο πολύ για τις συνθήκες εργασίας. Τελικά, είναι και αυτή μια καθιερωμένη τεχνική του ελεύθερου εμπορίου. Υ­πάρχει μεγάλο πλεόνασμα ανθρώπινου δυναμικού και έτσι υποχρεώνουν τους δύτες να εργάζονται κάτω από φριχτές συνθήκες εργασίας και όταν κάποιοι πεθαίνουν, απλά προ­σλαμβάνουν άλλους.

noamchomsky.gif

Κίνα

Ας μιλήσουμε για τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Κίνα, έ­ναν από τους κύριους εμπορικούς μας εταίρους.

Κατά την διάρκεια της σύσκεψης κορυφής των χωρών της Ασίας της περιοχής του Ειρηνικού, που έγινε στο Σιάτλ (τον Νοέμβριο του 1993), ο Κλίντον ανακοίνωσε ότι θα αρχίζαμε να στέλλουμε περισσότερο εξοπλισμό υψηλής τεχνολογίας στην Κίνα. Αυτό ήταν παραβίαση μιας απαγόρευσης που είχε επιβληθεί για να τιμωρήσει την Κίνα για την ανάμειξή της στην παραγωγή πυρηνικών όπλων. Η εκτελεστική εξουσία αποφάσισε να επανεξετάσει την απαγόρευση, ώστε να μπο­ρούμε να στέλλουμε στην Κίνα πυρηνικούς αντιδραστήρες, δορυφόρους υψηλής τεχνολογίας και υπερυπολογιστές.

Ακριβώς κατά τη διάρκεια αυτής της σύσκεψη ς κορυφής, μια είδηση εμφανίστηκε στα ψιλά των εφημερίδων. Στην αν­θούσα επαρχία Κουαντγκντόγκ, που θεωρείται το οικονομικό θαύμα της Κίνας, 81 γυναίκες κάηκαν ζωντανές, διότι τις είχαν κλειδώσει σ’ ένα εργοστάσιο. Δυο εβδομάδες αργότερα 60 εργάτες βρήκαν το θάνατο σε ένα εργοστάσιο ιδιοκτησίας του Χόνγκ Κόνγκ. Το κινέζικο Υπουργείο Εργασίας ανέφερε ότι 11.000 εργάτες σκοτώθηκαν σε βιομηχανικά ατυχήματα μόνο στους πρώτους μήνες του 1993, διπλάσιοι απ’ ό,τι τον προη­γούμενο χρόνο.

 Αυτού του είδους οι πρακτικές ποτέ δεν ανακινούνται στις συζητήσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα, ενώ έχει προκληθεί μεγάλος σάλος για τη χρησιμοποίηση της εργασίας των φυλα­κισμένων, από πρωτοσέλιδα άρθρα στους Times. Πού έγκειται η διαφορά; Πολύ απλό, η εργασία των φυλακισμένων είναι κρατική επιχείρηση, δεν συνεισφέρει στο ιδιωτικό κέρδος και για την ακρίβεια το υπονομεύει, επειδή ανταγωνίζεται την ι­διωτική βιομηχανία. Αλλά το να κλειδώνεις γυναίκες στα ερ­γοστάσια όπου καίγονται ζωντανές, συνεφέρει στο ιδιωτικό κέρδος.

Έτσι, η χρησιμοποίηση της εργασίας των φυλακισμένων αποτελεί καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αλλά δεν υφίσταται το δικαίωμα του να μην καείς ζωντανός. Πρέπει να μεγιστοποιήσουμε το κέρδος. Λόγω αυτού του αξιώματος, όλα τα άλλα είναι αναγκαίες συνέπειες.

main2.jpg

Ρωσία

Ένας ακροατής ραδιοφώνου: Θα ήθελα να ρωτήσω για την υποστήριξη των ΗΠΑ προς τον Γιέλτσιν, που στρέφεται εναντίον της δημοκρατίας στη Ρωσία.

Ο Γιέλτσιν ήταν το σκληρό, αυταρχικό αφεντικό του Κομ­μουνιστικού Κόμματος στο Σβερντλόφσκ. Έχει συμπεριλάβει στη Κυβέρνησή του παλιούς κομματικούς μισθοφόρους που διαχειρίζονταν τα πράγματα για λογαριασμό του υπό το προ­γενέστερο σοβιετικό σύστημα. Η Δύση τον υποστηρίζει επειδή είναι αδίστακτος και διότι είναι πρόθυμος να εφαρμόσει τις λεγόμενες «μεταρρυθμίσεις» (μια εύηχη λέξη).

Αυτές «οι μεταρρυθμίσεις» έχουν σχεδιαστεί για να επα­ναφέρουν την τέως Σοβιετική Ένωση στο επίπεδο του Τρίτου Κόσμου, στο οποίο βρισκόταν επί πεντακόσια χρόνια πριν την επανάσταση των μπολσεβίκων. Ο Ψυχρός Πόλεμος διεξήχθη, κυρίως λόγω της απαίτησης να επανέλθει αυτή η τεράστια πε­ριοχή του κόσμου – μια περιοχή πρώτων υλών, αγορών και φτηνής εργατικής δύναμης για τη Δύση – στην προγενέστερη κατάστασή της.

Ο Γιέλτσιν ηγείται της ομάδας που προωθεί τις «μεταρ­ρυθμίσεις», άρα είναι «δημοκράτης». Αυτούς ονομάζουμε δη­μοκράτες σε όλο τον κόσμο, όσους ακολουθούν το δυτικό επι­χειρηματικό πρόγραμμα.

chomsky01.jpg

Νεκρά παιδιά και εξυπηρέτηση του εξωτερικού χρέους

Μετά την επιστροφή σας από ένα πρόσφατο ταξίδι στην Νικαρά­γουα, μου είχατε πει ότι γίνεται όλο και δυσκολότερο ν’ ανακα­λύψεις μια διαφορά μεταξύ οικονομολόγων και γιατρών των Ναζί. Τι εννοούσατε μ’ αυτό;

Υπάρχει μια αναφορά της UNESCO (για την οποία δεν εί­δα να γίνεται καμιά αναφορά στα ΜΜΕ των ΗΠΑ) που υπο­λογίζει το ανθρώπινο κόστος από τις μεταρρυθμίσεις που. επα­ναφέρουν σιγά-σιγά την ανατολική Ευρώπη στις τάξεις του Τρίτου Κόσμου.

Η UNESCO υπολογίζει ότι πεθαίνουν περίπου 500.000 άνθρωποι ετησίως στη Ρωσία από το 1989, γεγονός που είναι άμεσο αποτέλεσμα των μεταρρυθμίσεων, που προέκυψε από την κατάρρευση του συστήματος υγείας, την αύξηση των ασ­θενειών, την αύξηση του υποσιτισμού κλπ. Τον θάνατο μισού εκατομμυρίου ανθρώπων από τις μεταρρυθμίσεις, τον θεω­ρούν ένα αρκετά ουσιαστικό επίτευγμα.

Οι αριθμοί είναι παρόμοιοι, αλλά όχι τόσο θλιβεροί, για την υπόλοιπη ανατολική Ευρώπη. Στον Τρίτο Κόσμο, αυτοί οι αριθμοί ξεπερνούν κάθε φαντασία. Για παράδειγμα, μια άλλη αναφορά της UNESCO υπολογίζει ότι μισό εκατομμύριο παι­διά πεθαίνουν κάθε χρόνο στην Αφρική, απλά για να αποπλη­ρωθεί το εξωτερικό χρέος. Πρόσεξε, όχι εξαιτίας του όλου φάσματος των μεταρρυθμίσεων, αλλά απλά και μόνον από τους τόκους του εξωτερικού χρέους των χωρών τους. Υπολο­γίζεται ότι περίπου 11 εκατομμύρια παιδιά πεθαίνουν κάθε χρόνο από εύκολα ιάσιμες ασθένειες, οι περισσότερες από τις οποίες μπορούν να αντιμετωπισθούν με θεραπείες που κοστί­ζουν μερικά σέντς. Όμως οι οικονομολόγοι μας λένε ότι αν γίνει αυτό, θα διαταραχθούν οι ισορροπίες του συστήματος αγοράς. Αυτό δεν είναι κάτι νέο.

Αυτό μας θυμίζει πολύ τους βρετανούς οικονομολόγους, οι οποίοι κατά τη διάρκεια του λιμού της πατάτας στην Ιρλανδία, στα μέσα του 190υ αιώνα, υπέδειξαν ότι η Ιρλανδία έπρεπε να εξάγει τρόφιμα στην Βρετανία – κάτι που έγινε, κατά τη διάρ­κεια του λιμού – και ότι δεν θα έπρεπε να της δοθεί βοήθεια σε τρόφιμα, γιατί αυτό θα παραβίαζε τους ιερούς κανόνες της πο­λιτικής οικονομίας. Αυτές οι πολιτικές, τυγχάνει να έχουν πά­ντα την αξιοπερίεργη ιδιότητα να ωφελούν τους πλουσίους και να ζημιώνουν τους φτωχούς..

ΣτΜ Βλ. Μάραιη Μπούκτσιν, Ο Μύθος του Υπερπληθυσμού, εκδό­σεις ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ. Μετάφραση Νότης Πάτσαλος, από  το F.M. AΓΚΑΘΙ 104,7 MHz

————————

ΝΟΑΜ ΤΣΟΜΣΚΙ:

Ο λόγος ενός μεγάλου διανοητή

… Ο Τσόμσκι, που γεννήθηκε στη Φιλαδέλφεια της Πενσιλβάνια των ΗΠΑ το 1928, θεωρείται σήμερα ένας από τους θεμελιωτές της σύγχρονης γλωσσολογικής θεωρίας και ένας από τους μεγαλύτερους γλωσσολόγους του 20ού αιώνα – είναι ιδρυτής της Γενετικής Μετασχηματικής Γραμματικής, η οποία προκάλεσε επανάσταση όχι μόνο στο πεδίο της Γλωσσολογίας, αλλά και σε όλους τους κλάδους των επιστημών του ανθρώπου, ιδιαίτερα σ’ αυτούς της Ψυχολογίας και της Φιλοσοφίας, καθώς η θέση του ότι η κατανόηση της ανθρώπινης γλώσσας συμβάλλει κατά πολύ στην κατανόηση της ανθρώπινης φύσης, άνοιξε ένα ευρύ πεδίο θεωρητικών εφαρμογών. Ο Τσόμσκι έγινε παγκοσμίως γνωστός και πέρα από τα σύνορα της ακαδημαϊκής κοινότητας, για τις ριζοσπαστικές πολιτικές θέσεις του και τον πολιτικό ακτιβισμό του, μέσα από τη συγγραφή δεκάδων βιβλίων και άρθρων εναντίον του νεο-φιλελευθερισμού και της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ.

Εισηγητής ενός ελευθεριακού αναρχοσοσιαλισμού, που αρύεται από τις πιο ριζοσπαστικές πηγές της διαφωτιστικής παράδοσης και τον αναρχισμό του Μπακούνιν, ο Τσόμσκι αντιπροσωπεύει σήμερα το χαρακτηριστικό πρότυπο του αντι-εξουσιαστή διανοουμένου, εκφραστής μιας αντι-εξουσιαστικής ιδεολογίας που στόχο έχει διευρύνει το πεδίο των συλλογικών και ατομικών ελευθεριών, μέσα από μια ριζοσπαστική θεωρητικο-πρακτική δράση ενάντια στην εξουσία. «Εκείνο που έχει αξία είναι να αναζητήσουμε και να αντιληφθούμε τις δομές της εξουσίας, της ιεραρχίας και της κυριαρχίας και να τις αμφισβητήσουμε», έχει πει σε μια συνέντευξή του.
Απόδειξη της δημοφιλίας αλλά και της ευρείας απήχησης των απόψεων και ιδεών του αποτελεί η πρόσφατη ανάδειξή του ως του σημαντικότερου, εν ζωή, διανοητή στον κόσμο, σε ψηφοφορία 20.000 αναγνωστών που διεξήγαν τα αμερικανικά περιοδικά «Prospect» και «Foreign Policy».

Μιχάλης Παπαδόπουλος

______________________________________________

http://www.youtube.com/watch?feature=player_embedded&v=uLQFgwLsIHQ

————————————————————————-

Η άγνωστη πλευρά του Τσόμσκι

Στην Ελλάδα ο Nοam Chomsky (Νόαμ Τσόμσκι) είναι γνωστός για δύο κυρίως λόγους. Στο ευρύτερο κοινό είναι γνωστός για την πολιτική του δραστηριότητα ως ένας από τους πιο δριμείς επικριτές όχι μόνο της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ, αλλά και του καπιταλιστικού οικονομικού συστήματος εν γένει. Σε ένα μικρότερο κοινό ειδημόνων είναι γνωστός κυρίως για το επιστημονικό του έργο στον τομέα της γλωσσολογίας.

Αυτό που απουσιάζει από τον χώρο τόσο της ελληνικής όσο και της dιεθνούς βιβλιογραφίας είναι η διερεύνηση και η ανάδειξη μιας άλλης πτυχής της σκέψης του Τσόμσκι. της πολιτικής του φιλοσοφίας η οποία, όπως τουλάχιστον ισχυρίζεται ο ίδιος, παίρνει ως άξονα αναφοράς το φιλελευθερισμό και μάλιστα τον κλασικό φιλελευθερισμό του 18ου αιώνα. Αυτή πολιτικοφιλοσοφική πτυχή της σκέψης του Τσόμσκι διαπερνά όλο το έργο του και επηρεάζει ακόμα, όπως θα δείξουμε, και την επιστημονική μεθοδολογία του στον τομέα της γλωσσολογίας.Στόχος λοιπόν αυτού του βιβλίου είναι η συστηματική ανασυγκρότηση της φιλελεύθερης κριτικής που ασκεί ο Τσόμσκι στον σύγχρονο καπιταλισμό, καθώς και η αντιδιαστολή των απόψεών του σε θέματα όπως η αγορά, τα περιουσιακά δικαιώματα, οι ανώνυμες εταιρείες, το κράτος, η παγκοσμιοποίηση, η δημοκρατία, η μισθωτή εργασία, ο μεθοδολογικός ατομισμός, η ανθρώπινη φύση, η κοινωνία κ.λπ. με τις απόψεις νεοφιλελεύθερων διανοητών. κυρίως των νεοαυστριακών, όπως του νομπελίστα Friedrich Hayek, του Joseph Shumperet, του Ludvig von Mises, του Milton Friedman και αναλυτών της σχολής της Δημόσιας Επιλογής.

Συνοπτικά, το επιχείρημα του Τσόμσκι είναι ότι το σημερινό καπιταλιστικό σύστημα  αποτελεί διαστρέβλωση των αξιών του κλασικού φιλελευθερισμού. Οι τοποθετήσεις του παραπέμπουν κυρίως στον Adam Smith και τον Wilhelm von Humbold, ενώ δεν παραλείπει να κάνει αναφορές και στον Alexis de Tocqueville. Είναι ενδιαφέρον ότι ο ορισμός τον οποίο χρησιμοποιεί για το υπάρχον οικονομικό σύστημα, δηλαδή «επιχειρηματικός μερκαντιλισμός» («corporate mercantilism»), παραπέμπει άμεσα στην κριτική που άσκησε ο Ανταμ Σμιθ στο σύστημα της εποχής του. Είναι πολύ δύσκολο να τοποθετήσει κανείς την κριτική του Τσόμσκι στο πλαίσιο του γνωστού σχήματος «Αριστερά-Δεξιά». Ο ίδιος μάλιστα θεωρεί ότι αυτοί οι όροι δεν έχουν πλέον νόημα: «Συμβατικοί όροι του πολιτικού λόγου, όπως Αριστερά και Δεξιά, κατάντησαν σχεδόν κενοί περιεχομένου. Είναι τόσο διαστρεβλωμένοι και παράλογοι, ώστε είναι μάλλον καλύτερα να τους απορρίψουμε».

Πάντως, το κεντρικό στοιχείο που σε τελική ανάλυση διαφοροποιεί ριζικά τις πολιτικοοικονομικές αντιλήψεις του Τσόμσκι από αυτές που επικρατούν στον ευρύτερο χώρο της Αριστεράς είναι το γεγονός ότι βασίζονται σε μια συγκεκριμένη θεώρηση της ανθρώπινης φύσης, η οποία σε τελική ανάλυση παραπέμπει στη βιολογία. Ο Τσόμσκι απορρίπτει την αντίληψη του ανθρώπου ως μιας «λευκής κόλλας χαρτιού» (Πίνκερ) στην οποία μπορεί να γράψει κανείς ό,τι θέλει, μια άποψη που αντιλαμβάνεται τον άνθρωπο ως παράγωγο πολιτισμικών και ιστορικών μεταβλητών.

Ο Τσόμσκι δεν προσπαθεί να οικοδομήσει μια δεοντολογική θεωρία ούτε μια θεωρία κοινωνικής δικαιοσύνης, όπως ο Ρολς, ούτε καν μια ηθική θεώρηση. Ο «ελευθεριακός σοσιαλισμός» τον οποίο επικαλείται δεν είναι μια θεωρία ή κοσμοθεώρηση που είναι πιο δίκαιη, πιο αποτελεσματική ή πιο παραγωγική από τις άλλες. Δεν είναι μια θεωρία, με άλλα λόγια, που νομιμοποιείται στη βάση μιας ηθικής, πολιτικής ή οικονομικής κοσμοαντίληψης.

Αντίθετα, ο «ελευθεριακός σοσιαλισμός» αποτελεί προσπάθεια επεξεργασίας και διατύπωσης των κοινωνικών προϋποθέσεων που θα πρέπει να υπάρχουν προκειμένου να μπορέσουν να αναπτυχθούν στο έπακρο οι έμφυτες βιολογικές δυνατότητες του ανθρώπου. Οπως γράφει: «Πιστεύω ότι οι πολιτικές απόψεις καθενός ή οι ιδέες του για την κοινωνική οργάνωση θα πρέπει να βασίζονται σε τελική ανάλυση σε κάποια αντίληψη για την ανθρώπινη φύση και τις ανθρώπινες ανάγκες».

ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ – 20/04/2007

______________________________________________

O Νόαμ Τσόμσκι βρέθηκε στο πλευρό του εκδότη του στην Τουρκία
_1817922_twoap300.jpg

14.2.2002 0:02 (Ωρα Λονδίνου)
Στην Τουρκία, δικαστήριο αθώωσε τον εκδότη Φατίχ Τάς, που αντιμετώπιζε κατηγορίες για αυτονομιστική προπαγάνδα γιατί εξέδωσε το βιβλίο του Νόαμ Τσόμσκι «Αμερικανικός Παρεμβατισμός» που αναφέρεται στο κουρδικό ζήτημα

Ο γνωστός αμερικανός συγγραφέας παρακολούθησε την δίκη στην Κωνσταντινούπολη, κατηγορεί τις ΗΠΑ επειδή, όπως αναφέρει, στηρίζουν την παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τις εθνικές εκκαθαρίσεις από την κυβέρνηση της Τουρκίας κατά της Κουρδικής μειονότητας της χώρας.

Ο Νόαμ Τσόμσκι εξέφρασε την ελπίδα του η απόφαση αυτή του δικαστηρίου να βοηθήσει στην εδραίωση της ελευθερίας του λόγου στην Τουρκία.

Οπως μεταδίδει ο ανταποκριτής του BBC στην Κωνσταντινούπολη ο κ. Τσόμσκι έθεσε τον εαυτό του σε κίνδυνο όταν παρουσιάστηκε στο τουρκικό δικαστήριο καθώς το κατηγορητήριο θα μπορούσε να διευρυνθεί συμπεριλαμβάνοντας και τον ίδιο.

02/01/2007 - Posted by | -Ιδεολογικά, -Κρίση, -Περί οικονομίας, -Πολιτική, -Συνεντεύξεις

7 Σχόλια »

  1. […] Μεϊχανέδες, μαντίλες και ο Τσόμσκι […]

    Πίνγκμπακ από -Μεϊχανέδες, μαντίλες και ο Τσόμσκι « Πόντος και Αριστερά | 30/08/2008

  2. […] -Noam Tsomski […]

    Πίνγκμπακ από -Ο απολογισμός του έτους « Πόντος και Αριστερά | 08/01/2010

  3. […] -Noam Tsomski […]

    Πίνγκμπακ από -10 στρατηγικές χειραγώγησης « Πόντος και Αριστερά | 14/10/2011

  4. http://greeksceptic.com/category/islam/

    Το ταμπού της κριτικής στη θρησκεία και το Ισλάμ

    Islam, Religion Μαΐου 2, 2014 1 σχόλιο
    Ο πρέσβης μας απάντησε πως τα δικαιώματά τους βασίζονταν στους Νόμους του Προφήτη, πως ήταν γραμμένο στο Κοράνι, πως όλα τα έθνη που δεν το αναγνώριζαν αυτό ήταν αμαρτωλά, πως ήταν το δικαίωμά τους και το καθήκον τους να κηρύξουν πόλεμο σε οποιονδήποτε μπορούν να βρουν και να κάνουν σκλάβους όλους όσους μπορούν να πάρουν αιχμάλωτους και πως κάθε Μουσουλμάνος που μπορεί να πεθάνει στη μάχη, είναι σίγουρο πως θα πάει στον Παράδεισο.

    Τα παραπάνω λόγια δεν είναι μια ιντερνετική δήλωση της Αλ Κάιντα. Τα παραπάνω είπε ο Thomas Jefferson, όταν ήταν ο πρέσβης των ΗΠΑ στη Γαλλία, στον Secretary of State John Jay και πρόκειται για μια συζήτηση που είχε με τον απεσταλμένο της Λιβύης στο Παρίσι Sidi Haji Abdul Rahman Adja το 1786.

    Αυτά ειπώθηκαν πολύ πριν εμφανιστεί η Αλ Κάιντα, οι Ταλιμπάν, πριν τη δημιουργία του Ισραήλ αλλά και πριν την Άραβο-Ισραηλινή σύγκρουση. Πριν ακόμα οι ΗΠΑ αποκτήσουν φιλο-ισραηλινή πολιτική, πριν αποκρυσταλλώσουν οποιαδήποτε εξωτερική πολιτική, πριν το Γκουαντάναμο, πολύ πριν οι Αμερικανοί κάνουν οποιαδήποτε επίθεση σε Αραβική χώρα.

    Εκείνη την εποχή, χιλιάδες πλοία, Αμερικάνικα και Ευρωπαϊκά δέχονταν πειρατικές επιθέσεις από μουσουλμάνους με βάση τα βόρεια παράλια της Αφρικής. Εκατομμύρια δυτικοί είχαν αιχμαλωτιστεί και πουληθεί ως σκλάβοι, και η Τρίπολη ήταν το επίκεντρο των επιχειρήσεων. Ο Τζέφερσον είχε κληθεί να μεσολαβήσει ώστε να σταματήσει αυτή η κατάσταση, αλλά πήρε την απάντηση που διαβάσατε παραπάνω.

    Από που λοιπόν προήλθαν αυτά τα λόγια του Sidi Haji Abdul Rahman Adja; Η Αμερικάνικη πολιτική δεν είχε τίποτα το φίλο-Ισραηλινό, ούτε καν φίλο-Χριστιανική. Ακόμα τότε η Αμερική ήταν τοποθετημένη ξεκάθαρα υπέρ του διαχωρισμού κράτους-εκκλησίας και η θρησκεία δεν έπαιζε σημαντικό ρόλο στην πολιτική σκηνή.

    Αλλά αυτά τα λόγια είναι πανομοιότυπα των ανακοινώσεων της Αλ Κάιντα, ή οποιασδήποτε μουσουλμανικής οργάνωσης που κηρύττει Τζιχάντ.

    Πως εξηγείται αυτό; Μα είναι απλό, ο κοινός παρονομαστής δεν είναι άλλος από τη θρησκεία.

    Μετά την βομβιστική επίθεση στον Μαραθώνιο της Βοστόνης και την αποτυχημένη επίθεση της Αλ Κάιντα στο Τορόντο, όλοι μιλάνε για οτιδήποτε εκτός της Τζιχάντ. Αν οι επιτιθέμενοι μας πουν πως ήταν η πολιτική, ή οι ανισότητες, ή τα video παιχνίδια, ή οι εξωγήινοι που τους οδήγησαν στις πράξεις αυτές, δεχόμαστε τη δικαιολογία αμέσως. Αλλά όταν ξανά και ξανά μας λένε πως οι θρησκευτικές τους πεποιθήσεις τους οδήγησαν στην επίθεση αυτή, εμείς το σκεφτόμαστε και στο τέλος καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως “δεν μπορεί, θα υπάρχει ένας βαθύτερος λόγος”.

    Το “ταμπού” που δεν μας επιτρέπει να κριτικάρουμε τις θρησκείες είναι τόσο δυνατό ώστε, ακόμα και μετά από αιώνες μαθημάτων, δεν μπορούμε να δεχθούμε το οφθαλμοφανές: τις περισσότερες φορές είναι η θρησκεία το πρόβλημα και όχι η διαστρέβλωσή της, η πολιτικοποίησή της, ή η “κακή της χρήση”.

    Οποιοσδήποτε πει το παραπάνω, πως δηλαδή το πρόβλημα είναι το Ισλάμ και όχι κάτι άλλο, αμέσως αποκτά μια ταμπέλα που λέει: ρατσιστής και Ισλαμοφόβος. Αυτό δεν γίνεται μόνο από τους ισλαμιστές αλλά και από τους “προοδευτικούς” της κοινωνίας οι οποίοι υποτίθεται πως φυλάσσουν την ισότητα και την ισονομία.

    Χωρίς αμφιβολία, υπάρχουν πάρα πολλοί Ισλαμιστές που δεν είναι επικίνδυνοι άνθρωποι. Είναι φιλικότατοι και το μόνο που θέλουν είναι να ενταχθούν στην κοινωνία στην οποία ζουν και όχι να την αλλάξουν ώστε αυτή να προσαρμοστεί σε αυτούς. Αυτοί οι Ισλαμιστές μπορεί να ξέρουν επιφανειακά τη θρησκεία τους και να μην έχουν διαβάσει το Κοράνι, όπως πολλοί χριστιανοί κάνουν με τη δική τους θρησκεία.

    Από την άλλη, πρέπει να ξεκαθαρίσουμε πως οι “εξτρεμιστές” δεν είναι κάποιοι που υπερβάλλουν, ή που δίνουν λάθος νόημα στη θρησκεία τους. Οι εξτρεμιστές είναι αυτοί που έχουν εντρυφήσει, έχουν διαβάσει σε βάθος τα ιερά κείμενά τους και που στέκονται στις βασικές αρχές της θρησκείας τους. Για αυτό τους λέμε “φονταμενταλιστές”, μια λέξη που βγαίνει από την αγγλική “fundamentalist“: κάποιος που απαιτεί αυστηρή παρακολούθηση των ορθόδοξων θεολογικών διδαχών, συνήθως ως αντίδραση στον μοντερνισμό της θρησκείας.

    Σε μια πραγματικά ειρηνική θρησκεία οι “εξτρεμιστές” θα ήταν αυτοί που θα προστάτευαν την ειρήνη πάση θυσία και με κάθε τρόπο και όχι το αντίθετο.

    Πολύ συχνά, μετά από μια επίθεση βλέπουμε διάφορους πιστούς να “τρέχουν” να υπερασπιστούν την πίστη τους από την κριτική και να ρίχνουν το φταίξιμο αλλού. Ακόμα και όταν υπάρχουν ξεκάθαρες συνδέσεις με τη θρησκεία, άλλες εξηγήσεις επιλέγονται με το φόβο πως θα χρησιμοποιηθούν πάλι τα ίδια όπλα, οι ίδιες κατηγορίες, του ρατσιστή και του ισλαμοφόβου. Αντί να ασχοληθούν με τα θύματα, προσπαθούν να προσαρμόσουν τα αίτια στις δικές τους ιδέες περί θρησκείας.

    Αλλά το πρόβλημα δεν είναι πως τα ΜΜΕ συνδέουν τους τρομοκράτες με το Ισλάμ, αλλά πως οι ίδιοι συνδέουν τους εαυτούς τους με αυτό. Όταν η 17Ν σκότωνε πριν μερικά χρόνια, δεν μίλαγε για θρησκείες, για παράδεισο και αμαρτίες, αλλά για πολιτική και ταξικό πόλεμο.

    Εδώ είναι και οι διαφορά των άθεων από τους υπερασπιστές των θρησκειών. Εμείς δεν θεωρούμε πως οι θρησκείες είναι υπεράνω κριτικής και δεν στεκόμαστε στις πράξεις των λίγων “κακών”. Αξιολογούμε τις γραφές, τις διδαχές της θρησκείας και έτσι κρίνουμε. Κανένα βιβλίο και καμία ιδέα δεν είναι υπεράνω κριτικής, ας το πάρουμε απόφαση. Η “μάχη” μας δεν είναι ενάντια στο δικαίωμα της πίστης, αλλά υπέρ των δικαιωμάτων των ανθρώπων. Είναι οι άνθρωποι και τα δικαιώματά τους που αξίζουν σεβασμού και όχι οι ιδέες τους ή τα πιστεύω τους. Όπως λέμε πως το αλκοόλ κάνει κακό, αλλά όποιος πίνει μια μπύρα δεν είναι απαραίτητα κακός, έτσι λέμε πως η θρησκεία είναι κακό, όχι πως οι θρησκευόμενοι είναι κακοί άνθρωποι.

    Όταν λοιπόν μιλάμε για τους κινδύνους του Ισλάμ, δεν χαρακτηρίζουμε τους Ισλαμιστές ως επικίνδυνους, αλλά τη θρησκεία τους. Μια θρησκεία που δεν έχει αλλάξει από τότε που εμφανίστηκε και από την εποχή του Sidi Haji Abdul Rahman Adja εξακολουθεί να θεωρεί τους άπιστους ως θεμιτούς στόχους και άτομα με λιγότερα δικαιώματα από τους υπόλοιπους.

    Σε όλα αυτά προσθέστε και τη δήλωση του Προέδρου της Ένωσης Μουσουλμάνων Ελλάδας, ο οποίος λέει πως το Κοράνι είναι πάνω από τους νόμους του κράτους και καταλαβαίνετε πόσο επικίνδυνο είναι να εκτροχιαστεί η κατάσταση.

    Μην περιμένετε το Ισλάμ να προσαρμοστεί στην Ελληνική κοινωνία. Να περιμένετε πίεση η Ελληνική κοινωνία να δεχθεί πράγματα τα οποία δεν ταιριάζουν με την Ελληνική πραγματικότητα.

    Από εμάς εξαρτάται να ξεπεράσουμε τα ταμπού του παράλογου σεβασμού προς τις θρησκείες και να δούμε το πρόβλημα το οποίο μας κοιτά κατάματα και ας κάνουμε εμείς πως δεν βλέπουμε.

    Ας το ξεκαθαρίσουμε μια και καλή: το να μην δέχεσαι αυτούς που έχουν σκοπό να μειώσουν τα δικαιώματά σου δεν είναι φασιστική συμπεριφορά αλλά προάσπιση της ελευθερίας.

    http://www.huffingtonpost.com/ali-a-rizvi/an-atheist-muslims-perspective-on-the-root-causes-of-islamist-jihadism-and-the-politics-of-islamophobia_b_3159286.html?utm_hp_ref=tw

    ————————————————-

    Η υποκρισία του Ισλάμ

    Islam, Religion Φεβρουαρίου 28, 2014 Γράψτε ένα σχόλιο
    Για το Ισλάμ έχω αναφερθεί αρκετά, ίσως όχι όσο για το χριστιανισμό, αλλά αυτό δεν συμβαίνει επειδή φοβάμαι, όπως λένε κάποιοι χαιρέκακοι χριστιανοί, αλλά γιατί δεν το ξέρω τόσο καλά.

    Αλλά στην τελική, το Ισλάμ δεν έχει και τόσο μεγάλη διαφορά από τον Χριστιανισμό. Έχει και αυτό ένα ιερό βιβλίο, με τις δικές του ιστορίες δημιουργίας του κόσμου, είναι γεμάτο οδηγίες για το πως να λατρεύεις τον Αλλάχ, τί να μην κάνεις ώστε να μη σε τιμωρεί ο Αλλάχ για πάντα μετά θάνατον, και τί να κάνεις για να έχεις ένα μάτσο παρθένες και βουνά από ρύζι και μέλι. Άσχετο, αλλά οι παρθένες μετά το σεξ ξαναγίνονται παρθένες ή είναι κάτι σαν το εφάπαξ;

    Τέλος πάντων, δεν είναι σημαντικό και σίγουρα δεν είναι το θέμα μας.

    Το θέμα είναι πως πρόσφατα μια ομάδα μουσουλμάνων κληρικών έβγαλε μια φάτβα (απαγόρευση, λίγο έως πολύ) για τα ταξίδια στο Άρη. Όπως μας ενημερώνει το άρθρο, μια ομάδα κληρικών απαγόρευσε σε μουσουλμάνους να πάνε ταξίδι με τον Mars One διότι η αποστολή είναι εξαιρετικά επικίνδυνη και μπορεί να πεθάνουν.

    Και βέβαια δεν διαφωνώ με την επικινδυνότητα, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πως ένα τέτοιο ταξίδι έχει εξαιρετικά μεγάλα ρίσκα και ο θάνατος των συμμετεχόντων είναι πιθανός. Καταλαβαίνω επίσης πως οι μουλάδες θέλουν να διατηρήσουν τους πιστούς τους ζωντανούς. Κανένα πρόβλημα ως εδώ.

    Το πρόβλημα όμως ξεκινά όταν οι Ισλαμιστές ιερείς απαγορεύουν στους πιστούς τους να πάνε με την αποστολή της NASA στον ‘Αρη που δεν θα γίνει πριν το 2023, αλλά δεν απαγορεύουν το φόνο μιας γυναίκας από τους συγγενείς της επειδή βιάστηκε, δεν απαγορεύουν τις τρομοκρατικές επιθέσεις αυτοκτονίας, ή τις σφαγές στη Συρία, τις εκτελέσεις με απαγχονισμό ή λιθοβολισμό σε χώρες σαν τη Σαουδική Αραβία, την Υεμένη και τη Σομαλία, τους ακρωτηριασμούς των γυναικείων γεννητικών οργάνων, ή τους γάμους ανήλικων κοριτσιών.

    Νομίζω πως ο μουσουλμανικός κόσμος έχει πολύ σοβαρότερα προβλήματα από την αποστολή μερικών ατόμων στον Άρη, με τα οποία θα όφειλαν οι κληρικοί του να ασχοληθούν. Δυστυχώς για όλους μας το Ισλάμ έχει γυρίσει εκατομμύρια ανθρώπους στο μεσαίωνα και μοιάζει να μην υπάρχει κάποιος να αναστρέψει αυτή την κατάσταση.

    Κάτι θα πρέπει να γίνει για αυτό το θέμα διότι με την εξάπλωση των μουσουλμάνων μεταναστατών μας απασχολεί πλέον όλους. Αυτά τα πράγματα δεν γίνονται σε μια απομονωμένη έρημο του κόσμου αλλά στη διπλανή μας πόρτα και δεν μπορούμε να τα αγνοούμε. Βέβαια εμείς, ως μη μουσουλμάνοι, δεν μπορούμε να κάνουμε πολλά. Αν είναι να γίνει κάτι θα πρέπει να γίνει μέσα από τον Ισλαμικό κόσμο, να βρεθεί κάποιος φωτισμένος άνθρωπος που θα δώσει τα σωστά μηνύματα και θα ξεκολλήσει τους πιστούς από το βούρκο στον οποίο έχουν πέσει.

    Υπάρχει όμως κάτι που μπορούμε να κάνουμε. Μπορούμε να το συζητάμε και να το αναδείξουμε σαν πρόβλημα. Να φέρουμε τη θρησκευτική ηγεσία του Ισλάμ προ των ευθυνών της και να πιέσουμε για αλλαγές. Να ξεκαθαρίσουμε πως η κοινωνία μας δεν πρόκειται να προσαρμοστεί στις δικές τους θρησκευτικές ανάγκες και πιστεύω και πως αν θέλουν να ενταχθούν σε αυτή θα πρέπει να τη σεβαστούν και να μην προσπαθήσουν να την αλλάξουν. Δεν περάσαμε από τον θρησκευτικό μεσαίωνα του χριστιανισμού μόνο για να βρεθούμε σε αυτόν του Ισλάμ.

    Αλλά για να γίνει το παραπάνω θα πρέπει να ξεπεράσουμε την ιδέα πως όλες οι θρησκευτικές πεποιθήσεις είναι εξ ορισμού άξιες σεβασμού και πως δεν έχουμε δικαίωμα να αμφισβητήσουμε τις αρχές τους. Το ακούω ακόμα και από ανοιχτόμυαλους χριστιανούς και θυμώνω. Αν δεν αμφισβητήσουμε τις συμπεριφορές που δεν ταιριάζουν με τις δικές μας αξίες, αν επιτρέψουμε ή κοιτάξουμε από την άλλη μεριά όταν δολοφονηθεί μια γυναίκα διότι την βιάσανε, τότε είναι θέμα χρόνου να κυλίσουμε στον ίδιο βούρκο που βρίσκεται και το Ισλάμ. Και όταν βρεθούμε εκεί θα χάσουμε τη μάχη διότι δεν θα παίζουμε με κανόνες που γνωρίζουμε.

    Από εμάς εξαρτάται. Μοναδικός μας στόχος θα πρέπει να είναι η υπεράσπιση των ανθρώπινων δικαιωμάτων τα οποία κερδίσαμε μετά από αιώνες μάχης και ποταμούς αίματος. Δεν πρέπει να επιτρέψουμε σε μια οπισθοδρομική θρησκεία σαν το Ισλάμ να μας πισωγυρίσει. Το οφείλουμε στα παιδιά μας να σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων και να πούμε τη γνώμη μας. Χωρίς φόβο.

    Σχόλιο από Πόντος και Αριστερά | 05/06/2014

  5. Ο Χριστιανισμός ως επανάσταση

    Η πίστη και ο αγώνας για τη βελτίωση του κόσμου μας και των συστημάτων του είναι αναμφισβήτητα καλή. Εκατομμύρια είναι οι αγωνιστές της ελευθερίας, του αγώνα κατά της φτώχειας, του αιτήματος για δικαιοσύνη. Ο κόσμος μας, ωστόσο, ελάχιστα έχει βελτιωθεί στο πέρασμα των αιώνων. Βασικότατη καμπή αυτή της αλλαγής υπήρξε μια “εισβολή στην ανθρώπινη ιστορία”.

    Η ζωή και το έργο του Χριστού πάνω στη γη. Για τους καλόπιστους ερευνητές ο Χριστιανισμός υπήρξε η πιο μεγάλη επανάσταση. Η πιο μεγάλη πνευματική επανάσταση. Δεν παρουσίασε ένα επαναστατικό πρόγραμμα, για να αλλάξει το κοινωνικό ή πολιτικό κατεστημένο με εξωτερικές μεταρρυθμίσεις. Έριξε μέσα στην ανθρωπότητα ή μάλλον στις καρδιές, ένα σπέρμα επαναστατικό που θα τις αναμοχλεύει αδιάκοπα. Δεν έφερε απλώς ένα νέο πρόγραμμα ζωής, έφερε μια καινούργια ζωή, δεν επεδίωξε να αλλάξει βίαια και βεβιασμένα συνήθειες εξωτερικές ή συστήματα κοινωνικά.

    Θέλησε να αλλάξει όχι τα συστήματα, αλλά τους ίδιους τους ανθρώπους, να μεταμορφώσεις τις καρδιές και έτσι με νέους και αναγεννημένους ανθρώπους να οικοδομήσει μια νέα κοινωνία. Ήξερε πολύ καλά, ότι οποιαδήποτε αλλαγή, μεταρρύθμιση ή επανάσταση, που δεν αλλάζει και δε μεταμορφώνει τον άνθρωπο και δεν ανακαινίζει και δεν εξαγνίζει την καρδιά του, είναι ματαιοπονία και αυταπάτη. Χωρίς την επανάσταση μέσα στην καρδιά τα αποτελέσματα είναι επιφανειακά, προσωρινά και ασήμαντα. Το είδαμε αυτό σε πολλές “επαναστάσεις” ή “αλλαγές”. Χωρίς μια διαδικασία αυτοαλλαγής, τα υποκείμενα της αλλαγής αλλοτριώνονται και τα επαναστατικά κινήματα μετατρέπονται σε αντιδραστικά.

    Δεν ήταν, λοιπόν, επαναστατική η διδασκαλία του Χριστιανισμού και δεν ήταν επαναστάτης ο Χριστός; Μα η πρώτη λέξη που πρόφερε στην αρχή της δημόσιας δράσης Του, το πρώτο κήρυγμά Του, άρχισε με μια λέξη κατ’ εξοχήν επαναστατική: «Μετανοείτε» (Ματθ. δ΄17). Αλλάξτε, δηλαδή, νοοτροπία και ζωή. Κάντε στροφή εκατόν ογδόντα μοίρες και βάλτε νέες αρχές και κατευθύνσεις. Αρχίστε μια καινούργια ζωή.

    Τι σημαίνει τώρα νέα ζωή για το Χριστιανό; Τέτοια ζωή δε θα μπορούσε ούτε να τη φανταστεί κι ο πιο τολμηρός επαναστάτης του υλισμού. Μια ζωή αληθινά προοδευτική, ζωή αγάπης, δικαιοσύνης, αλήθειας, ελευθερίας, που και σήμερα, αν και πέρασαν δυο χιλιάδες χρόνια από τότε, για πολλούς είναι ασύλληπτη. Είναι η νέα ζωή, που έφερε ο Χριστός στη γη, αληθινά επαναστατική και πρωτοποριακή, που όμοιά της δε γνώρισε ούτε θα γνωρίσει ποτέ ο κόσμος.

    Μια ζωή απαιτητική, ριζοσπαστική, που αποστρέφεται τα ημίμετρα και τους συμβιβασμούς, τις υποχωρήσεις και τις παραχωρήσεις. Όσοι θέλουν να δουν αν ήταν αληθινά προοδευτική και ριζοσπαστική η διδασκαλία και η νέα ζωή που έφερε ο Χριστός στη γη, ας διαβάσουν προσεκτικά την περίφημη «επί του όρους ομιλία» Του. Δεν υπάρχει πιο επαναστατική διδασκαλία. Αυτή έδωσε το σύνθημα και τη δύναμη για την αποτίναξη των δεσμών της αμαρτίας και κάθε τυραννίας. Εκεί μακαρίζονται και προβάλλονται προς μίμηση «οι πεινώντες και διψώντες την δικαιοσύνην» (Ματθ. ε΄ 6) και όχι την αδικία, «οι ειρηνοποιοί» και όχι οι ειρηνοκάπηλοι. Προχωρεί από την επιφάνεια στο βάθος και χτυπάει το κακό στη ρίζα του, γιατί βλέπει πίσω από την πράξη την επιθυμία που κυοφόρησε μέσα στην καρδιά.

    Δυστυχώς τα δυο χιλιάδες χρόνια που πέρασαν έχουν ξεθωριάσει πολλά πράγματα. Ο Χριστιανισμός έγινε για πολλούς κατεστημένο, ρουτίνα, άχρωμος και νεκρός τυπικισμός, αναιμική και ασπόνδυλη πίστη, χειρότερη και από την απιστία. Για άλλους είναι ένα ηρεμιστικό, ένα αναλγητικό για τις δοκιμασίες της ζωής. Άλλοι τον βλέπουν σαν ασφαλιστική εταιρεία ζωής αιωνίου.

    Όλα όμως αυτά ποια σχέση έχουν με το Χριστιανισμό; Η απάθεια, η ακινησία και η μοιρολατρία μπορεί να έχουν σχέση με τις ανατολικές θρησκείες. Αστρονομική, όμως, είναι η απόσταση, που χωρίζει από τη δυναμική θρησκεία του πιο μεγάλου πνευματικού Επαναστάτη, που «ήρθε να βάλει φωτιά στη γη» (Λουκ. ιβ’ 49).

    Από την αρχή ως το τέλος το μήνυμα του Ευαγγελίου, για εκείνους φυσικά που το μελετούν σοβαρά και υπεύθυνα, είναι μια επανάσταση. Αυτή η πλευρά η ριζοσπαστική του Χριστιανισμού συχνά μάς διαφεύγει. Διαφεύγει όχι μονάχα από τους αρνητές ή τους πολεμίους της πίστης, αλλά και από πολλούς καλοπροαίρετους Χριστιανούς. Κάποτε όμως πρέπει όλοι να γνωρίσουμε το τόσο επίκαιρο και για την εποχή μας αφυπνιστικό μήνυμα του Χριστού.

    http://sophia-siglitiki.blogspot.gr/2013/05/blog-post_8827.html

    Σχόλιο από Χρ | 15/06/2014

  6. Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, Κυριακή 5 Οκτωβρίου 2014

    ΝΟΑΜ ΤΣΟΜΣΚΙ, γλωσσολόγος, φιλόσοφος, κοινωνικός και πολιτικός στοχαστής
    «Ο καπιταλισμός, ασυμβίβαστος με τη δημοκρατία»
    Ο κορυφαίος αντιφρονών των ΗΠΑ μιλά για το Μεσανατολικό, τους τζιχαντιστές, τις σφαγές στη Γάζα, το ουκρανικό και το ΝΑΤΟ, τον αρπακτικό καπιταλισμό και τον πυρηνικό κίνδυνο
    ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ στον Χ.Ι. ΠΟΛΥΧΡΟΝΙΟΥ
    Εδώ και δεκαετίες, ο Νόαμ Τσόμσκι θεωρείται ευρέως ως ο πιο σημαντικός διανοούμενος εν ζωή (γλωσσολόγος, φιλόσοφος, κοινωνικός και πολιτικός επικριτής) και ο κορυφαίος αντιφρονών των Ηνωμένων Πολιτειών από τον πόλεμο του Βιετνάμ.

    Το έργο του γύρω από τη γλωσσολογία έχει επηρεάσει μια σειρά από ακαδημαϊκούς τομείς, που κυμαίνονται από την τεχνητή νοημοσύνη και τη γνωσιακή επιστήμη μέχρι την επιστήμη των υπολογιστών, τη λογική, τα μαθηματικά και τη θεωρία της μουσικής και κατατάσσεται με τον Μαρξ και τον Σέξπιρ μεταξύ των πρώτων δέκα μεγαλύτερων στοχαστών όλων των εποχών. Τα πολιτικά και κοινωνικά γραπτά του, που κυμαίνονται από σφοδρές κριτικές προς την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ, το σύγχρονο καπιταλισμό και τα μέσα ενημέρωσης, μέχρι διεισδυτικές αναλύσεις για τις σύγχρονες παγκόσμιες εξελίξεις, έχουν παγκόσμια απήχηση, που απλά δεν συγκρίνονται με τις συνεισφορές οποιουδήποτε άλλου ακαδημαϊκού αναλυτή.

    Σε αντίθεση με την ψευδοδιανοητική στάση ενός μεγάλου μέρους της ακαδημαϊκής Αριστεράς, ιδίως στον τομέα των πολιτισμικών σπουδών, οι εκπρόσωποι των οποίων ευδοκιμούν με τη χρήση εξαιρετικά αφηρημένων όρων, πολυσύλλαβων λέξεων, περίπλοκων προτάσεων και στείρων θεωριών, το έργο του Τσόμσκι είναι εμπειρικά εμπεδωμένο, εξαιρετικά αναλυτικό, συνεπάγοντας έτσι τα αίτια από παρατηρήσιμα φαινόμενα, ενώ τα επιχειρήματά του βασίζονται σε ηθικά πρότυπα και κριτήρια. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι είναι αυτός ο σπάνιος συνδυασμός υπέρτατης διανοητικής δύναμης, απτόητης πνευματικής εντιμότητας και απαράμιλλου διανοητικού θάρρους που έχει κάνει τον Τσόμσκι τον πιο δημοφιλή παγκόσμιο στοχαστή της εποχής μας.

    Ο Τσόμσκι έχει δημοσιεύσει πάνω από 100 βιβλία και χιλιάδες άρθρα και δοκίμια. Ως υπέρτατο φόρο αναγνώρισης και τιμής προς το επιστημονικό του έργο έχει λάβει δεκάδες τιμητικά διδακτορικά διπλώματα από μερικά από τα μεγαλύτερα ακαδημαϊκά ιδρύματα του κόσμου. Το τελευταίο του βιβλίο, «Masters of Mankind – Essays and Lectures 1969-2013» («Οι κυρίαρχοι της ανθρωπότητας – Δοκίμια και διαλέξεις, 1969-2013»), μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Haymarket Books. Στο πλαίσιο αυτού του εκδοτικού γεγονότος, ο Τσόμσκι παραχώρησε μια αποκλειστική και μακροσκελή συνέντευξη στην «Κ.Ε.».

    * Σε μια τηλεοπτική ομιλία του, παραμονές της 13ης επετείου για την επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου, ο Ομπάμα ανακοίνωσε στον αμερικανικό λαό και τον υπόλοιπο κόσμο ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα επιστρέψουν στον πόλεμο στο Ιράκ, αυτή τη φορά εναντίον του αυτοαποκαλούμενου Ισλαμικού Κράτους του Ιράκ και της Συρίας (ISIS). Αποτελεί το Ιράκ ένα εκκρεμές ζήτημα της εισβολής των ΗΠΑ το 2003, ή θεωρείτε ότι η όλη κατάσταση εκεί είναι απλώς το αναπόφευκτο αποτέλεσμα της στρατηγικής ατζέντας της Αυτοκρατορίας του Χάους;

    – Το «αναπόφευκτο» είναι πολύ ισχυρή λέξη, αλλά η εμφάνιση του ISIS και η γενική εξάπλωση του ριζοσπαστικού τζιχαντισμού είναι μια αρκετά φυσική απόφυση της χρησιμοποίησης της βαριοπούλας εκ μέρους της Ουάσιγκτον πάνω από την εύθραυστη κοινωνία του Ιράκ, η οποία μόλις και μετά βίας στηριζόταν στα πόδια της έπειτα από μια δεκαετία αμερικανοβρετανικών κυρώσεων, που ήταν τόσο επαχθείς, ώστε οι σεβαστοί διεθνείς διπλωμάτες που τις εφάρμοσαν μέσω του ΟΗΕ παραιτήθηκαν σε ένδειξη διαμαρτυρίας με την κατηγορία ότι ήταν «γενοκτονικές».

    Ενας από τους πιο σεβαστούς καθεστωτικούς αναλυτές των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή, ο πρώην πράκτορας της CIA Graham Fuller, έγραψε πρόσφατα το εξής: «Νομίζω ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι ένας από τους βασικούς δημιουργούς του ISIS. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν σχεδίασαν το σχηματισμό του ISIS, αλλά οι καταστροφικές παρεμβάσεις τους στη Μέση Ανατολή και ο πόλεμος στο Ιράκ ήταν οι βασικές αιτίες της γέννησης του ISIS».

    Νομίζω ότι έχει δίκιο. Η κατάσταση είναι καταστροφική για τις ΗΠΑ, αλλά αποτελεί φυσικό αποτέλεσμα της εισβολής τους. Μία από τις ζοφερές συνέπειες της επιθετικότητας της συμμαχίας ΗΠΑ-Βρετανίας ήταν η πυροδότηση των σεχταριστικών συγκρούσεων, που διαμελίζουν τώρα το Ιράκ και οι οποίες έχουν εξαπλωθεί σε όλη την περιοχή με τρομερά επακόλουθα.

    * Το ISIS φαίνεται να αντιπροσωπεύει ένα νέο τζιχαντικό κίνημα, με μεγαλύτερες εγγενείς τάσεις προς τη βαρβαρότητα κατά την επιδίωξη της αποστολής του με σκοπό την εκ νέου δημιουργία ενός ισλαμικού χαλιφάτου, αλλά προφανώς περισσότερο ικανό να στρατολογεί ριζοσπαστικούς μουσουλμάνους από την καρδιά της Ευρώπης, ακόμη και από την απόμακρη Αυστραλία, απ’ ό,τι η ίδια η Αλ Κάιντα. Κατά την άποψή σας, γιατί αποτελεί ο θρησκευτικός φανατισμός την κινητήρια δύναμη πολλών μουσουλμανικών κινημάτων σε όλο τον κόσμο;

    – Οπως νωρίτερα η Βρετανία, οι ΗΠΑ έχουν την τάση να υποστηρίζουν το ριζοσπαστικό Ισλάμ και να αντιτάσσονται στον κοσμικό εθνικισμό, τον οποίο και οι δύο αυτοκρατορικές δυνάμεις έχουν εκτιμήσει ότι αποτελεί μεγαλύτερη απειλή στους στόχους τους για κυριαρχία και έλεγχο. Οταν οι κοσμικές επιλογές συνθλίβονται, ο θρησκευτικός εξτρεμισμός συχνά καλύπτει το κενό. Επιπλέον, ο κύριος σύμμαχος των ΗΠΑ τις τελευταίες δεκαετίες, η Σαουδική Αραβία, είναι το πιο ριζοσπαστικό ισλαμιστικό κράτος στον κόσμο και επίσης ένα κράτος ιεραπόστολος, που χρησιμοποιεί τα τεράστια αποθέματα πετρελαίου που διαθέτει για τη διάδοση των εξτρεμιστικών δογμάτων Wahabbi-Salafi με την ίδρυση σχολείων, τζαμιών και με άλλους τρόπους, και αποτελεί επίσης την κύρια πηγή για τη χρηματοδότηση των ριζοσπαστικών ισλαμικών ομάδων, μαζί με τα Εμιράτα του Κόλπου, όλοι σύμμαχοι των ΗΠΑ.

    Αξίζει να σημειωθεί ότι ο θρησκευτικός φανατισμός εξαπλώνεται στη Δύση, καθώς η δημοκρατία διαβρώνεται. Οι ΗΠΑ είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Δεν υπάρχουν πολλές χώρες στον κόσμο όπου η μεγάλη πλειονότητα του πληθυσμού πιστεύει ότι το χέρι του Θεού καθοδηγεί την εξέλιξη, ενώ σχεδόν οι μισοί από αυτούς πιστεύουν ότι ο κόσμος δημιουργήθηκε πριν από λίγες χιλιάδες χρόνια. Και καθώς το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα έχει γίνει τόσο ακραίο όσον αφορά την εξυπηρέτηση του πλούτου και της εταιρικής εξουσίας που δεν μπορεί να προσφύγει στο κοινό για την πραγματική πολιτική που εξασκεί, έχει αναγκαστεί να εξαρτιέται από αυτούς τους τομείς ως βάση ψήφων, προσφέροντάς τους σημαντική επιρροή στην πολιτική.

    «ΜΕ ΤΗΝ ΚΡΙΣΙΜΗ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗ ΤΗΣ ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ Ο ΔΙΑΜΕΛΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΙΩΝ ΣΕ ΚΑΝΤΟΝΙΑ * ΕΥΛΟΓΗ Η ΑΝΗΣΥΧΙΑ ΤΗΣ ΡΩΣΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΕΚΤΑΣΗ ΤΟΥ ΝΑΤΟ»
    «ΗΠΑ, ο κύριος πυρηνικός τρομοκράτης»
    ΜΕ ΤΗ ΜΑΤΙΑ ΤΟΥ ΤΣΟΜΣΚΙ: Είναι πολύ πιθανό ότι τα όπλα μαζικής καταστροφής θα πέσουν κάποια στιγμή στα χέρια των «λιανικών τρομοκρατών», ενισχύοντας σημαντικά τους τεράστιους κινδύνους για την επιβίωση του ανθρώπινου είδους
    * Οι ΗΠΑ έχουν διαπράξει μεγάλα εγκλήματα πολέμου στο Ιράκ, αλλά οι πράξεις βίας που διαπράττονται αυτές τις ημέρες εναντίον αμάχων στη χώρα, ιδιαίτερα εις βάρος των παιδιών και των ατόμων από διάφορες εθνοτικές και θρησκευτικές κοινότητες, είναι επίσης απλά αποκρουστικές.
    «Το δολοφονικό καθεστώς του Ασαντ βλέπει αναμφίβολα αυτή τη στιγμή τι κάνει ο υπόλοιπος κόσμος: η επίθεση των ΗΠΑ εναντίον του ISIS αποδυναμώνει τον κύριο εχθρό του» κράτους, αποφεύγοντας μαζί τη συζήτηση για τους πρόσφυγες»
    «Το δολοφονικό καθεστώς του Ασαντ βλέπει αναμφίβολα αυτή τη στιγμή τι κάνει ο υπόλοιπος κόσμος: η επίθεση των ΗΠΑ εναντίον του ISIS αποδυναμώνει τον κύριο εχθρό του» κράτους, αποφεύγοντας μαζί τη συζήτηση για τους πρόσφυγες»
    Δεδομένου ότι το Ιράκ εμφάνιζε μια ασυνήθιστη διάρκεια πολιτικής σταθερότητας κάτω από το καθεστώς του Σαντάμ Χουσεΐν, ποια είναι τα διδάγματα που θα πρέπει να αντλήσει ο κόσμος από τη σημερινή εξαιρετικά χαώδη κατάσταση σε αυτή την περιοχή του κόσμου;

    – Το πιο στοιχειώδες δίδαγμα είναι ότι είναι σοφό να τηρούνται τα πρότυπα της πολιτισμένης συμπεριφοράς και το διεθνές δίκαιο. Η εγκληματική βία από κράτη-παρίες, όπως οι ΗΠΑ και η Βρετανία, δεν σημαίνει ότι θα υπάρξουν αναπόφευκτα καταστροφικές συνέπειες, αλλά όταν συμβαίνει αυτό δύσκολα μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι αποτελεί έκπληξη.

    * Οι επιθέσεις των ΗΠΑ εναντίον των βάσεων του ISIS στη Συρία, χωρίς την έγκριση και τη συνεργασία του συριακού καθεστώτος του Μπασάρ αλ Ασαντ, θα συνιστούσε παραβίαση του διεθνούς δικαίου, υποστήριζε η Δαμασκός, η Μόσχα και η Τεχεράνη πριν από την έναρξη των βομβαρδισμών. Ωστόσο, δεν είναι γεγονός ότι η καταστροφή των δυνάμεων του ISIS στη Συρία θα ενισχύσει περαιτέρω το συριακό καθεστώς, ή μήπως φοβάται το καθεστώς του Ασαντ ότι θα αποτελέσει το ίδιο στη συνέχεια τον επόμενο στόχο;

    – Το καθεστώς του Ασαντ παραμένει ήρεμο προς το παρόν. Για παράδειγμα, δεν έχει προσφύγει στο Συμβούλιο Ασφαλείας προκειμένου να ζητήσει τον τερματισμό των βομβαρδισμών, που είναι, αναμφίβολα, κατά παράβαση του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, το θεμέλιο του σύγχρονου διεθνούς δικαίου (και αν κάποιος ενδιαφέρεται, μέρος του ανώτατου δικαίου της χώρας στις ΗΠΑ, σύμφωνα με το Σύνταγμα). Το δολοφονικό καθεστώς του Ασαντ βλέπει αναμφίβολα αυτή τη στιγμή τι κάνει ο υπόλοιπος κόσμος: η επίθεση των ΗΠΑ εναντίον του ISIS αποδυναμώνει τον κύριο εχθρό του.

    «Παγώνοντας τη διαδικασία ειρήνευσης, απο τρέπεις την εγκαθίδρυση ενός παλαιστινιακού §«Το δολοφονικό καθεστώς του Ασαντ βλέπει αναμφίβολα αυτή τη στιγμή τι κάνει ο υπόλοιπος κόσμος: η επίθεση των ΗΠΑ εναντίον του ISIS αποδυναμώνει τον κύριο εχθρό του» κράτους, αποφεύγοντας μαζί τη συζήτηση για τους πρόσφυγες»
    «Παγώνοντας τη διαδικασία ειρήνευσης, απο τρέπεις την εγκαθίδρυση ενός παλαιστινιακού §«Το δολοφονικό καθεστώς του Ασαντ βλέπει αναμφίβολα αυτή τη στιγμή τι κάνει ο υπόλοιπος κόσμος: η επίθεση των ΗΠΑ εναντίον του ISIS αποδυναμώνει τον κύριο εχθρό του» κράτους, αποφεύγοντας μαζί τη συζήτηση για τους πρόσφυγες»
    * Πέρα από κάποιες δυτικές χώρες, οι αραβικές χώρες έχουν επίσης προσφέρει στρατιωτική στήριξη στις επιθέσεις των ΗΠΑ εναντίον του ISIS στο Ιράκ και τη Συρία. Αποτελεί αυτό δείγμα μιας μορφής ισλαμικού φονταμενταλισμού (της Σαουδικής Αραβίας, για παράδειγμα) που εκδηλώνει φόβο απέναντι σε μια άλλη μορφή ισλαμικού φονταμενταλισμού (αυτή του ISIS);

    – Οπως ανέφεραν με ακρίβεια οι «New York Times», η στήριξη είναι «χλιαρή». Τα αραβικά καθεστώτα σίγουρα φοβούνται το ISIS, αλλά προφανώς συνεχίζει να αντλεί οικονομική υποστήριξη από πλούσιους δωρητές στη Σαουδική Αραβία και τα Εμιράτα, ενώ οι ιδεολογικές του ρίζες, όπως ανέφερα, εντοπίζονται στο Σαουδικό ριζοσπαστικό ισλαμικό εξτρεμισμό, ο οποίος δεν έχει κοπάσει.

    Για τη Γάζα

    * Η ζωή στη Γάζα έχει επιστρέψει στην «ομαλότητα» μετά τη συμφωνία κατάπαυσης πυρός ανάμεσα στη Χαμάς και το Ισραήλ. Για πόσο καιρό;

    – Θα ήμουν διστακτικός να χρησιμοποιήσω τον όρο «ομαλότητα». Η τελευταία σφαγή ήταν ακόμη πιο λυσσαλέα από τις προηγούμενες και οι επιπτώσεις της τρομακτικές. Η αιγυπτιακή στρατιωτική δικτατορία, η οποία είναι έντονα εναντίον της Χαμάς, επίσης προσθέτει στην τραγωδία.

    Τι θα συμβεί στη συνέχεια; Εχει υπάρξει ένα κανονικό πρότυπο από τότε που επιτεύχθηκε η πρώτη τέτοια συμφωνία μεταξύ του Ισραήλ και της Παλαιστινιακής Αρχής, τον Νοέμβριο του 2005. Η συμφωνία έκανε λόγο για «διάβαση της Ράφας μεταξύ Αιγύπτου και Γάζας για την εξαγωγή εμπορευμάτων και τη μετακίνηση ανθρώπων, τη συνεχή λειτουργία των σημείων διέλευσης μεταξύ Ισραήλ και Γάζας για τις εισαγωγές/εξαγωγές εμπορευμάτων και τη διέλευση των ανθρώπων, τη μείωση των εμποδίων στην ελεύθερη κυκλοφορία στη Δυτική Οχθη, λεωφορείων και φορτηγών μεταξύ Δυτικής Οχθης και Γάζας, το χτίσιμο ενός λιμανιού στη Γάζα, [και την] επαναλειτουργία του αεροδρομίου στη Γάζα», που οι Ισραηλινοί βομβαρδισμοί είχαν κατεδαφίσει.

    Οι μετέπειτα συμφωνίες αποτελούν παραλλαγές των ίδιων θεμάτων και το ίδιο ισχύει και με τη σημερινή συμφωνία. Κάθε φορά, το Ισραήλ αγνοούσε τις συμφωνίες, ενώ η Χαμάς τις τηρούσε (όπως παραδέχεται το Ισραήλ), έως ότου κάποια ισραηλινή κλιμάκωση προκαλούσε μια αντίδραση εκ μέρους της Χαμάς, η οποία προσέφερε στο Ισραήλ άλλη μια ευκαιρία να «κουρεύει το γκαζόν». Οι ενδιάμεσες περίοδοι «ησυχίας» (που σημαίνει μονόπλευρη ησυχία) επιτρέπουν στο Ισραήλ να προωθεί τις πολιτικές του -δηλαδή να αποσπά από τη Δυτική Οχθη οτιδήποτε έχει αξία, αφήνοντας τους Παλαιστινίους σε διαμελισμένα καντόνια. Ολα αυτά, φυσικά, με την κρίσιμη υποστήριξη των ΗΠΑ: στρατιωτική, οικονομική, διπλωματική και ιδεολογική στη διαμόρφωση των θεμάτων σε συμφωνία με τη βασική άποψη του Ισραήλ.

    Οντως, αυτός ήταν και ο σκοπός της «απεμπλοκής» του Ισραήλ από τη Γάζα το 2005 -ενώ παραμένει η κατοχική δύναμη, όπως αναγνωρίζεται από τον υπόλοιπο κόσμο (εκτός από το Ισραήλ), ακόμη και από τις ΗΠΑ. Αυτός ο σκοπός περιγράφεται με ειλικρίνεια από τον αρχιτέκτονα και επικεφαλής των διαπραγματεύσεων της «απεμπλοκής», το στενό συνεργάτη του πρωθυπουργού Σαρόν, Dov Weissglass, ο οποίος ενημέρωσε τον Τύπο ότι «η σημασία του σχεδίου αποχώρησης είναι το πάγωμα της ειρηνευτικής διαδικασίας. Και παγώνοντας τη διαδικασία αποτρέπεις την εγκαθίδρυση ενός παλαιστινιακού κράτους, αποφεύγοντας μαζί τη συζήτηση για τους πρόσφυγες, τα σύνορα και την Ιερουσαλήμ.

    Ουσιαστικά, το συνολικό πακέτο που ονομάζεται παλαιστινιακό κράτος, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, έχει αφαιρεθεί από την ημερήσια διάταξή μας επ’ αόριστον. Και όλα αυτά με εξουσία και άδεια. Ολα με την [αμερικανική] προεδρική ευλογία και την επικύρωση των δύο σωμάτων του Κογκρέσου».

    Αυτό το μοτίβο έχει επαναληφθεί ξανά και ξανά και φαίνεται ότι επανενεργοποιείται σήμερα. Ωστόσο, ορισμένοι Ισραηλινοί σχολιαστές, που γνωρίζουν καλά τα πράγματα, έχουν προτείνει ότι το Ισραήλ θα μπορούσε να χαλαρώσει επιτέλους τον ασφυκτικό κλοιό της κατοχής του στη Γάζα. Η παράνομη κατάληψη ενός μεγάλου μέρους της Δυτικής Οχθης (συμπεριλαμβανομένης της ευρύτερης Ιερουσαλήμ) έχει προχωρήσει τόσο πολύ, που οι ισραηλινές αρχές θα μπορούσαν να τη θεωρήσουν μια μη αναστρέψιμη διαδικασία. Και τώρα έχουν έναν συνεργάσιμο σύμμαχο στη βάναυση στρατιωτική δικτατορία στην Αίγυπτο. Επιπλέον, η άνοδος του ISIS και η γενική κατάρρευση της περιοχής έχουν βελτιώσει τη σιωπηρή συμμαχία με τη Σαουδική δικτατορία και πιθανόν και με άλλα καθεστώτα στην περιοχή. Θεωρητικά, το Ισραήλ θα μπορούσε να παρεκκλίνει από τον ακραίο αρνητισμό του, αν και προς το παρόν τα σημάδια δεν φαίνονται και πολύ ευοίωνα.

    «Οι ΗΠΑ επιζητούν την επέκταση της κυριαρχίας τους και η Ουκρανία είναι σίγουρα το επόμενο ώριμο φρούτο που ελπίζουν να κόψουν από το δέντρο»
    «Οι ΗΠΑ επιζητούν την επέκταση της κυριαρχίας τους και η Ουκρανία είναι σίγουρα το επόμενο ώριμο φρούτο που ελπίζουν να κόψουν από το δέντρο»
    * Το τελευταίο μακελειό των Ισραηλινών στη Γάζα προκάλεσε το δημόσιο αίσθημα, με πολλούς πολίτες σε όλο τον κόσμο να στρέφονται εναντίον του κράτους του Ισραήλ. Πρώτον, σε ποιο βαθμό θεωρείτε ότι η άνευ όρων υποστήριξη που παρέχεται από τις ΗΠΑ προς το Ισραήλ αποτελεί απόφυση των εγχώριων πολιτικών παραγόντων και, δεύτερον, υπό ποιες συνθήκες θα μπορούσαμε να δούμε αλλαγές στη στάση της Ουάσιγκτον προς το Τελ Αβίβ;

    – Υπάρχουν πολύ ισχυροί εγχώριοι παράγοντες. Ενα παράδειγμα δόθηκε ακριβώς κατά τη διάρκεια της τελευταίας ισραηλινής επίθεσης. Σε κάποιο σημείο, τα ισραηλινά όπλα φαίνονταν να εξαντλούνται, αλλά οι ΗΠΑ παρενέβησαν ευγενικά προμηθεύοντας το Ισραήλ με πιο προηγμένο εξοπλισμό, που του επέτρεπε να προχωρήσει σε περαιτέρω επιθετικές ενέργειες. Ο συγκεκριμένος εξοπλισμός προήλθε από τα αποθέματα που έχουν οι ΗΠΑ στο Ισραήλ για ενδεχόμενη χρήση από τις δυνάμεις των ΗΠΑ, μία από τις πολλές ενδείξεις τής πολύ στενής στρατιωτικής σύνδεσης μεταξύ των δύο κρατών και η οποία πάει πολλά χρόνια πίσω.

    Οι σχέσεις μεταξύ των μυστικών υπηρεσιών είναι ακόμα πιο συμπαγείς. Το Ισραήλ αποτελεί επίσης αγαπημένη τοποθεσία για τους Αμερικανούς επενδυτές -και όχι μόνο στον τομέα της στρατιωτικής οικονομίας του. Υπάρχει ένα τεράστιο εκλογικό σώμα ευαγγελικών χριστιανών που είναι φανατικά υπέρ του Ισραήλ. Υπάρχει επίσης ένα αποτελεσματικό ισραηλινό λόμπι, το οποίο συχνά σπρώχνει μια ανοιχτή πόρτα και που γρήγορα κάνει πίσω όταν έρχεται αντιμέτωπο με την αμερικανική ισχύ, κάτι που φυσικά δεν προξενεί έκπληξη.

    Υπάρχει όμως μετατόπιση στο δημόσιο αίσθημα, όπως σωστά παρατηρήσατε, ιδιαίτερα ανάμεσα στους νέους, συμπεριλαμβανομένης και της εβραϊκής κοινότητας. Βιώνω αυτό το γεγονός προσωπικά, όπως και άλλοι. Οχι πολύ καιρό πριν, χρειαζόμουν κυριολεκτικά αστυνομική προστασία όταν μιλούσα γι’ αυτά τα θέματα στις πανεπιστημιουπόλεις, ακόμα και στο δικό μου πανεπιστήμιο. Αυτό έχει αλλάξει σε μεγάλο βαθμό.

    Σήμερα, η αλληλεγγύη προς την Παλαιστίνη αποτελεί σημαντική δέσμευση για πολλές πανεπιστημιουπόλεις. Με την πάροδο του χρόνου, οι αλλαγές αυτές θα μπορούσαν να συνδυαστούν με μερικούς άλλους παράγοντες, ώστε να προκαλέσουν αλλαγές στην πολιτική των ΗΠΑ. Συνέβη και παλαιότερα. Αλλά θα χρειαστεί σκληρή, σοβαρή δουλειά και αφοσίωση.

    Το ουκρανικό

    * Ποιοι είναι οι σκοποί και οι στόχοι της πολιτικής των ΗΠΑ στην Ουκρανία, πέραν της αναμόχλευσης προβλημάτων, με την προσδοκία ότι στη συνέχεια τη βρόμικη δουλειά θα την κάνουν άλλες δυνάμεις;

    – Αμέσως μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου και την επακόλουθη κατάρρευση της ΕΣΣΔ, οι ΗΠΑ άρχισαν να επιζητούν την επέκταση της κυριαρχίας τους πάνω από τις περιοχές που απελευθερώθηκαν από το ρωσικό έλεγχο, συμπεριλαμβανομένης και της ένταξής τους στο ΝΑΤΟ, κατά παράβαση των προφορικών υποσχέσεων που είχαν δώσει προς τον Γκορμπατσόφ, οι διαμαρτυρίες του οποίου απορρίφθηκαν. Η Ουκρανία είναι σίγουρα το επόμενο ώριμο φρούτο που ελπίζουν οι ΗΠΑ να κόψουν από το δέντρο.

    * Δεν είναι εύλογη η ανησυχία της Ρωσίας για μια πιθανή συμμαχία της Ουκρανίας με το ΝΑΤΟ;

    – Είναι μια πολύ εύλογη ανησυχία, για την επέκταση του ΝΑΤΟ γενικά. Αυτό είναι τόσο προφανές, που αποτελεί ακόμη και το κύριο άρθρο στο τρέχον τεύχος της σημαντικής καθεστωτικής επιθεώρησης «Foreign Affairs», με συγγραφέα το μελετητή διεθνών σχέσεων John Mearsheimer. Ο ίδιος παρατηρεί ότι στις ρίζες τής σημερινής κρίσης στην Ουκρανία βρίσκεται η Ουάσιγκτον.

    * Ο περασμένος Αύγουστος σηματοδότησε την 69η επέτειο της μετατροπής της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι σε πυρηνική κόλαση από τις ΗΠΑ, ωστόσο όμως ο πυρηνικός αφοπλισμός παραμένει χίμαιρα. Σε ένα πρόσφατο άρθρο σας, αναφέρατε ότι είμαστε απλά τυχεροί που μέχρι στιγμής αποφύγαμε έναν πυρηνικό πόλεμο. Πιστεύετε, λοιπόν, ότι είναι θέμα χρόνου πριν τα πυρηνικά όπλα πέσουν στα χέρια τρομοκρατικών ομάδων;

    – Τα πυρηνικά όπλα είναι ήδη στα χέρια τρομοκρατικών ομάδων: κρατικών τρομοκρατών, με τις ΗΠΑ τον κύριο τρομοκράτη ανάμεσά τους. Είναι πολύ πιθανό ότι τα όπλα μαζικής καταστροφής θα πέσουν κάποια στιγμή στα χέρια των «λιανικών τρομοκρατών», ενισχύοντας σημαντικά τους τεράστιους κινδύνους για την επιβίωση του ανθρώπινου είδους.

    * Από τα τέλη της δεκαετίας του 1970, οι περισσότερες προηγμένες οικονομίες έχουν επιστρέψει στον αρπακτικό καπιταλισμό. Ως αποτέλεσμα, η οικονομική ανισότητα έχει εκτιναχθεί στα ύψη, η φτώχεια εδραιώνεται παντού, η μάστιγα της ανεργίας πλήττει όλο και μεγαλύτερο ποσοστό του πληθυσμού και το βιοτικό επίπεδο βρίσκεται σε πτώση. Επιπλέον, ο «υπαρκτός καπιταλισμός» προκαλεί μαζική περιβαλλοντική καταστροφή, η οποία, μαζί με την έκρηξη του πληθυσμού, μας οδηγεί σε μια ολοκληρωτική παγκόσμια καταστροφή. Μπορεί ο πολιτισμός να επιζήσει από τον υπαρκτό καπιταλισμό;

    – Η οικονομική καταστροφή που προκαλεί ο «υπαρκτός καπιταλισμός» είναι τεράστια, διότι, αρχικά, έχουμε ένα χρηματοοικονομικό τομέα ο οποίος, όπως γράφει ο σημαντικότερος σήμερα οικονομικός δημοσιογράφος, ο Martin Wolf των «Financial Times», είναι εκτός ελέγχου… «κατατρώγοντας τα σπλάχνα της σύγχρονης οικονομίας…». Επιπλέον, ο «υπαρκτός καπιταλισμός» είναι επίσης ριζικά ασυμβίβαστος με τη δημοκρατία. Μου φαίνεται απίθανο να μπορεί να επιβιώσει ο πολιτισμός από τον «υπαρκτό καπιταλισμό», σίγουρα όχι από την οικολογική άποψη, και τη σοβαρά εξασθενημένη δημοκρατία που τον συνοδεύει.

    Θα μπορούσε μια λειτουργική δημοκρατία να κάνει τη διαφορά; Η σκέψη για μη υπαρκτά συστήματα μπορεί να είναι μόνο θεωρητική, αλλά νομίζω πως υπάρχουν λόγοι να πιστεύουμε ότι μια λειτουργική δημοκρατία θα κάνει τη διαφορά. Ο «υπαρκτός καπιταλισμός» είναι μια ανθρώπινη δημιουργία και μπορεί να τροποποιηθεί ή να αντικατασταθεί.

    * Μόλις δημοσιεύθηκε το τελευταίο σας βιβλίο «Masters of Mankind» («Οι κυρίαρχοι της ανθρωπότητας»), μια συλλογή από δοκίμια και διαλέξεις που καλύπτουν την περίοδο μεταξύ 1969-2013. Ο κόσμος έχει αλλάξει πολύ κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, οπότε η ερώτησή μου είναι η εξής: Εχει αλλάξει με την πάροδο του χρόνου και η δική σας κατανόηση για τον κόσμο και την πολιτική;

    – Η αντίληψή μου για τον κόσμο έχει σίγουρα αλλάξει με την πάροδο του χρόνου, καθώς έχω μάθει πολύ περισσότερα πράγματα για το παρελθόν και τα τρέχοντα γεγονότα προσθέτουν νέα κρίσιμα υλικά. Δεν μπορώ να προσδιορίσω μεμονωμένα γεγονότα ή ανθρώπους. Είναι κάτι σωρευτικό, μια συνεχής διαδικασία αναστοχασμού υπό το φως νέων δεδομένων και πληροφοριών και μια πιο προσεκτική εξέταση των πραγμάτων που δεν είχα κατανοήσει σωστά. Ωστόσο, η ιεραρχική και αυθαίρετη εξουσία παραμένει στο επίκεντρο της πολιτικής και αποτελεί την πηγή όλων των κακών.

    ΣΗΜ.: Η συνέντευξη δημοσιεύεται στις ΗΠΑ από το ηλεκτρονικό έντυπο «Truthout».

    http://www.enet.gr/?i=news.el.home&id=450587

    Σχόλιο από Truth out | 06/10/2014


Σχολιάστε