-Μνήμη και λησμονιά
Η λησμονιά όμως δεν είναι μονάχα το έσχατο σπίτι
αυτών που δεν τους θυμούνται οι άλλοι,
είναι συχνά η κρυψώνα που ψάχνουν:
όσοι αδίκησαν, οι σαράφηδες οι τοκογλύφοι της ζωής,
οι κερδοσκόποι του μάταιου κέρδους στον σύντομο βίο μας.
Είναι το άλλοθι, η δικαιολογία, το πρόσχημα αυτών
που δεν θέλουν και δεν μπορούν να μεγαλώσουν
την ζωή τους με όσα έγιναν πριν
βάζοντας τα μαζί
με όσα θα γίνουν μετά.
«Ειν’αμαρτία να ξεχνάμε»
του Λάμπρου Βαζαίου
Αναζητώντας κάποιες λεπτομέρειες, στο βιβλίο της ζωής του Γρηγόρη Σκαμπαρδώνη θυμήθηκα πόσο μου είχε αρέσει τότε που το έγραψε, ο τίτλος. «Μνήμης αντίδοτον» το είχε ονομάσει ο καλός φίλος. Ταιριαστός ο τίτλος με τον συγγραφέα, τόσο ταιριαστός που με κάνει κάθε φορά να σκέπτομαι, πως δεν είναι ούτε συχνό ούτε εύκολο κάτι τέτοιο στην σχέση του ανθρώπου με το βιβλίο του. Φαίνεται πως η Ζωή μόνο στους ξεχωριστούς το χαρίζει αυτό! Στο νου μου όμως ήρθε αμέσως μετά χωρίς να το καταλάβω, το παράπονο και η «παραγγελιά» της Αγγέλας Παπάζογλου που επέμενε ότι: «είν’αμαρτία να ξεχνάμε»! Πόσο δίκιο είχε λέγοντας το, όταν με το φτωχικό γραφτό της μας μίλησε για την δύσκολη ζωή της.
Όλα αυτά ήρθαν στο νου μου, όταν άρχισα να ψάχνω για τον αποχαιρετισμό του χρόνου, για την γιορτή των Χριστουγέννων, για ό,τι επιτέλους κάνω κάθε χρόνο τέτοιες μέρες! Με τον «τρόπο» του Οδυσσέα και τις αυστηρές οδηγίες του Ιανού, τελείωσα το βιβλίο που ετοιμάζεται αυτές τις μέρες στον «Μένανδρο». Δεν είχα όμως καταλάβει καλά μέχρι τώρα, πόση προσοχή και πόση φροντίδα χρειάστηκε ώστε να μην ξεχαστούν όσα είχαν γλιστρήσει στην άκρη της μνήμης και φαινόταν πως θα χανόντουσαν πια. Ακόμη χειρότερα ήταν για τους δικούς μου ανθρώπους που κινδυνεύανε να είναι η λησμονιά το τελευταίο τους σπίτι. Είδα πόσο πικρή είναι η μετακόμιση αυτή. Δεν ζουν μονάχοι τους οι άνθρωποι, όσο και αν δεν το παραδέχονται οι περισσότεροι. Όσα λένε, όσα κάνουν, όσα σκέφτονται αλλά και όσα ονειρεύονται βαδίζουν μαζί τους. Αυτά τα τελευταία με τα όνειρα μαζί, άλλοτε προπορεύονται και άλλοτε ακολουθούν αργοπορώντας, συχνά όμως βιάζουν το βήμα μας γκρινιάζοντας ανυπόμονα.
Στην δική μου ζωή, που κυλά ανάμεσα τους, κατάλαβα πως μου ζητούν να βρω και να βάλω στην άκρη όσα φέρανε μαζί τους από το πριν, και να τα φυλάξω για όσους έρχονται μετά. Είναι όσα δεν πρέπει, όσα δεν κάνει να ξεχαστούν, αλλά και όσα «είναι αμαρτία να ξεχάσουμε». Από κοντά και οι άνθρωποι, «οι άνθρωποι μας» όσοι για τελευταίο τους σπίτι κινδυνεύουν να έχουν την λησμονιά. Σε κανένα δεν αξίζει αυτό, όσο λίγα και αν είναι τα σημάδια που αφήνει στον δρόμο του, όσο άχρωμα κι’αν είναι τα όνειρα του.
Η λησμονιά όμως δεν είναι μονάχα το έσχατο σπίτι αυτών που δεν τους θυμούνται οι άλλοι, είναι συχνά η κρυψώνα που ψάχνουν όσοι αδίκησαν, οι σαράφηδες οι τοκογλύφοι της ζωής, οι κερδοσκόποι του μάταιου κέρδους στον σύντομο βίο μας. Είναι το άλλοθι, η δικαιολογία, το πρόσχημα αυτών που δεν θέλουν και δεν μπορούν να μεγαλώσουν την ζωή τους με όσα έγιναν πριν βάζοντας τα μαζί με όσα θα γίνουν μετά. Αυτήν την λησμονιά την προσπέρασα, δεν την συμπάθησα, αυτή την πονηρία των «κάποιων» δεν την ανέχθηκα. Όσο μπόρεσα, όσο κατάφερα, την φανέρωσα, δεν της χαρίστηκα. Δεν άφησα να κρυφτούν οι αθλιότητες και τα απίστευτα μοχθηρά σχέδια των αρρωστημένων κερδοσκόπων του χρήματος και της εξουσίας. Θα ομολογήσω εδώ πως το χάρηκα αυτό, ήταν κάτι που με γέμιζε κάθε φορά που το κατάφερνα. Δεν πρέπει να βρούν χώρο να κρυφτούν, δεν πρέπει ποτέ να ξεχαστούν. Τα ονόματα τους, ένα ένα πρέπει να τα αναφέρουμε συνεχώς υπενθυμίζοντας κάθε φορά τα εγκλήματα τους. Η Λήθη και η Συγνώμη δεν έχουν καμιά δουλειά να περάσουν από τον δρόμο τους, ούτε καν έξω από το σπίτι αυτών που κανιβάλισαν και κατέστρεψαν την Πατρίδα, τον Λαό μας και εμάς τους ίδιους.
Έχω καλό σκοπό όμως γράφοντας, ακόμη και όταν μιλώ για τους ακρωτηριασμένους μύθους, ακόμη και όταν νιώθω να με κυκλώνει ολόκληρος λαός παλιών και ασήμαντων θανάτων. Το «συνηθισμένο» της καθημερινότητας ήταν για μένα ο ιδρώτας του μυαλού που ζητούσε το μισθό του και δεν εύρισκε ποιος να του τον δώσει. Προσπάθησα να μην αδικήσω την καθημερινότητα την δικιά μου και όσο μπόρεσα έκανα το ίδιο για τα «συνηθισμένα» των άλλων. Δύσκολο και κάποτε ψυχοφθόρο φορτίο αποδείχθηκε. Εξηγήσεις φαίνεται πως πρέπει τώρα να δώσω για όσα είπα και όσα δεν είπα αλλά και για όσα δεν ακούστηκαν για το ξόρκι της λησμονιάς, την παράκαμψη της μνήμης, την «αποστρατεία» του μνημονικού. Δεν θα το κάνω όμως. Είναι μακριά και οδυνηρή αυτή η πορεία, είναι φθορά χωρίς λόγο και σίγουρα δεν προσφέρει τίποτε και σε κανένα.
Προτίμησα λοιπόν να θυμίσω λίγα από όσα πιστεύω πως δεν πρέπει να ξεχνάμε. Ένας μακρύς κατάλογος ξεφυτρώνει όμως από το πουθενά και εμένα τουλάχιστον με τρομάζει. Αρχίζοντας να διαπληκτίζομαι με τα ερωτηματικά καταλαβαίνω πως μπήκα σε αχαρτογράφητα νερά και εδάφη. Η πιθανότητα αδιέξοδου ήταν ορατή και σύμφωνα με όσα πιστεύω ήταν το χειρότερο που μπορούσε να συμβεί. Ευτυχώς πολύ γρήγορα η απειλητική παρέμβαση της αδιαλλαξίας που κρατώ σε αυστηρή εφεδρεία, έλυσε το πρόβλημα. Έδωσε λύση που ενώ δεν την αφήνει να εμφανισθεί, ούτε καν ως απειλή, ανοίγει δρόμο σε όσα λογάριασα πως πρέπει να μην ξεχάσουμε, σε όσα δεν πρέπει να ξεχνάμε!
Ανασύρω με μικρούς σχολιασμούς πρόσφατα κείμενα, παραθέτω κάποια παλαιότερα και ζητώ από τον αναγνώστη να κάνει τους δικούς σχεδιασμούς! Να θυμηθεί δικές του πορείες με τις διορθώσεις που έκανε ενδεχομένως. Να μιλήσουμε μαζί για αρχές και αξίες, για όσα κουβεντιάζουμε τόσα χρόνια. Να επιβεβαιώσουμε πως η απαιτητική ιστορία της ράτσας μας δεν ζητά μόνον να την ξέρουμε, θέλει να ακολουθούμε τον βηματισμό της στην προσωπική και την ιδιωτική μας ζωή. Το τελευταίο αυτό ας το αφήσουμε να αιωρείται, να υπάρχει «κάπου». Είναι από αυτά που πιθανόν να χρειαστούν κάποτε σε πολύ δύσκολες ώρες!
Εδώ τελειώνει το κείμενο του τέλους του 2019, το κείμενο που καλωσορίζει το 2020, το κείμενο που προσπάθησα και φέτος να καλύψει όσα ήθελα να πω, για τον χρόνο που πέρασε και για τον χρόνο που έρχεται. Δεν θα δεχθώ όμως την «κατηγορία» πως παραλείπω να μιλήσω για τα Χριστούγεννα! Πολύ καλά κάνουμε και γιορτάζουμε, όσοι επί γης βέβαια το κάνουν. Οι γκρίνιες, οι μιζέριες για τις φαντασμαγορίες, τις κακογουστιές, οι «αναλύσεις» και οι «προβληματισμοί» μόνο κακό κάνουν. Τα Χριστούγεννα είναι ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ και άς τα γιορτάσουμε όπως θέλει και μπορεί ο καθένας. Στο κάτω κάτω ο Χριστός της Αγάπης γεννήθηκε και οι Τρείς Μάγοι βρήκαν τον δρόμο να τον καλωσορίσουν και να τον προσκυνήσουν.
Ο Τέταρτος που ακόμη ψάχνει τον δρόμο για την Βηθλεέμ ας έρθει κοντά μας στο τραπέζι μας, στο γιορτινό τραπέζι μας. Θα μιλήσουμε, θα χαρούμε την Σοφία του, θα φάμε μαζί ειρηνικά, θα τον καταφέρουμε να μείνει όσο πιο πολύ γίνεται μαζί μας. Τον θέλουμε γιατί είναι αυτός που περπάτησε με το όνειρο του αιώνες τώρα και δεν το εγκατέλειψε. Τον θέλουμε γιατί εκεί στον προορισμό του, αν ποτέ φθάσει θα βρεί μόνο πόλεμο και δυστυχία που δεν πρέπει να την αποδεχθεί. Τον θέλουμε γιατί είμαστε τα εγγόνια του Οδυσσέα που γυρεύοντας την Ιθάκη του κατάλαβε πως αυτή ήταν που του:
«χάρισε το ωραίον ταξείδι»!
Καλά και ευτυχισμένα Χριστούγεννα
Καλός Χρόνος να είναι για όλους μας το 2020 !
Τι ωραια λογια