-Ευρωπαϊκή δικαίωση Ίμβρου και Τενέδου
Ιστορική δικαίωση για την Ίμβρο και την Τένεδο από το Συμβούλιο της Ευρώπης
«Να γίνουν η Ίμβρος και η Τένεδος οι απτές αποδείξεις του σεβασμού της Τουρκίας στα δικαιώματα των πολιτών της και πρότυπο της ελληνο-τουρκικής συνεργασίας» ζητά από την Αγκυρα με ψήφισμά της η Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης. Για ιστορική δικαίωση που ήλθε «έπειτα από 85 χρόνια λήθης και εγκατάλειψης» κάνουν λόγο οι εξόριστοι Ιμβριοι και Τενέδιοι. Το ψήφισμα αποτελεί την κατάληξη μίας διαδικασίας που ξεκίνησε και ολοκληρώθηκε με πρωτοβουλία της αντιπροέδρου της Βουλής και επίτιμου μέλους της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης Έλσας Παπαδημητρίου και περιελάμβανε και τη σύνταξη ειδικής έκθεσης για τα δύο νησιά εκ μέρους του Ελβετού βουλευτή και Αντιπροέδρου της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης Αντρεας Γκρος.
Μεταξύ των μέτρων που προτείνονται με την έγκριση ψηφίσματος της Επιτροπής Νομικών Υποθέσεων και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης περιλαμβάνονται τα ακόλουθα:
* Απόδοση στους αρχικούς ιδιοκτήτες των ακινήτων που απαλλοτριώθηκαν και δεν χρησιμοποιούνται για κοινωφελείς σκοπούς
* Αναστολή της διαδικασίας καταγραφής του κτηματολογίου επί δεκαετία ώστε να αποκατασταθούν οι αδικίες που οδήγησαν σε δημεύσεις περιουσιών. Αμεση και αποτελεσματική αναγνώριση κληρονομικών δικαιωμάτων ανεξαρτήτως υπηκοότητας
* Απόδοση της τουρκικής υπηκοότητας στους γηγενείς κατοίκους των νησιών που εκδιώχθηκαν και στους απογόνους τους
* Επαναλειτουργία τουλάχιστον ενός ελληνικού σχολείου στην Ίμβρο
* Συγκεκριμένα άμεσα μέτρα για τη διάσωση της πολιτισμικής κληρονομιάς και του φυσικού κάλλους των νησιών
* Ακτοπλοϊκή σύνδεση μεταξύ των δύο νησιών καθώς και με ελληνικά λιμάνια
* Βελτίωση των υποδομών στα ελληνικά παραδοσιακά χωριά της Ίμβρου * Καθιέρωση άτυπου τακτικού διαλόγου μεταξύ των τοπικών αρχών και των εκπροσώπων των κοινοτήτων των δύο νησιών
* Παρακολούθηση της εφαρμογής των προτεινόμενων μέτρων από το Συμβούλιο της Ευρώπης. Το ψήφισμα αποτελεί την κατάληξη μίας διαδικασίας που ξεκίνησε και ολοκληρώθηκε με πρωτοβουλία της αντιπροέδρου της Βουλής και επίτιμου μέλους της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης Έλσας Παπαδημητρίου και περιελάμβανε και τη σύνταξη ειδικής έκθεσης για τα δύο νησιά εκ μέρους του Ελβετού βουλευτή και Αντιπροέδρου της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης Αντρεας Γκρος.
Με παρέμβασή του ενώπιον της Ολομέλειας ο κ. Γκρος επισήμανε «την ελληνική προέλευση και την ελληνική ταυτότητα των νησιών» και για «τη ζοφερή εικόνα που δίνουν τα χωριά-φαντάσματα, όπως είπε, εντελώς εγκαταλελειμμένα, σαν να έχει γίνει πρόσφατα πόλεμος». Με το κείμενο του ψηφίσματος η Επιτροπή κατακρίνει τα μέτρα που πήρε η τουρκική κυβέρνηση, κυρίως κατά το δεύτερο ήμισυ του 20ού αιώνα, που είχαν ως συνέπεια την ερήμωση των νησιών. Γίνεται αναφορά στο κλείσιμο των ελληνικών σχολείων, στις απαλλοτριώσεις γης και κατασχέσεις περιουσιών, καθώς και σε διαφόρων μορφών παρενοχλήσεις των κατοίκων.
Συνέπεια της όλης κατάστασης σε συνδυασμό με τον οικονομικό μαρασμό που ακολούθησε ήταν η μετανάστευση του ενεργού πληθυσμού που άφησε πίσω του στα νησιά μόλις 250, κατοίκους ηλικιωμένους στην πλειονότητά τους. Προτρέπει, επίσης, την τουρκική ηγεσία «να αναλάβει θετικές δράσεις με στόχο τη διατήρηση του διπλού πολιτιστικού χαρακτήρα των νησιών και να υιοθετήσει θετική προσέγγιση προς τους ελληνικής καταγωγής κατοίκους και τους απογόνους τους». Με τροπολογίες, διευκρινίσθηκαν σημεία του ψηφίσματος που αναφέρονταν σε «τουρκική μειονότητα» στη Θράκη, όπως επιθυμούσαν με αίτημά τους Τούρκοι βουλευτές. Ύστερα από ελληνική παρέμβαση η Ολομέλεια συνεφώνησε τελικά με την έκφραση «μουσουλμανική μειονότητα με άτομα τουρκικής καταγωγής, Πομάκους και Ρομά», απορρίπτοντας τον όρο «τουρκική μειονότητα».
Οι βουλευτές ζητούν επίσης από την Ολομέλεια να καλέσει την Ελλάδα και την Τουρκία να ξεκινήσουν διάλογο και να ενεργοποιήσουν τους μηχανισμούς διαπραγμάτευσης, για να εξετάσουν διμερώς όλα τα θέματα που αφορούν τις μειονότητες, όπως προβλέπεται στη Συνθήκη της Λωζάννης. Η εν λόγω τροπολογία εγκρίθηκε, παρά την παρατήρηση της Αννας Μπενάκη-Ψαρούδα ότι είναι άτοπη καθ’ ότι έμμεσα ζητείται να ξανασυζητηθεί η Συνθήκη της Λωζάννης. «Δεν συνέβη τίποτα στην Ίμβρο» ισχυρίζονται Τούρκοι βουλευτές
Έντονη ήταν η αντίδραση των παριστάμενων Τούρκων βουλευτών, οι οποίοι κατηγόρησαν τον εισηγητή για μη ισορροπημένη έκθεση, κάνοντας πολλές αναφορές στο ιστορικό παρελθόν μιλώντας αρνητικά για την Ελλάδα και υπογραμμίζοντας την ύπαρξη «τουρκικής μειονότητας στη Θράκη που δεν αναγνωρίζεται από την Ελλάδα, χώρα-μέλος της ΕΕ». Ο κ. Γκρος σε απάντηση προς Τουρκάλα βουλευτή η οποία αρνούνταν ότι συνέβη οτιδήποτε στα δύο νησιά, δήλωσε ότι «η Συνθήκη της Λωζάννης αναφέρεται στο άρθρο 14 συγκεκριμένα στα δύο νησιά, οπότε η περίπτωσή τους πρέπει να αντιμετωπισθεί ξεχωριστά και με ιδιαίτερη προσοχή». Υπερασπιζόμενος την έκθεσή του ο κ. Γκρος είπε χαρακτηριστικά: «Προτού μιλάτε θα πρέπει να ακούτε και αυτά που έχουμε να σας πούμε. Η Συνθήκη της Λωζάννης είναι το κοινό στοιχείο αναφοράς. Υπάρχει διάβρωση δημογραφική σε πολλά άλλα νησιά, όταν όμως υπάρχει και μονομερής πολιτισμική διάβρωση το πρόβλημα είναι μεγάλο, και για αυτό το πρόβλημα συζητούμε σήμερα. Όλοι μας θα πρέπει να είμαστε ανοιχτοί και να μην υψώνεται τους τόνους σε κάποιον που προσπαθεί να αναζητήσει και να δείξει την αλήθεια».
Ίμβριοι: Αναγνωρίζονται οι διωγμοί
Ο Ίμβριοι και οι Τενέδιοι «εκφράζουν τις ευχαριστίες τους στους Ευρωπαίους βουλευτές που ενέκριναν το ψήφισμα, στηρίζοντας με τη στάση τους τα Ευρωπαϊκά ιδεώδη της ελευθερίας, ισονομίας, ισοπολιτείας και πολυπολιτισμικότητας και δίνοντας παράλληλα στην Τουρκία την ευκαιρία να συμμετάσχει έμπρακτα σε αυτό τον πολιτικό πολιτισμό». Όπως αναφέρουν «μετά από 85 χρόνια λήθης και εγκατάλειψης, οι εξόριστοι Ιμβριοι και Τενέδιοι δικαιώθηκαν για πρώτη φορά από ένα διεθνή οργανισμό» και τονίζουν ότι με αυτό τον τρόπο αναγνωρίζονται «οι διωγμοί που υπέστησαν οι Έλληνες κάτοικοι των νησιών».
«Από σήμερα, η Τουρκία, η Ελλάδα αλλά και η Ευρωπαϊκή Ένωση θα έχουν ένα διεθνές κείμενο αναφοράς και μία ειδική έκθεση τα οποία θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη όταν καθορίζουν τις πολιτικές τους σε σχέση με τα δύο μαρτυρικά νησιά» καταλήγει η σχετική ανακοίνωσή του Συλλόγου Ιμβρίων.
Newsroom ΔΟΛ
[…] in re-claiming greek property and having acknowledged their plight here but also in other cases like Imvros&Tenedos islands, a bit more tolerant and more reluctant before motivating jewish actions as “greedy” […]
[…] -Ευρωπαϊκή δικαίωση Ί […]
΄Δείτε ένα πολύ ενδιαφέρον κείμενο που δημοσιέυτηκε στο «Αντίβαρο»
Ο εκτουρκισμός των Ελλήνων μουσουλμάνων
Δευτέρα, 05 Ιανουαρίου 2009 Δημήτρης Μαυρίδης Αρθρογραφία – Θράκη
Η δεκαετία του 1950 φαίνεται σήμερα να είναι η περίοδος κατά τη διάρκεια της οποίας έγιναν οι κρίσιμες επιλογές και διαμορφώθηκαν οι συνθήκες, οι οποίες και καθόρισαν τη σημερινή πραγματικότητα της Μουσουλμανικής Μειονότητας στην Ελληνική Θράκη. Η μειονότητα αυτή συγκροτείται από τουρκογενή στοιχεία, απογόνους των Τουρκομάνων εποίκων που εγκαταστάθηκαν στη Θράκη τον 15ο αιώνα, τουρκοφανείς πρόσφυγες του Ρωσοτουρκικού Πολέμου του 1877-1878 από τα Βαλκάνια, γηγενείς σλαβόφωνους Πομάκους που εξισλαμίσθηκαν τον 16ο αιώνα και τσιγγάνους Ρομά, που εγκαταστάθηκαν μόνιμα στην Ελληνική Θράκη τον 19ο και τον 20ό αιώνα.
Η δεκαετία του 1950 ακολούθησε τον καταστρεπτικό ελληνικό εμφύλιο πόλεμο. Κατά τη διάρκειά της άρχισε μία μακρά περίοδος διακυβέρνησης της Ελλάδας από κυβερνήσεις του συντηρητικού πολιτικού χώρου, νικητή της εμφύλιας διαμάχης της περιόδου 1946-1949. Την ίδια εποχή σχηματοποιήθηκε η παγκόσμια αναμέτρηση μεταξύ των δυτικών δημοκρατιών και της χώρας που θέλησε να επιβάλει τον μαρξιστικό σοσιαλισμό σε παγκόσμιο επίπεδο. Τη δεκαετία του 1950 η Ελλάδα συνέχισε να βρίσκεται στο επίκεντρο του Ψυχρού Πολέμου. Αποτέλεσε μάλιστα μια χώρα στην πρώτη γραμμή της αντιπαράθεσης με εκτεταμένα σύνορα προς τις βαλκανικές σλαβικές χώρες, που έλεγχε η ΕΣΣΔ. Αμυντική επιλογή της χώρας υπήρξε η ένταξη στο δυτικό στρατόπεδο και η προσέγγιση προς την Τουρκία. Οι διαθέσεις και οι πολιτικές των όμορων σλαβικών χωρών κατά τον πρόσφατο εμφύλιο πόλεμο συνηγορούσαν σε μια τέτοια επιλογή. Παράλληλα, τμήμα της μειονότητας, οι μουσουλμάνοι Έλληνες Πομάκοι θεωρήθηκαν ως πιθανός μοχλός αποσταθεροποίησης της ελληνικής κυριαρχίας στη Θράκη από τη Βουλγαρία. Την ίδια εποχή, και καθυστερημένα λόγω του εμφυλίου πολέμου, η Ελλάδα έθεσε την αυτοδιάθεση και Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα ως δίκαια απαίτηση μετά τη στάση της κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και ως ανάγκη που επέβαλε η παραίτηση της Μεγάλης Βρετανίας από την αποικιακή της αυτοκρατορία. Η ένταξη της Ελλάδας και της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ (1952) υποχρέωσε τη χώρα να υιοθέτηση το ιδεολόγημα της ελληνοτουρκικής φιλίας, προς χάρη του οποίου έγιναν σημαντικές παραχωρήσεις προς την σύμμαχο και φίλη τότε Τουρκία. Ωστόσο, η ελληνοτουρκική φιλία και η επιδίωξη της Ένωσης αποτελούσαν στόχους αντιφατικούς. Η έναρξη του ένοπλου αγώνα των Ελλήνων της Κύπρου την 1η Απριλίου 1955 και η εφαρμογή του τουρκικού σχεδίου για τον αφανισμό των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης στις 6 Σεπτεμβρίου το 1955 επηρέασαν άμεσα την ασκούμενη από την Ελλάδα μειονοτική πολιτική. Αλλά, η ανατροπή της ισορροπίας στο επίπεδο των μειονοτήτων μεταξύ Ελλάδας–Τουρκίας δεν εμπόδισε το ελληνικό πολιτικό κατεστημένο να επιχειρήσει ένα τρίτο πείραμα ελληνοτουρκικής φιλίας που οδήγησε, λίγο μετά το 1960, στην υπογραφή των συμφωνιών Ζυρίχης–Λονδίνου και την ίδρυση του κυπριακού κράτους. Ιδιαίτερη σημασία έχουν οι εξελίξεις στο πολιτικό και το διπλωματικό πεδίο κατά την περίοδο αυτή όπως και οι ρυθμίσεις που έγιναν, οι σχετικές με την εκπαιδευτική πολιτική προς τη Μουσουλμανική Μειονότητα. Ή, με άλλα λόγια, το πώς η Τουρκία πέτυχε σε μεγάλο βαθμό τον εκτουρκισμό μιας μειονότητας που βρισκόταν έξω από τα σύνορά της.
Αμέσως μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή την ηγεσία της Μουσουλμανικής Μειονότητας ανέλαβε ομάδα μουσουλμάνων που συντάχθηκαν με τον ελληνικό στρατό κατά τον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1919-1922. Ηγέτης της ομάδας αυτής ήταν ο πρώην Σεϊχουλισλάμης του χαλιφάτου που κατήργησε το κοσμικό κράτος των κεμαλιστών. Μέχρι την ελληνοτουρκική προσέγγιση του 1930 οι νεωτεριστές είχαν πολύ μικρή επιρροή στους κύκλους της Μουσουλμανικής Μειονότητας στην Ελληνική Θράκη. Οι παλαιομουσουλμάνοι μάλιστα είχαν αναπτύξει αντικεμαλική δράση σε ολόκληρο τον αραβικό κόσμο. Μετά από απαίτηση της Άγκυρας η παλαιομουσουλμανική ηγεσία της μειονότητας απομακρύνθηκε το 1931 από την Ελληνική Θράκη χωρίς οποιαδήποτε ανταλλάγματα, εκτός από μια αόριστη υπόσχεση εξουδετέρωσης του τουρκοορθόδοξου Πατριαρχείου στην Κωνσταντινούπολη, η οποία δεν τηρήθηκε. Κύριος λόγος για την αποκοπή της παλαιομουσουλμανικής ηγεσίας από τη Μουσουλμανική Μειονότητα ήταν η σημασία που αποδόθηκε στην ελληνοτουρκική φιλία. Από την εποχή εκείνη αρχίζουν οι διαδικασίες, οι οποίες καταλήγουν στην εμφάνιση της ετερογενούς Μουσουλμανικής Μειονότητας ως ενιαίου σύνολου, ώστε να φθάσουμε το 1952 στην παράδοση του εκπαιδευτικού συστήματος σε διαδικασίες εναρμονισμού προς την τουρκική πραγματικότητα. Στη συνέχεια η κυβέρνηση του Αλέξανδρου Παπάγου προχώρησε σε πλήρη εφαρμογή της αντίληψης ότι η Μουσουλμανική Μειονότητα είναι τουρκική και στην εφαρμογή της διδασκαλίας της τουρκικής γλώσσας σε όλα τα σχολεία για ολόκληρη τη μειονότητα. Οι Έλληνες Πομάκοι, οι οποίοι δεν έχουν καμία σχέση με την Τουρκία, υποχρεώθηκαν να μάθουν τουρκικά. Η μορφωτική συμφωνία του 1954, βασίστηκε στην ελληνική αποδοχή της τουρκοποίησης της μειονότητας και την ανοχή της ελληνικής διοίκησης προς τις δραστηριότητες του τουρκικού προξενείου της Κομοτηνής. Η επιβολή της τουρκικής εθνικής συνείδησης έγινε λοιπόν μέσω της εκπαίδευσης για χάρη του ιδεολογήματος της ελληνοτουρκικής φιλίας, όπως υπαγορεύονταν από τις γεωπολιτικές ανάγκες της εποχής εκείνης.
Τα πράγματα έγιναν περίπλοκα με την εξέλιξη του Κυπριακού, την ελληνική προσφυγή στον ΟΗΕ το 1954, την έναρξη του αγώνα της ΕΟΚΑ και την εκδήλωση του ενδιαφέροντος της Τουρκίας για την Κύπρο. Οι επιπτώσεις των εξελίξεων αυτών έγιναν αμέσως αισθητές στη Θράκη, όπου παρατηρήθηκε κύμα φυγής του μουσουλμανικού πληθυσμού, το οποίο μάλιστα θα ενταθεί μετά τα γεγονότα του Σεπτεμβρίου του 1955 στην Κωνσταντινούπολη, ως αποτέλεσμα μάλλον της αβεβαιότητας που αισθάνονταν οι μουσουλμάνοι της μειονότητας, παρά ως αποτέλεσμα διοικητικών μέτρων. Παράλληλα, η εκπαιδευτική πολιτική του ελληνικού κράτους προς την μειονότητας τίθεται σε αμφισβήτηση. Είχαν δικαιωθεί οι επιφυλάξεις των καχύποπτων και έγινε κατανοητό ότι η ελληνική πλευρά είχε προχωρήσει σε αδικαιολόγητες υποχωρήσεις στη Θράκη. Η ελληνική κυβέρνηση επανήλθε σε μια πολιτική υποστήριξης των παλαιοτουρκικών τάσεων της μειονότητας, χωρίς όμως να επιδιώξει την ένταξή της στην ελληνική κοινωνία. Ωστόσο, το 1958 εκδηλώθηκε η διάθεση της ελληνικής κυβέρνησης για επαναπροσέγγιση προς την Τουρκία. Το νέο πρόγραμμα των μουσουλμανικών σχολείων έδωσε έμφαση στις θρησκευτικές αρχές, αλλά δεν αμφισβήτησε την τουρκική ως τη μόνη γλώσσα των τριών τμημάτων της μειονότητας. Η επίσκεψη του Έλληνα πρωθυπουργού στην Τουρκία το 1959 οδήγησε στη συγκρότηση επιτροπής για τη μελέτη της κατάστασης των δύο μειονοτήτων εκατέρωθεν του Έβρου. Στις συζητήσεις μεταξύ των μελών της επιτροπής διατυπώθηκαν από τουρκικής πλευράς αξιώσεις, όπως: η αναγνώριση της Μουσουλμανικής Μειονότητας της Θράκης ως τουρκικής με τροποποίηση των διατάξεων της Συνθήκης της Λωζάννης, η στενή επικοινωνία με τη μητέρα–πατρίδα Τουρκία, οργάνωση της μειονότητας σε σωματεία, αναγνώριση των Πομάκων ως Τούρκων…
Η μελέτη εκείνης της περιόδου δίνει καθαρά την εικόνα του αμήχανου ελληνικού κράτους, το οποίο διαχειρίζεται τη Θράκη ως μία χώρα των συνόρων και του οποίου τα υπεύθυνα όργανα αγνοούν τις ιδιαιτερότητες της περιοχής και διαπράττουν σωρεία σφαλμάτων. Η Μουσουλμανική Μειονότητα της Θράκης αντιμετωπίζεται με άγνοια και θεωρείται ξένο σώμα. Οι Έλληνες μουσουλμάνοι θεωρούνται a priori Τούρκοι. Δεν έγινε καμία προσπάθεια προσεταιρισμού των, παρά το γεγονός ότι η στάση των ελληνικών αρχών δεν απέχει πολύ από το να είναι άψογη. Ωστόσο, η ελληνική στάση ερμηνεύτηκε ως αποτέλεσμα αδυναμίας και φόβου. Επετράπη έτσι, στην Τουρκία να ασκήσει μία πολιτική με στόχο τη γλωσσική και πολιτισμική ενοποίηση του μουσουλμανικού πληθυσμού της Ελληνικής Θράκης. Οι διαθέσεις και οι τακτικές της τουρκικής πολιτικής ήταν καθαρές, αλλά οι Έλληνες δεν ήθελαν να αποδεχθούν τη δυσάρεστη πραγματικότητα. Προτιμούσαν να συγχέουν την πραγματικότητα με τις επιθυμίες τους. Πρόθεση της Τουρκίας, εκτός από τη δημιουργία κλίματος έντασης για να αποτραπεί η ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα, ήταν και είναι η εθνική ομογενοποίηση της μειονότητας και η χειραγώγησή της. Η ελληνοτουρκική φιλία δεν είναι ικανή να απομακρύνει την προσήλωση της Τουρκίας στο Εθνικό Συμβόλαιο του Κεμαλισμού, το οποίο περιλαμβάνει στις τουρκικές διεκδικήσεις και τη Θράκη. Πάγια είναι η διεκδικητική πολιτική του τουρκικού κράτους, που λειτουργεί παράλληλα με την άσκηση κάθε μορφής πιέσεων σε βάρος των Ελλήνων μουσουλμάνων μέσα στην ελληνική επικράτεια.
Εν τέλει, η όλη στάση της ελληνικής κοινωνίας και της ελληνικής πολιτείας δεν άφησαν την Ελλάδα να ακολουθήσει την κλιμακούμενη τουρκική πολιτική εθνοκάθαρσης, που κορυφώθηκε με τον αφανισμό των μειονοτήτων στην Κωνσταντινούπολη, την Ίμβρο και την Τένεδο. Παρά τη δυσμενή επίδραση των γεγονότων του 1955, δεν δόθηκε από την ελληνική πλευρά ανάλογη απάντηση και δεν εφαρμόσθηκαν μορφές αμοιβαιότητας. Το γεγονός αυτό, που τιμά την ελληνική κοινωνία και την ελληνική πολιτεία, δεν είναι ευρύτερα κατανοητό και κυρίως δεν προβάλλεται.
Κατά τη γνώμη μας, πολλοί συμπολίτες μας αρνούνται να αντιληφθούν την αυταρχική φύση της τουρκικής πολιτικής, της οποίας η επεκτατική διάθεση αποτελεί δομικό στοιχείο. Σε πολλές από τις υπάρχουσες μελέτες δεν διευκρινίζεται η δομική επιθετικότητα και κατακτητική διάθεση του τουρκικού πολιτειακού μορφώματος και συνήθως στο όνομα της επιστημονικής αντικειμενικότητας και μέσα στην αντίληψη του πολιτικώς ορθού τα πράγματα παρουσιάζονται έτσι, ώστε να εξισώνεται το θύμα με τον θύτη.
Συγγραφέας του άρθρου: Δημήτρης Μαυρίδης
———————————————————————-
Ένα κείμενο από «Το Βήμα» για το Αιγαίο και την τουρκική συμπεριφορά
———————————————————————-
Το διεθνές δίκαιο, οι συνθήκες, οι παραβιάσεις και οι παραβάσεις της Τουρκίας
ΞΕΠΕΡΑΣΑΝ τα όρια της προκλητικότητας οι Τούρκοι στο Αιγαίο με αποκορύφωμα το τελευταίο επεισόδιο με τη φρεγάτα η οποία έφθασε στα ανοιχτά του Σουνίου. Η ενέργεια αυτή αποτελεί σαφή απόδειξη ότι κουμάντο στα θέματα αμυντικής και εξωτερικής πολιτικής συνεχίζουν να κάνουν οι στρατιωτικοί, σε μια στιγμή όπου στελέχη του στρατιωτικού κατεστημένου της Αγκυρας αντιμετωπίζουν κατηγορίες για προετοιμασία πραξικοπήματος ενώ συνελήφθησαν πολλοί εν ενεργεία και εν αποστρατεία ανώτατοι αξιωματικοί. Η πρόκληση του Σουνίου δεν είναι όμως άμοιρη και των εσωτερικών πολιτικών εξελίξεων στην Ελλάδα, καθώς η Αγκυρα επιλέγει να δημιουργήσει προβλήματα και να οδηγήσει τα πράγματα σε όξυνση κάθε φορά που… διαπιστώνει ότι υπάρχει πολιτική κρίση στη χώρα μας. Ευτυχώς τη φορά αυτή η Αθήνα αντιμετώπισε με ψυχραιμία την κατάσταση χωρίς να πέσει στην παγίδα της έντασης.
Οι τουρκικές αμφισβητήσεις στο Αιγαίο ξεκίνησαν σε μια περίοδο όπου η Ελλάδα βρισκόταν και πάλι σε αδυναμία τον τελευταίο χρόνο της δικτατορίας, δηλαδή το 1974, με αποκορύφωμα την εισβολή στην Κύπρο. Στόχος των αμφισβητήσεων αυτών είναι ο διαμοιρασμός του Αιγαίου στη θάλασσα και στον αέρα με αποτέλεσμα να κινδυνεύουν να βρεθούν εγκλωβισμένα στην τουρκική ζώνη τα ανατολικά νησιά του Αιγαίου. Οπως αποδεικνύουν οι συνεχιζόμενες παραβιάσεις και παραβάσεις οι τουρκικοί στόχοι παραμένουν, 35 χρόνια αργότερα αναλλοίωτοι, ενώ δεν έχουν αποδώσει καρπούς οι κατά καιρούς διμερείς συνομιλίες. Το σοβαρότερο όμως είναι ότι οι ελπίδες που είχαν
επενδυθεί για εξομάλυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων στην ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας διαψεύδονται, υποχρεώνοντας τώρα την Αθήνα να προχωρήσει σε αναθεώρηση της πολιτικής της. Το πρόβλημα είναι ότι η τουρκική κυβέρνηση διαπιστώνοντας ότι στην Ευρώπη υπάρχουν ισχυρές αντιδράσεις για την ένταξη της χώρας τους στην ΕΕ, γεγονός που δεν διασφαλίζει τη θετική κατάληξη των εν εξελίξει διαπραγματεύσεων, επιστρέφει στη λογική της περιφερειακής υπερδύναμης. Μέσα στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται και η σκλήρυνση απέναντι στην Ελλάδα.
Για την καλύτερη κατανόηση των προβλημάτων που υπάρχουν στο Αιγαίο «Το Βήμα της Κυριακής» δίνει σήμερα 13 απαντήσεις σε 13 ερωτήσεις. Ολα τα στοιχεία που δημοσιεύονται αντλήθηκαν από τα σημειώματα της Νομικής Υπηρεσίας του υπουργείου Εξωτερικών.
1. Πώς προέκυψε το ζήτημα των «γκρίζων ζωνών» στο Αιγαίο;
Η καινοφανής θεωρία περί «γκρίζων ζωνών» εμφανίστηκε από τους Τούρκους στα μέσα της δεκαετίας του ΄90 και συνίσταται στην αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας σε μια σειρά νήσων, νησίδων και βραχονησίδων στο Ανατολικό Αιγαίο. Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή, η ελληνική κυριαρχία εκτείνεται μόνο σε εκείνα τα νησιά τα οποία αναφέρονται ονομαστικά στα κείμενα των συνθηκών με τις οποίες αυτά παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα.
2. Ποια είναι αυτά τα κείμενα;
Πρόκειται για τη Συνθήκη της Λωζάννης του 1923 και για τη Συνθήκη των Παρισίων του 1947. Η Λωζάννη προέβλεπε την ελληνική κυριαρχία σε όλα τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου (και ειδικότερα στη Λήμνο, στη Σαμοθράκη, στη Μυτιλήνη, στη Χίο, στη Σάμο και στην Ικαρία), με εξαίρεση την Ιμβρο, την Τένεδο και τις Λαγούσες, που παρέμεναν υπό τουρκική κυριαρχία, και τα Δωδεκάνησα, τα οποία βρίσκονταν υπό ιταλική κατοχή. Η Τουρκία μάλιστα είχε τότε παραιτηθεί κάθε δικαιώματος και τίτλου για τα Δωδεκάνησα υπέρ της Ιταλίας (τα οποία αναφέρονταν και ονομαστικώς), «καθώς και των νησίδων των εξ αυτών εξαρτωμένων». Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο με τη Συνθήκη των Παρισίων του 1947 η Ιταλία παραχώρησε στην Ελλάδα τα Δωδεκάνησα, «ως και τας παρακείμενας νησίδας». Αρα το καθεστώς της ελληνικής κυριαρχίας στην περιοχή αυτή τόσο ως προς τα νησιά όσο και ως προς τις νησίδες είναι σαφές.
3. Τι συμβαίνει με τα θαλάσσια σύνορα στην περιοχή του Ανατολικού Αιγαίου;
Τον Ιανουάριο του 1932 υπεγράφη μια ιταλοτουρκική συμφωνία με την οποία οριοθετήθηκαν τα χωρικά ύδατα των δύο χωρών μεταξύ της Μικρασιατικής Ακτής και του Δωδεκανησιακού συμπλέγματος. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι τα περίφημα Ιμια, τα οποία περιήλθαν τότε στην Ιταλία, αναφέρονται ονομαστικά σε συμπληρωματικό πρωτόκολλο της συμφωνίας αυτής. Οπως προβλέπεται από το διεθνές δίκαιο, όταν τα Δωδεκάνησα περιήλθαν στην Ελλάδα, συνέχισε να ισχύει ολόκληρο το νομικό καθεστώς που ίσχυε προηγουμένως μεταξύ Ιταλίας και Τουρκίας. Αρα, και η θαλάσσια οριοθέτηση είναι σαφής και τα Ιμια φυσικά (όπως και το Αγαθονήσι και το Φαρμακονήσι και όλες οι υπόλοιπες νησίδες) ανήκουν στην Ελλάδα, όπως ανήκαν προηγουμένως στην Ιταλία.
4. Η οριοθέτηση αυτή αφορά μόνο τα Δωδεκάνησα. Τι καθεστώς ισχύει βορείως της Δωδεκανήσου;
Εδώ ισχύει το καθεστώς που όρισε η Συνθήκη της Λωζάννης του 1923. Σύμφωνα με τη συνθήκη αυτή, όλα τα νησιά που βρίσκονται σε απόσταση μικρότερη από τα τρία μίλια της μικρασιατικής ακτής ανήκουν στην Τουρκία. Τα θαλάσσια σύνορα ορίζονται από τη μέση γραμμή μεταξύ των τουρκικών και των ελληνικών ακτών. Το πρόβλημα όμως είναι ότι δεν έχει υπάρξει οριοθέτηση των θαλασσίων αυτών συνόρων, όπως είχε συμβεί με την ιταλοτουρκική συμφωνία για τα Δωδεκάνησα του 1932. Ετσι το νομικό αυτό κενό δίνει περαιτέρω τροφή στην Αγκυρα για τη στήριξη της απαράδεκτης θεωρίας της για τις «γκρίζες ζώνες».
5. Πέρα από τις «γκρίζες ζώνες», η Τουρκία αμφισβητεί και το δικαίωμα επέκτασης των ελληνικών χωρικών υδάτων και την έκταση του ελληνικού εθνικού εναερίου χώρου. Γιατί;
Τα ελληνικά χωρικά ύδατα εκτείνονται στα 6 μίλια από τη φυσική ακτογραμμή και της ηπειρωτικής χώρας και των νησιών με βάση νόμο του 1936. Μόνο αν η απόσταση από τις ακτές άλλου κράτους (δηλαδή, της Τουρκίας) είναι μικρότερη των 6 μιλίων ισχύει ο κανόνας της μέσης γραμμής. Σύμφωνα με το νέο δίκαιο της θάλασσας, η Ελλάδα έχει το δικαίωμα της επέκτασης των χωρικών της υδάτων ως τα 12 μίλια. Και θα πρέπει να σημειωθεί ότι η Τουρκία, η οποία δεν έχει υπογράψει το νέο δίκαιο της θάλασσας, έχει ήδη επεκτείνει στα 12 μίλια τα δικά της χωρικά ύδατα στον Εύξεινο Πόντο και στη Μεσόγειο. Το 1995 η τουρκική Εθνοσυνέλευση εξέδωσε ψήφισμα με το οποίο θεωρεί «casus belli» την ενδεχόμενη επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων στα 12 μίλια, παραβιάζοντας τον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών που απαγορεύει στα κράτη-μέλη την απειλή ή τη χρήση βίας στις διεθνείς σχέσεις. Η Τουρκία φοβάται ότι με την επέκταση στα 12 μίλια το Αιγαίο θα καταστεί ελληνική λίμνη χωρίς διεθνή ύδατα για την ελεύθερη ναυσιπλοΐα.
6. Και ο εθνικός εναέριος χώρος;
Με προεδρικό διάταγμα του 1931 η Ελλάδα έχει καθορίσει το εύρος του εθνικού εναερίου χώρου της στα 10 μίλια. Ως το 1974, οπότε άρχισαν να τίθενται οι τουρκικές μονομερείς διεκδικήσεις στο Αιγαίο με αφορμή την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας, η Αγκυρα δεν είχε ποτέ διαμαρτυρηθεί για την έκταση των 10 μιλίων. Εκτοτε προβάλλει συνεχώς τις διεκδικήσεις της με τις παραβιάσεις όχι μόνο του ορίου μεταξύ των 10 και των 6 μιλίων αλλά και πέραν του ορίου των 6 μιλίων. Η Αγκυρα στηρίζει την αμφισβήτησή της στο γεγονός ότι το διεθνές δίκαιο προβλέπει πως το εύρος του εναερίου χώρου πρέπει να ταυτίζεται με το εύρος των χωρικών υδάτων. Αυτό σημαίνει ότι, αν ήθελε η Ελλάδα, αντί να μειώσει τον εθνικό εναέριο χώρο της στα 6 μίλια, θα μπορούσε να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 10 μίλια ή να βρεθεί μια μέση λύση γύρω στα 8 μίλια και για τις δύο περιπτώσεις. Το ζήτημα αυτό συζητείται στις διερευνητικές συνομιλίες μεταξύ των δύο χωρών, οι οποίες έχουν ξεπεράσει τις σαράντα, χωρίς να έχει βρεθεί καμία λύση.
7. Πού βρίσκεται σήμερα το ζήτημα της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας;
Πουθενά, καθώς δεν έχει σημειωθεί καμία πρόοδος στο θέμα αυτό, το οποίο ταλανίζει τις ελληνοτουρκικές σχέσεις από το 1974 και έχει φέρει τις δύο χώρες στο χείλος του πολέμου. Η Ελλάδα θεωρεί την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας τη μόνη νομική διαφορά μεταξύ των δύο χωρών και προτείνει την παραπομπή του θέματος στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Η Τουρκία, γνωρίζοντας ότι το διεθνές δίκαιο δεν την ευνοεί, επειδή προβλέπει ότι και τα νησιά έχουν δικαίωμα σε υφαλοκρηπίδα, αρνείται τη διαδικασία αυτή προβάλλοντας μια σειρά άλλα προβλήματα, όπως η οριοθέτηση των θαλασσίων συνόρων, η αποστρατιωτικοποίηση των νησιών και η ρύθμιση του εναερίου χώρου. Αυτό όμως που ουσιαστικά επιδιώκει είναι η υφαλοκρηπίδα να οριοθετηθεί στο μέσον του Αιγαίου (στο μέσον, δηλαδή, μεταξύ των μικρασιατικών ακτών και των ακτών της ηπειρωτικής Ελλάδας)
εγκλωβίζοντας έτσι τα ελληνικά νησιά του Ανατολικού Αιγαίου.
8. Γιατί η Τουρκία ζητεί την αποστρατιωτικοποίηση των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου;
Το στρατιωτικό καθεστώς των ελληνικών νησιών του Ανατολικού Αιγαίου δεν είναι ενιαίο. Για τα νησιά Λήμνος και Σαμοθράκη ίσχυε η Σύμβαση της Λωζάννης για τα Στενά του 1923, η οποία αντικαταστάθηκε από τη Σύμβαση του Μοντρέ του 1936, που κατήργησε το καθεστώς της αποστρατιωτικοποίησης του 1923. (Εδώ εντάσσεται και η περίπτωση του Αϊ-Στράτη, για την οποία συνεχίζει να διαμαρτύρεται η Τουρκία.) Για τα νησιά Μυτιλήνη, Χίος, Σάμος και Ικαρία ισχύει η Συνθήκη Ειρήνης της Λωζάννης του 1923, όπου πουθενά δεν προβλέπεται ότι αυτά θα τελούν υπό καθεστώς αποστρατιωτικοποίησης. Η ελληνική κυβέρνηση αναλαμβάνει μόνο την υποχρέωση να μην εγκαταστήσει εκεί ναυτικές βάσεις ή οχυρωματικά έργα. Για τα Δωδεκάνησα ισχύει η Σύμβαση Ειρήνης των Παρισίων του 1947 μεταξύ Ιταλίας και Συμμάχων (άρα η Τουρκία δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος), η οποία προβλέπει την αποστρατιωτικοποίησή τους. Στα Δωδεκάνησα έχουν εγκατασταθεί ορισμένες δυνάμεις εθνοφυλακής οι οποίες έχουν δηλωθεί σύμφωνα με τη Συμφωνία για τις Συμβατικές Δυνάμεις στην Ευρώπη (CFΕ). Πέρα όμως από αυτό, η Ελλάδα δεν έχει παραιτηθεί του δικαιώματος για άμυνα, όταν μάλιστα συνεχίζονται οι απειλές κατά των νησιών της. Το δικαίωμα αυτό είναι που αμφισβητεί η Τουρκία.
9. Τι συμβαίνει στο FΙR;
Περιπολία στο Αιγαίο από σκάφος της ελληνικής Ακτοφυλακής Το FΙR (Flight Ιnformation Region) είναι η περιοχή πληροφοριών πτήσεων που καλύπτει ολόκληρο τον ελληνικό εναέριο χώρο (διεθνή και εθνικό) και όπου τον επιχειρησιακό έλεγχο για την ασφαλή διεξαγωγή των πτήσεων πολιτικών και στρατιωτικών αεροσκαφών που διέρχονται από την περιοχή αυτή ασκεί η Ελλάδα με βάση τους κανονισμούς του Διεθνούς Οργανισμού Αεροπλοΐας (ΙCΑΟ). Η Τουρκία, η οποία ως το 1975 υπέβαλλε κανονικά σχέδια πτήσης για όλα τα αεροσκάφη της, τώρα υποβάλλει σχέδια, πέραν φυσικά των πτήσεων των πολιτικών αεροσκαφών, μόνο για τα κρατικά αεροσκάφη που διασχίζουν την ελληνική επικράτεια και ποτέ για τις πτήσεις των στρατιωτικών αεροσκαφών της. 10. Σε τι διαφέρουν οι παραβιάσεις από τις παραβάσεις;
Παραβιάσεις γίνονται όταν τα τουρκικά στρατιωτικά αεροσκάφη εισέρχονται μέσα από το όριο των 10 μιλίων του εθνικού εναερίου χώρου. Οι παραβάσεις αφορούν την είσοδο στο ελληνικό FΙR χωρίς σχέδια πτήσεως. Και στις δύο περιπτώσεις τα τουρκικά μαχητικά αναχαιτίζονται από τα αεροσκάφη της Ελληνικής Αεροπορίας, η οποία βρίσκεται σε επαγρύπνηση ολόκληρο το εικοσιτετράωρο, γεγονός που απαιτεί τεράστιες αμυντικές δαπάνες.
11. Υπάρχει όμως διαμάχη και γύρω από το ζήτημα της έρευνας και της διάσωσης. Ποια είναι η διαφορά;
Η έρευνα και η διάσωση σε περίπτωση αεροπορικού ατυχήματος διέπονται από τους κανονισμούς του ΙCΑΟ. Η Ελλάδα, σύμφωνα με τους κανονισμούς αυτούς που ισχύουν από το 1952 και έχουν επικυρωθεί μεταγενέστερα και από τον Διεθνή Οργανισμό Ναυτιλίας (ΙΜΟ), έχει την ευθύνη για την παροχή υπηρεσιών έρευνας και διάσωσης σε ολόκληρη τη θαλάσσια περιοχή που συμπίπτει με το FΙR Αθηνών. Αυτό αμφισβητείται από την Τουρκία, η οποία έχει καταθέσει δική της δήλωση στον ΙΜΟ ότι η περιοχή ευθύνης της εκτείνεται περίπου ως το μέσον του Αιγαίου και καλεί την Ελλάδα σε διμερείς διαπραγματεύσεις για την οριοθέτηση των περιοχών ευθύνης. Με τον τρόπο αυτόν η Τουρκία εγκλωβίζει στη δική της περιοχή μεγάλο τμήμα της ελληνικής νησιωτικής επικράτειας, όπως ακριβώς θέλει να κάνει και με την υφαλοκρηπίδα. Το γεγονός αυτό έχει οδηγήσει τις δύο χώρες σε επικίνδυνα αεροναυτικά επεισόδια. 12. Εχει δικαίωμα η Τουρκία να πραγματοποιεί αεροναυτικές ασκήσεις στο Αιγαίο;
Βεβαίως και έχει το δικαίωμα αυτό, αρκεί να υποβάλει εγκαίρως το αίτημα για τη δέσμευση των περιοχών των ασκήσεων που περιλαμβάνουν τα διεθνή ύδατα και τον διεθνή εναέριο χώρο. Οι ασκήσεις αυτές πραγματοποιούνται αρκετά συχνά και δίνουν πάντα την ευκαιρία στην Τουρκία να προβάλλει τις μονομερείς διεκδικήσεις της με τις γνωστές παραβιάσεις και παραβάσεις, όπως συνέβη με την τελευταία ναυτική άσκηση στο Αιγαίο, όπου μια τουρκική φρεγάτα παραβιάζοντας τα χωρικά μας ύδατα έφθασε με προκλητικό τρόπο ως έξω από το Σούνιο. 13. Τι ακριβώς συνέβη με την τουρκική φρεγάτα;
Η φρεγάτα αυτή μετείχε σε τουρκική ναυτική άσκηση στο Κεντρικό Αιγαίο και αιφνιδίως μετέβαλε πορεία και άρχισε να κινείται νοτιοδυτικά φθάνοντας μέσω του Κάβο Ντόρο στα ανοιχτά του Σουνίου. Ας σημειωθεί ότι, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, η αβλαβής διέλευση μέσα από τα χωρικά ύδατα μιας χώρας ενός ξένου πολεμικού πλοίου δεν απαγορεύεται, αρκεί το πλοίο αυτό να κινείται με ορισμένη σταθερή ταχύτητα σε ευθεία γραμμή και με απενεργοποιημένο τον οπλισμό του. Το τουρκικό όμως σκάφος αιφνιδίως πραγματοποίησε έξω από το Σούνιο και μέσα στα ελληνικά χωρικά ύδατα ελιγμό επιστρέφοντας προς τα πίσω, στην αντίθετη κατεύθυνση δηλαδή, για να πλεύσει και πάλι στην περιοχή των τουρκικών ασκήσεων στο Κεντρικό Αιγαίο. Παραβίασε, δηλαδή, τους κανόνες της αβλαβούς διέλευσης με μια εμφανή προκλητική ενέργεια.
TO BHMA
[…] -Ευρωπαϊκή δικαίωση Ίμβρου και Τενέδου […]