-ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ’73: Η «μονόπλευρη θέαση», η απαράδεκτη ουδετεροποίηση και η -εν τέλει- ΔΟΛΟΦOΝΙA της ΜΝΉΜΗΣ
Οι δολοφόνοι της μνήμης
Της Πέπης Ρηγοπούλου
Στο βιβλίο του Οι δολοφόνοι της μνήμης, (Maspero, 1981, La Découverte 2005) ο ιστορικός Πιέρ Βιντάλ Νακέ, μιλά για την εσκεμμένη διαστρέβλωση όχι μόνον της επιστήμης της Ιστορίας, αλλά και αυτήν της συλλογικής μνήμης, που υπερβαίνοντας το επιστημονικό πεδίο, ανοίγεται στο πολιτικό/πολιτισμικό. Παιδί εκτελεσμένων στα ναζιστικά στρατόπεδα, συναγωνιστής των Αλγερίνων κατά της γαλλικής αποικιοκρατίας, που πλήρωσε με βασανιστήρια την στάση του, σύντροφος εμπράκτως και των Ελλήνων που αντιστάθηκαν στην Χούντα, ο συγγραφέας επιτίθεται σε όλους εκείνους, ακροδεξιούς και λοιπούς αρνητές με δήθεν προοδευτικό προσωπείο, που προσπάθησαν, πλαστογραφώντας Ιστορία και μνήμη, να σβήσουν την γενοκτονία των Εβραίων από τον χιτλερισμό.
Το βιβλίο του Ι. Χανδρινού Όλη νύχτα εδώ Μια προφορική ιστορία της Εξέγερσης του Πολυτεχνείου, εκδ. Καστανιώτη, ασχολείται με την εξέγερση του Πολυτεχνείου το 1973, συλλέγοντας ογδόντα τέσσερις μαρτυρίες ανθρώπων που σχετίζονται με αυτήν. Δεν δηλώνει ότι η εξέγερση και η καταστολή της δεν υπήρξαν. Αλλά επιλέγει και μεταχειρίζεται το πολύτιμο και ευαίσθητο υλικό αυτό με τρόπο που να φέρνει στο νου τον τίτλο που μόλις ανέφερα. Η προφορική ιστορία είναι με μία έννοια ένα υποκατάστατο της ψυχαναλυτικής διαδικασίας. Ένας συλλέκτης αφηγήσεων εκτός από ιστορική γνώση οφείλει να σέβεται το πλαίσιο που έχει συμφωνηθεί με τους αφηγητές που επιλέγει. Ιδιαίτερα όταν αυτοί δεν είναι αμιγής ομάδα. Ένα έντυπο συγκατάθεσης συνηθίζεται να υπογράφεται μεταξύ τους. Η ειλικρίνεια που ζητά από αυτούς προϋποθέτει την δική του απέναντί τους. Η έρευνα δεν μπορεί να συγχέεται με την άγρα σκανδάλου. Ιδού γιατί:
Ατόπημα πρώτο: Το θεωρητικό μοντέλο που εφαρμόζει αντλείται από μία βιβλιογραφία προφορικών ιστοριών. Και από κάποιες μελέτες σχετικές με γεγονότα όπως οι φυλετικές και άλλες εξεγέρσεις καθώς και τα κινήματα διαμαρτυρίας στις ΗΠΑ. Έτσι φαίνεται να δέχεται ότι ισχύει και στο παράδειγμα της καταστολής της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, η άποψη ότι η βία μιας εξέγερσης είναι εγγενής και επομένως αυτή προκάλεσε την τελική λύση που υιοθέτησε η Χούντα(!) (σελ. 37.τα περί «κλιμάκωσης» και «δυναμικής αλληλεπίδρασης διαδηλωτών –αστυνομίας»).
Ατόπημα δεύτερο: Υπόσχεται ότι θα αποκαταστήσει την «μαρτυρία ως εργαλείο κατανόησης μιας ιστορικής περιόδου (..) μακριά από λογικές δημοσιογραφικής κατασπατάλησης του μνημονικού της κεφαλαίου» (σελ.13). Όταν ωστόσο παραθέτει τον αριθμό και την κοινωνική προέλευση νεκρών και τραυματισμένων στο Πολυτεχνείο, αντλεί τα στοιχεία από την δημοσιογραφική έρευνα της Εφσυν (2012)και την παλαιότερη της Πανσπουδαστικής (1974). (σελ.16). Παράλληλα, σημειώνει ότι «αμιγώς ιστορικές μελέτες ή μονογραφίες απουσιάζουν», ενώ (υπάρχουν) «σποραδικές και σχεδόν εντελώς αόρατες στη βιβλιογραφία μαρτυρίες» (σελ.16-17) Όμως σε άλλη παράγραφο λέει: «Αυτό που αποθαρρύνει την εμπλοκή της ιστοριογραφίας είναι η πληθωριστική χρήση της μαρτυρίας.» (αν και αόρατης; σελ.18).
Σε συνέντευξή του στο Βήμα για να αποδείξει την μοναδικότητα της προσέγγισής του εις βάρος κάθε άλλης, προτείνει την «βιωματική εξιστόρηση» στην θέση της «μαρτυρίας», σαν κάθε σοβαρή μαρτυρία να μην είναι και αυτή μία εξιστόρηση βιωματική – και συχνά τραυματική- η οποία πλουτίζεται όσο βαθαίνει ο χρόνος.
Ατόπημα τρίτο: Σε αντίθεση με τους «βετεράνους (σικ!) του 40» που υπήρξε προνομιακό όπως λέει target group για έρευνα, θεωρεί ότι «οι υποψήφιοι μάρτυρες που εξακολουθούν να είναι ενταγμένοι στην παραγωγή, στην κοινωνική δράση, ακόμα και στην ενεργό πολιτική», δεν είναι. Διότι η ένταξη του αυτή δημιουργεί ενδοιασμούς σε έναν «υποψήφιο φορέα εμπειρίας» να δεχτεί τον ρόλο του «αφηγητή» σε μια έρευνα διαφορετική από ένα «εγώ-κείμενο» (!) και τελικά να κατανοήσει ότι «η μνήμη είναι ένα κεφάλαιο που για να τοκιστεί χρειάζεται την υποστήριξη της επιστημονικής έρευνας*» (*σύμφωνα με τον γερμανό Jegle Utz σε ομαδικό βιβλίο, σελ.24). Ο επιμελητής επιλέγει έτσι στην ιστορική κεφαλαιαγορά τον επικερδή τοκισμό του κεφαλαίου της «μνήμης» των μαρτύρων του. Το γεγονός βέβαια ότι οι αφηγητές του δεν έχουν ακόμα αλτσχάιμερ, γράφουν, αντιδρούν, δεν έχουν δηλαδή αναχωρήσει από την κοινωνική δράση, την παραγωγή, την δημιουργία, έχει όντως τα μειονεκτήματά του, καθώς ενδέχεται να διεκδικήσουν μερίδιο από τους «τόκους» .
Ατόπημα τέταρτο: Μιλά για την προσπάθεια του να βρει πρόσωπα πέραν του «σκληρού πυρήνα» του τότε φοιτητικού συνδικαλισμού. Να βρει δηλαδή «απλούς» εξεγερμένους με την προϋπόθεση να έχουν ενδιαφέρουσες ιστορίες να πουν. Αλλά φυσικά και εκπροσώπους των δυνάμεων καταστολής. Δεν ξέρω πόση απλότητα πρέπει να έχει ένας εξεγερμένος ή πόσο αίμα να έχει χύσει για να γίνει ενδιαφέρουσα η ιστορία του. Ούτε και με ποια κριτήρια επέλεξε τους εκπροσώπους των δυνάμεων καταστολής. Υποθέτω με απλά. Έτσι που οι δύο από τους τρεις να είναι εντελώς τυχαία από την ίδια μονάδα: ο ένας φαντάρος που μόνο καλά είχε να πει για τον επικεφαλής του. Και ο επικεφαλής να αφηγείται ότι οι φοιτητές του θύμισαν πρόβατα καθώς αποχωρούσαν από το μαντρί. Ενώ ο Κ. Λαλιώτης που είχε πάει να διαπραγματευτεί είναι που του έριξε την ιδέα να μπει το τανκ για να ανοίξει την πύλη. Το ιστορικό αυτό ψέμα που δείχνει τους πολιορκημένους πολιορκητές του εαυτού τους, η συκοφαντία αυτή, δεν σχολιάζεται από τον επιμελητή ούτε και γνωστοποιήθηκε στον Κ.Λαλιώτη και στους υπόλοιπους αφηγητές. Γιατί αφορά βεβαίως στο σύνολο την εξέγερση του 73, στο σύνολο την συλλογική μνήμη του τόπου μας. Αντιμετωπίστηκε ως σκάνδαλο. Έτσι για να μην γίνει «κατασπατάληση του μνημονικού κεφαλαίου» αυτό πήρε νέα μορφή: έγινε εργαλείο προπαγάνδας. Από έναν άξιο συνταγματάρχη των καταδρομέων. Που ήταν πιστός εξ αρχής της χούντας για να περάσει στην συνέχεια με τον Δ. Ιωαννίδη και να αποταχθεί το 1975 από τον Ευ. Αβέρωφ, διότι μαζί με ομοϊδεάτες του απειλούσε επιστροφή της δικτατορίας. Η δολοφονία της συλλογικής μνήμης επιτελείται έτσι με έναν παιγνιώδη τρόπο, χωρίς καμία αντίδραση του επιστήμονα. Με την προσθήκη ότι η μαρτυρία αυτή προβάλλεται χωρίς κριτικό σχολιασμό στην εισαγωγή του, επειδή θεωρεί «άκρως ενδιαφέροντες» τους «θεματικούς /μνημονικούς της άξονες».
Μένει το ερώτημα για το κατά πόσο τα ατοπήματα αυτά έχουν να κάνουν αποκλειστικά με την σχέση του επιμελητή με την ιστορία, μικρή και μεγάλη. Και αυτό διότι όταν προβάλλεις έναν απολογητή της Χούντας που δολοφονεί την μνήμη διασπείροντας ψέματα, κινδυνεύεις να είσαι εκ των υστέρων πνευματικός συνεργός. Έτσι βιωματικά και απλά.
Παραλειπόμενα της πρόσφατης συλλογής μαρτυριών για την εξέγερση από τον Ι. Χανδρινό.
Μπορεί να έχουν περάσει 46 χρόνια, αλλά καθώς φαίνεται η εξέγερση του Πολυτεχνείου εξακολουθεί να ενοχλεί. Και μοναδικός τρόπος να αντιμετωπιστεί η ανάμνησή της είναι ακόμα και σήμερα η άθλια συκοφάντησή της. Δεν αναφέρομαι βέβαια στα έντυπα και τα μέσα ενημέρωσης της Ακροδεξιάς που εξακολουθούν να υμνούν τον Παπαδόπουλο, ούτε καν στα στελέχη της κυβερνητικής παράταξης που κλείνουν το μάτι στην ακροδεξιά τους πτέρυγα.
Το τελευταίο κρούσμα μιας παρόμοιας συκοφαντίας περιλαμβάνεται στο φιλόδοξο πόνημα του ιστορικού Ιάσονα Χανδρινού «Ολη νύχτα εδώ. Μια προφορική ιστορία της Εξέγερσης του Πολυτεχνείου» (εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 2019), το οποίο παρουσιάστηκε από τις στήλες της «Εφ.Συν.» το περασμένο Σάββατο. Μεταξύ των 84 «ατομικών βιωματικών αφηγήσεων» που έχει συγκεντρώσει ο επιμελητής της έκδοσης περιλαμβάνεται η μαρτυρία του Κώστα Βουλιέρη, αντισυνταγματάρχη καταδρομών, επικεφαλής των ειδικών δυνάμεων το βράδυ της 16ης προς 17η Νοεμβρίου 1973.
Με την αφήγησή του ο Βουλιέρης επιχειρεί να αντιστρέψει πλήρως τη διαδοχή των γεγονότων που οδήγησαν στην εισβολή, υποστηρίζοντας ότι ήταν οι εκπρόσωποι των φοιτητών εκείνοι που ζήτησαν την εισβολή. Αυτό δεν το έχει πει μέχρι σήμερα κανείς. Ούτε καν οι στρατιωτικοί που καταδικάστηκαν στη δίκη του Πολυτεχνείου.
Διηγείται ο Βουλιέρης:
«Εμείς θέλαμε ν’ ανοίξουμε την πύλη. Παίρνει, λοιπόν, ο Μακρυγιώργος τον τηλεβόα και λέει: “Ας πηδήσουν τρεις ή τέσσερις να το κουβεντιάσουμε”. “Ναι! Ναι!” φωνάζαν από μέσα. Διαδήλωσις υπέρ του στρατού κατά κάποιον τρόπο. Και βγήκαν απ’ έξω τρεις. Ο ένας ήταν το λεγόμενο “θείον βρέφος” του Ανδρέα Παπανδρέου, ο Λαλιώτης, ο οποίος είχε τότε στρατευτεί νομίζω, γιατί ήταν κουρεμένος με την ψιλή μηχανή. […] Μερικοί λέγανε να ’ρθει μια μπουλντόζα, αλλά θα έκανε πέντε ώρες μέχρι να έρθει, οπότε ρίχνει την ιδέα ο Λαλιώτης: “Κύριε συνταγματάρχα, εδώ παρακάτω έχετε άρματα μάχης” (ήταν πράγματι άρματα μάχης, εκατό μέτρα δεξιά κι αριστερά απ’ το Πολυτεχνείο). Η ιδέα υλοποιήθηκε. Ηρθε το τανκ –νεκρική σιγή μέσα–, είχε γυρίσει τον πυργίσκο ανάποδα. […] Φύγαν όλοι εκτός από μια φανατική: “Φασίστες, δεν φεύγω, φασίστες δεν φεύγω”»(σ. 160).
Τίποτα από όσα περιγράφονται εδώ δεν είναι αλήθεια. Από τα πιο απλά (λ.χ. ο Λαλιώτης δεν είχε στρατευθεί και είχε μακριά μαλλιά) έως τα πιο σημαντικά: οι δυο εκπρόσωποι των φοιτητών (ο Κώστας Λαλιώτης και ο αξέχαστος Κυριάκος Σταμέλος) στάλθηκαν από τη Συντονιστική Επιτροπή και πήδηξαν έξω από τα κάγκελα προκειμένου να διαπραγματευθούν μια παράταση, ώστε να μην μπουν οι πολιορκητές στο Πολυτεχνείο μέχρι να ξημερώσει και να εξασφαλιστεί η ειρηνική έξοδος των εγκλείστων, με τη μεσολάβηση κάποιων θεσμικών φορέων, ακόμα και της Εκκλησίας, ως εγγυητών. Το τανκ δεν ήταν 100 μέτρα μακριά, αλλά μπροστά στην πύλη, και η είσοδός του επιβλήθηκε με διαταγή από τους επικεφαλής της στρατιωτικής δύναμης. Και βέβαια η «φανατική» δεν ήταν άλλη από την ηρωική Πέπη Ρηγοπούλου.
Τη σοβαρότητα της μαρτυρίας προδίδουν οι λεπτομέρειες: Υποτίθεται ότι στην πύλη του Πολυτεχνείου υποδέχτηκαν τον Βουλιέρη κάτι κοριτσάκια, λέγοντας «κύριε αξιωματικέ ήρθαμε εδώ για να διασκεδάσουμε λιγάκι. Μη μας σκοτώσετε». Και μέσα στο Πολυτεχνείο, μετά την εισβολή, ο Βουλιέρης βρήκε «αχούρι, σπασμένα τα πάντα» και κυρίως «ολίγα χρησιμοποιημένα προφυλακτικά και δυο τρία κουτάκια αχρησιμοποίητα». Πάντως θυμάται ότι μέσα στο Πολυτεχνείο οι κοπέλες «τον αγκάλιαζαν και τον φιλούσαν».
Πέρα από τη γελοιότητα, το σοβαρό είναι βέβαια ο συκοφαντικός ισχυρισμός ότι ο εκπρόσωπος των εγκλείστων Κώστας Λαλιώτης ήταν εκείνος που ζήτησε την επέμβαση των τανκς!
Ασφαλώς όλες οι μαρτυρίες είναι πολύτιμες. Και απ’ αυτόν τον κανόνα δεν εξαιρούνται οι «ανεπιθύμητες» ή ακόμα και οι εξόφθαλμα αναξιόπιστες. Από τη μαρτυρία του χουντικού στρατιωτικού μαθαίνουμε τον τρόπο που έχει προσλάβει η δική του πλευρά τα δραματικά γεγονότα. Ομως δεν είναι δυνατόν να μην παρατίθεται ούτε μια υποσημείωση που να προειδοποιεί τον αναγνώστη για τη διαστρέβλωση της ιστορίας.
Γνωρίζω τον αντίλογο. Θα πει κανείς ότι παρατίθενται απλώς ασχολίαστες οι μαρτυρίες και ότι αυτό επιβάλλει η δομή του βιβλίου και οι κανόνες της «προφορικής ιστορίας». Μόνο που ο επιμελητής της έκδοσης εδώ έχει προδοθεί. Σε ένα σημείο της αφήγησης Βουλιέρη έχει περιλάβει υποσημείωση, με την οποία καλεί τον αναγνώστη να το παραβάλει με κάτι ανάλογο που αναφέρει άλλος αφηγητής (σ. 161). Οχι μόνο, λοιπόν, δεν φρόντισε να προφυλάξει τον αναγνώστη από την αθλιότητα με μια άλλη υποσημείωση ουσίας, αλλά ενίσχυσε την αξιοπιστία της μαρτυρίας. Το χειρότερο είναι ότι στην εισαγωγή ο επιμελητής δεν διστάζει να πει ότι ο Βουλιέρης «αφηγείται τα γεγονότα με βάση συγκεκριμένους –και άκρως ενδιαφέροντες– θεματικούς/μνημονικούς άξονες» (σ. 28).
Δυστυχώς δεν πρόκειται για μια τεχνική αστοχία. Πολύ φοβάμαι ότι η ασχολίαστη αναπαραγωγή της αθλιότητας πηγάζει από μια εντελώς ανιστόρητη εικόνα της πολιτικής περιόδου. Στην Εισαγωγή του ο επιμελητής εξηγεί ως εξής τη δολοφονική επέμβαση των αστυνομικών δυνάμεων:
«Η αιματηρή τροπή των γεγονότων από την Παρασκευή το απόγευμα δεν κατέδειξε παρά αυτό που προκύπτει από την τυπολογία των κινημάτων διαμαρτυρίας, η οποία ξεκίνησε να μελετάται στις ΗΠΑ την ίδια περίοδο, στις αρχές της δεκαετίας του ’70: πως ακόμα και η πλήρης απόρριψη βίαιων μεθόδων από την ηγεσία μιας οποιασδήποτε κινηματικής εκδήλωσης (κατάληψης, απεργίας, διαδήλωσης) δεν είναι συνθήκη επαρκής για να εξασφαλίσει ότι αυτή θα εκδιπλωθεί ειρηνικά. Σχεδόν πάντοτε η βία προκύπτει μέσα από τη δυναμική της αλληλεπίδρασης διαδηλωτών – αστυνομίας και η έκτασή της οφείλεται σε μικρούς, αστάθμητους παράγοντες, όπως η ψυχολογική φόρτιση των δύο μερών, συναισθήματα οργής, φόβου, κόπωσης, εκδηλώσεις πρόκλησης, χειρονομίες, βρισιές κ.ά.» (σ. 37, υποσ. 37).
Το σφάλμα του επιμελητή είναι νομίζω προφανές και χοντροκομμένο. Αντιμετωπίζει την εξέγερση ως ένα απλό κίνημα διαμαρτυρίας σε ένα σύνηθες αστικό καθεστώς, λησμονώντας ότι πρόκειται για κορύφωση του ειρηνικού μαζικού αγώνα εναντίον μιας στυγνής δικτατορίας. Αυτό το σοβαρό επιστημονικό λάθος τον οδήγησε στην ασχολίαστη αναπαραγωγή της αθλιότητας.
————–
Για τη «δικαίωση» των τανκς
Ιάσονας Χανδρινός
Ο επιμελητής του τόμου με τις μαρτυρίες για την Εξέγερση του Πολυτεχνείου εξηγείται.
Σε σχέση με την, εύστοχη σε πολλά σημεία, κριτική του Δημήτρη Ψαρρά στο βιβλίο «Ολη Νύχτα Εδώ. Μια προφορική ιστορία της Εξέγερσης του Πολυτεχνείου», το οποίο κυκλοφόρησε πρόσφατα σε επιμέλεια του υπογράφοντος, οφείλω ως απάντηση τα εξής: Στο άρθρο [Δημήτρης Ψαρράς, «Η δικαίωση των τανκς», «Εφ.Συν.», 16.11.2019] σχολιάζεται εκτενώς η δημοσιευμένη (σ. 158-164) αφήγηση του Κώστα Βουλιέρη, αντισυνταγματάρχη καταδρομών και ενός από τους επικεφαλής των δυνάμεων που εκκένωσαν βίαια το Πολυτεχνείο τη νύχτα της 16ης προς 17η Νοεμβρίου 1973, επισημαίνοντας πως πρόκειται για μια μαρτυρία «γελοία» και «συκοφαντική» και πως είναι σοβαρό ατόπημα του επιμελητή του βιβλίου «η ασχολίαστη αναπαραγωγή της αθλιότητας».
Το τελευταίο που θα μπορούσε να καταλογίσει κανείς στη συγκεκριμένη έκδοση είναι πως συνιστά ή έστω ενθαρρύνει μια θέαση μονόπλευρη. Μιλούν πάνω από τα μισά μέλη της Συντονιστικής Επιτροπής, μέλη όλων των οργανώσεων του φοιτητικού κινήματος (Αντι-ΕΦΕΕ, Ρήγας Φεραίος, ΑΑΣΠΕ, ΟΣΕ, ΟΜΛΕ κ.ά.), ανένταχτοι φοιτητές και, για πρώτη φορά, πολλοί μαθητές, εργάτες, διαδηλωτές, συλληφθέντες και τραυματίες από σφαίρες, με βάση τη διακηρυγμένη πρόθεσή μου για μια συστηματική καταγραφή της βιωματικής ιστορίας «από τα κάτω».
Oι μαρτυρίες παρατίθενται αυτούσιες. Σκόπιμα δεν υπάρχει υπομνηματισμός, αντιπαραβολές με τη βιβλιογραφία, ούτε υποσημειώσεις τεκμηρίωσης, παρά μόνο ελάχιστες εσωτερικές παραπομπές, απλώς και μόνο για να βοηθηθεί ο αναγνώστης στην παράλληλη ανάγνωση ενός ογκώδους υλικού. Ολα αυτά πιθανώς ξενίζουν ή δίνουν την εντύπωση μιας επιπόλαιης διαχείρισης.
Ο ιστορικός οφείλει να παραθέτει τις πηγές του «γυμνές», είτε είναι προφορικές συνεντεύξεις είτε έγγραφα και ντοκουμέντα. Μια μαρτυρία δε διαφέρει από οποιοδήποτε τεκμήριο: είναι ακόμα ένα στοιχείο προς εξακρίβωση, το οποίο μάλιστα ελέγχεται πολλαπλά για την ακρίβεια των λεχθέντων αλλά και τα διάφορα φίλτρα ερμηνείας που εκ των πραγμάτων αναπαράγει. Πάντοτε υπάρχουν όρια στην ιστορική μας γνώση (το Πολυτεχνείο δεν αποτελεί εξαίρεση) και η μνήμη είναι απαραίτητη ως προνομιακό (αλλά και ολισθηρό) πεδίο άντλησης πληροφοριών.
Οπως, άλλωστε, επισημαίνεται και στο άρθρο, «ασφαλώς όλες οι μαρτυρίες είναι πολύτιμες. Και από αυτόν τον κανόνα δεν εξαιρούνται οι “ανεπιθύμητες” ή και ακόμα οι εξόφθαλμα αναξιόπιστες».
Οφείλω παρ’ όλα αυτά, αποδεχόμενος την κριτική, να παραδεχτώ πως η μαρτυρία Βουλιέρη απαιτούσε μια διαφορετική πλαισίωση. Πρόκειται για μια αφήγηση, όπως επισημαίνει ορθά ο Δημήτρης Ψαρράς, που εξευτελίζει την εξέγερση και τους φορείς της με τρόπο επιθετικό, γεμάτο υπονοούμενα, ενώ επιρρίπτει την ευθύνη για την εισβολή του άρματος στους φοιτητές-μέλη της Συντονιστικής που βγήκαν να διαπραγματευτούν. Το τελευταίο σημείο είναι το πλέον επίμαχο. Η αναφορά στο όνομα του Κώστα Λαλιώτη πρέπει να διαβαστεί ως πολλαπλά κακόβουλος υπαινιγμός για την «έλλειψη αγωνιστικότητας» των φοιτητών που, υποτίθεται, ζήτησαν οι ίδιοι τα άρματα, και ταυτόχρονα ως συλλήβδην επίθεση στην καθοριστική συμβολή του αντιδικτατορικού φοιτητικού κινήματος στην πτώση της χούντας.
Στην εισαγωγή εξηγώ πως θεωρώ την αφήγηση «πολλαπλά αυτολογοκριμένη» (σ. 28) και με συγκεκριμένα πλαίσια και ιδεολογήματα, ενώ ισχυρίζομαι γενικώς πως, μιλώντας για την εξέγερση του Πολυτεχνείου ως γεγονός, δεν τίθεται θέμα ανάδειξης κάποιας άλλης «άποψης» ή «πλευράς» (πόσο δε μάλλον της χουντικής), γιατί δεν υπάρχουν καν «εναλλακτικές εκδοχές, οπτικές και αφηγήματα» (σ. 26). Τώρα αναγνωρίζω πως αυτή η ακαδημαϊκή διατύπωση πράγματι δεν είναι αρκετή σε ένα βιβλίο που εκ των πραγμάτων απευθύνεται σε ευρύ κοινό, συμπεριλαμβανομένων αναγνωστών άσχετων ή και κακοπροαίρετων. Χρειαζόταν σίγουρα αναλυτικότερος σχολιασμός, αλλά και υποσημειώσεις με την αποκατάσταση των πραγματολογικών λαθών της, όπως το ότι ο Λαλιώτης δεν ήταν «κουρεμένος με την ψιλή» που ορθά επισημαίνεται.
Δεν είχα την παραμικρή πρόθεση να αφήσω κάποια αιχμή «συκοφαντίας» να αιωρείται. Δημοσίευσα τη μαρτυρία για να ληφθεί υπόψη γι’ αυτό ακριβώς που είναι: μια αφήγηση τόσο εξόφθαλμα προκλητική και στρατευμένη στην «άλλη όχθη» που, από ερευνητική σκοπιά, γίνεται χρήσιμη ως μελέτη περίπτωσης για το πώς συγκροτείται ιδεολογικά η μνήμη ενός αμετανόητου αξιωματικού της χούντας, αποκαλυπτικό της ακροδεξιάς απόπειρας για μηδενισμό ή «αναθεώρηση» της ιστορίας του Πολυτεχνείου.
Από τις πρώτες κιόλας συνεντεύξεις, φαντάστηκα ότι ένα τέτοιο βιβλίο πρέπει να παραμείνει «ζωντανό», για όσο διαρκέσει ο εκδοτικός βίος του. Να εμπλουτίζεται συνεχώς με κριτικές παρατηρήσεις, θετικές και αρνητικές, με διάλογο που θα βοηθά στη διασταύρωση ισχυρισμών και γεγονότων, αλλά με νέες βιωματικές μαρτυρίες, που θα αντλούν το κίνητρό τους από το παρόν βιβλίο.
Κλείνοντας, θα ήθελα να συμπληρώσω κάτι σε προσωπικό τόνο. Η εννιάχρονη ενασχόλησή μου με την προφορική, βιωματική ιστορία του Πολυτεχνείου δεν είναι ένα ψυχρό ακαδημαϊκό εγχείρημα. Αντλείται από έναν βαθύ, ειλικρινή και ανυπόκριτο σεβασμό σε ανθρώπους που εκείνη την εποχή έπαιξαν κυριολεκτικά το κεφάλι τους, μεταξύ των οποίων ο Κυριάκος Σταμέλος (που πριν φύγει από τη ζωή μού έκανε την τιμή να μου δώσει τη μαρτυρία του) και φυσικά ο Κώστας Λαλιώτης, ο οποίος για μένα θα είναι για πάντα ο άνθρωπος που περιγράφουν τα δύο παρακάτω αποσπάσματα που επίσης περιλαμβάνονται στο βιβλίο: «Ητανε κάτω ο Λαλιώτης και κάποιοι άλλοι στο θυρωρείο της Πατησίων.
Είχανε έρθει τα τανκς κι είχαν σταθεί μπροστά […]. Πήδηξε τα κάγκελα και βγήκε. Και τον συλλάβανε. Δεν ήταν εύκολο να το κάνεις αυτό, ήθελε αρχίδια μεγάλα. Εδειξε μεγάλη παλληκαριά, κι αυτός και ο Κυριάκος ο Σταμέλος» (Σταύρος Λυγερός, σ. 391). «Ο Κώστας στο Πολυτεχνείο απέδειξε έναν ηρωισμό εκπληκτικό, έκανε τη διαπραγμάτευση μαζί με τον Κυριάκο τον Σταμέλο. Συνελήφθη και βασανίστηκε πολύ (ΕΣΑ πήγε κι αυτός), έπαθε ολική αμνησία απ’ τα βασανιστήρια, νοσηλεύτηκε σε στρατιωτικό νοσοκομείο… Ανακρινότανε και για εμένα, επειδή ήξερε πού θα κρυφτώ γιατί ήμασταν κολλητοί φίλοι (εγώ άλλαξα 22 σπίτια μετά το Πολυτεχνείο μέχρι τη Μεταπολίτευση, ο Κώστας τα ήξερε τα σπίτια). Θα είχα συλληφθεί αν με είχε πει. Αλλά δεν είπε τίποτα» (Μιχάλης Σαμπατακάκης, σ. 583).
Το σχόλιο του συντάκτη
Το σαββατιάτικο δημοσίευμα της «Εφ.Συν.» όπου διακρίνεται ο Κώστας Λαλιώτης με «αφάνα» και όχι κουρεμένος με την ψιλή…
Η ανιστόρητη ταύτιση της χούντας με ένα αστικό καθεστώς
Ευπρόσδεκτη η αναγνώριση του λάθους από τον επιμελητή του τόμου για το Πολυτεχνείο. Ασφαλώς δεν του καταλογίζω πρόθεση. Αλλά ομολογώ ότι ακόμα και αυτή η θαρραλέα αυτοκριτική του τοποθέτηση με ξαφνιάζει. Υπερασπίζοντας τη μεθοδολογία που ακολούθησε, ο Χανδρινός ξεκινά λέγοντας ότι δεν έχει ακολουθήσει μια «μονόπλευρη θέαση», επιβεβαιώνοντας ότι επιμένει να αντιμετωπίζει το ιστορικό γεγονός της εξέγερσης του Πολυτεχνείου ως υπόθεση δύο πλευρών, απέναντι στις οποίες ο ιστορικός οφείλει κάποιου είδους ουδετερότητα.
Οπως επισήμαινα στο κείμενό μου, αυτή η επιλογή επισφραγίζεται στην εισαγωγή του τόμου, όπου επιχειρείται η ταύτιση της εξέγερσης με τα κινήματα διαμαρτυρίας στις ΗΠΑ και διατυπώνεται η θέση πως η αιματηρή εξέλιξη προέκυψε «μέσα από τη δυναμική της αλληλεπίδρασης διαδηλωτών – αστυνομίας και η έκτασή της οφείλεται σε μικρούς, αστάθμητους παράγοντες, όπως η ψυχολογική φόρτιση των δύο μερών, συναισθήματα οργής, φόβου, κόπωσης, εκδηλώσεις πρόκλησης, χειρονομίες, βρισιές κ.ά.». Αυτή η εντελώς ανιστόρητη ταύτιση της χούντας με ένα συνηθισμένο αστικό καθεστώς είναι που οδήγησε στην ασχολίαστη παράθεση της μαρτυρίας Βουλιέρη, ο οποίος φτάνει να πει ότι η επέμβαση του τανκ ήταν ιδέα των εγκλείστων! Ασφαλώς είναι απαραίτητο να προστεθεί ο σχολιασμός, καθώς και η σημείωση ότι ο Βουλιέρης ήταν από τους σκληρούς «ιωαννιδικούς», τους οποίους αποστράτευσε ως συνωμότες ο Ευάγγελος Αβέρωφ στις 15.3.1975.
[Σημείωση: η φωτογραφία με τους φοιτητές στο Πολυτεχνείο που δημοσιεύτηκε το Σάββατο στην «Εφ.Συν.» είναι από συγκέντρωση στις 20.2.1973]
Η κ. Ρηγοπούλου με την σοφή της επιχειρηματολογία απαξιώνει, ξευτιλιζει ένα βιβλίο που περιλαμβάνει 84 μαρτυρίες ανθρώπων που συμμετείχαν στα γεγονότα εκ των οποίων οι περισσότεροι δεν έχουν μιλήσει. Αν ο κ. Χανδρινός είχε απορρίψει τον Βουλιερη θα είχε άραγε εξοργίσει τον Λαλιώτη και την Ρηγοπούλου; Θα έγραφαν και οι δύο τις μακροσκελεστατες καταδικες ενός νέου αξιόλογου ιστορικού; Δημοκρατία κ. Ρηγοπούλου, κ. Λαλιωτη, κ. Ψαρά σημαίνει να ακούς και κάτι που δεν σου αρέσει χωρίς να γίνεσαι σύγχρονος υπερλογοκριτης!
Σχόλιο από ΚΩΝΣΤΑΝΤΊΝΟΣ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΊΟΥ |
26/11/2019
Απ΄ότι κατάλαβα σε ορισμένες ευαίσθητες περιπτώσεις και εις ότι αφορά την «αλήθεια» δεν πρόκειται ποτέ να την μάθουμε ή όταν την μάθουν οι απόγονοι
δηλ. όταν απελευθερωθούν αρχεία Κρατών,Υπηρεσιών κ.λ.π ,δηλ. περίπου 2073 ή και 2173 ! τότε ίσως να μην ενδιαφέρει κανέναν πλέον !
Ας εύρισκα μέχρι σήμερα στα ελληνικά βιβλία Ε Ν Α το τονίζω Ε Ν Α έστω σοβαρό ιστορικό γεγονός που να συμφωνούν όλοι επ΄αυτού ….Ο καθένας
ανάλογα με τα πολιτικά του κολλήματα ερμηνεύει κατά το δοκούν……αυτό το γελοίο πράγμα πρέπει κάποτε να σταματήσει …..δυστυχώς και το
Πολυτεχνείο του 1973 δεν ξέφυγε από αυτό τον κανόνα της γελοιότητας…….
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ: Αθώωσαν τους υπεύθυνους της Μικρασιατικής Καταστροφής….
ΑΝΑΘΕΜΑ!
Το πρωτοσέλιδο τουρκικής εφημερίδας (Αύγουστος ’22) με τις φωτογραφίες των Γούναρη και Στράτου και τον τίτλο: «ΓΟΥΝΑΡΗΣ-ΣΤΡΑΤΟΣ: ΟΙ ΣΩΤΗΡΕΣ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ»
Oι διαφημίσεις που βλέπετε στο τέλος των αναρτήσεων και δεν έχουν καμιά απολύτως σχέση με τη θεματολογία του μπλογκ μας, προέρχονται από τη WordPress (προκειμένου να καλυφθούν τα έξοδα του server) και δεν αποφέρουν κανένα οικονομικό όφελος στο ιστολόγιο μας.
Οι υπεύθυνοι της WordPress.com έστειλαν την παρακάτω ανακοίνωση: «The site is one of the free sites hosted on WordPress.com, and we are running ads to cover the costs of operating the site for the user. We run these types of ads sparingly in an attempt to interfere as little as possible with the experience of reading a site and for logged in users we don’t show ads at all».
Η κ. Ρηγοπούλου με την σοφή της επιχειρηματολογία απαξιώνει, ξευτιλιζει ένα βιβλίο που περιλαμβάνει 84 μαρτυρίες ανθρώπων που συμμετείχαν στα γεγονότα εκ των οποίων οι περισσότεροι δεν έχουν μιλήσει. Αν ο κ. Χανδρινός είχε απορρίψει τον Βουλιερη θα είχε άραγε εξοργίσει τον Λαλιώτη και την Ρηγοπούλου; Θα έγραφαν και οι δύο τις μακροσκελεστατες καταδικες ενός νέου αξιόλογου ιστορικού; Δημοκρατία κ. Ρηγοπούλου, κ. Λαλιωτη, κ. Ψαρά σημαίνει να ακούς και κάτι που δεν σου αρέσει χωρίς να γίνεσαι σύγχρονος υπερλογοκριτης!
Απ΄ότι κατάλαβα σε ορισμένες ευαίσθητες περιπτώσεις και εις ότι αφορά την «αλήθεια» δεν πρόκειται ποτέ να την μάθουμε ή όταν την μάθουν οι απόγονοι
δηλ. όταν απελευθερωθούν αρχεία Κρατών,Υπηρεσιών κ.λ.π ,δηλ. περίπου 2073 ή και 2173 ! τότε ίσως να μην ενδιαφέρει κανέναν πλέον !
Ας εύρισκα μέχρι σήμερα στα ελληνικά βιβλία Ε Ν Α το τονίζω Ε Ν Α έστω σοβαρό ιστορικό γεγονός που να συμφωνούν όλοι επ΄αυτού ….Ο καθένας
ανάλογα με τα πολιτικά του κολλήματα ερμηνεύει κατά το δοκούν……αυτό το γελοίο πράγμα πρέπει κάποτε να σταματήσει …..δυστυχώς και το
Πολυτεχνείο του 1973 δεν ξέφυγε από αυτό τον κανόνα της γελοιότητας…….