-Καλό ταξίδι Βίκτωρα Σαρηγιαννίδη
ΕΦΥΓΕ Ο ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ ΕΛΛΗΝΑΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΟΣ, ΒΙΚΤΩΡ ΣΑΡΗΓΙΑΝΝΙΔΗΣ
23ΔευτέραΔεκ 2013
Ο Βίκτωρ Σαρηγιαννίδης (δεξιά) με τον άλλο Μεγάλο του Ελληνισμού, Οδυσσέα Δημητριάδη
Είχε χαρακτηριστεί «ποιητής» της αρχαιολογίας, ο άνθρωπος που περπάτησε στα «βήματα» του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην Κεντρική Ασία, ένας «ήρωας» του Ποντιακού Ελληνισμού.
Πέθανε τα ξημερώματα, στη Μόσχα, σε ηλικία 84 χρόνων, ο διαπρεπής, ελληνικής καταγωγής, αρχαιολόγος Βίκτωρ Σαρηγιαννίδης.
Επιστήμονας παγκόσμιου κύρους, ο ελληνικής καταγωγής αρχαιολόγος με την πολύχρονη ανασκαφική δραστηριότητά του στην περιοχή της κεντρικής Ασίας, συνέβαλε καθοριστικά στην ανάδειξη των στοιχείων του ελληνικού πολιτισμού στην ευρύτερη περιοχή της Μαύρης Θάλασσας, αλλά και στην ανακάλυψη των ελληνικών ριζών του πολιτισμού της Κεντρικής Ασίας (ανάμεσα στο σημερινό Αφγανιστάν, Τουρκμενιστάν και Ουζμπεκιστάν). Με τα ευρήματά του, ο Β. Σαρηγιαννίδης απέδειξε ότι ο Ελληνισμός εξαπλώθηκε στην Ανατολή και στην Κεντρική Ασία 1.500 χρόνια πριν από την εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Γεννήθηκε στις 23 Σεπτεμβρίου 1929 στην Τασκένδη (Ουζμπεκιστάν) από Έλληνες γονείς. Το 1952 αποφοίτησε από το Κρατικό Πανεπιστήμιο Κεντρικής Ασίας (Τασκένδη) και το 1961 έλαβε Master Αρχαιολογίας Εγγύς και Μέσης Ανατολής από το Ινστιτούτο Αρχαιολογίας της Μόσχας. Το 1975 ανακηρύχθηκε διδάκτωρ της Ιστορικής Επιστήμης της Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών. Από το 1955 μέχρι σήμερα εργάζεται στο Ινστιτούτο Αρχαιολογίας της Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών (Μόσχα). Είναι επίτιμο μέλος της Ελληνικής Ανθρωπολογικής Εταιρίας, μέλος της Αμερικανικής Εταιρίας Επιστημών (Ν.Υ.) και ισότιμο μέλος της Ομοσπονδίας Δημοσιογράφων Ρωσίας.
Από το 1949 είχε ενεργό ρόλο στις αρχαιολογικές ανασκαφές στην Κεντρική Ασία και το Αφγανιστάν. Εκεί, έφερε στο φως τη Βασιλική Νεκρόπολη Τιλλιά Τεπέ (1ος μ. Χ. αιώνας), όπου βρέθηκαν περισσότερα από 20.000 χρυσά αντικείμενα. Αυτή θεωρήθηκε «η ανακάλυψη του αιώνα». Τα ευρήματα είχαν φιλοξενηθεί στο Κρατικό Μουσείο του Αφγανιστάν. Με τον πόλεμο όλα τα ευρήματα εκλάπησαν μεταξύ του 1991-1993 και έκτοτε αγνοείται η τύχη τους.
Τα τελευταία 30 χρόνια έκανε τις μεγαλύτερες αρχαιολογικές ανασκαφές στο Τουρκμενιστάν (έρημο Καρά Κουμ), όπου ανακάλυψε το παντελώς άγνωστο στο διεθνή επιστημονικό κόσμο Βασίλειο της Μαργιανής (τέλος 3ης χιλιετίας π.Χ.), εισάγοντας μια νέα θεωρία στην επιστήμη για τη διάπλαση του πρωτοελληνιστικού πολιτισμού στην Κεντρική Ασία και την ύπαρξη ενός πολιτισμού πανομοιότυπου με αυτόν της Βακτρίας, που σύμφωνα με τα έως τα τώρα στοιχεία συνδέεται και με τον Κρητο-Μυκηναϊκό πολιτισμό.
Ο Βίκτωρ Σαρηγιαννίδης είχε τιμηθεί- μεταξύ άλλων -με τον Χρυσό Σταυρό του Τάγματος της Τιμής της Ελληνικής Δημοκρατίας (Ιανουάριος 2002), με την Ανώτατη Τιμητική Διάκριση «Μαχτουμκουλύ» της Δημοκρατίας του Τουρκμενιστάν που μέχρι τώρα έχει δοθεί μόνο σε 4 προσωπικότητες (2001), έχει ανακηρυχθεί Πρεσβευτής Ελληνισμού (1998), έχει τιμηθεί από το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων (2000) και έχει λάβει δεκάδες άλλες τιμητικές διακρίσεις από ελλαδικά και ομογενειακά σωματεία και οργανώσεις.
Ιδιαίτερα πλούσιο υπήρξε και το συγγραφικό του έργο, με 20 βιβλία στα ρωσικά, τα οποία έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, γερμανικά, γιαπωνέζικα και ελληνικά. Περισσότερα από 200 άρθρα του έχουν δημοσιευτεί σε έγκυρα διεθνή επιστημονικά περιοδικά.
———————————————-
Ἡ Ἀφροδίτη τῆς Βακτριανῆς
ΔΕΚΕΜΒΡΊΟΥ 26, 2013 ΓΡΆΨΤΕ ΈΝΑ ΣΧΌΛΙΟ
Το 250 π.Χ, ο διοικητής της Βακτριανής Διόδοτος αποσχίστηκε από το βασίλειο των Σελευκιδών ανεξαρτητοποιώντας την Βακτριανή. Τον διαδέχθηκε ο Ευθύδημος κατά την διάρκεια της ηγεμονίας του οποίου η Βακτριανή παρουσίασε σημαντική ακμή. Ωστόσο ο ηγεμόνας των Σελευκιδών Αντίοχος Γ’ εκστράτευσε κατά της Βακτριανής για να την επανεντάξει στο βασίλειο του. Οι εμφύλιες συγκρούσεις μεταξύ των ελληνικών στρατιών συνεχίστηκαν για μεγάλο χρονικό διάστημα μέχρι που ο Ευθύδημος έπεισε τον Αντίοχο να προβούν σε εκεχειρία, θίγοντας τους κινδύνους των νομαδικών επιδρομών που εκμεταλλευόμενοι την αστάθεια, εισβάλλουν στην Βακτριανή λεηλατώντας και καταστρέφοντας ότι βρουν στο διάβα τους. Ο Αντίοχος επέστρεψε στην Μεσοποταμία με τα στρατεύματα του ενώ ο Ευθύδημος ανέλαβε να επαναφέρει την τάξη στην Βακτριανή.
Όταν οι πολεμιστές του Μέγα Αλεξάνδρου έφτασαν μέχρι το μακρινό Αφγανιστάν, κουρασμένοι από τις συνεχείς εκστρατείες αποφάσισαν να εγκατασταθούν μόνιμα στην τότε Βακτριανή. Κατασκεύασαν πόλεις των οποίων η πολεοδομία και η ρυμοτομία μαρτυρά την έντονη επιρροή των πόλεων – κρατών της μητροπολιτικής Ελλάδας. Οι ανασκαφές αποκάλυψαν ότι οι πόλεις αυτές διέθεταν αγορές, γυμναστήρια, ανάκτορα, θέατρα, σιντριβάνια και νεκροπόλεις, δηλαδή αρχιτεκτονικά έργα που χαρακτήριζαν τις αρχαιοελληνικές πόλεις. Συγχρόνως τα ευρήματα δηλώνουν την διάδοση και τον αντίκτυπο της αρχαιοελληνικής αισθητικής στην γλυπτική, την χρυσοχοΐα και την μεταλλοτεχνία. Χαρακτηριστικά, οι μελετητές τονίζουν την υπεροχή της χαρακτικής τέχνης των ελληνοβακτριανών νομισμάτων έναντι των αμιγώς ελληνικών καθώς, όσο γερνούσε ο ηγεμόνας της Βακτριανής, «γερνούσε» και η απεικόνιση του στα νομίσματα που κυκλοφορούσαν στο βασίλειο.
Μια από τις ελληνιστικές πόλεις της Βακτριανής ήταν η Αϊ Χανούμ (φεγγαρόμορφη γυναίκα) που πιθανόν να αντιστοιχεί στην «Αλεξάνδρεια του Ώξου».[1] Τα πανίσχυρα τείχη της πόλης δεν στάθηκαν ικανά για να την προστατεύσουν από τις νομαδικές επιδρομές των τουρανικών φυλών. Η τύχη των περισσοτέρων αστικών κέντρων παραδόθηκε στο έλεος των νομάδων πολεμιστών που έτρεψαν σε φυγή τους ελληνικούς πληθυσμούς και επιβλήθηκαν στην περιοχή.
Αξιοσημείωτη εξέλιξη αποτελεί η υιοθέτηση του ελληνιστικού πολιτισμού της Βακτριανής από τους νομάδες που την κατέλαβαν. Με την πάροδο του χρόνου αφομοίωσαν τον πολιτισμό που αντίκρισαν και οι νομάδες της τρίτης και τέταρτης γενιάς έγιναν φιλέλληνες. Τον Νοέμβριο του 1978 μια αποστολή Σοβιετικών αρχαιολόγων καταφτάνει στο βόρειο Αφγανιστάν, στα εδάφη της άλλοτε Βακτριανής. Επικεφαλής των αρχαιολογικών εργασιών ορίζεται ο ομογενής Βίκτωρ Σαρηγιαννίδης. Οι ανασκαφές λαμβάνουν χώρα σε έναν λόφο, τον Τιλιά Τεπέ (Χρυσός Λόφος) που εντοπίζεται μια νεκρόπολη με 20.000 χρυσά κτερίσματα.
Ο Βίκτωρ Σαρηγιαννίδης με την ομάδα του επί τω έργω
Τα χρυσά και ασημένια νομίσματα προσδιορίζουν με ακρίβεια ότι στην νεκρόπολη του Τιλιά Τεπέ είχαν θαφτεί βασιλικοί απόγονοι που έζησαν μεταξύ του 1ου αι. π.Χ και 1ου αι. μ.Χ, οι πρόγονοι των οποίων ήταν οι νομάδες που επιτέθηκαν στην Βακτριανή και την κατέλαβαν. Σε έναν τάφο βρέθηκε μια βασίλισσα με χρυσό στέμμα στο κεφάλι, ξαπλωμένη στο μνήμα με βασιλική μεγαλοπρέπεια, κρατώντας ένα χρυσό σκήπτρο. Όπως είναι γνωστό, οι Έλληνες βασιλείς δεν φορούσαν στέμμα, οπότε η μορφή της νεκρής βασίλισσας παραπέμπει σε σκυθικές παραδόσεις, υποδεικνύοντας την μακρινή προέλευση των νεκρών του Τιλιά Τεπέ από τα σκυθικά, νομαδικά φύλα. Επίσης σύμφωνα με το αρχαιοελληνικό τελετουργικό ενταφιασμού, ένα πάρθιο χρυσό νόμισμα βρέθηκε στο στόμα της νεκρής βασίλισσας για να πληρωθεί στον Χάροντα το αντίτιμο της διέλευσης της Στυγός.
Στα χρυσά ευρήματα, η αρχαιοελληνική αισθητική επιρροή συνυπάρχει με εκείνη της Ινδίας, της Κίνας, της Ρώμης, της Περσίας και των φυλών του Αλτάι. Κοσμήματα όπως σκουλαρίκια με την μορφή φτερωτών Ερώτων με μογγολοειδή χαρακτηριστικά, μια φτερωτή Αφροδίτη σαν της Μήλου με την χαρακτηριστική ινδική βούλα στο μέτωπο, χρυσά περιδέραια με την μορφή ενός βασιλέα που παλεύει με δύο φανταστικά τέρατα που του επιτίθενται εξ αριστερών και εκ δεξιών και δύο πόρπες με την μορφή του Μέγα Αλεξάνδρου μαρτυρούν τον συγχρωτισμό[2] που επικρατούσε στην περιοχή.
Οι ανασκαφές προκάλεσαν το έντονο ενδιαφέρον των Αφγανών χωρικών της περιοχής που συνέρεαν τακτικά στον αρχαιολογικό χώρο για να παρακολουθήσουν την εξέλιξη των εργασιών. Κάποια στιγμή ένας ηλικιωμένος άντρας πλησίασε τον Βίκτωρ Σαρηγιαννίδη εξιστορώντας το προσωπικό του δράμα. Ο ίδιος είχε εκτάσεις και καλλιεργούσε βαμβάκι πάνω στον λόφο του Τιλιά Τεπέ. Η γυναίκα του τον έδιωξε από το σπίτι φωνάζοντας του υποτιμητικά, τι σόι άντρας ήταν αυτός που πέρασαν όλη τους την ζωή στην φτώχεια όταν υπήρχαν τόσα χρυσά κάτω από τα χωράφια του. Οι εργασίες στον αρχαιολογικό χώρο συνεχίστηκαν μέχρι τον Φεβρουάριο του 1979, όταν ένα πρωινό οι μουτζαχεντίν ιππείς εισέβαλαν στον χώρο των ανασκαφών και τον πάτησαν με τα άλογα τους.
Η συλλογή Βίκτωρ Σαρηγιαννίδη με τα ευρήματα του Τιλιά Τεπέ εκτέθηκε το 2011 στο Βρετανικό Μουσείο του Λονδίνου.
Το στέμμα της βασίλισσας από την νεκρόπολη του Τιλιά Τεπέ

Σκουλαρίκια με φτερωτούς Έρωτες και μογγολοειδή χαρακτηριστικά

Λεπτομέρεια από περιδέραιο με τον βασιλιά να παλεύει με δύο φανταστικά τέρατα.

Πόρπες με την μορφή του Μέγα Αλεξάνδρου

Σκουλαρίκια με κινέζικη επιρροή

Χρυσό ειδώλιο αιγάγρου
[1] Ο Ώξος ποταμός είναι ο σημερινός Αμού Νταριά που πηγάζει από το ορεινό βορειοανατολικό άκρο του σημερινού Αφγανιστάν, κοντά στα σύνορα με την Κίνα και εκβάλει στην λίμνη Αράλη. Στις παρυφές του ιδρύθηκαν πολλές από τις πόλεις της Βακτριανής.

Ο Ώξος ποταμός ή αλλιώς Αμού Νταριά
Πηγή: www.lifo.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια.
Σχολιάστε