-Του Προκρούστη το κονάκι (μ-λ)
Ανοίξαμε και σας περιμένουμε .
Άλλη μια υπόγεια διεργασία σε έναν χώρο ελεύθερο , απάνεμο με ήσυχα νερά.
ΆΠΑΝΤΕΣ ΕΥΠΡΟΣΔΕΚΤΟΙ. (παλάσκαι και αρβύλαι έξω από δω).
Έκαστος καταθέτει την δική του πινελιά όποια και αν είναι αυτή.
Απαραίτητη προϋπόθεση το μέτρον. Μέτρον ποιητικόν τε και παν άριστον.
Πεζές περιπολίες καθίστανται ανεκταί, υπό του αδμινίστωρος και των συν αυτώ, μόνον εις τον βαθμόν που είναι λόγιες.
Ενότητες , ομαδοποιήσεις καλλιτεχνικές , θεματικές και άλλες επιτρέπονται εν τη εξελίξει του παρόντος κονακίου.
Άμα τη αθρόα προσελεύσει καταστεί δυνατή η εκλογή επιτροπής δια τα προς διευθέτησιν των του παρόντος κονακίου συμβαινόντων αύτη θα πραγματοποιηθεί με σύστημα πλειοψηφικόν (το τριφασικόν λεγόμενον)
Η επιμέλεια και η έμορφος τακτοποίησις του παρόντος χώρου ίνα τούτος παράσχει μίαν ευεξίαν πνευματικήν τε και σωματικήν (όπως σε ένα θερισμένο σιταροχώραφο μετά από βροχή) εις τους κονακιστάς αποτελεί ευγενή δωρεά ομίλου τινός φίλα προσκείμενου προς τους Π & Α
Λοιπόν αγαπητοί/ές μου με την βεβαιότητα ότι το ποιητικόν του τίτλου θα σας εμπνεύσει και καινά δαιμόνια θα εισάγει στην οργιώδη φαντασία σας , ΑΡΞΑΣΘΑΙ….
Η ΧελιδΩνα (μ-λ) …. πέθανε !
Ζήτω…. Του Προκρούστη το κονάκι (μ-λ)
Άϊντε και το πρώτον
———————-
Πώς να σωπάσω μέσα μου την ομορφιά του κόσμου
Ο ουρανός δικός μου, κ’ η θάλασσα στα μέτρα μου
Πώς να με κάνουν να τον δω τον ήλιο μ’ άλλα μάτια
Στα ηλιοσκαλοπάτια, μ’ έμαθε η μάνα μου να ζω
Στου βούρκου μέσα τα νερά ποια γλώσσα μου μιλάνε
Αυτοί που μου ζητάνε να χαμηλώσω τα φτερά
για την αντιγραφή
mumul
Άιντε και σε καλή μεριά
βρε ποιητή Μουμούλη
και ποτέ άλλοτε ξανά,
(να μην είμαστε)
της ευκολίας δούλοι…
Πολύ ξέπεσα ο Ρωμαίος εγώ,
και άρχισα να γράφω…
Με ρίμα τις ευχές να πω:
να έχετε μπόλικο e-μπάφο 🙂
Μίπιους
Το ξένο πράμα μη το θες γιατί δεν έχει χάρη
και το δικό σου πρόσεχε άλλος να μη στο πάρει.
.
————————————————
Καλή αρχή σύντροφοι
Πόντιοι και φιλοπόντιοι…
… και δυό βασικές αρχές
για να μη μείνετε μόνοι :
————————————————
Της αμαρτίας τη φωτιά μη τη φυσάς ν’ ανάψει
θα σε ζεστάνει στην αρχή μα ύστερα θα σε κάψει.
Και το μυρμήγκι μην πατείς να μη το θανατώσεις
μην αφαιρέσεις μια ζωή που δεν μπορείς να δώσεις.
Γιατί , δεν ξέρω , όμως σ` αγάπησα πολύ , στ` αλήθεια .
Είν` η συνήθεια ,
να παίρνω απ` τις καρδιές τ` αγκάθια
και να τα λειαίνω , μ` όποιο κόστος ,
όλους τους κόμπους , σαν τα μαλλιά να λύνω και να πλέκω .
Μου δίνει μια χαρά , ανούσια , μα επιτακτική ,
ατιθάσευτη και τρυφερή κι εκούσια .
Δεσμώτης του εαυτού μου γίνομαι ,
όταν αφήνομαι στη γοητεία του οριακού
Ό ,τι κι αν λείψει , έχεις καταγραφεί ,
στης νιότης μου και της ωριμότητας τα πεπραγμένα
κι αυτό για μένα ,
είναι το παν και η στιγμή και κάθε μέρας η αρχή ,
στης επιβίωσης το νεύμα .
Η ψυχή μου σπαρταράει και τρέμει ,
στης απερίσκεπτης στιγμής την καταφρόνια ,
πού είν` η συμπόνοια ;
Μετά το τέλος της μάχης
ό,τι και να `χεις ,στ` αλήθεια χάνεις ,
μόνο που θέλεις να ξεχάσεις
κι η γη να συνεχίσει ν` ανεμίζει
σημαίες και χρώματα ανύπαρκτα ουσιαστικά ,
μα ψυχοπλάνα .
Ματιά κι αχτίδα κι άλλη σελίδα ,
στης ατέρμονης προσπάθειας την ανέχεια ,
για μια συνέχεια ,
που τίποτα από πριν δεν καθορίζει ,
κι όμως ορίζει , τον έλεγχο της εξουσίας που δίνει ,
το κόμπιασμα στη ματιά ,
το πάθος στο χέρι .
Ποιος θα σε φέρει , άνεμος ξανά ,
πλάι στα γόνατά μου τα λυγισμένα από αγάπη ,
σε κάποιαν άκρη να κοιτάς και να υπομένεις ,
της ύπαρξής μου την ατέρμονη προσπάθεια ;
Και η απάθεια , τη θέση της θα δώσει στην αγωνία
για την πορεία , που όπου να `ναι θ` ακολουθήσω ,
γιατί ν` αφήσω τη ζωή μου μετέωρη δε διαλέγω .
Μόνον αντέχω ,
της λησμονιάς τ` αγκάθια να μπηχτούν ,
στου νου τ` απρόθυμα πλοκάμια .
Όμως προσβλέπω ,στον έρωτα που ξαφνικά θα ξανασμίξει
κορμί , ματιά κι αιθέρα ,
σε μιαν ακόμα μοναδική προσπάθεια να ανεμίσει .
Αέρας είμ` εγώ
κι εσύ φτερό στον άνεμό μου ,
μιας μέρας παρορμητικής κι ανέμελης …
Μα τα σημάδια ,
χωρίς αιτία κι αφορμή ,
φτιάχνουν μια ανέφελη γιορτή , χωρίς αναίδεια ,
αλλά με κόστος εγγυητή , που αναφωνεί :
-Ω ! τι ζωή είν` αυτή , πανώρια ή πανωραία ;
-Γεμάτη !Μόνο αυτό αρκεί .
Αναθεμά και τα μακρά όθεν κι πάει λαλίαν
το μάτια’μ εσκοτύνεψαν ασην αρρωθυμίαν
—
Σην ξενιτεία ερρώστεσα και σα κρεβάτια κείμαι
7 γιατροί τερούνε’με όσο την μάνα’μ κι είναι
—
Η ξενιτεία κι ο θάνατον τα δύο έναν κι’είναι
εζίασα και τέρεσα η ξενιτεία βαρύν εν.
—
Τη ξενιτείας τα στράτας τα βρεσίας κι πλύνε
Πλύν’ατα οι ξενιτεμέν με τα δάκρια ντο ξύνε.
—
Σεβντά έχω σεβντά πουλώ κια σεβνταλής γυρίζω
σεβντά έχω σο καρδόπο μου και πως θα τ’αγιανίζω
—
Εγάπ’σ εγέντον τσουβαλτούζ και σίδερο ξαμένον
Να ηλί εκείνο τη καρδιάν όθε εν καρφωμένο
—
Να ίνεσε τριαντάφυλλο σο χέρι’μ να κρατώ σε
όντες θέλω μυρίσκουμε όντες θέλω φιλώ σε
—
Σπάξον με απάν σα γόνατας αίμαν αφκά κι στάζω
έπαρ με σε γκαλιόπο σου αρνίμ όντες νυστάζω
—
Πουλόπο’μ ντο εποίκες με και μπορώ να κοιμούμαι
κρούνε σο νου’μ το ματόπα σου πάω να παλαλούμαι
—
Χρυσάγγελος θα ίνουμαι χρυσά φτερά θα φέρω
θα κονεύω σην εγκάλια’σ θα πέρω’σε και φεύω
—
Εγώ κι θέλω η εγάπ να εν με τα μαγείας
θελω να εν με τ’αχ το βαχ και τα παρακαλίας
Σαν κατακάθια του καφέ μας μένουν οι Πικρίες
Και είναι πολλά τα Παθια μας κι οι άλλες αμαρτίες
Σα φοινικιές στην έρημο τα τρυφερά τα λόγια
Μαζεύουν τις κακίες μας κα φτιάχνουν κομπολόγια
Θαρρώ η μπορα πέρασε κι έμεινε η ψιχάλα
Και της ζωής το απόσταγμα πίνουμε στάλα -στάλα
Μέχρι κι ο κόλπος ημέρεψεν ο Σιγγιτικός
αφού το εγγυήθηκεν ο Γέρων ο Σοφός
Μπουνάτσες έρχονται πολλές χωρίς ταλαιπωρίες
μα το αλάτι της ζωής είναι στις αμαρτίες
Αν όμως έχ’τε πίεση προσέξτε την κεντή* σας
με μέτρο τ’αλατάκι σας σαν όλα στη ζωή σας
*κεντή=εαυτός στα ανατολίτικα
mumul
Έτσι κι αλλιώς γερνούν οι Ώρες
Σα μαραμένες Γεροντοκόρες
–
έτσι κι αλλιώς μας φεύγει ο Χρόνος
Και τα παιδιά του, τα τρώγει ο Κρόνος
–
έτσι κι αλλιώς όλα περνάνε
Κι αναρωτιόμαστε όλοι, που πάνε…..
«Την Κική την αγαπώ
μα μ’ αρέσει κι η Κοκώ»
Μ’ αυτά και με τ΄ άλλα,
το καϋμένο το ριφρές
τόφαγε η μαρμάγκα…
Ομέρ
Ο Παππούς στο Όνειρο μου
———————————————
Εψές σ ’ένα ταξίδι με τον Νου μου
Είδα στο όνειρο μου τον Παππού μου
Ήταν στο σπίτι το παλιό με την Τουλούμπα
-Πως ταφερε όλα η ζωή μας : Τούμπα-
Στεκόταν πλάι στο ξερό ,παλιό πηγάδι
Πουταν βαθύ , κι είχε στο βάθος του Σκοτάδι
-Κι εκεί στον πάτο είχε κρυμμένο ένα πετράδι-
Βαστούσε ένα Καρπούζι στη μασχάλη
Οταν τον είδα μου ρθε κάτι σαν μια Ζάλη
Και με κοιτουσε κι ακατάληπτο είπε κάτι
Κι ύστερα σαν να μου έκλεισε το μάτι
Κι έκανε κρυο όπως και τώρα ,καλή ώρα
Κι ένοιωσα πως μου είπε ένα :’’Προχώρα’’
Κι ύστερα σα να μου γύρισε τη πλάτη
Κι έσβησε καβαλλώντας ενα Άτι ‘’
(Συνεχίζεται …ισως)
Μη τάχα μεσ΄τα έγκατα του Νού
Δε κρύβουμε ολοι, ξεχασμένο τον Παππού;
Μήπως αυτός ειναι που λεει Παραμύθια
Μεσ’της ψυχής τα ονειρα τα μύχια;
Τι άραγε να ‘ν’ αυτό ποια να ειν’ η αλήθεια
που πάμε και κουρνιάζουμε στου παππού τα παραμύθια
Και ποιό μεγάλο να είναι αυτό το ζόρι που μας τραβάει
Ενίοτε και συχνά πυκνά κι ο εαυτός δεν το μολογάει
ίσως νάναι η μπόχα του σήμερα, μια ανείπωτη αγάπη
κάτι που που φεύγει γρήγορα από μπροστά ωσαν οφθαλμαπάτη
mumul
Το πεντάκις εξαμαρτείν είναι ανδρός ………….. !
————————————————————————————–
Μήπως βρε Νόσφυ θάπρεπε
να σταματήσεις λίγο,
κάποια ταξίδια σου για «αλλού»,
που σου θυμίσαν τον παππού,
πριν τους κανόνες παραβείς
και στο μπουντρούμι να βρεθείς;
Ομέρ
Τον Πόντιο μου τον παππού
——————————————
Τον Πόντιο μου τον παππού τον σκότωσαν στο ξύλο
Κι απ’ τη ζωή δεν πρόλαβε να δρέψει ούτε μήλο
Από’ τα βουνά της Λαζικής τον φεραν εδώ πέρα
Τον ρίξαν σ’ άνυνδρη γωνιά μα με βουνίσιο αέρα
Και στους καιρούς του Μεταξά του είπαν : ‘’Βγαλτα πέρα’’
Κι ύστερα ήρθε η κατοχή κι ’έψαχνε τα παιδιά του
Που πήγαν στο αντάρτικο και ράγισε η καρδιά του
Όταν τον γυιο του τον μικρό πήραν στην Γερμανία
Τον έριξαν στην κόλαση να σκάβει στ’ ορυχεία
Και η μεγάλη κόρη του πήγε στους Ελασιτες
Και τον Παππού τον σκότωσαν ματοβαμμένοι Χιτες
κ. Ομερ ελήφθη
Σταματώ καθε ταξιδι ενθεν και ενθεν . Καλή ανταμωσιν.
Άλλο το «ένθεν» κι άλλο το «κακείθεν»
Τίποτε δεν ελήφθηκε
ω! Μέγα Νοσφεράτε
γιατί στο «ένθεν» μου εσύ
τάβαλες και τα δύο…
Και το τσουβάλιασμα πολύ,
προς το κακόν μου φέρνει
και είναι απαράδεκτον…
Γιατί η μόνη έγνοια μας
δικιά μας και δικιά σου
είναι να μην μπλέξουμε ξανά
και γίνουμε από δυο χωριά.
Ομέρ Ρεπουσίδης
ο πρώην Μέγας Ανδμινίστωρ
–Τω καιρό εκείνω όλοι περίμεναν με την ανάσα τους κομμένη πότε επιτέλους θα ξαναφανεί ο ήλιος
-Ακυρωμένος μέσα από μια ατέρμονη έκλειψη μπλεγμένος μέσα στις φυλωσσιες της σελήνης που μπήκε μπροστά και τον έκρυψε-μια νυχτα που δεν τέλειωνε ούτε κιοταν ξημέρωνε-
-Παρατεταμένα ,και, κανείς δεν άκουγε τον διπλανό του ενώ όλοι σιωπούσαν με τα μάτια στον ουρανό
-Που γινόταν μπλε μαβί ,σκοτεινά μενεξενιος κι ύστερα από ατέλειωτες ώρες κατάμαυρος
-Κι αναρωτιόντουσαν όλοι αν ’θαναι για πάντα’’ και τι άραγε θα συμβεί και ποιος ζοφερός πελεκητής ποια ρομφαία , ποιος αρχάγγελος θα εμφανιστεί επ’ Ουρανοίς;
-Και μαζεύονταν σιμά-σιμά και κουλουριάζονταν σα σκαντζόχοιροι και τα αγκάθια τους τρυπούσαν μα δε τους ένοιαζε πια
-Όχι γιατί δεν πονούσαν αλλά γιατί ένιωθαν έναν μεγαλύτερο από τον Πόνο, Φόβο
-Κι ένιωθαν γυμνοί και μόνοι και ο αυτοκράτορας ήταν πιο γυμνός και μόνος και πιο φτωχός απ’ αυτούς
Και τα χαμίνια χασκογελούσαν φωνάζοντας ‘’Κοιτάτε : Είναι γυμνοί’’
–Και σώπαναν ως και τα πουλιά .
κι η Νύχτα
Για ακούσατε τι θα σας πω
τι έπαθε μια χήρα
μια χήρα η κακομοίρα
και το μουνί της έχασε
και λέει πως της το πήρα,
μα εγώ δεν της το πήρα.
Tο μνι στο γκρέμιο κάθονταν
κι ο πούτσος παρακάτω
παρακαλούσε το μουνί.
Kατέβα παρακάτω
Δεν κατεβαίνω πούτσκαρε
γιατί είσαι κορδωμένος
όπου έβρεις τρύπα χώνεσαι
δεν βγαίνεις ζημιωμένος.
Στού Μανιτού τη Ρόγα
——————————————————
Σαν νιώσουνε το Τέλος τους , λένε , οι Ινδιάνοι
-Αυτοί που με τα πνεύματα μιλούν κι είναι Σαμάνοι
Φορτώνουν τα υπάρχοντα σε μια παλιά Πιρόγα
Και προσπαθούν να φτάσουνε του Μανιτού τη Ρόγα …
Μες την Πιρόγα κάθονται και έτσι γλιστρούν στο Έλος
Το Νεκρικό σαν αισθανθούν ,το των Σαμάνων Τέλος
Και προχωράνε σιγανά μες του Θεού τον Βάλτο
Κι όταν φτάνουν στο κέντρο του , Κάνουν εκεί ένα Σάλτο
Κι εν τέλει ο Βάλτος τους Ρουφά στην Θεία αταραξία
Και οι Σαμάνοι σβήνουνε μες την Ανυπαρξία
Βυζαίνουνε το γάλα τους στου Μανικού τη Ρόγα
Και άδεια πλέει απαλά η Νεκρική Πιρόγα …………….
ΑΠΟ ΜΕΤΑΦΟΡΑ
—————————————
Πονώ επά, πονώ εκέ, πονώ στα μέλη μου όλος,
μόνο στον κώλο δεν πονώ και να ’μουνα όλος κώλος!
Απάν’ από το γόνατο, ’πό κάτω από το φάλι,
είναι μια διαολότρυπα που μπαίνουν οι αρκάλοι!
Απής γεράσει η ψωλή και ίσα κάτω πάει,
θέλει το πάλι το μουνί, μα δεν μπορεί να φάει!
Απής γεράσει ο άνθρωπος τη δύναμή ντου χάνει,
όντε τη βάνει, αγκομαχεί, κι όντε τη βγάνει, κλάνει!
Έχεις το και κατέχω το, μα δεν μου λες και «να το»!
αύριο θα μισέψω γω και ψήσε το και φα το!
Θε μου, και βρέξε κάστανα και χιόνισε καρύδια
και στις ποδιές των γυναικών ρίξε ψωλές κι αρχίδια!
Θυμάσαι όντε το κάναμε το παραθύρι πόρτα
κι εδά περνώ και το θωρώ κι είναι γεμάτο χόρτα!
Κοντή ’σαι σαν τον κόπανο, χοντρή σαν τη βαρέλα
και το δρωμένο σου μουνί βρομεί σαν τη σαρδέλα!
Να ’μουνα -κι ίντα να ’μουνα- γύρος του φουστανιού σου,
ν’ αποκρεμούμαι να θωρώ την τρύπα του μουνιού σου!
Ζωνιανίτης
——————————————-
Από κάτω απ’ τις τομάτες
κρύβονται δυό μαυρομάτες
……
Το μ%#νί αν είχε πλώρη
θα το λέγανε βαπόρι
του μ%#νιού σου το γλωσσίδι
μούριξε κλωτσιά στ@ρχίδι
Λαζαρίκας
Κι ετσι κυλουν στα γλήγορα του ρολογιού οι δείχτες
————————————————————————–
Κι ετσι κυλουν στα γλήγορα του ρολογιού οι δείχτες
και οι αγάπες μένουνε να σεργιανούν τις Νύχτες
Σαν παραμύθια της γιαγιάς ,σιμά εις το μαγκάλι
σαν και τις μνήμες,στα παλιά που προσκαλούν και Πάλι
——
Σαν ναταν του Παράδεισου σβυσμένες Νοσταλγίες
Σαν να θυμασαι αξαφνα τίς πεθαμένες Θείες
Σαν να αποκοιμηθηκες πλαι στον νεκρό Παππού σου
Σαν τις βουτιές στο Παρελθόν που κάνεις με το Νού σου
—–
Και τα χελιδωνόψαρα που βλεπεις εκεί Κάτω
ελπίζεις να αναδυθούν απ’ του Βυθού τον Πάτο…..
Καλά ρε παιδιά, ο Οδυσσέας Ελύτης ΤΙ έφταιγε και εκόπη;
Καήκατε Ομέρ στο χυλό και φυσάτε το σιρόπι;
Εκτός αν ελάβατε νέο μαντάτο κρύο
ότι φέρνει ο Ομαδεών να φεύγει για το σφαγείο
Δια τούτο θα επαναλάβω, στερνή φορά το στίχο
που βοήθησε να διαβούμε σώοι το μαύρο τοίχο
«Τη νύχτα που είναι μόνο νύχτα δεν την ξέρω πια
Στο μυχό της ψυχής μου αρμενίζει στόλος άστρων»
-Οδυσσέας Ελύτης
Πάντως, αυτόν που κρύβεται πίσω από τον Ελύτη
για να πουλήσει μούρη αυτός, εγώ τον λέω αλήτη
Αλήτη και παράσιτο, και σίγουρα λιγούρη
που θέλει να φορέσει τρανς μέχρι και στον Ξυλούρη
α χα χα… ΟΚ,
Πάντως το ρεμιξ του Ξυλούρη είναι έτοιμο,
και τελικά θα ανεβεί αύριο! Καλό βράδυ ΦΙΛΑΛΗΤΗ ! 🙂
«Η μικρή μας ερινύα»
Αν το σκεφτείς,
όλοι μας έχουμε βαθιά κρυμμένο
κι έναν Ορέστη που καραδοκεί να μας σκοτώσει
για εγκλήματα υπαρκτά ή και ανύπαρκτα.
Δεν είναι ανάγκη να ‘χουμε γίνει μητροκτόνοι
ή ν’ χουμε πατέρα σκοτωμένο απ’ τη μητέρα μας.
Για μας αρκεί η προδοσία του εαυτού μας
αρκεί που ανεπαισθήτως στραγγαλίσαμε
τη λατρευτή μικρή μας ερινύα
τη συνείδηση.
Κάποτε υψώναμε ψηλά του ιδανικού τα λάβαρα.
Τώρα ταξινομούμε τα όνειρα
κι εμπορεύομαστε τα αισθήματα
με ληξιπρόθεσμα γραμμάτια ευτυχίας.
του Τάκη Καρβέλη
Να σε ρωτήσω ωρέ σύντεκνε εσείς με το Αρκάδι
πως έγινε και στον εμφύλιο εκεί την βγάλατε λάδι
Στο λέω εδώ στα έμετρα γιατί εκεί στις μνήμες
φαίνεται τόπος (περι)συλλογής και δεν σηκώνει φήμες
Μια και προ(σ)κάλεσε για ποιητική σκυταλοδρομία ο Αλλουφάνης, να βάλω ένα από τα Σατιρικά Γυμνάσματα του Παλαμά (συγκεκριμένα το 2ο της Δεύτερης σειράς) γραμμένο το 1909:
Πρόγονους πάρε, απόγονους, δαιμόνους,
όλα της Ιστορίας τα συναξάρια,
όλους του Ελληνισμού τους φανφαρόνους,
όλα της Ρωμιοσύνης τα καμάρια,
του Λόγου τις κορφές, τους παραλήδες,
τους σοφούς, των πολέμων τα λιοντάρια,
Όμηρους, Αρχιμήδες, Αχιλλήδες,
καθώς περνούν ανάκατα στη στράτα,
Καποδίστρηδες, Διάκους, Κοραήδες.
Όλα φκιάστα γκιουβέτσι και σαλάτα,
νά και το ρετσινάτο στην ταβέρνα,
και τα βιολιά, και ρίξου τους και φάτα.
Κέρνα, ρούφα, ξεφάντωνε, και ξέρνα.
Αλλά και το αμέσως επόμενο δεν είναι άσκημο θαρρώ:
Ζαγάρια και τσακάλια και κοκκόροι,
σηκωτοί κάθε τόσο στο ποδάρι,
μόρτηδες, λούστροι, αργοί, λιμοκοντόροι.
Στον αφέντη χαρά που τούς λανσάρει!
Και ποιά είναι τα σωστά, ποιά τα μεγάλα
που την ορμή τούς δίνουν και τη χάρη;
Προδότες οι Τρικούπηδες. Κρεμάλα!
Κ’ οι Ψυχάρηδες; Γιούχα! Πλερωμένοι.
Νά η Ελλάδα! Αρσακιώτισσα δασκάλα,
με λογιώτατους παραγιομισμένη.
Κι ο Ρωμιός; Αφερίμ! Μυαλό; Κουκούτσι.
Από τον καφενέ στην Πόλη μπαίνει,
του ναργελέ κρατώντας το μαρκούτσι.
Αντε, στο ίδιο στυλ, ένα του Σεφέρη:
Το απομεσήμερο ενός φαύλου
Τράβα αγωγιάτη, καρότσα τράβα,
τράβα να φτάσουμε γοργά στην Κάβα!
Φύσα βαπόρι, βόα μηχανή,
να ‘ρθούμε πρώτοι εμείς! – οι στερνοί.
Τα στερνοπαίδια και τ’ αποσπόρια
και τ’ αποβράσματα και τ’ αποφόρια
μιας μάχης που ήτανε γι’ άλλα κορμιά
για μάτια αλλιώτικα κι άλλη καρδιά.
Πολιτικάντηδες, καραβανάδες,
ψιλικατζήδες, κολλυβιστάδες,
μούργοι, μουνούχοι και θηλυκά –
τράβα αγωγιάτη! βάρα αμαξά!
Φτωχή Πατρίδα, στα μάγουλά σου
μαχαίρια γράφουνε το γολγοθά σου·
μάνα λιοντόκαρδη, μάνα ορφανή,
κοίτα αν αντέχεις τέτοια πομπή:
το ματσαράγκα, το φαταούλα
με μπογαλάκια και με μπαούλα·
τη χύτρα που έβραζε κάθε βρωμιά
λες και την άδειασαν όλη μεμιά
σ’ αυτούς ανάμεσα τους ήπιους λόφους
όπου μας κλείσανε σαν υποτρόφους
ενός αδιάντροπου φρενοβλαβή
που στο βραχνά του παραμιλεί.
Δες το σελέμη, δες και το φάντη
πώς θυμιατίζουνε τον ιεροφάντη
που ρητορεύεται λειτουργικά
μπρος στα πιστά του μηρυκαστικά.
Μαυραγορίτες από τα Νάφια
της προσφυγιάς μας άθλια σινάφια,
γύφτοι ξετσίπωτοι κι αρπαχτικοί,
λένε, πατρίδα, πως πάνε εκεί
στα χώματά σου τα λαβωμένα
γιατί μαράζωσαν, τάχα, στα ξένα
και δεν μπορούνε χωρίς εσέ –
οι φαύλοι: τρέχουνε για το λουφέ.
Cava dei Tirreni, 7. 10. 1944
Ημαθα πως μ αρνήθηκες κι εκαλοχάρηκα το
βαρύ γομάρι εσήκωνα κι εξεφορτώθηκα το.
Και μαντινάδες κάτεχα ένα σακί γεμάτο
μα ετρύπησε το δόλιο και μου επέσαν κάτω.
Σαν την νιώσει ο κερατάς τη γλύκα του κεράτου
μέλι και γάλα γίνεται με τη νοικοκυρά του.
Αν δεν κατέχεις να αγαπάς ρώτηξε τη μαμά σου
να δεις πως τον ετύλιξε στα δίχτυα τον μπαμπά σου.
Φορείς τα και τα τσόχινα, φορείς τα και τα βέλα,
γάιδαρος είναι ο γάιδαρος ανέ φορεί και σέλα.
————————————–
Avanti o popolo, alla riscossa
Bandiera rossa, bandiera rossa
Avanti o popolo, alla riscossa
Bandiera rossa trionferà.
Bandiera rossa la trionferà
Bandiera rossa la trionferà
Bandiera rossa la trionferà
Evviva il socialismo e la libertà!
Degli sfruttati l’immensa schiera
La pura innalzi, rossa bandiera
O proletari, alla riscossa
Bandiera rossa trionferà.
Bandiera rossa la trionferà
Bandiera rossa la trionferà
Bandiera rossa la trionferà
Il frutto del lavoro a chi lavora andrà.
Dai campi al mare, alla miniera
All’officina, chi soffre e spera
Sia pronto è l’ora della riscossa
Bandiera rossa trionferà.
Bandiera rossa la trionferà
Bandiera rossa la trionferà
Bandiera rossa la trionferà
Soltanto il socialismo è vera libertà.
Non più nemici, non più frontiere
Sono i confini rosse bandiere
O socialisti, alla riscossa
Bandiera rossa trionferà.
Bandiera rossa la trionferà
Bandiera rossa la trionferà
Bandiera rossa la trionferà
Nel solo socialismo è pace e libertà.
Falange audace cosciente e fiera
Dispiega al sole rossa bandiera
Lavoratori alla riscossa
Bandiera rossa trionferà.
Bandiera rossa la trionferà
Bandiera rossa la trionferà
Bandiera rossa la trionferà
Evviva il comunismo e la libertà!
Τα Αλμπατρός ,πελώρια ,όταν πετούν τα βράδια
Και διασχίζουν, σιωπηλά της Νύχτας τα σκοτάδια
Με απλωμένα τα φτερά και δεν κοιτούνε κατω
Και παίρνουν στα ταξίδια τους κι εμέ τον Νοσφεράτο
Τα Αλμπατρός στον Ουρανό όταν τον διασχίζουν
Με τα φτερά τους τα σπαθιά., και γύρω τιτιβίζουν
Αποδημητικά πουλιά , της Νύχτας χελιδόνια
Κι οι άγγελοι που κατοικούν στων σύννεφων τ’ αλώνια
Τα Αλμπατρός ακούραστα , κοιμούνται μ’ ένα μάτι!
Και στην Αγρύπνια ,απέθαντα και μεις οι Νοσφεράτοι
Στο πλάι συντροφεύουμε ως τον Αυγερινό
Μέχρι να λάμψει το λαμπρό τ’ αστρί το Πρωινό…
Το άλμπατρος
(του Μπωντλαίρ)
Πολλές φορές οι ναυτικοί, την ώρα να περνάνε,
πιάνουνε τ΄ άλμπατρος – πουλιά της θάλασσας τρανά-
που ράθυμα, σαν σύντροφοι του ταξιδιού, ακολουθάνε
το πλοίο που μες στα βάραθρα γλιστράει, τα πικρά.
Μα μόλις σκλαβωμένα εκεί στην κουπαστή τα δέσουν,
οι βασιλιάδες τ΄ ουρανού, σκυφτοί κι άχαροι πια,
τ΄ άσπρα μεγάλα τους φτερά τ΄ αφήνουνε να πέσουν
και στα πλευρά τους θλιβερά να σέρνονται κουπιά.
Αυτά που ΄ναι τόσο όμορφα, τα σύννεφα όταν σκίζουν,
πως είναι τώρα κωμικά κι άσχημα και δειλά!
Άλλοι με πίπες αναφτές τα ράμφη τους κεντρίζουν,
κι άλλοι πηδάνε σαν κουτσοί, κοροϊδευτικά.
Μ΄ αυτούς τους νεφοπρίγκιπες κι ο Ποιητής πώς μοιάζει!
Δεν σκιάζεται τις σαϊτιές, τις θύελλες αψηφά
μα ξένος μες στον κόσμο αυτόν που γύρω του χουγιάζει,
σκοντάφτει απ΄ τα γιγάντια του φτερά σαν περπατά.
Μτφρ. Γ. Σημηριώτης
για άλλες, εδώ:
http://www.sarantakos.com/language/par-albatros.html
Γεννήθηκα την Εποχή του Χαλκού…
Γεννήθηκα την εποχή του χαλκού
τώρα
δεν με θυμάται πια κανένας
σκεπάσαν τους βωμούς μου δάφνες και φρύγανα.
Πικραμύγδαλο, συ έρωτά μου,
ήπια τρία βαρέλια ρετσίνα στην Δόμνα
χτες, για να ξεχάσω
ρούφηξα τον Aλιάκμονα, τον σφοδρό Bαρδάρη
– οι λιμναίοι οικισμοί της Θεσσαλίας
μείναν ξεροί για χάρη σου.
Περιμένω τρεις χιλιάδες χρόνια να πεθάνω,
αδύναμος να αποσυντεθώ τόσο που σ’ αγαπώ.
Κωστή Μοσκώφ ποίημα
…. η ποιηση ερχεται με ποιηση….
Οπως και η αγάπη…
——————————
Οἷον ὁ τὠπόλλωνος ἐσείσατο δάφνινος ὅρπηξ,
οἷα δ’ ὅλον τὸ μέλαθρον· ἑκὰς ἑκὰς ὅστις ἀλιτρός.
καὶ δή που τὰ θύρετρα καλῷ ποδὶ Φοῖβος ἀράσσει·
οὐχ ὁράᾳς; ἐπένευσεν ὁ Δήλιος ἡδύ τι φοῖνιξ
ἐξαπίνης, ὁ δὲ κύκνος ἐν ἠέρι καλὸν ἀείδει.
αὐτοὶ νῦν κατοχῆες ἀνακλίνασθε πυλάων,
αὐταὶ δὲ κληῖδες· ὁ γὰρ θεὸς οὐκέτι μακρήν·
οἱ δὲ νέοι μολπήν τε καὶ ἐς χορὸν ἐντύνασθε.
ὡπόλλων οὐ παντὶ φαείνεται, ἀλλ’ ὅτις ἐσθλός·
ὅς μιν ἴδῃ, μέγας οὗτος, ὃς οὐκ ἴδε, λιτὸς ἐκεῖνος.
ὀψόμεθ’, ὦ Ἑκάεργε, καὶ ἐσσόμεθ’ οὔποτε λιτοί.
μήτε σιωπηλὴν κίθαριν μήτ’ ἄψοφον ἴχνος
τοῦ Φοίβου τοὺς παῖδας ἔχειν ἐπιδημήσαντος,
εἰ τελέειν μέλλουσι γάμον πολιήν τε κερεῖσθαι,
ἑστήξειν δὲ τὸ τεῖχος ἐπ’ ἀρχαίοισι θεμέθλοις.
ἠγασάμην τοὺς παῖδας, ἐπεὶ χέλυς οὐκέτ’ ἀεργός.
…………..
…………..
ΟΙ ΑΘΑΝΑΤΟΙ
Πίσω και γύρω από τους αθανάτους των ερήμων και των περιβολιών, τα θνητά φυτά και οι άνθρωποι ζουν και υπάρχουν. Ο ουρανός είναι απύθμενος και η θάλασσα πανδέγμων. Οι άνθρωποι και τα φυτά ζουν την ζωήν των. Εκ πρώτης όψεως, τα πάντα φαίνονται αλλοπρόσαλλα, όμως μια πιο προσεκτική θεώρησις του συνόλου καταδεικνύει στα έκθαμβα μάτια των παρατηρητών ότι παντού υπάρχει μία καταπληκτική συνέπεια, μία δομή, μία αρχιτεκτονική – όχι όμως της επιστήμης, ή του ορθολογισμού, όπως εις τας λιθοδομάς, ή τα άλλα κτίσματα, μα που αποτελεί την κατά ποικίλα διαστήματα προσωρινήν όψιν μιας αείποτε εκτυλισσομένης εντελεχείας, μιας αείποτε πολλαπλασιαζομένης διαρθρώσεως και επικοινωνίας, ενός αείποτε τελουμένου μυστηρίου, που άλλοι το ονομάζουν Κόσμον, άλλοι Χάος , ή Αρμονίαν και άλλοι Θεού σοφίαν.
Μέσα εις αυτήν την απέραντον μεγαλοσύνην και τα μικρά και τα παραμικρά έχουν την πλήρη σημασίαν των και την ανυπολόγιστον βαρύτητά των. Και εντός της αδιαλείπτου παρουσίας του αναμφισβητήτου αυτού συνόλου των μικρών και τεραστίων, των ορατών και αοράτων, των λογικών και των αλόγων, οπίσω και γύρω από τους αθανάτους, που φύονται εις τους κρημνούς και ζουν τόσον εις τας ερήμους όσον και εις τας πόλεις, τα θνητά φυτά, τα ζώα και ημείς οι άνθρωποι, όλοι μαζί, εντός και πέραν του ατομικού, παρά τον θάνατον, εις αιώνα τον άπαντα υπάρχοντες ακμάζομεν.
A. Εμπειρικος
Γλυφάδα, 7.7.1960
πηγή:http://www.embiricos2001.gr/anthOktana3.htm
A. Εμπειρικος
ΟΙ ΜΠΕΑΤΟΙ ή ΤΗΣ ΜΗ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΕΩΣ ΟΙ ΑΓΙΟΙ
Απεκρίθησαν Σιδράχ, Μισάχ και Αβδεναγώ, λέγοντες τω βασιλεί Ναβουχοδονόσορ. «…γνωστον έστω σοι, βασιλεύ, ότι τοις θεοίς σοι ου λατρεύομεν, και τη εικόνι τη χρυσή, η έστησας,ου προσκυνούμεν».Τότε ο Ναβουχοδονόσορ επλήσθη θυμού … και άνδρας ισχυρούς ισχύι είπε πεδήσαντας τον Σιδράχ, Μισάχ και Αβδεναγώ εμβαλείν εις την κάμινον την καιομένην … Και οι τρεις ούτοι… έπεσον εν μέσω της καμίνου…Και διεχέετο η φλοξ επάνω της καμίνου επί πήχεις τεσσαράκοντα εννέα· και διώδευσε και ενεπύρισεν ους εύρε περί την κάμινον των Χαλδαίων. Ο δε Άγγελος Κυρίου συγκατέβη άμα τοις περί τον Αζαρίαν εις την κάμινον, και εξετίναξε την φλόγα του πυρός της καμίνου…ως πνεύμα δρόσου διασυρίζον, και ουχ ήψατο αυτών το καθόλου το πυρ… Τότε οι τρεις, ως εξ ενός στόματος ύμνουν και ηυλόγουν και εδόξαζον τον Θεόν εν τη καμίνω…
ΔΑΝΙΗΛ
Ο Αζαρίας , ο Ανανίας και ο Μισαήλ , ο Κερουάκ , ο Γκίνσμπεργκ και ο Κόρσο καθώς και προ αυτών ο μέγας πυρσός Ανδρέας Μπρετόν και η πλειάς του, και προ αυτών ακόμη ο κύκνος του Μοντεβιδέο Ισίδωρος Ducasse , ο Arthur Rimbaud , ο Raymond Roussel , ο Alfred Jarry και ωρισμένοι άλλοι , ως ο Henry Michaux και εκτός αυτών και άλλων εθνών εκπρόσωποι και τηλαυγείς αστέρες , όπως
Ο William Blake
O Shelley
O Poe και ο Χέρμαν Μέλβιλ
Ο David Thoreau
O Henry Miller
Και εκείνος ο μέγας ποταμός όμοιος με δρυ βασιλική ψηλός Walt Whitman
Ο Έγελος
Ο Κίρκεγκαρντ
Ο Λέων Τολστόη, κόσμος και ήλιος θερμουργός, πατήρ θεών και ανθρώπων
Ο Sigmund Freud
Ο Άγγελος Σικελιανός
Ο Αρίσταρχος των ηδονών και ο Κ.Π.Καβάφης
Ο Μαρξ
Ο Λένιν
Ο Κροπότκιν
Ο Μπακούνιν
Ο Böhme
O Νiτσε
O Victor Hugo
O Μωάμεθ
Ο Ιησούς Χριστός
Και ακόμη προ ολίγων ετών οι Essenin, Μαγιακόβσκη, Block (και θα μπορούσα να προσθέσω κι άλλους) ως παίδες εν τη καμίνω – έκαστος στην ιδική του γλώσσα – έστω και αν όλοι δεν συμφωνούσαν μεταξύ των , άπαντες , εν τη καμίνω έψαλλαν και σήμερον ακόμη ψάλλουν,με λόγια που μεθερμηνευόμενα – όχι από τους ορθολογιστάς – το ίδιο νόημα, κατά βάθος, έχουν, απαράλλακτα όπως οι συγγενικές – τουτέστιν οι από τα ίδια καύσιμα – φωτιές, όπου και αν καίνε, την ίδια φλόγα κάνουν. Και οι παίδες εξακολουθούν την μέρα και την νύκτα, (όσοι πιστοί, όσοι ζεστοί, μεσ’ στις ψυχές σας σκύβοντας θα τους ακούστε) οι τίμιοι παίδες εξακολουθούν να ψάλλουν. Και ενώ οι φλόγες της πυράς, περιδινούμεναι γύρω από τα σώματά των (ω Ιωάννα ντ’ Αρκ! ω Αθανάση Διάκο!), με κόκκινες ανταύγειες φωτίζουν τα κτίσματα των Βαβυλώνων, των παλαιών και τωρινών και τις μορφές των Ναβουχοδονοσόρων, απ’ την λερή την άσφαλτο των λεωφόρων (lâchez tout, partez sur les routes) και απ’ τις σκιές των σκοτεινών παρόδων, από τα έγκατα της γης και από τα μύχια της ψυχής, από τους κήπους με τα γιασεμιά και τους υακίνθους και από τα βάθη των δοχείων που τα δυσώδη απορρίμματα περιέχουν (lâchez tout, partez sur les routes), απ’ τις κραυγές του γλυκασμού των συνουσιαζομένων και από τους στεναγμούς της ηδονής των αυνανιζομένων, απ’ των τρελών τις άναρθρες φωνές και απ’ των βαρέων καημών τις στοναχές, ως λάβα ζεστή, ή ως σάλπιγξ μιας αενάου παρουσίας, μα προ παντός ως σπέρμα, ως σπέρμα ορμητικόν εν ευφροσύνη αναβλύζον, αναπηδούν και ανέρχονται στον ουρανόν (Αλληλούϊα! Αλληλούϊα!) με μάτια εστραμμένα προς τα επάνω, άκαυτοι και άφθαρτοι εις τον αιώνα, μπεάτοι και προφητικοί (Αλληλούϊα! Αλληλούϊα!),ερωτικοί, υψιτενείς, μεμουσωμένοι, και τώρα και πάντα (Αλληλούϊα! Αλληλούϊα!) με συνοδείαν των αγγέλων, και τώρα και πάντα, τον ερχομό και την ανάγκη (Αλληλούϊα! Αλληλούϊα!) τον ερχομό και την ανάγκη των νέων Παραδείσων ψάλλουν!
Γραμμένο στη Γλυφάδα την πιο ζεστή μέρα του καλοκαιριού, 17.8.1963
πηγή:http://www.embiricos2001.gr/anthOktana3.htm
-Πως την αντέχετε την τόση Μοχθηρία
Μες στο σαλόνι σας σαν ναταν γριά κυρία
Να λέει υπονοούμενα Φαρμάκια
Κι έπειτα να σου στέλνει και Φιλάκια
Πως βγάζει μάτι τούτο το παλιό Γινάτι
Που τρύπωσε μες τη καρδιά κι είναι σαράκι
Πως ξεφυτρώνει κάθε τόσο αυτό το μίσος
Άραγε πλήγωσα άθελα μου κάποιον; Ίσως….
Έτσι σιγά σιγά μας τρώγει η μικροτη
Αφού εγκαταλείψαμε καρδιάς τη νιοτη
Κaβαλικευσαμε Χολής το Άτι
Αφου μες τη ψυχή μπήκε Γινάτι
«αιών παίς εστι
παίζων πεσσεύων·
παιδός η βασιληίη»
«Ο χρόνος είναι παιδί
που παίζει πεσσούς,
η βασιλεία ανήκει στα παιδιά»
ΗΡΑΚΛΕΙΤΟΣ
Κοντά στην άκρη του γκρεμού είναι η αγάπη
Όλο το βράδυ να μην κλείνεις μάτι
Οι σκέψεις να μπερδεύονται σαν κεραμίδια
Και τετριμμένα να σου φαίνονται όλα και ίδια
η αγάπη είναι χνούδι από αλήθεια
που σου χτυπάει σαν σφυρί στα στήθεια
Αγάπη είναι λάμψη κεραυνών
Καταμεσής θλιμμένων ωκεανών
Σαν να χορεύεις στο κεφάλι μιας καρφίτσας
Η να ερμηνεύεις, μάταια, χρησμούς …………
[ εκ της ατυχης Χελιδώνος (μ-λ) ]
ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΑΓΩΝΑ
ΚΑΘΗΓΗΤΩΝ ΜΟΥΣΙΚΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
Τα μελανά χρώματα «Παιδείας/Πολιτισμού»
Ο «μεσαίωνας» των Ωρο-αμισθίων
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ
…
Η Ωρο-αμισθία είναι ο εφιαλτικότερος δείκτης του (εκ)παιδευτικού και του πολιτειακού μας πολιτισμού.
Είναι η διαρκής πτώση/αυτοαναίρεση του ίδιου του Συλλογικού μας «ΕΙΝΑΙ».
Είναι μια άμουση γενική ΠΡΟΒΑ για την καθολική επικράτηση των σιναμερικανικών μοντέλων αποδόμησης τόσο στο (κοινωνικά ορισμένο) κράτος/έθνος όσο και για την ολοκληρωτική μετάλλαξη των ευρύτερων οικονομικών/πολιτικών σχηματισμών σ’ ένα πεδίο βολής φτηνό με στόχους τους αυξανόμενους κάθε λογής ‘απασχολήσιμους’. Για να τρέχουν κι αυτοί (ακόμα πιο γρήγορα) φοβισμένοι και κουρδισμένοι πίσω από τις απάνθρωπες ‘προτεραιότητες’ μιας καταστροφικής πρακτικής για την ΟΛΗ ΖΩΗ του ΠΛΑΝΗΤΗ. Να ‘απολαμβάνουν’ (και αισθητικά) με άδεια την τσέπη -και με φουσκωμένη την πιστωτική κάρτα- την δρομολογημένη κατανάλωση άχρηστων κι επιζήμιων εννοιών και πραγμάτων για μια ΜΙΣΗ ΚΑΙ ΒΓΑΛΕ ‘πλουσιοπάροχη’ Υπό-ζωή.
…
http://www.parodos.net.gr/3onstrike.htm
ΔΩΣΕ ΑΠΛΟΧΕΡΑ ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΣΗ
ΧΤΙΣΕ ΤΩΡΑ ΤΗ ΣΥΜΠΑΡΑΤΑΞΗ ΣΤΟΝ ΚΟΙΝΟ ΤΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΜΑΣ ΑΓΩΝΑ
ΠΡΟΩΘΗΣΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΣΤΟΥΣ ΣΥΜΜΑΧΟΥΣ
ΑΛΛΑ ΚΑΙ Σ’ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ -ΜΙΚΡΟΥΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΥΣ-
ΚΛΕΙΔΟΚΡΑΤΟΡΕΣ ΤΟΥ ΑΝΤΙΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΥ ΚΑΤΕΡΓΟΥ ΤΗΣ ΩΡΟ-ΑΜΙΣΘΙΑΣ
ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΑΓΩΝΑ ΚΑΘΗΓΗΤΩΝ ΜΟΥΣΙΚΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
Τι να’ απογιναν αραγες ολοι οι παλιοι ρεμπέτες;
ολοι οι μαγκες του Ντουνιά καθώς κι οι Ζειμπέκες
Γιατί ολοι κάνουν Τουμπεκί και δή Ψιλοκομμένο
κι αφήνουν το Ρωμεικο να μένει μπερδεμένο
μέσα στις αμαρτίες του και μεσ τη καταφρόνια
Μη τραγουδουν : »ΜακΆρια η μνήμη σου κι αιώνια;»
Η μήπως – μεσα απ’ την Μαγκιά που εχει περισσέψει
-Κι ολοι οι Ελληνομαγκες πινουνε Κόλα Πέψι-
Μεσα σ’ αυτό το βουητό και μες την Παραζάλη
Στηνουν ελληνικο χορό ,χορευουν Πεντοζάλη,
Για να διασκεδάσουνε το Μαύρο μας το Χάλι;
ΠΡΕΒΕΖΑ
Θάνατος είναι οι κάργες που χτυπιούνται
στους μαύρους τοίχους και τα κεραμίδια,
θάνατος οι γυναίκες, που αγαπιούνται
καθώς να καθαρίζουνε κρεμμύδια. Θάνατος οι λεροί, ασήμαντοι δρόμοι
με τα λαμπρά, μεγάλα ονόματά τους,
ο ελαιώνας, γύρω η θάλασσα, κι ακόμη
ο ήλιος, θάνατος μες στους θανάτους.
Θάνατος ο αστυνόμος που διπλώνει
για να ζυγίσει μια «ελλιπή» μερίδα,
θάνατος τα ζουμπούλια στο μπαλκόνι,
κι ο δάσκαλος με την εφημερίδα.
Βάσις, Φρουρά, Εξηκονταρχία Πρεβέζης.
Την Κυριακή θ’ ακούσουμε την μπάντα.
Επήρα ένα βιβλιάριο Τραπέζης
πρώτη κατάθεσις δραχμαί τριάντα.
Περπατώντας αργά στην προκυμαία,
«Υπάρχω;» λες, κ’ ύστερα «δεν υπάρχεις!»
Φτάνει το πλοίο. Υψωμένη σημαία.
Ίσως έρχεται ο Κύριος Νομάρχης.
Αν τουλάχιστον, μέσα στους ανθρώπους
αυτούς, ένας επέθαινε από αηδία…
Σιωπηλοί, θλιμμένοι, με σεμνούς τρόπους,
θα διασκεδάζαμε όλοι στην κηδεία……
Αν ζουσε άραγε σημερα ο Κάπα Καρυωτάκης
Κι ενιωθε να μας κυβερνά ο Δελτα ο Κωστάκης
Κιεβλεπε του Ζαχοπουλου Ιλαροτραγωδία
Και του Καθε Κουκόδημου την (δηθεν) παρωδία
Αραγε δεν θα ενιωθε κατι σαν Αηδία….
Αν Ιεράρχες εβλεπε με τους χρυσές Τιάρες
Μολις θαφτει ο Χριστοδουλος να λένε αρες Μαρες
Να ξεστομίζουν απειλές ο εις κατά του αλλου
Για ν’ αποκτήσουν τις τιμές του θρόνου του μεγάλου ,
αν εβλεπε την παρακμή αν εβλεπε την Σήψη
Αραγες δεν θα επεφτε στην πιο μεγάλη Θλίψη;
Κιαν για Νομάρχη εβλεπε τον κύριο Ψωμιάδη
-Να βοσκει μες τη σηψη αυτή, σα μέσα σε Λιβάδι-
δεν θα τουρχότανε να μπει ,Βαθειά,μεσα , στον Αδη;
Κι ετσι σιγά -σιγα κι ανεπαισθήτως
ανοιξανε απο τριγύρω μας τα τείχη
κι όλοι οι Φοβοι με ορμή εισηλθαν
στην πόλη
Και Τώρα
Κουρνιάζουν μες τα σπίτια μας
μας αγκαλιάζουνε τα βράδυα
Φοβοι παλιοί μες τα σκοτάδια
και τα δωμάτια μας Αδεια ….
Τζιτζιμιτζιχόντζιραϊκόν
Καθώς τα άστρα κάνουνε τον ουρανό να σφύζει
κι ένα καράβι στη στεριά με τα πανιά ανεμίζει
Να κι ένας τυφλοπόντικας που σκάβει μια στοά
σκοντάφτει σε πανάρχαια , Καβυρεια θεά ;
Τι νάνε αυτό τ’ εμπόδιο ποια είναι τούτη πάλι
Λέει ο Τυφλοπόντικας , μπας κι είναι η Θεά Κάλι;
Τι να γυρεύει άραγε σε τούτα εδώ τα μέρη
Στα Καφκικά Μυστήρια, στων τρωκτικών τ ασκέρι
‘’ Εδώ Κυρά μου μον’ εμείς οι Ποντικοί Χωρούμε !
Και αν ζητάς Μυστήρια ,μαζί σου να τη βρούμε
Σ’ αυτή την Χωρά των τυφλών ,στη χωρά των Αγγέλων
-πες μου τι λεν οι Καβυρες για το δικό μου Μέλλον ; ‘’
Είπε ο τυφλοπόντικάς που ητο Υπουργός
και ητο , εις το αξίωμα, ο Μεγας Αυτουργός –
Μιας σκοτεινής υπόθεσης που έμοιαζε Λαγούμι
Ενώ η Καβυρεια θεά έτρωγε ‘να Μαντζούνι
Και τον εκοιταζε τυφλά σαν την Δικαιοσύνη
Η σαν της Λίμνης την κερά , εκείνη την Φροσύνη
Που ένα βράδυ άσπλαχνο, την επνιξε ο Τούρκος:
-Κάτι μου λέει πως η Ελλάς κατέληξε ένας Βούρκος’’
Είπε και οι Καβυρειοι θεοί οι τόσοι άλλοι
Μαζί της συμφωνήσανε , κουνώντας το κεφάλι!
(μικρή προσφορά απο την Χελιδώνα (μ-λ)
Νάνος Βαλαωρίτης
Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ
ΛΕΝΕ ΠΟΛΛΟΙ ότι ο Κόσμος γεννήθηκε ανάποδα. Μ΄αυτό δεν είναι αλήθεια. Όσοι ήταν εκεί είπανε ότι γεννήθηκε κανονικά, με το κεφάλι κάτω κι όχι με τα πόδια απάνω. Η μάνα του Κόσμου ήταν μια φοβερή, μια μέγαιρα με τριχωτό κεφάλι, με νύχια και με δόντια σουβλερά σαν βελόνες. Αλλά ο Κόσμος ήταν όμορφος -ωραίος από την πρώτη στιγμή και τον καμάρωσε πρώτα ο ήλιος, ο θείος του και η σελήνη η θεία του κι ύστερα όλα τ΄ άστρα τ΄ουρανού τα ξαδέρφια του. Κατόπιν τον καμάρωσαν η θάλασσα και τα βουνά ύστερα τον καμάρωσαν τα ποτάμια, οι βράχοι, τα δέντρα, οι βροχές, τα σύννεφα. Όλοι τον καμάρωναν ίσαμε και τ΄΄άγρια και τα ήμερα θεριά και τα πουλιά και τα ερπετά και στο βυθό της θάλασσας τα ψάρια. Μόνο ένας δεν τον καμάρωνε, ο Πατέρας του. Αυτός ήταν ζηλιάρης και φθονερός και λεγόταν ʼβυσσος. Ήρθε μια μέρα στη μάνα του και προσπάθησε να ρίξει τον Κόσμο κάτω από ΄να μεγάλο γκρεμνό που του άνοιξε μπροστά του. Μα οι άγγελοι δώσανε στον Κόσμο φτερά και πέταξε. Και οι δαίμονες ακόμα τον μακάριζαν καθώς πετούσε. Τότες για να εκδικηθεί ο ΄Αβυσσος πήγε κι έκανε τρία άλλα παιδιά με τη Μέγαιρα τη μάνα του- έκανε το Χρόνο, τη Φθορά και το Κενό. Από τότες οι τρεις αυτοί συναγωνίζονται ποιος θα καταλύσει πρώτος τον ωραίο Κόσμο- που για μια στιγμή τον έχουμε κι ύστερα τον χάνουμε όλα εμείς τα πλάσματα της Στιγμής που μας τρώει η Φθορά μετά από λίγα Χρόνια και ξαναγυρίζουμε στο Κενό.
πηγή:
http://www.durabond.ca/gdouridas/logotexnia.html#17c
Πατέρα, κάθε φορά
που ερχόμουν στο χωριό
απ’ την Αθήνα στα χρόνια του ΄60 ΄65
σε εύρισκα πάντα να σκαλίζεις τον κήπο σου…
…Τώρα πια κι’ εγώ ..εξηντάρης.. στο πίσω μέρος
του σπιτιού έχω έναν κήπο. Kαι είναι μαθές μες τα πολλά,
ένας ακόμα τρόπος μου να επικοινωνώ μαζί σου. Κόβω λοιπόν
φρέσκο κλαράκι ντοματιάς, το τρίβω στην μούρη μου
και προσπαθώ απεγνωσμένα να πιάσω
την οσμή σου. Κλείνω τα μάτια μου
και μπήγω φωνή μες την ψυχή μου..
Γονατιστός προσεύχομαι στην νωπή γης και φιλώ το χώμα της
και είναι σαν να φιλώ πατέρα το καθάριο ιερό σου μέτωπο.
Είναι ο καιρός που σε σκέπτομαι και σε επισκέπτομαι πατέρα!
Κώστας Δουρίδας
Καλοκαίρι του 2004
πηγή:
http://www.durabond.ca/gdouridas/logotexnia.html
Σαν βγαινουν απ’ τη Θαλασσα τη Νυχτα οι Γοργόνες
Και τουρτουρίζουν στη Στεριά κι ειναι Γυμνές και Μόνες
Και λάμπουνε, στα λέπια τους , θαλασσια πετράδια
Κοιτούν μακρυά στα πέλαγα κι ειναι η Ματιά τους ‘Αδεια…
————-
Ετσι κι εγώ π’ανταμωσα τη νύχτα μια Γοργόνα
Αντίκρυσα στα ματια της, το κρύο του Χειμώνα
Κι όταν αυτή με ρώτησε, ο Αλέξανδρος αν ζη
-κατι με ταρακουνησε λές κι άγγιξα πληγή-
————————-
Και είδα μες τα μάτια της να λαμπυρίζει κάτι
-κι ήτανε σαν να ράντισα καποια πληγή μ’ αλάτι….
ΑΝ ΘΕΛΕΙΣ ΝΑ ΛΕΓΕΣΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΣ
του Τάσου Λειβαδίτη
Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
δεν θα πάψεις ούτε στιγμή ν’ αγωνίζεσαι
για την ειρήνη και για το δίκιο.
Θα βγεις στους δρόμους , θα φωνάξεις
τα χείλη σου θα ματώσουν απ’ τις φωνές
Το πρόσωπό σου θα ματώσει απ’ τις σφαίρες
μα δε θα κάνεις ούτε βήμα πίσω.
Κάθε κραυγή σου θα ‘ ναι μια πετριά
στα τζάμια των πολεμοκάπηλων.
Κάθε χειρονομία σου θα ‘ναι
για να γκρεμίζει την αδικία.
Δεν πρέπει ούτε στιγμή να υποχωρήσεις,
ούτε στιγμή να ξεχαστείς.
Είναι σκληρές οι μέρες που ζούμε.
Μια στιγμή αν ξεχαστείς,
αύριο οι άνθρωποι θα χάνονται
στη δίνη του πολέμου,
έτσι και σταματήσεις
για μια στιγμή να ονειρευτείς .
εκατομμύρια ανθρώπινα όνειρα
θα γίνουν στάχτη απ’ τις φωτιές.
Δεν έχεις καιρό, δεν έχεις καιρό για τον εαυτό σου
αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος.
Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
μπορεί να χρειαστεί και να πεθάνεις
για να ζήσουν οι άλλοι.
Θα πρέπει να μπορείς να θυσιάζεσαι
ένα οποιοδήποτε πρωινό.
Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
θα πρέπει να μπορείς να στέκεσαι
μπρος στα ντουφέκια!
Τάκης Σινόπουλος: Ο καιόμενος
Κοιτάχτε! μπήκε στη φωτιά! είπε ένας απ’ το πλήθος.
Γυρίσαμε τα μάτια γρήγορα. Ήταν
στ’ αλήθεια αυτός που απόστρεψε το πρόσωπο, όταν του
μιλήσαμε. Και τώρα καίγεται. Μα δε φωνάζει βοήθεια.
Διστάζω. Λέω να πάω εκεί. Να τον αγγίξω με το χέρι μου.
Είμαι από τη φύση μου φτιαγμένoς να παραξενεύομαι.
Ποιος είναι τούτος που αναλίσκεται περήφανος;
Το σώμα του το ανθρώπινο δεν τον πονά;
Η χώρα εδώ είναι σκοτεινή. Και δύσκολη. Φοβάμαι.
Ξένη φωτιά μην την ανακατεύεις, μου είπαν.
Όμως εκείνος καίγονταν μονάχος. Καταμόναχος.
Κι όσο αφανίζονταν τόσο άστραφτε το πρόσωπο.
Γινόταν ήλιος.
Στην εποχή μας όπως και σε περασμένες εποχές
άλλοι είναι μέσα στη φωτιά κι άλλοι χειροκροτούνε.
Ο ποιητής μοιράζεται στα δυο.
πηγή :http://users.dra.sch.gr/symfo/sholio/kimena/sinopulos_keomenos.htm
Canzone Arrabbiata
Song info: (4:19)
Lyrics: Canto, per chi non ha fortuna
Canto per me
Canto per rabbia questa luna
Contro di te
Contro chi e ricco e non lo sa
Chi sporchera la verita
Cammino e canto, a la rabbia che mi fa
Penso a tanta gente nell’oscurita
Alla solitudine della cita
Penso a l’illusioni dell’umanita
Tutte le parole che ripetera
Canto, per chi non ha fortuna
Canto per me
Canto per rabbia questa luna
Contro di te
Contro chi e ricco e non lo sa
Chi sporchera la verita
Cammino e canto, a la rabbia che mi fa
Penso a tanta gente nell’oscurita
Alla solitudine della cita
Penso a l’illusioni dell’umanita
Tutte le parole che ripetera
Canto, per chi non ha fortuna
Canto per me
Canto per rabbia questa luna
Contro di te
Contro chi e ricco e non lo sa
Chi sporchera la verita
Cammino e canto, a la rabbia che mi fa
Canto, a la rabbia che mi fa
Canto, a la rabbia che mi fa.
πηγή:http://www.loglar.com/song.php?id=15340
Έλυτρον
Aνδρέας Εμπειρίκος
Διαυγείς αλλά με πληθυντική παρρησία δεχτήκαμε στο στήθος μας την ανταύγεια ενός θυμού. Περιορισμός δεν υπήρχε. Tο φιλί που δώσαμε μας το πήρε το δρολάπι και ξερριζωμένοι κραυγάσαμε μέσα στα χόρτα της νυκτός την ώρα του περιοδικού φρουρού μας. H κλοπή του φιλήματος μας προσέδωσε αναπάντεχη ζηλοτυπία αλλά η αλήθεια απεδείχθη και απεδείχθη ιδική μας. Tώρα και το δρολάπι το ίδιο κυκλοφορεί μέσα στην αλήθεια μας με μύρα και με καρπούς και δροσίζει την πυκνότητα των πουλιών του στήθους μας. Tα ποθητά λουλούδια ποικίλλουν την γαλήνη των εκτάσεων της καρδιάς μας και πληθαίνουν τα πιστά στίφη των ενιαυτών που μας ανήκουν.
(Yψικάμινο, Άγρα 1980)
Κερουακ
2ο Χορικό
Κάποια μέρα θα είσαι ξαπλωμενος
εκεί σε μια ωραία έκσταση
και ξαφνικά ένα ζεστό
πινέλο με σαπούνι θα
απλωθεί πάνω στο πρόσωπό σου
-θα είναι απρόσδεκτο
-κάποια μέρα ο
νεκροθάφτης θα σε ξυρίσει
Αυτά τα ποιήματα σχεδόν τα ονομάζω
Μπλουζ του Πορτοφολά
Γιατί είναι η αποστήθιση
από μνήμης
παλαιότερων ποιημάτων
που μου τα έκλεψαν
κ λ ε φ τ ε ς δ ώ δ ε κ α
ΠΗΓΉ:
http://www.poiein.gr/archives/1603/index.html
ΒΟΛΦΓΚΑΝΓΚ ΓΚΑΙΤΕ Μετ: ΔΗΜΗΤΡΗΣ Ι. ΛΑΜΨΑΣ
ΦΑΟΥΣΤ
(ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ)
Πέμπτη Πράξη, Προαύλιο Παλατιού.
Ο Μεφιστοφελής μονολογεί.
ΜΕΦΙΣΤΟΦΕΛΗΣ
Κοίτεται το κορμί, θέλει η ψυχή
να φύγη. Θα της δείξω το χαρτί
αμέσως. Με αίμα είναι γραμμένο.
Μα τώρα πλήθος έχουν βρει
μέσα να αρπάζουν τις ψυχές
από το Διάλο τον καημένο !
Ο τρόπος ο παλιός πολλές
θε νάχη δυσκολίες, για το νέο
μου λείπουνε πολλά, το λέω.
Αλλιώς θα το είχα κάνει μόνος.
Τώρα θα κράξω για βοήθεια.
Σε όλα κακός μας βρήκε χρόνος !
Πού δίκιο, πού παλιά συνήθεια !
Σε τίποτα εν έχεις πίστη πια.
Τα χρόνια τα παλιά η ψυχή γοργά
με τη στερνή πνοή πέτα μακριά
κι’ εγώ όλος προσοχή φραπ ! την αρπούσα
και στα κλειστά μου νύχια την κρατούσα,
καθώς τον ποντικόν η γάτα. Τώρα
διστάζει και δε θέλει για την ώρα
το βρώμικο κουφάρι να το αφήση.
Στοιχεία, πούχουν πια πολύ σαπίσει,
τη διώχνουνε στερνά με καταφρόνια.
Γι’ αυτό τόσο υποφέρω αυτά τα χρόνια.
Ώρες κι’ ημέρες πάντα τυραγνιέμαι,
«πότε» και «πού» και «πώς» ανερωτιέμαι.
Πάει του θανάτου πια η σελτάδα εκείνη !
Συχνά είχα ξυλιασμένο ένα κορμί
κι’ όμως ξανά εκινήθη όλο ζωή.
(Έτονα σχήματα εξορκισμών)
Γρήγορα εμπρός ! Το βήμα σας διπλό,
σεις κέρατα στραβά και κέρατα ίσια,
απ’ την παλιά γενιά τη διαβολίσια !
Της κόλασης το στόμα φέρτε εδώ !
Η κόλαση έχει στόματα πολλά,
καθέναν με την τάξη του ρουφά,
μα στο παιγνίδι, αλήθεια, το στερνό
δεν πρέπει πια να βλέπωμε κι’ αυτό.
(Το φοβερό στόμα της κόλασης ανοίγεται προς τα αριστερά)
Να, χάσκει ! Απ’ το φαρύγγι του ολοϊσια
φωτιάς ξεχιέται χείμαρρος με λύσσα,
στο βάθος μες στης βράσης τον αχνό
την πόλη των φλογών να καίη θωρώ.
Δες, κύματα φωτιάς στα δόντια σπούνε
και κολασμένοι μέσα κολυμπούνε,
ελπίζοντας σωσμό, μα τους τσακίζει
ύαινα τρομερή και ξαναρχίζει
καθένας με απερίγραπτο πια τρόμο
τον πρώτο, τον ολόκαυτο, το δρόμο.
Πολλά μένουν κρυμμένα στις γωνιές.
φριχτά μες στις στενές θα ιδής μεριές,
Καλόειναι οι αμαρτωλοί να φοβιστούνε,
γιατί όλα αυτά για ψέμα τα περνούνε.
(Στους παχιούς Διαβόλους, πούχουν κοντά κα ίσια κέρατα 🙂
Σαπιοκοιλιές, με μάγουλα φλογάτα
και θειάφι της κολάσεως γεμάτα,
με σβέρκο πάντα ακίνητο, χοντρό !
Προσέχετε, μη δήτε κάτω εδώ
φωσφόρου λάμψη ! Θα είναι το ψυχάκι,
μικρό πεταλουδάκι φτερωτό.
Αν το μαδήστε, κάποιο σκουληκάκι
Θα μείνη βρωμερό. Θα το σφραγίσω
κι’ αμέσως στη φωτιά θε να το αφήσω.
Προσέχετε στα κάτω μέρη !
Αυτό είναι χρέος σας, ασκιά !
Τα μέρη αυτά αν τα προτιμά,
καλά κανένας δεν το ξαίρει.
Στον αφαλό να μένη της αρέσει.
Προσέξτε, μη σας βγη απ’ αυτή τη θέση !
(Στους ξερακανούς Διαβόλους πού ’χουν μακρυά κα κυρτά κέρατα 🙂
Εσείς κρεμανταλάδες τον αγέρα
κοιτάτε ! Τις χερούκλες σας ως πέρα τεντώστε
και τα νύχια σας τοιμάστε,
τη φτερωτή, τη γλήγορη να πιάστε !
Δε θα είναι στο παληόσπιτο καλά,
το μέγα πνεύμα θέλει τα αψηλά.
ΦΡΗΝΤΡΙΧ ΦΟΝ ΣΙΛΛΕΡ Μετ: Θ. Δ. ΦΡΑΓΚΟΠΟΥΛΟΣ
Πηγή
http://www.britsos.gr/admin/uploads/THEATRIKOI%20MONOLOGOI%20ANDRON%20XENI.doc
ΑΛΜΠΕΡ ΚΑΜΥ Μετ: ΜΑΡΙΑ ΠΟΡΤΟΛΟΜΑΙΟΥ
Κ Α Λ Ι Γ Ο Υ Λ Α Σ
Πράξη Τέταρτη, Σκηνή Δέκατη τέταρτη.
Ο Καλιγούλας, αφού έχει πνίξει την Καιζωνία, πηγαίνει άγριος στον καθρέφτη.
ΚΑΛΙΓΟΥΛΑΣ
Καλιγούλα! Και συ, και συ είσαι ένοχος. Λοιπόν! Τι περισσότερο, τι λιγότερο, δεν είναι έτσι; Μα ποιος θα τολμούσε να με καταδικάσει σ’ αυτόν τον δίχως κριτή κόσμο, όπου κανένας δεν είναι αθώος! (Με αγωνία). Το βλέπεις καλά. Ο Ελικώνιος δεν ήρθε. Δεν θ’ αποχτήσω το φεγγάρι! Αλλά πόσο σκληρό είναι νάχεις δίκιο και να πρέπει να φτάσεις ως τη συντέλεια! Γιατί τη φοβάμαι της συντέλεια. Ακούω τα όπλα! Είναι η αθωότητα που ετοιμάζει τον θρίαμβό της. Να μπορούσα νάμαι στη διάθεσή τους! Φοβάμαι! Τι σιχαμένο ! Νάχω περιφρονήσει τους άλλους για τη δειλία τους κι όμως να την αισθάνομαι μέσα μου. Αλλά δεν πειράζει. Ούτε κι ο φόβος διαρκεί! Θα ξανάβρω αυτό το τεράστιο κενό όπου η καρδιά γαληνεύει.
(Διστάζει λίγο, ξανάρχεται στον καθρέφτη. Φαίνεται πιο ήσυχος. Μιλάει με φωνή κουρασμένη)
Όλα μοιάζουν νάναι τόσο μπερδεμένα. Κι όμως είναι τόσο απλά. Αν είχα το φεγγάρι, αν η αγάπη ήταν αρκετή, όλα θάταν αλλιώτικα! Μα πού να ξεδιψάσω; Ποια καρδιά, ποιος θεός θάχανε για μένα όλο το βάθος μιας λίμνης;
(Γονατίζει και κλαίει)
Δεν υπάρχει τίποτα, ούτε σ’ αυτόν τον κόσμο ούτε στον άλλο, που είναι στα μέτρα μου. Κι όμως ξέρω πως θάταν αρκετό να υπάρχει το αδύνατο. Το αδύνατο! Τόψαξα στα σύνορα του κόσμου τούτου, στα σύνορα του εαυτού μου. Άπλωσα τα χέρια (φωνάζοντας) απλώνω τα χέρια μου, μα συναντάω εσένα, πάντα εσένα απέναντί μου και σε μισώ. Δεν πήρα τον δρόμο που έπρεπε, δεν καταλήγω σε τίποτα. Η ελευθερία μου δεν είναι σωστή. Ελικώνιε ! Ελικώνιε ! Τίποτα, τίποτα ακόμα! Ω! πόσο βαριά είναι αυτή η νύχτα! Ο Ελικώνιος δεν θάρθει, και μεις θάμαστε για πάντα ένοχοι ! Τούτη η νύχτα είναι βαριά σαν τον ανθρώπινο πόνο.
πΗΓΉ http://www.britsos.gr/admin/uploads/THEATRIKOI%20MONOLOGOI%20ANDRON%20XENI.doc
Ποτέ στην χωρα του Ποτέ το Φλογερόν Φλαούτο
Το Never More δεν θα σου πει από τον κόσμο Τούτο
Γιατί βαθεια σε αγαπά και ας ειναι Κοράκι
Και στέλνει και στα μάτια σου, απο μακριά, Φιλάκι
Το Φλογερόν Φλαούτο !!
—————————–
Στα σκοτεινά σα τριγυρνουν οι Φαυνοι μες τα δάση
– και απο πισω ακολουθουν των Ξωτικών οι ‘Ασσοι –
οταν απλώνεται η Νυχτιά και τα πουλιά λουφαζουν
-Μες απ’τα δέντρα τα θερια οι Βατραχοι κοάζουν …-
..Και ειναι ολοσκότεινα και δεν θωρείς Σελήνη
κι ολόγυρα επικρατεί φρικιαστική γαλήνη …
( Σωπαίνουν ως κι οι σκίουροι , σωπαίνουν και τ’ελάφια
και ολοι αναλογίζονται του κόσμου μας τα Πάθια…)
Στη Σύναξιν μαζευονται οι Φαύνοι λυπημένοι
Και νοσταλγούν τις Νύμφες τους και είναι Ερωτευμένοι ..
Και τότε μεσ’ τη σιγαλιά , μέσα στο Δασος Τούτο
Μια μελωδία ακούγεται: Το Φλογερόν Φλαούτο !!
Το Φλογερον Φλαουτο (Συνέχεια )
———————————————————-
Ειναι η φλογα της καρδιάς στα υπόγεια που καίει
ειναι ψυχών κελάρρυσμα που σαν ρυάκι ρέει
ειναι του Νου συλλογισμός ,της ερημιας μεράκι
ειναι της φαντασίας μας το δροσερό Νεράκι….
ειναι σαν το μετείκασμα βαθειάς επιθυμίας
-η σαν κρυφή ανάμνηση Αγαπημένης Θείας-
ειναι σαν ενα Μιούζικαλ οπου χορεύουν Ολοι
Και Αρχοντες και Ποιητές ακόμα και Διαβόλοι……
—
Ειναι σαν να ερωτεύεσαι στ’ απόλυτο Σκοτάδι
και εναι σαν να σβύνεσαι στον πιο βαθύ τον Αδη
Σαν μια ταινία του Μπουνουέλ πουχε Διπλή την Οψη
και σαν μια Σπάθα φοβερή, με Κοφτερή την Κόψη ….
—-
Κι ειναι σαν να αγκάλιασε όλον τον Κόσμο τούτο …
Με μελωδία τρομερή το Φλογερόν Φλαούτο !!!
Μα υστερα σαν επαψε το Φλογερόν Φλαούτο
αρχισαν πάλι οι Κούτβηδες να παιζουν με το (Κν)ούτο
Ειν ‘ αραγε αδιέξοδη η των ανθρωπων Φυση ;
Σ’ αυτό το Μέγα αίνιγμα , ποιά ειναι τάχα η Λύση;
τι σου απομένει αραγε οταν σε καίει ο Φθόνος
ενω γυρνάει τους τροχούς ο Πανδαμάτωρ Χρόνος
Γιατί αυτή η εμμονή , γιατί αυτή η Ζηλεια ;
ενώ οι Νύμφες μας καλούν με τα Χρυσά τους Χείλια
Σε τουτο το απογιομα σε τουτο το Βραδάκι
Στην Κρήνη την παναρχαιη,πλαι σ’ενα Δεντράκι
Οπου Νεραιδες λούζονται μ’ ασταφτερά φτερά
Και τα (φ)λαούτα προσκαλουν στη Ζωντανή χαρά;
Τι ναναι αυτό που υψωνεται και ειναι σαν Μπαλόνι
κι αυτή η γυναικα το κοιτα και κλαιει ,κι ειναι Μόνη;
Τι ναναι αυτό που μέσα μας ολο και πιο Φουσκώνει
Και μια στιγμή, εκρηγνυται και γινονται ολα σκόνη;
Τι λάμπει στην οθόνη μου και ειναι σαν Σημάδι
σαν νάταν ενα μήνυμα , σαν μιας Θεάς το Χάδι;
Τι ταχα να συμβαίνει εδώ ; γιατί να επιμένω ;
στην Αγνωστη την χώρα αυτή, τι ταχα περιμένω;
Στην επιφάνεια γλιστρά, μια σκιά στους τοίχους
και άκουσα της προσμονής, απόμακρους τους ήχους
σαν την ηχώ ακουστηκε της ιδιας της φωνής μου
που μου ‘μοιασε μετείκασμα θαμπό της Ορασης μου…
Κι αυτό που μέσα μας Κτυπά και ειναι σα Ρολόι
Κι ολο σκαλώνει σε Λυγμό και ειναι Μοιρολόι
Αυτός ο Χτύπος της καρδιάς , το αίμα που κυλάει
σα μια φωτιά που σιγανά το κούτσουρο ρουφάει
Αυτό που κουλουριάζεται μεσα μας κι είναιΦίδι
που ολο τρώει την ουρά, εσωστρεφές σα στρείδι
Αυτό που είναι όστρακο και απο μέσα κλείνει
Κι ο εσωτερικός ρυθμός που η ζωή μας δίνει
Αυτό που ητανε παιδι ! Αυτός που ειναι γέρος
κι οι μνήμες που μας δέσανε γερά μ’ Αυτό το Μέρος
Αυτος ο τΌπος ο Ατοπος, αυτή η Ου-τοπία
Και οι Ζωές οι εφτάψυχες που φευγουν Μία- Μία
Αυτός ο πόνος κι η Χαρά , η Λύπη και η Θλιψη
Κι ο ιστός ο πιο βαθύς, αράχνης , που ‘ναι η Τύψη
Της ενοχής μας η φωλιά ,στα Μύχια που κουρνιάζει
Και ειναι σαν Αρπαχτικό , την ομορφια π’ αρπάζει
κι ο εαυτός μας που κυλά στ’ορμητικό ποτάμι
κι εμεις που αναπνέουμε στη Λίμνη με καλάμι …
Οι χτυποι λιγοστευουνε κι έρχεται το σκοτάδι
κι ολο περιμένουμε-μάταια- το σημάδι…
Ελύτη : Μαρία Νεφέλη
43. Ανοιχτό παράθυρο. Τριγύρω παρτέρια.
Ευθύ το σώμα. Τεντωμένα τα χέρια.
Ένα, δύο, τρία: ζωή μου αγία
σμικρύνω την ψυχολογία.
Το αυτό. Εν δυο: κατανοώ το πρόσωπό μου
οικειοποιούμε το αντίθετό μου.
Σύμπτηξις εν! Ούτε μη ούτε δεν.
Τάσεις και κάμψεις των χειρών
προς όλας τας διευθύνσεις’
άνω πλαγίως εμπρός κάτω:
τα του γάτου στον σκύλο
τα του σκύλου στον γάτο.
Έκτασις της κεφαλής οπίσω: έεεν-νααα
δεν παραδέχομαι κανόνα κανέεεν-νααα.
Βαθειά εισπνοή: κόρη ω κόρη δροσερή.
Αρχή μία: έξω η δεξιοτεχνία.
Προεισαγωγικόν άλμα εις τέσσερις ταχείς χρόνους:
αντικαταστήσατε τους καθημερινούς φόνους.
Εν δύο τρία τέσσερα. Το αυτό:
το γενναίο είναι απατηλό.
Εις τον καιρόν! Επιμείνατε στον Μπρετόν!
Προσχέεε! Μελετήσατε τον Φουριέ!
Στροφή της κεφαλής αριστερά:
όλα είναι σκατά.
Στροφή της κεφαλής δεξιά:
όλα είναι σκατά.
Εις θέσιν – εν! Συμπέρασμα κανέν-
α. Τους ζυγούς λύσατε.
Τα κορίτσια φιλήσατε.
Πηγή:
http://www.triaridis.gr/keimena/keimA003.htm
Ω ! σεις της αθωότητας , Αγνοί μου Κτηνοτρόφοι
Που νιώθετε στα εύκολα, πως είστε και Συντρόφοι
Αθώες, άδολες καρδιές που όλα σας Πληγώνουν
κι οι εθνοπροδοτικές κραυγές, το αίμα σας παγώνουν
εσεις που ειστε άσπιλες μακριά απο αμαρτία
και καθε τόσο βρίσκεστε εν πλήρει απαρτία
Βουτώντας το κεφάλι σας μες την Κοινοτοπία …..
Για διές τε το πορταίτο σας που ναι του Ντοριαν Γρευ
Και στα θολά του χρώματα,Ζωής Αλήθεια ρέει…
ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΚΤΗΜΕΝΗ ΚΥΠΡΟ
—————————–
(μας το θύμισε η Ανγκέ-τα)
Γη της λεμονιάς, της ελιάς
γη της αγκαλιάς, της χαράς
γη του πεύκου, του κυπαρισσιού
των παλικαριών και της αγάπης
Χρυσοπράσινο φύλλο
ριγμένο στο πέλαγο
Γη του ξεραμένου λιβαδιού
γη της πικραμένης Παναγιάς
γη του λίβα, τ’ άδικου χαμού
τ’ άγριου καιρού, των ηφαιστείων
Χρυσοπράσινο φύλλο
ριγμένο στο πέλαγο
Γη των κοριτσιών που γελούν
γη των αγοριών που μεθούν
γη του μύρου, του χαιρετισμού
Κύπρος της αγάπης και του ονείρου
ΧΡΥΣΟΠΡΑΣΙΝΟ ΦΥΛΛΟ
ΡΙΓΜΕΝΟ ΣΤΟ ΠΕΛΑΓΟΣ
Φιμώνω τοίχους
ταϊζω μηχανές
για την καρδιά ενός χτήνους
καταπίνω φωτιές
πληρώνω ερωμένες, σιωπές, εκβιαστές
Τραυλίζω μύθους
σκαλίζω πληγές
για την καρδιά ενός χτήνους
κυνηγιέμαι απ’ το χθες
πληρώνω καταθλίψεις, ενοχές, διαστροφές
Ομως πληρώνομαι γι’ αυτό πληρώνομαι
μ’ ανώδυνες μικρές διαδρομές
πάνω κάτω σε μια λαίμαργη χώρα
μέσα έξω σε μια αχόρταγη χώρα
πληρώνομαι απ’ αυτήν πληρώνομαι
μα ξαγρυπνάω γυρεύοντας τα άχρηστά της δώρα
Από εύσπλαχνους δήμιους
ζητάω αναβολές
για την καρδιά ενός χτήνους
τρέφομαι με ψευτιές
πληρώνω φίλους-σκύλους, διαλυμένες γιορτές
Φιμώνω τοίχους
ταϊζω μηχανές
για την καρδιά ενός χτήνους
καταπίνω φωτιές
πληρώνω ερωμένες, σιωπές, εκβιαστές
Ομως πληρώνομαι γι’ αυτό πληρώνομαι
μ’ ανώδυνες μικρές διαδρομές
πάνω κάτω σε μια λαίμαργη χώρα
μέσα έξω σε μια αχόρταγη χώρα
πληρώνομαι απ’ αυτήν πληρώνομαι
μα ξαγρυπνάω γυρεύοντας τα άχρηστά της δώρα
Οι στίχοι του Γιάννη Αγγελάκα και η μουσική του Γ. Καρρά.
(μας το θύμισε η Кроткая)
ΑΠΟ ΜΕΤΑΦΟΡΑ
—————————–
Νά -δες πιο εκεί- μπουλντόζες σπρώχνουν φραπελιές
-χωματερές καινούργιες στήνοντας, στην ύποπτη λιακάδα-
άτσαλα πως τραβολογούν τον «εθνικό» κι ανέξοδο χορό
-τσαούσες κοπελλιές κι αγόρια άγουρα-
στις εξιστάμενες κι «ανύποπτες ανώτερες αρχές»
για στύψιμο, με βραβευμένα παρεό…
…την ώρα που, χαριστικά, λαθρόχειρες βουτούν
μες της ζωής -και των αιθέρων- τις συχνότητες
και χρηματί διάσταση, απαστράπτουσα
-αόρατο σημάδι στις ταυτότητες-
να δώσουν, εφορμούν, οριστικά
στον Xώρο που απομένει και στον Χρόνο…
Να πω κι εγώ «In gold we trust»;
να κλείσω πονηρά το μάτι στην Παλλάδα;
ή να σφυρίξω -σαν τουρίστας- τον σκοπό
«Να τι θα πεί Ελλάδα»
…χρεώνοντας αλλού τον “Ξένο Πόνο” ;
http://users.thess.sch.gr/veccio/lexolagnil/loxa.htm
Σχόλιο από Γνώριζε … ΤΟ ΣΥΝΕΧΕΣ ΠΩΣ ΚΟΠΤΕΤΑΙ ΩΣ ΤΟ ΚΟΠΤΟΝ ΣΥΝΕΧΕΙ |
Πολιτευτής
Στίχοι: Διονύσης Σαββόπουλος
Μουσική: Διονύσης Σαββόπουλος
Ερμηνευτης: Διονύσης Σαββόπουλος
Αυτά τα λόγια με σφίξανε σαν πένσα,
τα είπε χθες το βράδυ μια ψυχή
κι ένας φαλάκρας, απ’ έξω και από μέσα χαμογελούσε,
ναι, γιατί να σκοτιστεί.
Θυμάσαι που βαλάντωνες εκεί στην εξορία
και διάβαζες και Ρίτσο και αρχαία τραγωδία?
τώρα κοκορεύεσαι επάνω στον εξώστη
και μιλάς στο πόπολο σαν τον ναυαγοσώστη.
Στη φοιτητριούλα που σ’ έχει ερωτευτεί
θα σε καταγγείλω πονηρέ πολιτευτή.
Τζάμπα χαραμίζει θα πάω να της πω
το νεανικό της και αγνό ενθουσιασμό.
Εκείνο που υψώνεται και σε εκμηδενίζει
είναι της καρδούλας μου το φως που ξεχειλίζει
και ότι σε γλιτώνει και σου δίνει την αιτία
είναι που χρειάζεται και η γραφειοκρατία.
Ο πρώτος προβοκάτορας απ’ όλους στη ζωή μου
είναι η αφεντιά σου που αντιγράφει την φωνή μου.
Άλλαξες το σώμα μου με έπιπλα και σκεύη
σαν τον σοσιαλισμό που σε βολεύει.
Χαρά να σε γιαούρτωνα εκεί που ρητορεύεις
εκεί που με χειροκροτάς χωρίς να το πιστεύεις
παίρνεις την αλήθεια μου και μου την κάνεις λιώμα
Βλέπω την απουσία σου και λέω τι συλλογάται
Δεν είναι ότι σε μέμφομαι γι αυτό ω νοσφεράτε
Μπορεί τα πόδια ν’ άπλωσες πάνω στον καναπε
Ίσως και δεις τον Άνθιμο να ψήνει κανά κεφτέ
Ίσως σε χαλαρώνει αυτό και δεν σε κάνει Τούρκο
Μπας και ξεφύγεις ολίγον απ’της μπλοκόσφαιρας τον βούρκο
Που θέλει του στομαχιού δυνατοί να’ ναι οι μυς
Μη τυραννιόμαστε άδικα οι «ανώνυμοι» εμείς
Και όταν το έχεις σίγουρο από πού βγαίνει η μπόχα
Τι κάθεσαι και τριγυρνάς θα σε πιάσει καμιά βρόχα
Κάτσε εις τον προκρούστη σου τον μέγιστο και ΜίΛα
Σεφτέ να κάνετε μαζί με τα σαράντα μήλα
Γιατί οι άλλοι ηδονίζονται όταν σε δουν και βράζεις
Άραξε λοιπόν και με την στάση σου χαρούλες μην τους τάζεις
Εγώ χάζι το κάνω ξάδερφε εν τέλει αυτό το μπλόκι
Να σου την πέφτουν όλοι μαζί «ανόμοιοι» ανθρώποι
Μέχρι κι Ομέρ όπου εντρύφησε σε μάχες και σε ΜΑΧΕΣ
Χάνει την ψυχραιμία του κι όλο βαριές ανάσες
Εν τέλει το μέγα ζήτημα είναι ποιος έχει τις μύγες
Άστους να κουρεύονται να ψάχνουνε που πήγες
mumul
Έχει και κάτι περαστικούς που τάλιρα αξίζουν
Σαν διαβατάρικα πουλιά που λίγο τιτιβίζουν
Δες την skoumίτσα που έσκασε δες την και πάρε μάτι
Αμόλησε τον φιλιππικό και πίσω στο ραχάτι
Άμον αφτέρωτος αϊτέντς κι άμον αέρτς εδέβες
Κι ους να εκαλοτέρεσα ρασία επιδαίβες
Στο πολυονόματο Ομέρ αινίγματα μην δώσεις
Με την φόρα που έχει αυτός και άντε να τα σώσεις 🙂
Αν και νεότερος αυτός πολύ εύκολα χαλιέται
Προκρούστης,κι όποιος από δω περνά κάτω θε να πατιέται
(επί δικαίων και αδίκων)
mumul
Απάνω στη βιασύνη
την κομπορημοσύνη
Σας χάλασα τη ρίμα
που τη φυσάτε πρίμα
Τα βάζω στη φωληά μου
στη μαύρη μοναξιά μου
στείλτε Μηρμηκολέων
να βρυχηθεί ως Κρέων
να γίνω η Αντιγόνη
μες στη φυλή μου η ΜΟΝΗ
Στα Ονειρα μας ξαφνικά βρίσκουμε την Αλήθεια
Για οτι είναι τριγύρω μας και μας περιγελά
Για την καρδιά μας που κτυπά λες και θα βγει απ’ τα στήθεια
Τα δώρα της Αγάπης μας ναναι απατηλά
Στα Όνειρα μας ξαφνικά βλέπουμε στον καθρέφτη
Ολόσωμη τη γύμνια μας ,με σάρκα και οστά
Και νιώθουμε τον εαυτό στην Άβυσσο να πέφτει
Και τον Θεό αδιάφορο που από ψηλά κοιτά …
Η ΟΥΤΟΠΙΑ ΕΙΝΑΙ ΕΦΙΚΤΗ
Πάει καιρός …
στο ταραγμένο μου μυαλό
-σαν φαύλο αναψυκτικό-
στην άπλυτη μου την ψυχή
-Ώ, των ερώτων φαιδρά εποχή-
το καναρίνι του Θεού
κι ο γάτος του Διαβόλου
σαν ουτοπία άστεγη
που περιτριγυρίζουν…
…και κόβεται η μέση μου
σαν κυνηγός του … Όλου
το δάχτυλο περνάω στη σκανδάλη
-Νάτος…
και το ποντίκι βασανίζω πάλι
Σ’ ονείρου διαδήλωση,
σαν μάτι που με γρατζουνά
-σε μεταφυσική λαχειοφόρο αγορά
με έργο τέχνης που απεργεί-
το τρυφερό βαμπίρ στα δεξιά
του ξύπνιου μου βαδίζει
Μια ουτοπία εφικτή
τον έρωτα για τη Ζωή
-Πέμπτη 19 Μαρτίου
του δύστροπου πολεμιστή
για ώρα ρώτα «ερευνητή»-
ανήμερα του μάρτυρος Κλαυδίου,
στην Τσιμισκή, μ’ αχόρταγο
περπατητό μπλά-μπλά
στου Ονείρου τη Νοσφόσφαιρα
μ’ επανακαθορίζει
Φαντασιωση
—————-
Κάποιες φορές στα σκοτεινά , μες τη βρωμιά του κόσμου
Που σαν το Πτώμα σήπεται με την κοιλιά ανοιχτή
Και με εντόσθια χυτά –σα Λύχνος –ηρθες :Φως μου
Μέσα απ’ τη φάτνη Ποθητή ,η κόρη ,η Λυγερή
Βαστά σημαία τρίχρωμη κι είναι σαν την Αυγή
Με να σπαθί… Τα στηθια της θυμίζουν την Μαριάννα
Απ’ τον Σωρό των σκουπιδιών σα να βγαινε η Ζωή
Σαν ναταν Επ-Ανάσταση ,σαν του Θεού τη Μάνα…..
Κάποιες φορές οι Άγγελοι κρύβονται στα σκουπίδια
Αυτά που συσσωρεύονται και γίνονται Βουνά
Στις Πόλεις που μαραίνονται και που τις τρώνε φίδια
Εκεί που ο Αρχιδιαβολος ψέματα τσαμπουνά
Αυτά τα δώρα που μας έδωσες-τον Φθόνο
Εγωισμό , τη ζηλια και τα σχετικά
Σε ευχαριστούμε !!!–θες να κάνουμε και Φόνο;
Παιδιά του Κάιν με φωτιά στα σωθικά
Η μοχθηρία μας ,ο φθόνος κι η κακία
-ως το μεδούλι αυτού του κόσμου διαπερνά
Στα κόκαλα μας – χαραγμένη η αμαρτία
Σα μια ρουφήχτρα που το αίμα μας ρουφά
Κι εσύ Αφέντη που μας παίρνεις στάλα στάλα
Το μερτικό σου από τον Πόνο τον κρυφό
Εσύ φωλιάζεις μες την Πιο παλιά Κουφάλα
Μέσα στο Δάσος των ψυχών το σκοτεινό..
Σ’ ένα μπουκάλι είναι κρυμμένη η Αγάπη
Καταμεσής μέσα στης θάλασσας το μάτι
Κι όλο την τρώγει της αρμύρας το αλάτι
Πουν’ της αλήθειας μας το πιο βαθύ το κάτι ;
Δεν είναι παίξε γέλασε η Αγάπη
Δεν ειν’ έρωτος, αστεία αυταπάτη
Δεν είναι φάρμακο μα ούτε και φαρμάκι
Είναι το πιο βαθύ ,της θάλασσας μας Κάτι .
΄
Είναι αυτό που η ματιά το ψάχνει,
είναι το γέλιο που δε στάθηκε ένα βράδυ,
οιπροσμονές που κρύβονται στη ράχη του αύριο
σαν πειρασμός που θα `ρθει,
όταν θα σβήσει το σκοτάδι.
στο periyiali |
»οι προσμονές που κρύβονται στη ράχη του αύριο»
-Αυτό το αυριο …Φορτωμένο στη ραχη μυριαδες προσμονές
– και προσδοκιες και παθη παμπολλα αλλά και φοβους
-και καθε ψυχή να εναποθετει το κατι της στο δεμάτι της ραχης του
– Αυτο το αυριο
-Αρχισε ηδη να καμπουριαζει επικινδυνα
-ν’ αγκομαχά
– Να γέρνει σαν εκεινες τις γρηουλες τις φορτωμένες σαν τα γαιδουρια
Κι ακομα δεν προλαβε να πλησιασει καν …γαμοτο …
»οιπροσμονές που κρύβονται στη ράχη του αύριο»
Αυτό το αυριο μαλλον πρεπει ναχει ραχη-καμπούρα
φορτωμένο με μυριαδες προσμονές
φαντασου!
Τι ναναι αυτό που φλόγα βγάζει σαν κερί;
————————————————
Κι έτσι γλιστράνε στο κενό οι θεωρίες
Και ξεκολλάνε –σαν τα άστρα-οι σημασίες
Σε μια τροχιά ελλειπτική-στη σιωπή
(αφού κανείς μας πια δεν ξέρει τι να πει)
Μα …στάσου ! τι ναι κείνο το σημάδι;
Που λάμπει σαν πολύτιμο πετράδι
Τι τάχα τρεμοφέγγει στα ουράνια
Σαν ναταν η ελπίδα η πιο σπάνια;
Τι ναναι αυτό που φλόγα βγάζει σαν κερί…
Και μου θυμίζει κάποια εικόνα ιερή ;
Γαλάζιο φάντασμα σε μαύρο Ουρανό
Στις καμινάδες μας ,και μοιάζει με καπνό….;
Η μήπως είναι η ιδια η ψυχή μας
Και το απόσταγμα της μιζερης ζωής μας;
Σα μέσα στη σπηλιά –σταλαγματιά
Σαν του Θεούλη -στους ανθρώπους- η ματιά….
Ελάτε, καλέ κύριε/κυρία,
δείτε το σαν ευκαιρία
η νιότη σας να ξεπηδήσει βλαστημώντας,
με μια σπρωξιά να ισιώσει την καμπούρα
…κι αφήστε τη μουρμούρα.
(Έτσι, για να ξαλαφρώσουμε λίγο)
Με εκτίμηση
Ax Δεσποινίς κυρια /κυριε
Βλαστημαω εδώ και χρονια
μα ουτε η νιοτη ξεπηδαει ουτε η καμπουρα ισιωνει
(Ισως χρειαστουμε δραστικώτερα μετρα)
Με εκτιμηση
Επίθεση -καλύτερη- της άμυνας η στάση,
κι αν σας πονεί ο ώμος σας
κι έχετε πάθει θλάση,
κάποτε θα περάσει.
Με συμπάθεια
μ’ αρεσει η συμπαθεια που δειχνεις periyiali
– μ’ αρεσει ο τροπος που περνάς στον ωμο μου το σαλι-
και μου συμπεριφερεσαι σα σε καμμια Γρηούλα
-που ενα της δοντι κρεμεται μονάχα απο τα ούλα-
και τοσο με συμπονοια που μου χτυπάς τη πλάτη
λες και σε λίγο θα μου πεις : Γιαγιουλα μου ‘σπολλάτη
Αχ! νειάτα…δε νομίζετε πως εχουν κι οι Γερόντοι
-Ακομα κι αν δεν εμεινε στο στομα ουτ’ ενα δόντι-
ακομα κι αν στηριζονται μοναχα με μπαστουνι
και πινουνε φασκομηλο μαζί κι ενα μαντζουνι
κι ακόμα κιαν τους φευγουνε απ’ το πλεχτό οι Πόντοι –
-Νειατα …που μεσ της νιοτη σας εμας μας λησμονατε
και των παππούδων τη ψυχή με συμπαθεια κοιτάτε –
Ω περιγυαλι , δεσποινίς, κύριε ή Κυρία
Δεν θελουνε κι οι Γεροντες κοντά μια Βαλκυρία;
Μια Δεσποσύνη εμορφη μια καποια Βεατρίκη
και κουτσα κουτσα, σιωπηλά, να φτασουν ως τη Νίκη;
(που ναι το περας της Ζωής πουναι του Βιου η Ακρη
αντι μονοι να πνιγονται στης μοναξιας το Δακρυ;)
Γι αυτό λοιπόν πες μου μικρό , στα Γρηγορα , τι εισαι ;
Μουστακαλής ή δεσποινίς ; , ελα , τον Γριφο λύσε…
Η τρελή ροδιά (Ελύτης)
Σ’ αυτές τις κάτασπρες αυλές όπου φυσά ο νοτιάς
σφυρίζοντας σε θολωτές καμάρες, πέστε μου είναι η τρελή ροδιά
που σκιρτάει στο φως σκορπίζοντας το καρποφόρο γέλιο της
με ανέμου πείσματα και ψιθυρίσματα, πέστε μου είναι η τρελή ροδιά
που σπαρταράει με φυλλωσιές νιογέννητες τον όρθρο
ανοίγοντας όλα τα χρώματα ψηλά με ρίγος θριάμβου;
Oταν στους κάμπους που ξυπνούν τα ολόγυμνα κορίτσια
θερίζουνε με τα ξανθά τους χέρια τα τριφύλλια
γυρίζοντας τα πέρατα των ύπνων τους, πέστε μου είναι η τρελή ροδιά
που βάζει ανύποπτη μες τα χλωρά πανέρια τους τα φώτα
που ξεχειλίζει από κελαηδισμούς τα ονοματά τους – πέστε μου
είναι η τρελή ροδιά που μάχεται τη συνεφιά του κόσμου;
Στη μέρα που απ’ τη ζήλεια της στολίζεται μ’ εφτά λογιώ φτερά
ζώνοντας τον αιώνιο ήλιο με χιλιάδες πρίσματα
εκτυφλωτικά, πέστε μου, είναι η τρελή ροδιά
που αρπάει μια χαίτη μ’ εκατό βιτσιές στο τρέξιμο της
ποτέ θλιμένη και ποτέ γκρινιάρα – πέστε μου, είναι η τρελή ροδιά
που ξεφωνίζει την καινούργια ελπίδα που ανατέλλει;
Πέστε μου είναι η τρελή ροδιά που χαιρετάει τα μάκρη
τινάζοντας ένα μαντήλι φύλλα από δροσερή φωτιά,
μια θάλασσα ετοιμόγεννη με χίλια δυο καράβια,
με κύματα που χίλιες δυο φορές κινάν και πάνε
σ’ αμύριστες ακρογιαλιές – πέστε μου, είναι η τρελή ροδιά
που τρίζει τάρμενα ψηλά στο διάφανο αιθέρα;
Πανύψηλα με το γλαυκό τσαμπί που ανάβει κι’ εορτάζει
αγέρωχο, γεμάτο κίνδυνο, πέστε μου είναι η τρελή ροδιά
που σπάει με φως καταμεσίς του κόσμου τις κακοκαιριές του δαίμονα
που πέρα ως πέρα την κροκάτη απλώνει τραχηλιά της μέρας
την πολυκεντημένη από σπαρτά τραγούδια – πέστε μου είναι η τρελή ροδιά
που βιαστικά ξεθηλυκώνει τα μεταξωτά της μέρας;
Σε μεσοφούστανα πρωταπριλιάς και σε τζιτζίκια δεκαπενταυγούστου,
πέστε μου, αυτή που παίζει, αυτή που οργίζεται, αυτή που ξελογιάζει,
τινάζοντας απ’ τη φοβέρα τα κακά μαύρα σκοτάδια της,
ξεχύνοντας στους κόρφους του ήλιου τα μεθυστικά πουλιά,
πέστε μου, αυτή που ανοίγει τα φτερά στο στήθος των πραγμάτων,
στο στήθος των βαθιών ονείρων μας, είναι η τρελή ροδιά;
«Περιμπανού τη λέγαν τα παιδιά
Περιμπανού
κι ήτανε δεκαπέντε χρόνων
έγραφε τ’ όνομά της
στο βυθό του Αυγερινού
μ’ ενός πνιγμένου γλάρου φτερό
Μα της ζωής το κύμα το παράφορο
σκόρπισε βάρκες και κουπιά
και στο μεγάλο κόσμο τον αδιάφορο
ποιός τη θυμάται τώρα πια…»
Ωρέ Νόσφυ,
Για τι γερόντους μου μιλάς και για γριές με ούλα
σαν νάχασε το μπούσουλα η μικρή Φανούλα
Σήκωσε την αγέρωχη κορμοστασιά μην σκύβεις το κεφάλι
εδώ σχέδια πάνε κι έρχονται, μπ-ανάν-ες βλέπω πάλι
Όχι πως δεν σου πρέπουνε αυτά τα σούρτα φέρτα
αν και των επιχειρημάτων γεμίζει η φαρέτρα
Εδώ ο τάσος έφυγε και ήρθεν ο χριστόφιας
δεν ξέρω αρκούν αυτά για να καμθεί το πάθος της ζηνόβιας
Μουστακαλή βλέπω ζητάς ή έστω ένα δεσποίνι
και δεν κοιτάς τα ήρεμα νερά πολλά πούχουνε μείνει.
mumul
Κύριε/α, Νοσφεράτε/α
Μουστακαλής δεν ήμουνα στην πρώτη μου τη νιότη,
το δεσποινίς δεν ταίριαζε στο θυμικό μου εν πρώτοις,
μα η επιστήμη προχωρά κι ό,τι πληρώνεις φτιάχνει,
πάντως τα χρόνια μου πολλά ή ελάχιστα δεν είναι.
Με σεβασμό
Ωστόσο,
Στης Χελιδώνας της μ-λ την πρώτη επίσκεψή μου
σαφές ήταν το φύλο μου, όσο κι η απόγνωσή μου.
Με τιμή
periyiali (μου )θυμάμαι
-και το πόσων ετών είσαι-
κι ας σου μοιαζει πως κοιμάμαι
-την απογνωση σου σβυσε-
μεσα στων μπλογκιών την ακρη
-και ολους τους κομπους λύσε-
φευγει αμέσως καθε δάκρυ…
(γιατί η Αγαπη ειναι ο χρυσος μας Κλωνος*)
*δεν κανει ρίμα αλλά δεν ηξερα πως αλλιως να κλεισω..
( Απο Νοσφυ για Καρουζελ και περιγυαλι κ.λ.π )
(Απο την αδικοσκοτωμένη
ΧελιδΩνα (μ-λ) :
Τα ξωτικά στην ερημο
———————–
Τα ξωτικά στην ερημο ,οταν ο ηλιος καίει
κι εκεί στην ακρη ,στεκεται ενα παιδί που κλαίει
κι’οταν δεν εχει πιά νερό στο άνυδρο τοπίο
Και στη Σαχάρα, αποβραδύς,ριγείς απο το Κρύο
Κι οταν η αμμος σου τρυπά ,βαθεια τα σωθικά,
Και γαλανά φαντάσματα σιμώνουν ξαφνικά ,
Κιοταν καμηλες σερνουνε τα πόδια τους στους λόφους
(Μοιάζουν κινουμενες σκιές πανω στους αμμολόφους)
-Τα ξωτικά,Ω Καρουζελ ,μπαινουνε στο μπουκάλι
Και γινονται αερικά,γίνονται προσκεφάλι
Να κοιμηθεις η να τα πιείς ,κι ονειρευτείς ξανά
Μιας καποιας οασης τα καθαρά ,γαλήνια νερά
Τίποτα δεν είναι κρίμα κι ας μην κάνει ρίμα!
Ασε τα μου σου του και μας,και μάθε να πετάς.
Για χρόνια μη μιλάς, δεν έχει σημασία,
τα ξωτικά να κυνηγάς, εκεί είναι η ουσία.
(Νομίζω ότι έχω χάσει το «στυλ» μου τελευταία)
Είναι που η απόγνωση αποτραβιέται
όταν η μέρα τη νύχτα σε χρόνο αρχίζει να νικάει,
ή μήπως που βαρέθηκα το ίδιο το τροπάρι;
Θα δείξει…
Με ελπίδα, ψάχνοντας για το μπουκάλι.
ναι αλλά εχεις κερδισει σε ουσια …νασαι καλά περιγυάλι 🙂
…et vous-aussi, monsieur.Au «revoir».
(απο την μαραμένη , χαμενη αδικοσκοτωμένη
ΧελιδΩνα (μ-λ)
—————————————————–
Η Γευσις της ζωής μας
Απ τη ζωή, στο τέλος της, μόνη απομένει γεύσις
του αειφόρου ποταμού (που δις εμβαινειν), ρεύσις
η γλύκα, μήλου αδαγκωτου, και η επιθυμία
ανείπωτη ,ως μια ορμή προς μιαν ουτοπία..
Απ’ τη ζωή ,στο τέλος της ,μένει καμμένο ξύλο
κι’ ο τρομερός Μινώταυρος δεμένος σ’ενα στύλο
Η Αριαδνη ,μυστικά να ξετυλίγει μίτους
κι’ ο Ιωνάς να οδύρεται με΄τη Κοιλιά του κήτους …
Απ’ τη ζωή γαυγίσματα ,φωτιά και γκρίζα σκονη
κι όταν στο τέλος έρχεται η νεκρική σινδονη
κι οταν εγκαταλείπουμε το ,των ανθρώπων ,πλήθος
Πλάθει νανούρισμα ξανά το μητρικό το στήθος
η Γευσις της θεότητας , βυζιού γαλακτερή
οπως το άστρο της Βηθλεεμ ,κι αυτή αστραφτερή
όταν θα φευγει η ζωή ,σαν μια σκιά στον τοίχο
και μάταια ο Μινωταυρος θα ψάχνει για τον Μιτο….
ΚΑΠΟΙΟΣ(Νάνος Βαλαωρίτης,
κάποιος κοιτάει μέσα μου και βλέπει ότι με βλέπει
κάποιος ακούει μέσα μου κι ακούει ότι μ’ ακούει
με συναντάει το απόγευμα σε μια γωνιά του δρόμου
μαντεύοντας ποιος θα ‘ναι κει κι όσα θα μου συμβούνε
κάποιος που είναι μέσα μου μου χτίζει ένα σπιτάκι
και το γκρεμίζει γρήγορα πριν να το κατοικήσω
κάποιος που είναι πάντοτε μπροστά και δε μ’ αφήνει
κλείνοντας και φράζοντας το δρόμο να περάσω
κάποιος κινείται μέσα μου και ξεκινάει σαν τρένο
γεμάτος ανυπόμονους κι ωραίους ταξιδιώτες
κάποιος μου λέει πως είν’ αργά και δε θα αρθούν εγκαίρως
να μας γλιτώσουν οι καλοί απ’ τις κακές διαθέσεις
κάποιος μου λέει για στάσου ένα λεπτό περίμενε
στάσου να δω ποιος είσαι συ ποιος είν’ αυτός πού πάμε
μα ήταν άλλος απ’ αυτό που νόμιζα πως ήταν
και που’ ναι πάντα μακριά από εκείνου που είναι
κάποιος θυμάται μέσα μου έναν παλιό του φίλο
τότε που πέφταν κανονιές η μια πάνω στην άλλη
κάποιος μου λέει δεν είμαι γω που γράφω αυτήν την ώρα
μα ένα χέρι ελαστικό που σπρώχνει το δικό μου
κάποιος μιλάει μέσα μου όταν μιλάω με κάποιον
και του εξηγεί πως γίνεται το κάθε τι στον κόσμο
πως γίνεται το ανώμαλο απ’ το κανονικό
και ο καπνός απ’ τη φωτιά πως βγαίνει γαλανόλευκος
κι απ’ τη βροχή το σύννεφο πως χαμηλώνει αθόρυβα
κι αδειάζοντας πως πέθαινε επάνω από τα σπίτια
κι από την πόρτα του μυαλού μια σκέψη πως μπαινόβγαινε
αλείβοντας τα λόγια της με της μιλιάς το μέλι
ένας σκορπιός τρυπήθηκε απ’ το κεντρί του μόνος
κάποιο ρολόι αδέσποτο μπερδεύοντας τις ώρες
χτυπούσε οκτώ στις έντεκα και δώδεκα στις μία
απάνω στο καμπαναριό ή μέσα στην καρδιά μου
ανοίξτε αμέσως για να μπει αυτός ο κάποιος άλλος
να μπει απ’ το παράθυρο όπως μια πεταλούδα
που με κοιτάει όταν κοιτώ μέσα στον εαυτό μου
μες το δικό μου πρόσωπο το πρόσωπο ενός άλλου
(Νάνος Βαλαωρίτης, 1963)
ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΑΓΩΓΗ
ο χρόνος είναι γενικός
δεν μπορούμε να εντοπίζουμε οράματα
δεν μπορούμε να μοιράζουμε αστραπές
ο χρόνος είναι γενικός
δεν μπορούμε να μοιράζουμε αστραπές
απ’ τα κλωστήρια τ’ ουρανού με δόσεις
κάποιο σκαθάρι στοχαζόμαστε απέριττα
η πιο μεγάλη ώρα της ζωής
υπάρχει σαν τις άλλες
δεν πάει μια βδομάδα που έβλεπα
δυο παράξενα ζώα στην ύπαιθρο
να ξεραίνουν το θάνατο στη ράχη τους
ο χρόνος είναι γενικός
ο χρόνος είναι κοροϊδευτικός
είναι αμέτοχος σαν τα περίπτερα στην κίνηση
(Ν. Καρούζος)
ΝΑΓΚΑΣΑΚΙ
Ω Τσάρλι! Τραβήξου απ’ τον ήλιο
Σαν σήμερα ρίξαν την ατομική
Σήμερα στα λιμάνια
Οι σωματέμποροι κι οι πορτοφολάδες
Θα μπορούν να περηφανεύονται
που δεν γίναν επιστήμονες
Ω Τσάρλι! Τραβήξου απ’ τον ήλιο
Σαν σήμερα ρίξαν την ατομική
Σήμερα θα μπορούσε
μια πόρνη να λέει στην προσευχή της
Ω Θεέ σ’ ευχαριστώ
που δεν γέννησα
(Φ. Αγκουλές, 1951)
ΜΟΝΟ ΣΕ ΜΕΝΑ
Εγώ δεν είμαι μόνο αυτός που βλέπεις
Εγώ δεν είμαι μόνο αυτός που ξέρεις
Δεν είμαι μόνο αυτός που θα ‘πρεπε να μάθεις
Κάθε επιφάνεια της σάρκας μου και κάπου τη χρωστάω
Αν σ’ αγγίζω με την άκρη του δάχτυλου μου
σ’ αγγίζουν εκατομμύρια άνθρωποι
Αν σου μιλήσει μια λέξη μου
Σου μιλάνε εκατομμύρια άνθρωποι
Αν σ’ αγγίξω με την άκρη του δαχτύλου μου
σ’ αγγίζουν εκατομμύρια άνθρωποι
Θ’ αναγνωρίσεις άραγε τ’ άλλα κορμιά που πλάθουν το δικό μου;
Θα βρεις τις πατησιές μου μέσα σε μυριάδες χνάρια;
Είμαι κι ό,τι έχω υπάρξει
Ό,τι έχω υπάρξει και πια δεν είμαι
Τα πεθαμένα μου κύτταρα, οι πεθαμένες μου πράξεις,
οι πεθαμένες σκέψεις μου
Γυρνάν τα βράδια να ξεδιψάσουν το αίμα μου
Γυρνάν τα βράδια να ξεδιψάσουν στο αίμα μου
Είμαι ό,τι δεν έχω γίνει ακόμα
Μέσα μου σφυροκοπάει η σκαλωσιά του μέλλοντος
Είμαι ό,τι πρέπει να γίνω
Γύρω μου οι φίλοι απαιτούν οι εχθροί απαγορεύουν
Μη με γυρέψεις αλλού μονάχα εδώ να με γυρέψεις
Μόνο σε μένα
(Τ. Πατρίκιος, 1952)
http://www.diymusic.org/index.php?option=com_content&task=view&id=227&Itemid=119
Τίποτα δε με φοβίζει,
όσο οι ήχοι όταν σταματούν να κινούνται.
Τίποτα δε με πληγώνει,
όσο των χειλιών σου η έγνοια που αποχωρίζομαι.
ΚΑΙΝ ΚΑΙ ΑΒΕΛ
(Του μπωντλαιρ- παραφραση )
τέλειωσαν οι μάγισσες και τα ξωτικά
τα ένοχα παραμύθια που ακούγαμε παιδιά
άλλαξαν οι άγγελοι έγιναν διαβόλοι
δεν είναι πια ο παράδεισος ουράνιο περιβόλι
γέρασαν τα θαύματα έγιναν αλήθειες
ίσως τώρα ο ήλιος να φωτίζει μόνο νύχτες
όχι άλλα ψέμματα να με παραμυθιάζουν
έμειναν πια οι ήρωες μόνοι τους να ουρλιάζουν
φυλή του άβελ τρώγε, πίνε και κοιμήσου
ο θεός για σένα γλυκά χαμογελά
φυλή του κάιν μεσ’ στη λάσπη σου κυλήσου
και ψόφα πάνω στην κακομοιριά
φυλή του άβελ ερωτεύσου γεννοβόλα
και το πουγκί σου όμοια κι αυτό γεννοβολά
φυλή του κάιν στην καρδιά σου φλόγα ειν’ όλα
κι απ’ τους μεγάλους πειρασμούς μείνε μακριά
φυλή του άβελ το ψοφίμι το δικό σου
σίγουρα θα λιπάνει σαν κοπριά όλη τη γη
φυλή του κάιν η δουλειά που ‘χεις εμπρός σου
έχει ακόμα δρόμο για να τελειωθεί
φυλή του άβελ να ποια είναι η ντροπή σου
το σίδερο έχει απ’ το κοντάρι νικηθεί
φυλή του κάιν ως τα ουράνια ας φτάσει η οργή σου
κι ας ρίξει το θεό ξανά κάτω στη γη
έσκισα τις φλέβες μου κι είδα να κυλάει
θάνατος, νερό, ξύδι και χολή
μέσα στο μυαλό μου είναι τώρα που υπάρχει
ή καμμιά αλήθεια ή μια και μοναδική
ξέρασα τις σκέψεις μου τις έκανα παραμύθια
τα παιδιά που θα τ’ ακούν θα μισούνε την αλήθεια
σκότωσα τον έρωτα έσβησα την αγάπη
δεν θα αφήσω πια καμμιά να με θρέψει αυταπάτη
ΚΑΙΝ ΚΑΙ ΑΒΕΛ
τέλειωσαν οι μάγισσες και τα ξωτικά
τα ένοχα παραμύθια που ακούγαμε παιδιά
άλλαξαν οι άγγελοι έγιναν διαβόλοι
δεν είναι πια ο παράδεισος ουράνιο περιβόλι
γέρασαν τα θαύματα έγιναν αλήθειες
ίσως τώρα ο ήλιος να φωτίζει μόνο νύχτες
όχι άλλα ψέμματα να με παραμυθιάζουν
έμειναν πια οι ήρωες μόνοι τους να ουρλιάζουν
φυλή του άβελ τρώγε, πίνε και κοιμήσου
ο θεός για σένα γλυκά χαμογελά
φυλή του κάιν μεσ’ στη λάσπη σου κυλήσου
και ψόφα πάνω στην κακομοιριά
φυλή του άβελ ερωτεύσου γεννοβόλα
και το πουγκί σου όμοια κι αυτό γεννοβολά
φυλή του κάιν στην καρδιά σου φλόγα ειν’ όλα
κι απ’ τους μεγάλους πειρασμούς μείνε μακριά
φυλή του άβελ το ψοφίμι το δικό σου
σίγουρα θα λιπάνει σαν κοπριά όλη τη γη
φυλή του κάιν η δουλειά που ‘χεις εμπρός σου
έχει ακόμα δρόμο για να τελειωθεί
φυλή του άβελ να ποια είναι η ντροπή σου
το σίδερο έχει απ’ το κοντάρι νικηθεί
φυλή του κάιν ως τα ουράνια ας φτάσει η οργή σου
κι ας ρίξει το θεό ξανά κάτω στη γη
έσκισα τις φλέβες μου κι είδα να κυλάει
θάνατος, νερό, ξύδι και χολή
μέσα στο μυαλό μου είναι τώρα που υπάρχει
ή καμμιά αλήθεια ή μια και μοναδική
ξέρασα τις σκέψεις μου τις έκανα παραμύθια
τα παιδιά που θα τ’ ακούν θα μισούνε την αλήθεια
σκότωσα τον έρωτα έσβησα την αγάπη
δεν θα αφήσω πια καμμιά να με θρέψει αυταπάτη
πηγή:
http://www.diymusic.org/index.php?option=com_content&task=view&id=247&Itemid=119
– Αγρια Δύση
——————————–
Στην ερημια αυτου του μίζερου αιώνα
Ειμαστε μόνοι, σαν κογιοτ στην Αριζόνα
Σε μια Δυση που την τρώει η γκρίζα σκόνη
Κι αλογοκλέφτες που λυντσάρουν στην Αγχονη
ειμαστε μόνοι μες τη στέπα , ειμαστε Λύκοι
– Στη λιγοστή ζωή που μας ανήκει
Και ολο κατρακυλάμε ως τον Πάτο
κι ο θανατος παραμονευει από κάτω..
–
Δρ Τζεκυλ και Χάυντ
——————————
Καποιες στιγμές στον ύπνο μας , βαθειά στα Όνειρα μας
Νομίζουμε πως είμαστε έξω απ’ τα νερά μας
Σε μακρινά βασίλεια περα απ’ την Οικουμένη
Σε τόπους που άνθρωπος κανείς δεν άκουσες να μένει
Κάποιες στιγμές , στα Όνειρα ,σε κόσμους αποκόσμους
Βρίσκουμε τ΄ άλλο μας μισό ,να μπλέκει μ’ υποκόσμους
Μαχαιροβγάλτες , φόνισσες , μ’ αλήτες και πουτάνες
Και με γαβριάδες που κρυφά, φουμερνουνε τζιβάνες
Κάποιες φορές, ο εαυτός γίνεται ένας άλλος
Μέσα στη χώρα του Ποτέ , σαν Καπταιν Χουκ, μεγάλος
Και ύστερα στον ξύπνο μας ,λουσμενοι στον Ιδρώτα
Γυρίζουμε στο μόχθο μας ,μίζεροι όπως πρώτα
Πουλιά Βαλσαμωμένα
————————
Πάνω στον τοίχο κρέμονται Πουλιά Βαλσαμωμένα
Νεκρά Κεφάλια Ελαφιών , Τρόπαια κρεμασμένα
Και πλάι στο τζάκι σέρνεται το δέρμα μιας Αρκούδας
Και όλα τα βλέπει ηρεμος ,πάνω στο τζάκι ο Βούδας
Κι ένα κοράκι ξαφνικά – βαθειά στο μεσονύχτι
Την ώρα που όλα τύλιγε μαύρης Νυχτιάς το Δίχτυ
Μπήκε απ’ το παράθυρο , κάθισε πλάι στο Βούδα
Και τουπε : Φτου δε ντρέπεσαι …!Ου να χαθεις ! Ιούδα !
Που όλα τα ζώα ταχασε ,απ’ το τουφεκι η Μανα
Και συ ψάχνεις στον θάνατο, τη δόλια σου Νιρβάνα
Αν κάποτε αναστηθείς, καρδιά βαλσαμωμένη
Μένα χτύπο εκκρεμούς θα σπάσεις Ειμαρμένη
Και τους Ανθρώπους –μάρμαρα ξανά θα λευτερώσεις
Θα γίνεις φτερωτή καρδιά κι όλους θα μας λυτρώσεις….
ΕΑΡ ΣΑΝ ΠΑΝΤΑ
——————————
Καλύπτουσα τα κύματα του δορυάλωτου χωριού
με το κόκκινό της φόρεμα
Πρώτα μικρή κ’ έπειτα μεγάλη
Ανεβαίνει στην κορυφή του πύργου
Και πιάνει τα σύννεφα και τα συνθλίβει επί του
στήθους της
‘Ισως ποτέ να μην υπήρξε μεγαλείτερος καημός απ’
τον δικό της
‘Ισως ποτέ να μην έπεσαν ψίθυροι πιο πεπυρακτω-
μένοι στην επιφάνεια ενός προσώπου
‘Ισως ποτέ δεν εξετέθη στην κατανόησι ανθρώπου
έκθεσις πιο εκτεταμένη
‘Εκθεσις πιο ποικίλη πιο περιεκτική από την ιστο-
ρία που λεν τα νέφη αυτής της εξομολογήσεως
Εδώ κι εκεί τα κόβουν λαιμητόμοι
Θερμές σταγόνες πέφτουνε στην γη
Ο γήλοφος που σχηματίσθηκε στο κυριώτερο ση-
μείο της πτώσεως
Φουσκώνει και ανεβαίνει ακόμη
Κανείς δασμός δεν είναι βαρύτερος από μια τέτοια
σταγόνα
Κανένα διαμάντι πιο βαρύ
Κανείς μνηστήρ πιο πλήρης πάθους
Στιλπνά τα κράσπεδα του λόφου και γυαλίζουνε
στον ήλιο
Στην κορυφή του περιμένει μια λεκάνη
Είναι γιομάτη ως επάνω
Κι απ’ τα νερά της αναδύεται μια πολύ μκρή παι-
δίσκη ωραιοτάτη
Ελπίδα μας αυριανή
Andreas Empeirikos
Καμιά σχισμή δεν διευρύνεται χωρίς τον πόθο
Στα κάγκελα του κήπου ανοίγουν τα φτερά τους τα πουλιά
H γειτνίασις του ποταμού τα προσελκύει
Tο πάθος του γυπαετού για το άσπρο περιστέρι
Eίναι αποκορύφωμα βουνού με χιονισμένη κορυφή
Όταν λυώνουν οι πάγοι τραγουδάμε στις κοιλάδες
Tα νερά μάς μεθούν
Oι κόρες των ματιών μας πλένουν τους θησαυρούς των
Άλλες ξανθές και άλλες μελαχροινές
Έχουν στην όψι τους την ανταύγεια των ελπίδων μας
Έχουν στο στήθος τους το γάλα της ζωής μας
K’ εμείς στεκόμαστε τριγύρω τους
Παντοτινά κελεύσματα μας περιβάλλουν
Oι θρόμβοι των βουνών πάλλονται και διαλύονται
Tα χιόνια τους είναι τραγούδια της ελεύσεως των νέων χρόνων
Tα χρόνια αυτά είναι η ζωή μας
Mέσ’ στις κουφάλες τους αναπαύονται το μεσημέρι τα πουλιά
Kαμιά σχισμή δεν διευρύνεται χωρίς τον πόθο της διευ-
ρύνσεως
Kαμιά φορά γινόμαστε κλεψύδρες
K’ οι σπόγγοι σφαδάζουν για την κάθε μας σταγόνα.
Ανδρέας Εμπειρίκος. Στιγμή πορφύρας
– μες τη σπηλιά τη σκοτεινή, τη νύχτα οι σταλαγμίτες
Πασκιζουν για να να δώσουνε φιλί στους σταλακτίτες
Να φτάσουνε Σταλιά σταλιά τις μυτερές τους μύτες
Θεσσαλονίκη, Μέρες του 1969 μ.Χ.
Μανόλης
Αναγνωστάκης
Στην οδό Αιγύπτου ―πρώτη πάροδος δεξιά―
Τώρα υψώνεται το μέγαρο της Τράπεζας Συναλλαγών
Τουριστικά γραφεία και πρακτορεία μεταναστεύσεως.
Και τα παιδάκια δεν μπορούνε πια να παίξουνε από τα τόσα τροχοφόρα που περνούνε.
Άλλωστε τα παιδιά μεγάλωσαν, ο καιρός εκείνος πέρασε που ξέρατε
Τώρα πια δε γελούν, δεν ψιθυρίζουν μυστικά, δεν εμπιστεύονται,
Όσα επιζήσαν, εννοείται, γιατί ήρθανε βαριές αρρώστιες από τότε
Πλημμύρες, καταποντισμοί, σεισμοί, θωρακισμένοι στρατιώτες·
Θυμούνται τα λόγια του πατέρα: εσύ θα γνωρίσεις καλύτερες μέρες
Δεν έχει σημασία τελικά αν δεν τις γνώρισαν, λένε το μάθημα οι ίδιοι στα παιδιά τους
Ελπίζοντας πάντοτε πως κάποτε θα σταματήσει η αλυσίδα
Ίσως στα παιδιά των παιδιών τους ή στα παιδιά των παιδιών των παιδιών τους.
Προς το παρόν, στον παλιό δρόμο που λέγαμε, υψώνεται Η Τράπεζα Συναλλαγών
―εγώ συναλλάσσομαι, εσύ συναλλάσσεσαι αυτός συναλλάσσεται―
Τουριστικά γραφεία και πρακτορεία μεταναστεύσεως
―εμείς μεταναστεύουμε, εσείς μεταναστεύετε, αυτοί μεταναστεύουν―
Όπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει, έλεγε κι ο Ποιητής
Η Ελλάδα με τα ωραία νησιά, τα ωραία γραφεία, τις ωραίες εκκλησιές
Η Ελλάς των Ελλήνων.
από το Ποιήματα 1941-1971,
Πολύ ωραία ποιήματα !
Να κάθεται ξυπόλητη κι αχτένιστη την είδα
έχοντας στους βατοκρεμνούς τα πόδια κρεμαστά
κι εγώ που πέρναγα από κει την πήρα για νεράιδα
κι είπα «θέλεις ναρθής μ΄εμέ στον κάμπο, στα βουνά;»
Με κοίταξε με κείνο της το βλέμμα, που κρατάει
για τελευταίο η ομορφιά σαν τη νικάμε πια.
Κι είπα ξανά: «Ειν’ ο καιρός που ο κόσμος αγαπάει
θέλεις κάτω απ’ τα δέντρα εκεί να πάμε τα βαθειά;»
Εσφούγγιξε τα πόδια της μεσ’ τη χορταριασμένη
ραχούλα και με κοίταξε για δεύτερη φορά
κι έμεινε η όμορφη ναζού τότε συλλογισμένη
Ω! πως τραγούδαγαν τρελλά στο δάσος τα πουλιά
Πόσο γλυκά και τα νερά τη ρεμματιά φιλούσαν!
κι είδα κοντά μου νάρχεται στα βάτα τα πυκνά
ευτυχισμένη η κορασιά, φοβιάρα, και γελούσαν
τ’ αγριωπά τα μάτια της κάτω από τα μαλλιά
Ουγκώ, Η κόρη του βουνού, σε μετάφραση Σιμηριώτη
Οταν ο Κοσμος…..
—————
Οταν ο κόσμος μας -που τωρα αργοπεθαίνει-
– και βλεπουμε πως τίποτε, το σταθερό δε μενει-
Κι ολα τα κοσμοείδωλα καίγονται στη Πυρά
που στήνουνε οι Νέοι μας φωνάζοντας » Ουρά»!
Οταν το Σύμπαν κι η ζωή θα φτασουν ως το Τέρμα
Κι οταν θα δύσει ο ηλιος μας στου Ουρανου το Γέρμα
Κι η Μηχανή του Χρονου μας θα φτασει στο Μηδέν
-Κι ας λένε οι Πλατωνικοί για της αρχής το Εν-
οταν απο τις τρύπες τους με άσπρες τις Γεννειάδες
θα ξαναβγούν οι Αθάνατοι κι οι εννέα Εννεάδες
Οταν και οι Καββαλιστες προφέρουν τ’ Ονομα του
Και κλονιστεί το Σύμπαν μας απο τα Θέμελα του
Οταν ο Κόσμος σαν Αυτί που Ξεκολλά και πέφτει
Κι η ανθρωπότη θα πονά λές και της βάζουν Νέφτι
Οταν τ΄Αυτί το Κόσμου μας, πέσει Ξεκολλημένο
Στη Ράχη ενός ελέφαντα και μεινει εκεί Χαμένο
Οταν σπασει το τύμπανο απ’ το Ουρλιαχτό του κόσμου
Τα δυο τα μάτια μου θε να Διούν Το Αχτιστό το Φως μου….
Βαθειά μεσα απ’τη Κολαση , μες την Αθανασία
Του Αγιου Δισκοπότηρου θα πιουμε την Ουσία
Κιο Κόσμος θα εκρήγνυται με μια Φωτοχυσία….
Αυτό το κουτί
που τ΄ ανοίγεις με κλικ,
ένα κάθε δευτερόλεπτο,
μα μένει άδειο,
άδειο, αδιαπέραστο,
γιατί σε ξέχασε,
όπως όλοι,
που δεν θα πεθάνουν μαζί σου,
κατά καιρούς σε ξεχνούν.
Πότε – πότε δειλά τους ρωτάς
να επιστρέψω μπορώ;
Χωριστά τους ρωτάς
ή κι όλους μαζί,
το ίδιο κάνει.
Αν ένας απαντήσει,
όλοι ναι θα σου πουν.
Μα η επιστροφή σου,
από το δρόμο ή τον ουρανό,
σκοντάφτει στη λήθη τους.
Kι εγώ θ΄ αρνηθώ
πως σε συνάντησα.
Θ΄ αρνηθώ
το γραφικό μου χαρακτήρα,
πως ποτέ δεν έκανα κλικ,
στο κουτί σου, θα πω.
Το Φιλαράκι
Πάει καιρός που ένας φίλος που ήταν πότης
Έκοψε τώρα το πιοτό και ειν’ Ιππότης
Κι αν τοτες σέρνονταν εδώ και κει ρεμάλι
Τώρα τον βλέπεις –τώρα πουναι ασπρομάλλης
Να περπατά σαν να κατάπιε ένα μπαστούνι
Δεν χαιρετάει και μ’ αποκαλεί: :’’κομμούνι’’
Φίλε για στασου, για ξεπέζεψε λιγάκι
Για βγάλε λίγο, το καλό σου το σακάκι
Πες μου θυμάσαι; που τα πίναμε μαζί
Εκεί στου Τάσου του Ψηλού το μαγαζί;
Μ’ αυτός ούτε γυρνά να μας Κοιτάξει
Που τώρα –βλέπεις- έχει Λουσα και αμάξι
Τόσο ψηλά που τώρα ανέβηκε στο Κόμμα
Ξέχασε τότες πουταν -κάθε μέρα- Λιώμα
Η Υποκρισία ο κυνισμός και η μικροτης
Πως περισσεύουνε στις μέρες μας στ’ Αλήθεια
Είναι καιρός που έχει γίνει πια συνήθεια
Να μοιάζει ειλικρίνεια η Ποταπότης
Αέρα της γής
αυτο το κουτακι που ανοιξες
μουκανε Τρια κλικ αριστερά
Νασαι καλά …
Η ιστορία του Ματιού
———————————————
Και τώρα που, στα ξαφνικά, σ’ υγραίνει ένα Δάκρυ
Κι αναρωτιέσαι τι ‘ναι αυτό ,εις των χειλιών την άκρη
Στο μάγουλο σου που κυλά ,μ’ αρμύρα σαν αλάτι
Προέρχεται, ………μου απτό δικό μου Μάτι ……..
…Κι αν τώρα βλεπεις ξαφνικά, εικόνες πουναι Ξένες
Και σούρχονται ανάμνησες ,βαθειά λησμονημένες
Και βλέπεις ,εις τον Ουρανό καποια κρυμμένα άστρα
……….. ειναι Δάκρυα, απ τα δικά μου μάτια…
Κι αν σ’ ονειρο παραξενο βλεπεις καποιον να πέφτει
Και στον καθρεφτη ξαφνικά τ΄Ονειρο να σε βλέπει,
κι αν στη σκια σου ,άξαφνα, βλέπεις δίπλα μια άλλη
ειναι τα Ματια που φορας,που προκαλούν τη ζάλη…….
(συνεχιζεται)
Σε πότισα ροδόσταμο
Στον άλλο κόσμο που θα πας
κοίτα μη γίνεις σύννεφο
κι άστρο πικρό της χαραυγής
και σε γνωρίσει η μάνα σου
που καρτερεί στην πόρτα.
Σε πότισα ροδόσταμο
με πότισες φαρμάκι
της παγωνιάς αητόπουλο
της ερημιάς γεράκι.
Πάρε μια βέργα λυγαριά
μια ρίζα δεντρολίβανο
και γίνε φεγγαροδροσιά
να πέσεις τα μεσάνυχτα
στη διψασμένη αυλή σου.
Σε πότισα ροδόσταμο
με πότισες φαρμάκι
της παγωνιάς αητόπουλο
της ερημιάς γεράκι.
(Οως μουρθε αυτό τωρα ενας..θεός το ξερει)
Κρυφογελάς
κι η μουσική γιατρεύει το μυαλό μου ,
κρυφοκοιτάς
κι η ζωγραφιά χαιδεύει τ `όνειρό μου .
Τώρα η αλήθεια τα παραμύθια σκιάζεται ,
τώρα η συνήθεια για την αγάπη νοιάζεται ,
ξανά …
(Εμένα μου ήρθε αυτό)
Φωνή βοοντος εν τη ερημω …..
Χαμένος μες την ερημο βρισκεται ενας Βόας
που μοιάζει με ημιτρελλο μά εχει τας φρενας Σωας
Ολημερις ψαχνει να βρει ΄για τη ζωή του Ταίρι
Μα λειπουν Βόες θηλυκοι στης ερημιας τα μέρη
……
Και καθε τόσο ο Βόας μας βγαζει και μια Φωνή
Μα θηλυκια δεν βρισκεται -στην ερημο- ψυχή….!
….
Τωρα που ‘ρθαν μεσανυχτα κι η Ερημος παγωνει
κι ο Βόας κουλουριαζεται (μάλον γιατι κρυωνει)
Και στρωνει για να κοιμηθει Προκρουστειο κρεββατι
να κοιμήθει ,ν’ ονειρευτει την των Βοών χιονατη …
(συνεχιζεται )
Α, επιτέλους, έμαθα πως βγαίνει με τη ριμα,
το «φωνή Βοώντος εν τη ερήμ(α)».
Ωστόσο, άνοιξη έχουμε κι είναι ζεστά τα φίδια,
όμως να φτάσουν δεν μπορούν της θηλυκιάς τα χείλια.
(λόγω του χαμηλού «δαπέδου»;)
Κι αν μες, την Ριμα φτιαχνοντας φυτρωνουνε και Βόες
– καθώς και σπανια πουλια απ’ τα νησια Σαμόες ,
και παπαγάλοι πλουμιστοι ,πολυχρωμα τζιτζικια
κι ισως καναρινόγατοι ,και τίγρεις- πιτσιρικια
κι αναμεσα τους λέοντες που ειναι ομως Νανοι
καθώς κι αλλα πετούμενα ,μαζί και Κορμοράνοι
– αν λεω , φιδια, τερατα, Δρακοι απ τα παραμύθια
Που ,σαν το Γαλα εκκρίνονται, απο της Ρίμας στήθεια
Ανοιγουν, ανοιξιατικα Πελώρια φτερά
Σαν ομιοκατάληκτα Τερατα Φτερωτά …
Μη φοβηθεις , και μη Ντραπεις καλο μου Πειγυαλι
Μον’ στρωσε για να κοιμηθεις , στης Ριμας την αγκάλη…
(συνεχιζεται)
Χρόνια και μήνες στα όνειρά μου κλ(η)δονίζεται
η θύμιση της ανοιξιάτικης “σεισμογενούς” συνάντησης
και της εξάρτησης, που σαν συνέπεια ανένδοτη προτάθηκε
και εγκαταστάθηκε μες στης καρδιάς το θόλο.
……………………………….
Πάντα, να ξέρεις, το σημάδι σου κοιτάζω,
-που έχει σαν “tatoo” ανεξίτηλο στολίσει,
της νιότης μου την όψ(η)μη αναζήτηση-
κάθε που η απογοήτευση μιαν άλλη διαδέχεται.
………………………………..
(Στο periyiali )|
Κάτω από την ψυχρή επιφάνεια των λέξεων
– αυτών που γλιστρούν ως πλάνητες στην επιφάνεια του Μόνιτορ σου
γυμνοί ξεκολλημένοι κομήτες –δήθεν όλο φωτιά – ενώ καλύπτονται από αιώνες πάγων
Σε ένα αχανές διάστημα – ενώ
Συμμορίες ολόκληρες από Μοναχικούς αστεροειδείς γυρνούν σαν πεινασμένα ψάρια- Πιράνχας
Αχόρταγοι……-
Κι αυτό που διασχίζει για λίγο τον ουρανό αφήνοντας μια φωτεινή τροχια :το Πεφταστέρι
– Σαν αστερίας ξηραίνεται στην αμμουδιά –την ατελείωτη
Αυτό το Παγωμένο διάστημα
δεν είναι παρά ο μαύρος μανδύας ενός άλλου συμπαντος ακομη πιο Ψυχρου από αυτόν που μας καλύπτει
– Και έτσι
Κάτω από την παγωμένη κρούστα αυτών εδώ των λέξεων
Κρύβεται η επίσης άκαμπτη πραγματικότης των σωμάτων
Που- ωσάν μαρμαρωμένα λέπια ενός ιχθύος που κολυμπά μόνο στα πιο αφανή βάθη της αβύσσου του
– ενώ
Κάτω από τα λέπια η καρδιά του πάλλει και Υγραμένη μια σπηλιά τους περιμένει
Μες από τις σχισμές που δεν διευρύνονται από μόνες τους γιατί κανείς μας δεν τολμά ν’ αποκαλύψει τον κατάδικο του Πόθο…
Με το «μπαρδον», αλλά εδώ κολλάνε οι ιστορικοί στίχοι γνωστού, λαικού Δωδεκανήσιου στιχοπλόκου:
«Είναι καλό αυτό για μένα, θείο;»
Ωστόσο, οπωσδήποτε εντυπωσιασμένη…
( Στο περιγυαλι..απο την Χελιδώνα( μ-λ)*
Πως θάθελα να έκλεινα ζωή μες ενα ποιήμα
—————————————–
Πως θάθελα να έκλεινα ζωή μες ενα ποιήμα
να έστελνα στον ουρανο,με πεφταστέρι, σήμα,
σαν χελιδόνι που χυμά ,νάτανε σαν μπαλόνι
που φουσκωμένο υψώνεται ,σ’ ουρανιο αλώνι
πως θάθελα να έγραφα ποίημα που,σα νεράκι
να διασχιζει ,σερνοντας ,την υγραμένη γή
και υστερα σε ποταμό να πέφτει σαν ρυάκι
κι η μοναξιά να σβύνεται στην πάλλουσα ζωή
πως θάθελα να έγραφα ποίημα πυρακτωμένο
να τρίζει,σαν το κάρβουνο,ναναι σαν μουσική
ν’ αφήνει με τα χνάρια του ,σαν νάναι ερωτευμένο
βαθεια σημαδια στη καρδιά,σα ράβδος μαγική
Πως θάθελα να έγραφα ποίημα ζωγραφιστό
κι μέσα εκεί να κλεινα το αίμα το ζεστό
της ζωντανης αυτής στιγμής που ολους μας περιρρέει
κι ειναι σαν σώμα ερωτικό,φωτιά που σιγοκαίει
…
*“Είναι καλό αυτό για μένα, θείο;”
Και μη με λες θειο , να χαρεις..Το οτι ειμαι 5οο ετών δεν σημαινει οτι ειμαι και Γέρος..
Τα χρόνια σας ξεδιάντροπα
δε θέλησα να θίξω,
μονάχα επροσπάθησα
λίγο να χιουμορίσω.
Και συμπαθάτε με, νεαρέ,
στο πνεύμα και στο σφρίγος,
μα το ποιηματάκι σας μου έφερε
ένα περίεργο ρίγος.
Και «Θ»είο θα σας έλεγα,
αν άΘεη δεν ήμουν,
όμως ζητώ συγχώρεση
για της νιότης την επιπολαιότη(ς)
Η θεία
Ε τοτε ,…. μιας και
( το ποιηματάκι σας μου έφερε
ένα περίεργο ρίγος.)
Σου αφιερώνω απο την Χελιδωνα( μ-λ)…
periyiali :
Αυτό:
…της έλεγε λέξεις πού χώνονταν η μια μέσα στην άλλη σαν ονειρικά κεραμίδια, ύστερα εκείνος έφευγε και αυτή έμενε μόνη με τα μαλλιά ξέπλεκα να κυματίζουνε νεκρά σαν ανεμώνες, μονάχα σκόρπιες μνήμες ενός έρωτα πού μοιάζε σαν άρχεται από τα βάθη του ύπνου ή της Κόλασης-και τώρα μόνη με κείνη την ανείπωτη λαχτάρα να τον ξαναδεί και μαζί την ολοπικρη βεβαιότητα του ‘’ποτέ πιά’’….
…αδυσωπητα αμειλικτος σαν τον τρομερο Γιαχβε πού σκορπουσε φωτια και θανατο στους πιστούς του εχθρού του Βαάλ ,ρουφηξε τη ψυχή της κι εγινε καπνός αφηνοντας πίσω του μυρωδια από θειαφι και την ακολαστη γευση της απουσιας τόσο σκληρα ηδονική οσο εκείνη του Ναρκισσου όταν- βεβαιος για τον θανατο του -βυθιζοταν στην εικόνα του για πάντα)η γυναικα,ψηλή με ποδια μακρια και το αιδοιο κουρασμενο από την ματαιη προμονη , κλαιουσα τωρα με αναφυλλητα αναρωτιεται με την ακρη του μυαλού της μην όλα τουτα τα φανταστηκε κι ακόμα τι εγινε ο χρονος ,πως συρρικνωθηκε ετσι και χρονια ολοκληρα μοιαζουν να εχουνε συμπυκνωθει σε μιαν απεθαντη στιγμη,χωρίς βεβαια να ξερει ότι για αιωνες ολοκληρους ,τεραστια καζανια βραζανε ασταματητα για τουτη τη στιγμή,για τον δικο της τελειωτικό, πλεριο,ηδυτατο χαμό………………………………
(και αλλα πολλά που θα ακολουθήσουν …)
και αυτό (μιας και εισαι Θεια!)
(παλι απο την ΧελίδΩνα (μ-λ)
Θεία μακαρι ναξερα τι ειναι η αγαπη ….
ξερω μοναχα, μεχρι εδώ ,πως μουβγαλε το μάτι
καθε φορά π’ αγαπησα ,και ητανε πολλές
ενιωσα πως ξαναβλεπα, εργο που είδα χθές
αρχή η επαναληψη, θεια, η της Αγάπης
και μοιαζει με χρυσο κλουβί, αιώνιας αυταπάτης …..
(και αυτό…απο την ΧελιδΩνα (μ-λ)
(ολα για σενα Περιγυαλι…
Ειναι σπασμοι μεσα στη νύχτα η αγάπη*
————————————-
αγάπη ειναι βήματα μονότονα
Αμυγδαλένια νύχια,προσωπα βουβά ,
πού κάνουν ερωτα κλεφτα,.
πόδια γυμνά,μες τη βροχή,ειναι μια στιγμή
μοναδική,ατελειωτη αναλαμπή,
μια σπίθα πού δε λέει να σβήσει
…ενα αγγιγμα
ενα ξαφνικό φιλί και μια απρόοπτη συναντηση,
μια παρεξηγηση
μια νοσταλγια ενδομυχη, σβησμενο μονοπάτι
αγαπη ειναι σαρκοβόρα μνήμη.
πως γερνει το κεφάλι της
και τρέμει , με κοιτά
μάτια μισανοιχτα σμιχτά.
τα νύχια της να ξεκολλάν το δέρμα
και τα μαλλια της ξεπλεκα σαν ανεμωνεςι
κοιτά με μάτια εκπληκτα,με τη σκιά της παιζει
και ξεχνιεται,γλιστρά και ειν αόρατη ,τη νυχτα,
σ’ ένα σινεμα αποκοιμιεται,, ειναι
διχασμένη,
σενα ατέλειωτο ταγκό πλεγμενη
Χορευει
στην ακρη μιας καρφίτσας,
ειναι,
μπερδεμένη,
μεσα σ’ αόρατες κλωστές,μες τη βροχή του κόσμου αλλοπαρμένη.
αγαπη μου γυμνή ,λαχανιασμένη
σταλαγματιές αφήνει
κερί πού τρέμει από ηδονή
και σβήνει.
ακόμα ζωντανή
να μου χτυπά τη πόρτα
να μου ραγίζει τη καρδιά ακούω ,
την ηχώ της
Ειναι σπασμοι μεσα στη νύχτα η αγάπη….
Και αυτό (εκ της ΧελιδΩνος (μ-λ)
…..Κοντά στην άκρη του γκρεμού είναι η αγάπη
Όλο το βράδυ να μην κλείνεις μάτι
Οι σκέψεις να μπερδεύονται σαν κεραμίδια
Και τετριμμένα να σου φαίνονται όλα και ίδια
η αγάπη είναι χνούδι από αλήθεια
που σου χτυπάει σαν σφυρί στα στήθεια
Αγάπη είναι λάμψη κεραυνών
Καταμεσής θλιμμένων ωκεανών
Σαν να χορεύεις στο κεφάλι μιας καρφίτσας
Η να ερμηνεύεις, μάταια, χρησμούς …(της θείτσας)
Για το Περιγυάλι:
Ο ερωτας ειναι μια πλάνη που μας γνέφει
———————————————-
Ο ερωτας ειναι μια πλάνη που μας γνέφει
απ ‘το παράθυρο της ολη μερα γνέθει.
αραχνούφαντο το πέπλο της μαγείας,
ονειρική, μια κόρη άκρας γοητειας
Ο ερωτας ειναι μια πλάνη που κυκλώνει
και η ψυχή, τοτε, φουσκώνει σαν παγώνι
ανοιγει μυρια, ερωτικά ,πολυχρωμα φτερά
και αναδύει μια θεσπέσια μυρωδια
Ο έρωτας, ειναι μια πλάνη ,πού ραγίζει
οταν ,σαν κοφτερό μαχαιρι ,μας αγγίζει
το τζαμι μας χαράσσει,στα κλεφτα
και αποκαλύπτει τα πιο μύχια μυστικά
Ο ερωτας ειναι μια πλανη ,που ενώνει
τα δυο σε ενα και τα δενει με μια ζωνη
κοιταζονται στα μάτια ΅:” Σ’ αγαπώ!”
Και νιώθουν το καθένα ,σαν Μισό
Ο ερωτας ειναι μια πλάνη ,που τυφλώνει
και παραβλεπουμε ,αυτό ,που μας πληγώνει
Αγγίζουμε το ψεμα με Λαγνεία
την Αυταπάτη , αγαπάμε με Λατρεία
Ο Ερωτας ειναι ο κόμπος που ανεβαινει
στο λυγμό ,το δακρυ εκείνο που δεν βγαινει
Οταν αποκαλυπτεται η αυταπάτη
Δακρύζει αίμα το τυφλό μας μάτι…
(Απ` ευθείας από το περιγιάλι -μόλις βγήκε-)
Η αγάπη είναι φυλαχτό
χτενάκι στης ψυχής σου την παλάμη,
ήχοι που τρέχουνε σε γάργαρο νερό
και πλημμυρίζουνε το έρημο (ακρο)γιάλι.
Κι όταν ξυπνήσεις απ` του θόρυβου τη ζάλη,
είναι αργά κι αποτραβιούνται πάλι.
Πόσο θα το `θελες στης νύχτας το σκοτάδι
να φωσφορίζει το μακρύ, γλυκό φιλί.
Αθέατη κι αν είναι, στα μάτια των πολλών,
η προτροπή σε βγάζει σ` ένα ξέχειλο ρυάκι
και συναντάς ρότες κι ιπτάμενες φωλιές
μέσα σε κύκλους όπου ανεμίζει του έρωτα το μπαιράκι.
Ανείδωτη η σιωπή σκεπάζει τη δυσκολία της αφής,
και της αδιόρατης αγωνίας το σαράκι.
Χώμα κι αστέρια, αιθέρας, λάμψεις και νερό
αφοσιώνονται στης γλώσσας τις φολίδες,
που δίνουν και παίρνουν γεύσης άρωμα,
γιορτή, στου περιρρέοντος ορίζοντα το πάθος.
Λάθος κι αλήθεια κι ότι και ν` ακουστεί
τίποτα απ` όσα νιώσαμε δε θα `ναι ειπωμένο.
Θα περιμένω…
periyiali
εξαιρετικό και αξιαγαπητο(σαν εσενα)
…δυστυχώς αποχωρώ (μεχρι την επιστροφή των …)
farewell!
Στο periyiali (αλλά και στον μικρό Ομέρ που ειναι και Αρβανιτης και ψυχούλα (αν και σκληρός αντμινιστρατωρας κατω απο την πανοπλία του κρυβει μια Χρυσή καρδια)
απο την Αδικοσφαγμενη ΧελιδΩνα (μ-λ)
————————————-
Κάποιες φορές οι άγγελοι
—————————-
Κάποιες φορές οι άγγελοι θυμούνται περασμένα
Γεύονται την θνητή ζωή και λόγια ξεχασμένα
Πάθη και συναισθήματα ,πάλι αναπολούνε
Των ασωμάτων οι ψυχές ,τα σώματα ποθούνε
κάποιες φορές ,αναλαμπές ,τη μνήμη μας φωτίζουν
Κι είναι σα κάποια μυστικά ,στ αυτί να ψιθυρίζουν
Τι να μας λένε άραγε οι άγνωστες φωνές;
Τι υποσχόταν άραγε το, μόλις τώρα , χθες;
Κάποιες φορές, βυθίζομαι, σε τρυφερή ανία ,
Και αιωρειται μέσα μου του χρόνου η γοητεία.
Το παρελθόν και το παρόν γίνονται ένα μάγμα
Και μοιάζουν τα μελλούμενα να λάμπουνε σαν θαύμα
Στο περιγυάλι (απο το μνημα της ΧελιδΩνος (μ-λ)
Η ποιηση ειναι βαθυ εντός μας, ορυχείο
Κι αυτό που εξορύσσεται ειναι στιλπνό και λείο
ειναι του βιού μας Λάφυρο,πολύτιμο πετραδι
μοιάζει περίβλημα Αυγου ,μοιάζει ματιου ασπραδι
μοιάζει μ’ ενα κατάλευκο ,στο πέτο μας μαντήλι
η ,στο καντήλι, που η μαμά , άναβε, το φυτίλι
μοιάζει με τον πλακούντα (μας) και τον ομφαλιο λώρο
που η Φυση ,αν και αστοργη ,μας εδωσε για δώρο…
Που όμως το πετάξανε απο την γέννηση μας
-ενώ κουκούλι θάτανε για αναγέννηση μας-
Σχόλιο από Νοσφεράτος | Δεκέμβριος 6, 2007
Ο Γρίφος!
Μες στο μυαλό μου τρύπωσε ,το βράδυ ,ενας Γριφος
που μούλεγε ακατανόητα λόγια . ολα με ύφος
ολη την νύχτα έψαχνα να βρώ το νόημα τους
μεχρις που αποκοιμήθηκα κι έχασα τη λαλιά τους
Αραγες τι να ‘ελεγε ο μεγαλειώδης Γρίφος
Με ολο του τ’αρχοντικό και επηρμένο υφος;
Τα λόγια, όσο τα άκουγα μου φαινονταν σοφία …
Μα όταν εκοιμήθηκα ,χάσαν καθε μαγεία …
Ω Γρίφε…Μεγαλόπρεπε! που κατοικείς παλάτια…
Σε γκρέμισαν του ονείρατου τα αλλόκοτα μου άτια
Μορ κοτσίδε δρακολέ
βε του μου στρο, βε Τε μου φλιε
Μορ κοτσίδε ντρέδουρου
σου μου τα καμπλιέ ρου
Ντο τα πρες κοτσίδε του
το τα βρετ Τε κιντετ
Ντο τα πρες, ντο τα πρες
ντο τα πρες κορδέλιε του
ντο τα βριτ γκαπε ρε τι
του τα πρες κοτσίδε του, του τα πρες κοτσίδε του
Η ‘μετάφραση’ για όσους την χρειάζονται εδώ:
http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%91%CF%81%CE%B2%CE%B1%CE%BD%CE%AF%CF%84%CE%B5%CF%82
…
ΆΠΑΝΤΕΣ ΕΥΠΡΟΣΔΕΚΤΟΙ. (παλάσκαι και αρβύλαι έξω από δω).
Έκαστος καταθέτει την δική του πινελιά όποια και αν είναι αυτή…
Εδώ και μέρες σκέφτομαι να έρθω εις τον Προκρούστη
μα δυστυχώς δεν μπόρεσα , έμπλεξα μέναν …στη
Ήθελα να βγω στην αγορά να πάρω «δυό» πινέλα
μπόλικα κιλά μπογιές αλλά όχι για φουρνέλα
Στον Νόσφυ να δώσω μερικά, στο περιγυάλι τ’άλλα
τώρα που ζωγραφίσουνε και βγήκαν απ’την γυάλα
Μεγάλα θάναι και τα δυό, τα ξύλινα καβαλέτα
πάνω να ζωγραφίζουνε της ζωής μας τα ντέρτια
mumul
(εκ μεταφοράς απο την κατακαυμένη ΧελιδΩνα(μ-λ)
Άραγε τι φαντάζονται, μικρές μαθητριουλες;
——————————————
Άραγε τι φαντάζονται, μικρές μαθητριουλες
Στας σχολικάς τας εορτας φορώντας μπλε πόδουλες
Με κουμπωμένο το γιακά , και σ’ επιφυλακή
Θεούσα καθηγήτρια τις λέει:Προσοχή
Άραγε τι φαντάζονται, σαν λένε ποιηματάκια
Και όταν οι συμμαθητές πετούν ,κρυφά, βελάκια
Μη τρέχει τάχα ο λογισμός στο σκούρο εφηβαίο;
Όμως αιδώς τις συγκρατεί : αμάρτημα ,γαρ, μοιραίο
Άραγε οι μαθήτριες, σαν στεκουν προσοχή
Είναι εκεί η ψυχούλα τους όπως και το κορμί;
Μη τάχα η φαντασία τους είναι αλλού χωμένη
Σε μια, αιδοίου τη γωνιά, με πέπλα σκεπασμένη…
(στην Καρουζελ
απο Νόσφυ(συνεχεια…)
(απο την ατιμασμένη ΧελιδΩνα (μ-λ)
…Κι οταν γλιστρούν τα ξωτικά μες της Νυχτιάς το χάδι
κι αφήνουν απαλές φωνές ,και γυρω ειναι σκοτάδι
Και σούρχονται μες στο μυαλό,χιλαδες αναμνήσεις
Κι αποζητάς ζωής σκοπό ,κάπου να ακουμπήσεις
Σαν Καρουζέλ ,σε τριγυρνούν του κόσμου τ’ αλογάκια
στης ερημιάς το Λούνα Παρκ,και ειναι σαν Κοριτσάκια
που πλεκουν στις κοτσίδες τους ,ολόχρυσα φιογκάκια
Και σφύζουνε απο ζωή , σαν τ’ουρανού τ’ αστράκια
Περί αγγέλων και λοιπά
Άγγελοι πλέκουν τα σχοινιά
της άτιμης ημέρας “της κρίσης”,
για την κολασμένη αίσθηση πληρότητας,
που ο έρωτας μόνο δίνει.
Θα κρεμαστεί, ίσως οικειοθελώς,
η κάθε οδαλίσκη
αφού βιώσει επαρκώς την ηδονή
κι οι άγγελοι από δίπλα θα κοιτάζουν,
πώς οι σπασμοί οι τελευταίοι
σαν χαμόγελο θα διαγράφονται
στο ντεκολτέ της.
Μα, πόσο μικρή είν` η ζωή αυτή,
μαζί και οι παράλληλές της,
για να χορτάσεις τόσο του (χα)δοίου την αγκαλιά,
ώστε ν` αντέξεις, κάποιαν ώρα να ερημώσεις;
Αιδώς Αιδοίες!
————————
Ομιλει το οντως ον :
Στις μέρες μας ,τα θηλυκά μας εχουνε αλώσει
και στα τσιφτετελαδικα εχουνε ξεσαλώσει
διεκδικουν αξιωματα εις το καθε πεδίο
αμφισβητούν ως και το υπατο αξιωμα το Θείο
( Ισιδωρα και οχι του Σουρουπάκ ,του Θειου .. )
Πανε οι καιροι που φοραγαν στα εσώτερα, φουρό
τωρα, τα Θήλυα, ρίχνουνε, ξεπέτα στο φτερό
εχουνε ξεπεράσει πια, μακραν ,το καθε οριο
κι υφισταται ο κόσμος μας, τρανταγμα υποδοριο
Καποτε εν ταις θηλυκές υπηρχε η σεμνότης
Σήμερις καθε μια γυνή, προκυπτει κι ενας πότης
Κι αν κάποτε κοκκίνηζαν σαν ακουγαν αισχρότητες
Τωρα χωρις να ντρεπονται ,τολμούνε και ακροτητες
Τι θα απογινουμε ,αλί ,μ’ αυτόν τον ξεπεσμό
ωθειται η κενωνία μας εις πληρη μαρασμό
,θα πρεπει , καπως και ταχειά ,να παύσουν οι αμαρτίες
Καποιος να πει στα θήλεα αυτά :
Αιδώς Αιδοίες!
Πως ν’ αγγίξω Παπαρούνα Κόκκινη;
————————————-
Πως να σ’ αγγιξω Παπαρούνα κοκκινη;
Ο χρόνος π’ απομένει ειναι λίγος
Σε καταβρεχει η Βροχή η Οξινη
Και να που νιώθω -μες τη Μοναξια -το ρίγος..
Πως να σ’ αγγιξω Παπαρούνα κόκκινη;
Ο χρονος με κοιτάει μ’ ειρωνία
Κι εσύ ,ανοίγεις, τόσο αθώα και αστεία
κι η προσμονή σε κανει τόσο ροδοκόκκινη
Πως να σ’ αγγιξω Παπαρούνα κόκκινη;
ποσο γρηγορα περναει -πιά – η καθε Ανοιξη …
Όχι γρηγορότερα από κάθε χειμώνα
αν έτσι θελήσεις να το δεις.
Μα, βέβαια, με όνομα τόσο βαρύ, σφαιράτο
τι να σου πω για να πεισθείς, κύριε Νοσφεράτο;
Αυτό π’ αναζητουμε στην Μλογκόσφαιρα
ειναι και παλι αυτο που πάντα ψαχναμε: την γοητεία ,
Μια γευση απ’ τα επεκεινα ,
την φαντασια
ενα απλό περιγραμμα του κόσμου
μια ψυχή
μια καθαρή Ιδέα
την πλησμονή
τη λήθη και ενθυμηση μαζί
το προσωπο του Αλλου
—–
Ομως αυτό που τρεμουμε κιελπίζουμε μαζί
ειναι (μη )δουμε το ιδιο προσωπο μας στον καθρεφτη
Να μας κοιτά με μια ολοιδια προσμονή
(νομίζοντας οτι εχουμε κατι να του πουμε ενώ Ηδη το ξερει)
————————-
Οπως σ’ εκεινα τα ονειρα που τρεμεις
μήπως και δεις τον εαυτό σου να τρεχει σα μια σκια στον Τοιχο…
(από την γδαρμενη ΧελιδΩνα (μ-λ)
Η Γνώση είναι Γουρούνι Που σαρκάζει
Μες τη στεγνή λαμπρότητα του κόσμου
Η γνώση είναι γουρούνι που σαρκάζει
Αθώο , πορφυρό ,στιλπνό πετράδι
Η γνώση είναι αίμα στο ασπράδι
Μες τα λασπόνερα του Βούρκου της. κυλιέται
Το βράδυ σε μια φάτνη, αποκοιμιέται
Σαν το γουρούνι που το γδέρνουν ζωντανό
Γνώση αθώα , σαν Χριστούλης στο σταυρό.
Σαν Αστραπή , μες τον παράδεισο που πέφτει
Η γνώση, είναι λουλούδι που μας γνέφει:
Έλα και συ , μικρό γουρούνι στο σφαγείο
Να κρεμαστείς , μες του Χασάπη το Ψυγείο
Η Ζωή (Η Μηπως την λένε Οζα;)
πως τινάζεται ή σερνεται ,
αλλοτε βαρετή αλλοτε ζωηρή ,
πάντα κοκκινη ,ενώ απο κατω της κυλουν ψυχες προς βρωσιν
οπως τριζοβολουν τα ξυλα στο τζακι
και ρυτιδιαζει εκείνη η αιωνια φωτια που αναβει με μετρο και σβυνει με μέτρο…
(Η Μηπως την λένε Οζα;)
Απο την ΧελιδΩνα (μ-λ)
Ο Τούρκος και Ο βούρκος
—————————–
Τζιτζιμιτζιχόντζιραικόν
Καθώς τα άστρα κάνουνε τον ουρανό να σφύζει
κι ένα καράβι στη στεριά με τα πανιά ανεμίζει
Να κι ένας τυφλοπόντικας που σκάβει μια στοά
σκοντάφτει σε πανάρχαια , Καβυρεια θεά ;
Τι νάνε αυτό τ’ εμπόδιο ποια είναι τούτη πάλι
Λέει ο Τυφλοπόντικας , μπας κι είναι η Θεά Κάλι;
Τι να γυρεύει άραγε σε τούτα εδώ τα μέρη
Στα Καφκικά Μυστήρια, στων τρωκτικών τ ασκέρι
‘’ Εδώ Κυρά μου μον’ εμείς οι Ποντικοί Χωρούμε !
Και αν ζητάς Μυστήρια ,μαζί σου να τη βρούμε
Σ’ αυτή την Χωρά των τυφλών ,στη χωρά των Αγγέλων
-πες μου τι λεν οι Καβυρες για το δικό μου Μέλλον ; ‘’
Είπε ο τυφλοπόντικάς που ητο Υπουργός
και ητο , εις το αξίωμα, ο Μεγας Αυτουργός –
Μιας σκοτεινής υπόθεσης που έμοιαζε Λαγούμι
Ενώ η Καβυρεια θεά έτρωγε ‘να Μαντζούνι
Και τον εκοιταζε τυφλά σαν την Δικαιοσύνη
Η σαν της Λίμνης την κερά , εκείνη την Φροσύνη
Που ένα βράδυ άσπλαχνο, την επνιξε ο Τούρκος:
-Κάτι μου λέει πως η Ελλάς κατέληξε ένας Βούρκος’’
Είπε και οι Καβυρειοι θεοί οι τόσοι άλλοι
Μαζί της συμφωνήσανε , κουνώντας το κεφάλι!
Σχόλιο από Τζιτζιμιτζιχόντζιρας | Δεκέμβριος 29, 2007
Απο την ΧελιδΩνα (μ-λ)
Τι ειδα σε αυτήν την Φωτο:
http://panosz.wordpress.com/2007/11/21/helidona-12/
Αυτή η μικρουλα στη φωτό που περπατά διωγμένη
με εφηβαίο αξούριστο και σαν καταδιωγμένη
Φαινεται πως παράνομα εφαγε ενα Μήλο
Τήν είδε φαίνεται ο Θε(ι)ός την πλάκωσε στο Ξύλο
Την ειδε με την κάμερα εκείνου του Σανίδα
Βρεγμενη – και την έδιωξε σαν νατανε μια Γίδα
και τωρα τρέχει έντρομη και σαν Αλλοπαρμένη
Μα να αποφύγει δεν μπορεί την Θεία Ειμαρμένη
Μονάχα ενας Βατραχος , ενας Ασχημομούρης
και του Χρηματιστήριου κανείς Αλογομούρης –
Κανενας Γιάππης πονηρός , κανείς κρεμανταλάς
Κανείς απ’ την Κυβερνηση , Λαμο – Μαντραχαλάς
Κανας λιγούρης Βάτραχος , κανένας πομφολύγας
Κανενας Μυγοφτέρουγος και πονηρός ατσιδας
απ’ το Βαρύ Αμαρτημα μπορεί να απαλλάξει
Σαν Μίζα απ’ τα ομολογα, το εγκλημα να πάψει
——————
Και ολοι ετούτοι οι Αδάμ που στεκονται Γυμνοί
Και περιμένουν στην Ουρά και ειναι κι Αχαμνοί
και καταριούνται σιωπηλά και Λεν ” Αλί Αλί”
Μάλλον ειναι τα Θύματα Κωστή Καραμανλή….
—————————————————–
μάλλον, μόλις επεζησαν φοροεπιδρομής
και ούτε μιαν Σύνταξη προσμένουν , προκοπής
μάλλον τους φωτογράφησαν με κάμερες Σανίδα
-Ελλάδα του Καραμανλή : Να στρίβει η καθε Βίδα..
—————————————————–
Στην Πόρτα του Παράδεισου στεκονται ντροπαλοί ,
Και ειναι ολοι Ολόγυμνοι και μοιάζουν σαν τρελοί ,
Και αγωνία έχουνε και νιώθουν Καρδιοχτύπι
-Κι εκει στο βαθος της ψυχής νιώθουνε και μια λύπη
Που πάνε στον Παράδεισο που ειν Βαριεστημένα
Και τα παιχνίδια Φαίνονται ,πώς ειν ‘ ολα στημένα
…….
Μονο μια κόρη πονηρή , μια αλανιάρα Κορη
Φαίνεται οτι προτιμά τα Κολασμένα Ορη
Νάτη που φεύγει απ’ την Ουρά και παει κατα Διαόλου
και Προτιμά την Τρίαινα του μέγα Εωσφόρου…
Το Ηθικόν Δίδαγμα
————————–
αυτό το κοριτσόπουλο δεν πάει με τη σειρά
φαινεται κατι ξεχασε και γύρισε ξανά
ίσως βρακάκι ξέχασε ,ίσως καμμιά Φουστίτσα
Η , ισως ελησμόνησε, στον Φούρνο της μια Πίτσα….
Μικρό μου ξεχασιάρικο θα χάσεις τη σειρά σου
Και μάλλον στην επιστροφή ,θα βρεις και το Μπελά σου
Διοτι οι επόμενοι ,μετά, θα προηγούνται
Και της ουράς, οι Οπισθεν ,υστερα, θα ηγούνται ΄
……….
Το ηθικόν το διδαγμα είναι πως,άν ξεχνάμε
και τριγυρναμε και γδυτοί , εν τέλει την Πατάμε…..
Αραγε πώς υφαινεται τ’ ανθρωπου η ευτυχία
μη ταχα με συναισθημα ,μη ταχα με μαγεια;
η μηπως με ψυχρο το φως του ορθολογισμου;
Η κείνο του Λουκρήτιου και του Ηδονισμου;
Μη τάχα ειν’ οι ηδονές που φέρνουν ευτυχια;
Η μηπως καταλήγουνε σε κόρον και ανία
Κι αν ισως , καταφύγουμε στην χριστιανών αγάπη
Κι αυτή ,δεν ειναι προσχημα ,για αλλη μιαν απάτη ;
Η μήπως να προσφύγουμε στην Ιδεολογία
σε καθε μια μαρξίζουσα η αλλην ουτοπία
ομου δια να παλέψουμε, να βάλουμε τελεία
στην καθε εκμετάλευση και καθε αδικία
Γι αυτά δεν μας εδιδαξε ,ομως η Ιστορία;
πώς καθε κόσμο τέλειο και καθε ουτοπία
πως καθε ονειρο καλό σ’ εφιαλτη καταλήγει
κι η ουτοπία τελικά μες τα συντρίμια λήγει;
σε τι αραγε εγκειται του κόσμου η ευτυχία;
μη να πλουταίνεις το μυαλό ,να κυνηγάς σοφία
μα κι αυτή ,εν τελικώς, σε μια αλαζονεια
σ’ ενα στραμπουληγμα του νου δεν οδηγεί;στην ακηδία
Και στην, σοφού, διαδρομή δεν χανεις την ουσια
ολες τις γεύσεις της ζωής και την χαρά ,στην απουσία
δεν οδηγεις τον εαυτόν και στην ανηδονία…;
Απο την άλλη
μες της βλακείας το πλαστο πιθαρι
οταν μενεις χωμένος ,ως ανθρώπινο γομάρι
δηθεν ευτυχής
δεν, μηπως, χάνεις
τις απολαύσεις τ΄ουρανου τη σκεψη ,την φιλοσοφία
χαμενος μες τη γκριζα σου μονοτονια;
που ταχα βρισκεται η ευτυχία…
η μήπως ειναι στο παρών ;
καθώς μυριζεσαι το ον ,που γυρω περιρέει
και σαν ποταμι ρέει,
και συ ωσαν πλεούμενο που πλεει
ν’ ακολουθείς το ρειν του ποταμου ;
Μακαρι νατανε τοσο απλό
Φοβαμαι , εχουμε διλημα διπλό (ή πολλαπλό;)
Γι αυτό κιεγώ
από το διλημμα αυτό αποχωρώ ταχέως
Καλό (μου) ταξίδι
……………………………………
Κι αυτής της ευχαρίστησης ποια είναι ι η αρχή
Δεν είναι μήπως πλανερή η κάθε ηδονή;
Δεν ειν’ η ευχαρίστηση που τόσο μας πληγώνει;
Όταν για ψύλλου πήδημα το αίμα μας παγώνει
Όταν για κάθε ηδονή πληρώνουμε διπλά
Κι η κάθε ευχαρίστηση με πόνο πάλι ορμά ;
Κι αν μήπως το ιδανικό ειν’ η αταραξία
Να προσπερνάς τις ηδονές χωρίς επιθυμία
Και πάλι καιροφυλακτούν, μένουν απωθημενες
Κι ύστερα γιγαντώνονται και πιο καρδαμωμένες
Αν ,μήπως, πάλι κυνηγάς την κάθε επιθυμία
Κι αυτή, σου ορθανοιγεται χωρίς αιδώ καμία
Και φθάνεις εις την πλήρωση και νιώθεις και χορτάτος
Και γουργουρίζεις στη γωνιά σαν νασουν μαύρος γάτος
Και τότε –μες την πλησμονή –δε νιώθεις αδειοσύνη;
Μια γεύση τη κενότητας και μια αγνωμοσύνη ;
Όσο και να το σκέπτομαι δε βρίσκω καμιά λύση
Μου φαίνεται μας κυνηγά η ίδια μας η φύση
Γιαυτό και τώρα προτιμώ να φύγω σε ταξίδι
Παρά να λύσω αίνιγμα που σέρνεται σαν φίδι …
Εκ της πονεμένης ΧελιδΩνος (μ-λ)
Στην Καρουζελ (περιγυαλι ) ακλλα και στον παλιοφιλο τον ΣΑλκη
(εκ της καταφρονεμένης ΧελιδΩνος (μ-λ)
Στην εποχή μας καρουζελ* ως και τα χελιδόνια
Κρύβονται μες σε μυστικά , υπόγεια αλώνια
Κάνουν κρυφά πετάγματα, μπαινουν στις καμινάδες
Και μοιάζουν με ασπρόμαυρες, μικρές Χιονο νιφάδες
……….
Γλιστρούν κρυφά μες τις ψυχές, οπως τα ουράνια Χιόνια
Και ξάφνου εμφανίζονται και μέσα στα Σαλόνια
Κάθονται τιτιβίζοντας πλάι , στον καναπέ
Την ώρα που μακάρια ,ρουφάς τόν Ναργιλέ
Τα χελιδόνια σαν γλιστρούν στο εσωτερικό μας
Μοιάζουν ανάσες λευτεριάς που πνίγονται εντός μας
Ένα τραγούδι εσώτερο που βγαίνει σαν λυγμός
Και μοιάζει η αγάπη μας να’ ναι σα στεναγμός
Στον έξω κόσμο κείτονται Νεκρά τα χελιδόνια
Μα μέσα, τιτιβίσματα ,ακούγονται αιώνια
* και Αλκη φυσικά
Αυγερινός
εκ της Χελιδωνος(μ-λ)
————–
Μια νύχτα Κατασκότεινη βρέθηκα σε μια λίμνη
Κι ήτανε σαν να γνώριζα το μέρος από μνήμη
Κι ήμουνα σαν μικρο παιδί όταν ξαναγεννιέται
Και η Αγάπη ,σαν κερί με φως που λησμονιέται ….
Σαν μια λάμψη άσβεστη σαν λύχνος στο σκοτάδι
Σαν κάτι που φτερούγιζε ,σαν μια Ψυχή στον Άδη
Μια μορφή πλησίασε σαν του Θεού σημάδι
Ήταν μορφή ανάλαφρη Διάφανη σαν Χάδι…
Ήταν μορφή κρυστάλλινη που μοιάζε με καθρέφτη
Σαν άστρο όταν ξεκολλά κι απ’ τα ουράνια πέφτει
Ήταν σαν το ξημέρωμα ,ή σαν το Δειλινό
Ήταν σαν λάμψη στη καρδιά , σαν τον Αυγερινό
Κιο ήταν κοντά μου σταθηκε και μουφερε το Φως
Ένιωσα προηγούμενα πως ήμουνα Τυφλός
Ήταν σαν να έγινε η Νύχτα Φωτεινή
Σαν να νιωθα ενός πρόγονου απόμακρη Φωνή
—————————————–
Σαν νούφαρο στον ουρανό λάμπει ο Αυγερινός
Αστέρι μελαγχολικό πριν από του ήλιου φως
Αυτός που φέρνει την Αυγή και είναι Εωσφόρος
Και είναι σαν κάποιου μυστικού ένας κρυμμένος Πόρος.
Κάποιας ανάμνησης παλιάς που τώρα έχει χαθεί
Και τα ουράνια ίχνη της έχουνε πια σβηστεί
(στον Γ. τ. σ. π. γ. ω. σ. Κ.
Always Look On The Bright Side Of life
στο περιγυαλι
και (φυσικά) στον…. Γνωριζε
και παλι στο περιγυάλι
(Για το σχόλιο 155.)
Γιατί σε μια παρένθεση μ` έχετε εγκλωβίσει;
Μήπως για κάποιο λόγο μ` έχετε παρεξηγήσει;
(Για τα 158,159)
Μπήκα στις διευθύνσεις,
μα με τόσες κατευθύνσεις τα `χασα,
πες μου τι να πατήσω,
να μην αδιαφορήσω στην πρόσκληση αυτή.
1.(162) Γιατί σε μια παρένθεση μ` έχετε εγκλωβίσει;
Μήπως για κάποιο λόγο μ` έχετε παρεξηγήσει;
Απαντηση:
Λεγοντας για παρενθεση τι εννοεις Μαμζέλ
Μα περιγυαλι μή μου πεις ..δεν εισαι η Καρουζέλ;
———————————————
(163)
σε τουτον τον Λαβυρινθο που στεκεις μπερδεμένη
Στις πορτες τις περιπλοκες , κι εισαι συλλογισμένη
Κι αναρωτιεσαι : αραγες που να κατευθυνθώ
Μεσα στον Πυργο ,Καφκικά θα περιπλανηθω;
Μη με ρωτάς , ουτε κι εμέ , καλό μου περιγυαλι
αφεσου στη διαδρομή και πες »οπου με παει»….
Δεν είμαι ο/η Καρουζελ ούτε ο/η Ραπουνζελ κλπ.
Παρεξηγήσατε…….
Τα μπλεξα… Σορρυ
ε …ετσι γινεται συνηθως :
Ωστόσο…………….
………………….
Στο χρόνο πηδώντας
τα γόνατα θα λυγίσω,
και θα υπογραμμίσω,
τα κύρια κι αδέξια συμβάντα
της προηγούμενης κι επόμενης ζωής μου,
να μην τα σβήσουν και χαθούν
και θαμπώσουν όλες οι τούφες των μαλλιών
που στριφογύρισα ανάμεσα στα δάχτυλά μου,
στο ρυθμό της κερήθρας
που γλύκα γεμίζει και ξεχειλίζει
την πίκρα της φωνής μου να καλύψει:
– Αέρα, άσε τα μυστικά μου, μην τα σκορπάς,
τα θέλω για την ώρα…
Δως μου φωτιά και όνειρο να πολεμήσω
και τίποτα να μην αφήσω
το “είναι” μου να κατακτήσει,
πριν παραδώσει τα βέλη του τα αιχμηρά
στο άνοιγμα του παραθύρου.
Και μόνο τότε θ’ αφεθώ,
σαν ξεμυτίσει το φεγγάρι της λύτρωσης,
που ταξιδεύει με λάθος χάρτη προς την Ανδρομέδα,
για να γυρίσει πίσω σαν φως που δεν τυφλώνει
μα… συνεπαίρνει,
όπως η σπείρα του πάθους που με κυριεύει ασταμάτητα!………….
Χμμμ! Ωραιο ακουγεται…!
» η σπείρα του πάθους που με κυριεύει ασταμάτητα!………….»
Χμμμμ!
Μ’ αρεσει που μαζευεσαι ετσι συ-σπειρωμένη
Και μοιάζεις απ’ το παθος σου , σα να σαι πυρωμενη
(και ισως – τολμώ να το πώ – και λίγο…Ξαναμμενη)
μες στη πυρά του Φεγγαριου σαν φεγγαροαχτίδα
σαν μεσα στο διαστημα Χαμένη Παλλακίδα
και να εκσφενδονιζεσαι σα βελος αιχμηρό
Σκιζοντας με τα νυχια σου τον μαυρο Ουρανό….
Κι αυτός ο ρυθμός της κερήθρας;
Μην ειναι ο ηχος απο το μελι σου που ξεχειλιζει σταλα – σταλα -ρυθμικά -το ολοφρεσκο συσπειρωμενο μελι σου ;
τελος παντων …ουφφφ…
για να συνελθουμε καπως, ας δουμε μερικους προφητες :
…και βλέπεται.
Πάω στο παράθυρο να δω
τον κόκκινο «αφρικάνικο» ουρανό!
Bon nuit
The Galaxy Song
Η κοκκινοσκουφιτσα και ο κακός ο Λύκος
Για το 168 σχόλιό σας
Δεν κατάλαβα το πνεύμα σας…
Λάθος το εκτιμήσατε κύριε Νοσφεράτ(ο)
για πάθος σας μιλήσαμε, δεν πιάσαμε και «πάτο»
(Ϊσως αν το είχα παραθέσει ολόκληρο, να σχηματίζατε άλλη εντύπωση).
Ας ακολουθήσουμε, λοιπόν τους προφήτες στη φωτεινή πλευρά της ζωής(αυτό, εξάλλου, είναι και το ring-tone που χρησιμοποιώ, εφ` όσον αναγκάζομαι να χρησιμοποιώ την τεχνολογία)
Χωρίς παρεξήγηση…
Δεν- περιγυαλι- νομισα πως πιασατε και πατο
και ουτε πως το Μελι σας, μου ειπατε : Να φατο!
Διολου αυτή η εντυπωσις δεν εμεινε σε μενα
Κι αν παρεξηγηθηκατε…. μενει να πω: ωιμένα!
(Αντιθετα μου δωσατε με γευσιν γλυκατατη
πως ειστε μια μελισσα μαλλον ωραιοτατη
και μεσα στην κερηθρα σας εκκρινεται το μελι
Τον προφητων ((που λεγουσι εις την ζωή τι μελλει)
Και ειναι των μελλουμενων το ζωντανό το χελι
που ανέμελο μας αμελει ,χορευει τσιφτετελι
με μελι αλλοτε φτιαχνανε και το γλυκό παστελι)
Δεν εχω τι αλλο να πώ για να σας μεταπεισω
μου μελει αραγε καποτε τα μελια να φιλήσω;
Η μήπως πικραμύγδαλο ή μήπως Χαρμολύπη
μ’ αφήσετε τοσο πικρά..το μελι σας μου λείπει…
Α …μελί
Στο Περιγυαλι (επίσης)
ΣΤΙΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ Π’ ΑΓΑΠΟΥΜΕ:
ΝΙΚΟΣ ΕΓΓΟΝΟΠΟΥΛΟΣ
ΥΜΝΟΣ ΔΟΞΑΣΤΙΚΟΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ Π’ ΑΓΑΠΟΥΜΕ (απόσπασμα)
Είν’ οι γυναίκες π’ αγαπούμε σαν τα ρόδια
έρχονται και μας βρίσκουνε
τις νύχτες
όταν βρέχειη
με τους μαστούς τους καταργούν τη μοναξιά μας
μεσ’ τα μαλλιά μας εισχωρούν βαθειά
και τα κοσμούνε
σα δάκρυα
σαν ακρογιάλια φωτεινά
σα ρόδια (…)
ειν’ οι γυναίκες π’ αγαπούμε σαν λιμάνια
(μόνος σκοπός
Προορισμός
των ωραίων καραβιών μας)
τα μάτια τους
είν’ οι κυματοθραύστες
οι ώμοι τους είν’ ο σημαιοφόρος
της χαράς
οι μηροί τους
σειρά αμφορείς στις προκυμαίες
τα πόδια τους
οι στοργικοί
μας
φάροι
– οι νοσταλγοί τις ονομάζουν Κ α τ ε ρ ί ν α –
είναι τα κύματά τους
οι υπέροχες θωπείες
οι Σειρήνες τους δεν μας γελούν
μόνε
μας δείχνουνε το δρόμο
-φιλικές-
προς τα λιμάνια: τις γυναίκες π’ αγαπούμε.
έχουνε οι γυναίκες π’ αγαπούμε θεία την ουσία
κι όταν σφιχτές στην αγκαλιά μας
τις κρατούμε
με τους Θεούς κι εμείς γινόμαστε όμοιοι
στηνόμαστε ορθοί σαν άγριοι πύργοι
τίποτε δεν είν’ πια δυνατό να μας κλονίσει
με τα λευκά τους χέρια
αυτές
γύρω μας γαντζώνουν
κι έρχονται όλοι οι λαοί
τα έθνη
και μας προσκυνούνε
φωνάζουν
αθάνατο
στους αιώνες
τ’ όνομά μας
γιατί οι γυναίκες π’ αγαπούμε
τη μεταδίνουν
και σ’ εμάς
αυτή
τη θεία τους
ουσία
ΤΟ ΓΛΩΣΣΑΡΙΟ ΤΩΝ ΑΝΘΕΩΝ
την ποίησιν ή την δόξα;
την ποίηση
το βαλάντιο ή την ζωή;
τη ζωή
Χριστόν ή Βαραββάν;
Χριστόν
την Γλάτειαν ή μίαν καλύβην;
την Γαλάτεια
την Τέχνην ή το θάνατο;
την Τέχνη
τον πόλεμο ή την ειρήνη;
την ειρήνη
την Ηρώ ή τον Λέανδρο;
την Ηρώ
την σάρκα ή τα οστά;
την σάρκα
την γυναίκα ή τον άνδρα;
τη γυναίκα
το σχέδιον ή το χρώμα;
το χρώμα
την αγάπη ή την αδιαφορία;
την αγάπη
το μίσος ή την αδιαφορία;
το μίσος
τον πόλεμο ή την ειρήνη;
τον πόλεμο
νυν ή αεί;
αεί
αυτόν ή τον άλλον;
αυτόν
εσένα ή άλλον;
εσένα
το άλφα ή το ω μέγα;
το άλφα
την εκκίνηση ή την άφιξη;
την εκκίνηση
την χαράν ή την λύπην;
την χαρά
την λύπην ή την ανίαν;
την λύπη
τον άνθρωπο ή τον πόθο;
τον πόθο
τον πέλεμο ή την ειρήνη;
την ειρήνη
ν’ αγαπιέσαι ή ν’ αγαπάς;
ν’ αγαπώ.
ALLA LUNA
Φεγγάρι , μισοφέγγαρο….
———————————
Φεγγάρι , μισοφέγγαρο, σα φέτα από καρπούζι
Και σα χαμόγελο μικράς που βγαίνει από τζακούζι
Και κρέμεσαι στον ουρανό εν μέσω της νυκτός
Σαν λάμπα σ’ οίκο ανοχής που μένει ανοιχτός.
Και μέσα στ άστρα βρίσκονται οι ουράνιες πουτάνες
Αστραφτερές σα γκέισες ή σαν Αγγέλων μάνες
Κι εμείς της νύκτας βροχερής, μοναχικοί διαβάτες
Μες το μπουρδέλο μπαίνουμε , του ουρανού πελάτες
Κι εσύ φεγγάρι που κοιτάς και είσαι Φαναράκι
Ετούτων των Χριστούγεννων τ’ ερωτικό Βραδάκι
Και λαμπυρίζεις σιωπηλό, νυχτερινός λωτός
Φεγγάρι που χαμογελάς σα μια σχισμή φωτός
Σελήνη , Καρπουζοφλουδα σ’ ουράνιο μποστάνι
Δείξε και λίγο στους αμνούς που μένουμε στη στάνη
Και όλο κοντοστεκόμαστε στο χείλος της απάτης
Μια δόση απ’ τα μελλούμενα ,μια γεύση της αγάπης……
ALLA LUNA
Racconta la storia che in quel passato
tempo in cui accaddero tante cose
reali, immaginarie e dubbie,
un uomo concepi lo smisurato
progetto di cifrare l’universo
in un libro e con impeto infinito
innalzo’ l’alto e arduo manoscritto
e limo e declamo l’ultimo verso.
Stava per ringraziare la fortuna
quando alzando gli occhi vide un lucido
disco nell’aria e capi, stupito,
di essersi dimenticato della luna.
La storia che ho narrato benche’ finta,
puo ben raffigurare il maleficio
di noi che esercitiamo il mestiere
di trasformare in parole la nostra vita.
Si perde sempre l’essenziale. E’ una
legge di ogni parola intorno al nume.
Non sapra’ eluderla questo riassunto
delle mia lunga relazione con la luna.
Non so dove l’ho vista per la prima volta,
se nel cielo anteriore della dottrina
de greco o nella sera che declina
sopra il patio con il pozzo e il fico.
Come si sa, questa mutevole vita
puo’, fra tante cose, essere molto bella
e ci fu cosi qualche sera in cui con lei
ti abbiamo guardata, oh luna condivisa.
Piu della lune delle notti posso
ricordare quelle del verso : l’incantata
Dragon moon che da orrore alla ballata
e la luna sanguinate di Quevedo.
Di un’altra luna di sangue e di scarlatto
parlo’ Giovanni nel suo libro di feroci
prodigi e di giubili atroci;
ci sono altre piu’ chiare lune d’argento.
Pitagora con il sangue (narra una
tradizione) scriveva su uno specchio
e gli uomini leggevano il riflesso
in quell’altro specchio che e’ la luna.
Di ferro c’e’ una selva dove dimora
l’alto lupo la cui strana sorte
e’ di abbattere la luna e di darle morte
quando arrossera’ il mare l’ultima aurora.
(Questo Nord profetico lo sa
e anche che in quel giorno la nave
che si fa le unghie dei morti
infestera’ gli aperti mari del mondo)
Quando a Ginevra o a Zurigo, la fortuna
volle che anch’io fossi poeta,
mi imposi, come tutti, il segreto
obbligo di definire la luna.
Con una sorta di studiosa pena
esaurivo modeste variazioni,
sotto il vivo timore che Lugones
gia’ avesse usato l’ambra o la sabbia.
Di lontano avorio, di fumo, di fredda
neve furono le lune che illuminarono
versi che di certo non raggiunsero
l’arduo onore della tipografia.
Pensavo che il poeta e’ quell’uomo
che, come il rosso Adamo del Paradiso,
impone a ogni cosa il suo preciso
e vero e non saputo nome.
Ariosto mi insegno che sull’incerta
luna dimorano i sogni, l’inafferrabile,
il tempo che si perde, il possibile
o l’impossibile, che e’ la stessa cosa.
Dalla Diana triforme Apollodoro
mi lascio’ scorgere l’ombra magica;
Hugo mi diede una falce che era d’oro,
e un irlandese, la sua nera luna tragica.
E, mentre io sondavo quella miniera
delle lune della mitologia,
era la’, dietro l’angolo della strada,
la luna celestiale di ogni giorno.
So che fra tutte le parole, una ce n’e’
per ricordarla o per raffigurarla.
Il segreto, secondo me, sta nell’usarla
con umilta’. E’ la parola luna.
Non so piu’ maculare la sua pura
apparizione con un’immagine vana;
la vedo; indecifrabile e quotidiana
e al di la’ della mia letteratura.
So che la luna o la parola luna
e’ una lettera che fu creata
per la complessa scrittura di quella strana
cosa che siamo, numerosa e una.
E’ uno dei simboli che nell’uomo
da’ il fato o il caso perche’ in un giorno
di esaltazione gloriosa o di agonia
possa scrivere il proprio vero nome.
Jorge Luis Borges : Il creatore;1960
Μανος Χατζιδακης
«Paper Moon – Χάρτινο το Φεγγαράκι» Hadjidakis Manos
Manos Hadjidakis – Recording of Magnus Eroticus
Σ ΑΓΑΠΩ-ΜΥΡΤΙΩΤΙΣΣΑ-ΜΑΝΟΣ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΣ
Manos Hadjidakis – To hamogelo tis Tzokontas (part 1)
Manos Hadjidakis – To hamogelo tis Tzokontas (part 2)
kyr antonis * melina – hadjidakis
Savina Yannatou – Ferte mou ena mandolino (live)
Η μπαλάντα των αισθήσεων και των παραισθήσεων
Ο Ηθοποιός – Δημήτρης Χορν
Vasilis Lekkas Kemal (Κεμάλ-Μάνος Χατζιδάκις)
MARIOS FRANGOULIS: O Kemal
σχ. 179. «Κεμάλ», (εμελλώς μές στο Π&Α; … έλεος αθεόφοβε, τι μέσον έχεις😉
Μ’ όλο το σεβασμό, με συγχωρείτε MLS_Ν. προσθέτω κάποια στοιχεία:
Συντελεστέ(δε)ς) είναι ο Μάνος Χατζιδάκις -και ο παράλογος (διατί να το κρύψωμεν άλλωστε;) Νίκος Γκάτσος, βλέπε τα δυό βουνά εδώ:
http://users.att.sch.gr/cosmathan/kemal.htm
επανεπανεπανεκτέλεση (δεν διευκρινίζεται στα πόσα μέτρα) MARIOS FRANGOULIS και μάλλον (σίγουρα) και ευτυχώς (θα έλεγα προπετώς) θανόντος πρώτα του Μ.Χ.
(Πολύ μεταχατζιδακική φασαρία… ακούω)
Θα πάρεις μέρος στο διαγωνισμό ‘Μusik_O_ska(r)ta’ διάβασα…
http://omadeon.wordpress.com/2008/04/12/omadeon-blog-award-2008/#comment-2800
ή είναι πάλι κάποιο κακόγουστο αρβανιταστείο του Γνώριζε… και Φύρον Τάπα;
Θένκιου… και φυλάξου απ’ τους εμπυροτέχνες
O SOLON πως σου φάνηκε;
Το «πες μου μια λέξη»
(Όχι πως έχω παράπονο, αλλά μ` αρέσει να τ` ακούω)
αμεσως periyiali (μου )
Dimitris Horn***Tell me one word,this only one word
«Οι λέξεις και τα πράγματα»
Με εργαλείο τη μέθοδο αυτή και με αντι-κείμενο έρευνας διάφορες παραμελημένες αλλά λειτουργικά σημαντικές αρ-χειακές πηγές, όπως οι δικογραφίες, οι κανονισμοί ιδρυμάτων ή κάποιοι ά-σημοι για την εποχή μας συγγραφείς, ο Φουκώ προβαίνει σε μία πραγματικά ενδιαφέρουσα επιστημολογική ανάλυση: Ιδίως στο έργο του Οι λέξεις και τα πράγματα, που στις ξένες γλώσσες έχει πάρει τον σημαίνοντα τίτλο Η τάξη των πραγμάτων, ο Φουκώ «ανασκάπτει» και αποκαλύπτει τους σχηματισμούς του λόγου, ή, όπως αλλιώς θα λέγαμε, τις κυρίαρχες σχέσεις κανονικότητας του λόγου και των γνώσεων, στις τρεις κρίσιμες γι’ αυτόν εποχές της ιστορίας: την αναγεννησιακή εποχή, που χαρακτηρίζεται από ερμηνείες και γνωσιολογικές προσεγγίσεις στηριζόμενες στην «ομοιότητα» (π.χ. ότι το φυτό είναι ένα όρθιο ζώο), την κλασική εποχή, οπότε την ομοιότητα αντικαθιστά η ταξινομημένη (ανα)παράσταση (π.χ. η γλώσσα ως [ανά]παράσταση λέξεων),
σύγχρονη εποχή, με κύριο γνωσιολογικό γνώρισμα την «αναζήτηση της κατανοησιμότητας από το ίδιο το γίγνεσθαι των πραγμάτων» (π.χ. ως προς την οικονομική επιστήμη, ανάλυση της παραγωγής αντί για την ανάλυση των ανταλλαγών και του χρήματος
Πηγή: http://www.niotho-asfalis.gr/na/meletes7.pdf
Στέρεο Νόβα : Το ταξίδι της φάλαινας
Ζεστό καλοκαίρι, κρατάς ακόμα
κίτρινο αέρα φυσάει ένα μεγάλο στόμα
απ’ το ραδιόφωνο οι εκφωνητές ασκούν υπεροχή
ανασταίνουν και θάβουν χωρίς καμιά διακοπή
ασταμάτητα κανάλια τρώνε το μυαλό μας
έχουμε χάσει τόσα που δεν ξέρουμε τι είναι δικό μας
οι φτωχοί ξέρω πως είναι περισσότερο φτωχοί
κι οι πλούσιοι βαριούνται την τρελή τους ζωή
μέσα από έντυπα μας καλούν να ζήσουμε μια άλλη ζωή
μα είναι ζωή αυτή;
όταν μια οικογένεια ζει μ’ ένα μισθό εκατό χιλιάδες
οι τύραννοι χαϊδεύουν κοιλιές μεγάλες
και δεν είναι μόνο αυτό, μας κυνηγούν χιλιάδες μάρκες
έξτρα φόροι, έξτρα Φ.Π.Α., έξτρα σκατά
κι ένας πόλεμος δίπλα μας που κανείς δεν τον σταματά
και κανείς δε διακινδυνεύει
η αγάπη μάς διαφεύγει
κι αντί γι’ αυτό ψιθυρίζουμε διαφημίσεις
χρησιμοποιούμε το σεξ για ν’ αποφύγουμε τις σχέσεις
κι απ’ το ταξίδι της φάλαινας είμαστε τόσο μακριά
σ’ ένα παιδικό τραγούδι το μυαλό μου ξυπνά
κι ακούω τα πλοία να διασχίζουν τις θάλασσες
είχα τόσα ωραία πράγματα κι εσύ μου τα χάλασες
Σαν κατεψυγμένα κρέατα πουλιούνται τα πρότυπα
ταυτιζόμαστε με ήρωες κι αλλάζουμε πρόσωπα
πολύ αργά καταλαβαίνουμε πως ήταν σα μια στύση που πέφτει
ένα εκατομμύριο στερεότυπα που δεν έχουν πια καμιά γεύση
με κάνουν ν’ απορώ πώς στεκόμαστε αδιάφοροι στο ψέμα
γιατί χάνουμε χρόνο όταν μέσα μας τρέχει το αίμα
σαν οδοντόπαστες λιώνουμε μπροστά απ’ την τηλεόραση
κοιτάμε εικόνες έχοντας χάσει την αρχική όραση
κοιτάζοντας τα ιδρωμένα πρόσωπα κάθε γλείφτη
καθαρίζουμε φρούτα για να διατηρούμε την αργή μας σήψη
καθαροί στρέιτ γιάπις διασχίζουν λεωφόρους
περήφανα στήνουν το μέλλον με δικούς τους όρους
σαν έξυπνοι βλάκες φέρνουν τη ντροπή της εκπαίδευσης
κι από μια περιστρεφόμενη θέση καμαρώνουν γι’ αυτή τη δικαίωση
το 2000 η μόδα θα τους θέλει ντυμένους με δερμάτινα
πιο γυμνασμένους
να κυβερνούν κατώτερα όντα άτιμα
κι απ’ το ταξίδι της φάλαινας είμαστε τόσο μακριά
σ’ ένα παιδικό τραγούδι το μυαλό μου ξυπνά
κι ακούω τα πλοία να διασχίζουν τις θάλασσες
είχα τόσα ωραία πράγματα κι εσύ μου τα χάλασες
Στην πίστα του αεροδρομίου έχει νυχτώσει
ένα εκατομμύριο αστέρια φωτίζουν ό,τι μ’ έχει πληγώσει
ένας φίλος μου απόψε εγκαταλείπει αυτή τη χώρα
κατά βάθος λυπάται μα δε βλέπει και την ώρα που η ζωή του θ’ αλλάξει
όταν τ’ αεροπλάνα πετάνε
η γη απλώνεται και οι άνθρωποι ξεχνάνε
είναι τρομέρο το θέαμα
η αίσθηση αυτή ότι πετάς
δεν έχω άλλη εκλογή
ένα κίτρινο ταξί περιμένει
φυσάει, θα χειμωνιάσει
δύο ώρες και ξημερώνει
συννεφιασμένη Κυριακή
πρώτη μέρα του χειμώνα
σκέφτομαι τους πιο σημαντικούς ανθρώπους αυτού του αιώνα
απ’ το δεξί καθρεφτάκι ο κόσμος μένει πίσω
ποτέ δεν είχα τίποτα κι απόψε θέλω να σε φιλήσω
να μείνεις στα μάτια μου σαν άδειο τοπίο
να κάνουμε έρωτα στο αστεροσκοπείο
κουλουριασμένοι σα μπάλα να εκτοξευθούμε
μέχρι που ειρηνικά στο διάστημα να κοιμηθούμε
κι απ’ το ταξίδι της φάλαινας είμαστε τόσο μακριά
σ’ ένα παιδικό τραγούδι το μυαλό μου ξυπνά
κι ακούω τα πλοία να διασχίζουν τις θάλασσες
είχα τόσα ωραία πράγματα κι εσύ…
Στέρεο Νόβα : Ηλίθια αστεία
(
Κάποτε, μπορεί κάπου μια μέρα
να δεις το δίκιο μέσα από ένα στόχο στον αέρα
θα είναι ήδη όμως αργά γιατί θα ‘χουν χαθεί τόσοι
από τη μόλυνση, απ’ τη μόδα, από μια ισχυρή δόση
Από τον πάτο ως την κορφή αυτή η ζωή βρωμάει
και ξέρω πώς να επιβιώνω γιατί έχω γίνει τομάρι
Κατάλαβέ το, μάνα, δε γυρίζω πίσω
δε θα τα τινάξω, μα ούτε κι έτσι θα τ’ αφήσω
Η οργή είναι ένα διάστημα κλεισμένο στ’ αυτιά
αυτές τις μέρες πρέπει να φωνάζεις δυνατά
Με ταϊζουν βλακείες και περιμένουν να χωνέψω
Κοιτάζω τον κόσμο, δεν ξέρω τι να πιστέψω
μα ο θεός είναι δυνατός, μου ανοίγει τα μάτια
Να σ’ αγαπώ πιο πολύ, να σε φυλάω από την κακία
Μην αφήσεις τη ζωή να σε πάρει από κάτω
τους φόβους που σε τρέφουν να τους κάνεις κάτι άλλο
κάνε τους ποίηση ή μηχανήματα σπουδαία
Μη γυρνάς την πλάτη, μη ζεις στο ψέμα
πολέμησε το άδικο και κάθε είδους βία
σκέψου θετικά και μη γελάς με ηλίθια αστεία
Κάποτε, μπορεί κάπου μια μέρα
από τη θέση που είσαι να πας λίγο πιο πέρα
θα είναι ήδη όμως αργά γιατί θα ‘χεις διώξει άλλους
από μια θέση στη ζωή, απ’ τον πλανήτη Γη
Μια αγελάδα σε μια αφίσα στέκει μολυσμένη
αντανακλάται στα γυαλιά σου και μετά από λίγο φεύγεις
Ο χρόνος σου τελειώνει, λες “η μέρα αυτή πάει”
μα ο χρόνος επιστρέφει κι εσύ λες τα ίδια πάλι
Λες “τώρα μπορώ ν’ αλλάξω, μα είναι ήδη αργά”
και αφήνεις τη ζωή σου να πνιγεί στα ρηχά
Οι πιο πολλοί αποφεύγουν να σε κοιτάξουν στα μάτια
στο πίσω κάθισμα γλυστρούν και πνίγουν τα δάκρυα
Μην αφήσεις τη ζωή να σε πάρει από κάτω
τους φόβους που σε τρέφουν να τους κάνεις κάτι άλλο
κάνε τους ποίηση ή μηχανήματα σπουδαία
Μη γυρνάς την πλάτη, μη ζεις στο ψέμα
πολέμησε το άδικο και κάθε είδους βία
σκέψου θετικά και μη γελάς με ηλίθια αστεία
Δε θ’ αφήσω αυτές τις μέρες να με πάρουν από κάτω
τους φόβους που με τρέφουν θα τους κάνω κάτι άλλο
θα αλλάξω τη ζωή μου σε κάτι θετικό
και κάθε άσχημη ενέργεια θα τη στείλω στο καλό
θα δώσω σημασία σ’ αυτά που εσύ πετάς
μιας και στο τίποτα μπορείς να βρεις αυτό που ζητάς
Στα σκουπίδια βρίσκουν τα σκυλιά φαγητό
Τις περιοχές αυτές τις προστατεύει ο θεός
όπως τους άνεργους, τους άστεγους, κι όσους ζουν στο μέλλον
Σε αυτούς που αγαπούν και πιστεύουν, φιλιά στέλνω
Τώρα που τα σύννεφα προς το βορρά φεύγουν
και χιλιάδες παιδιά σ’ αυτόν τον κόσμο μεγαλώνουν
ρίχνοντας το βλέμμα τους σε πλαστικά καλώδια
σε κτίρια, σε φώτα ή σε γυμνασμένα πόδια
Μην αφήσεις τη ζωή να σε πάρει από κάτω
τους φόβους που σε τρέφουν να τους κάνεις κάτι άλλο
κάνε τους ποίηση ή μηχανήματα σπουδαία
Μη γυρνάς την πλάτη, μη ζεις στο ψέμα
πολέμησε το άδικο και κάθε είδους βία
σκέψου θετικά και μη γελάς με ηλίθια αστεία
Ότι κι αν μέλλει θα `ρχεται
κι ότι μας νοιάζει φτάνει.
Μηδε οι προφήτες βιάζονται,
μηδέ η αγάπη χάνει.
Νομίζω είναι μια σκέψη …θετική.
Καλού κακού, ας μην αμελούμε
στο
periyiali
επίσης:
Rita Hayworth & Fred Astaire: So Near and Yet So Far
επίσης:
στο
periyiali
Fred Astaire And Rita Hayworth — «I’m Old Fashioned»
κι αυτό
για το …………….Trio Fyron
(βλεπεις δε ξεχνώ!)
I’ve Got My Eyes on You – F. Astaire, E. Powell
Fred Astaire & Ginger Rogers dancing «Carioca» (1933)
Fred Astaire and Ginger Rogers – Smoke Gets In Your Eyes
Fred Astaire and Ginger Rogers – I Won’t Dance
Fred Astaire and Ginger Rogers
Cheek to cheek
Fred & Ginger: Night and Day
Swing Time – Rogers and Astaire
στο ανηψι μου τον Δελτα -Καπα
Rita Ηayworth to Fred Astaire:
«I` m old fashioned too»
p to N
And… «Can` t take my eyes of you(r lines)»
(I `m) «Blind» (TALKING HEADS)
Mango Jerry:»In the summertime»
p …
το τζουκ μποκς θελει και κανενα κερμα ε; 🙂
(ή κανενα ποιηματακι …γιατί με τα λινκ θα ξεχασουμε και τα γραμματα που ξεραμε )
Εκεί που η μουσική μάς πάει δεν έχω προσπεράσει,
γιατί τα καλοκαίρια μου δεν έχω ακόμα χορτάσει.
(Κάλπικο το νόμισμα.Σειρά σας)
Ναμαστε παλι μονοι περιγυαλι
μπροστα σ’ οθονη γυαλινη και κρυα
στην λιμνη σαν τους ναρκισσους
που ψαχνουν
το ταιρι να χορεψουνε μαζί
να βυθιστουν σε μιας αιωνιας ανοιξης
τη δινη
Γνωριζοντας εξαρχής πως
μονη ειναι η εικονα τους σ’αυτό που βλεπουν …
Καλπικο το φεγγαράκι
ψευτικη η ακρογυαλιά
αν με πιστευες λιγάκι
Θαταν ολα αληθινά
————————–
Πάρτε κάτι για τις αντανακλάσεις
κι αλλάξτε οπτική γωνία,
όμως μην (περιγ)ελάτε
του έρωτα την αγωνία.
Φεγγαράκι μακρινό,
κομπο δένω τον καιρό,
να κρατήσει στο `να χέρι
της καρδιάς σου το καρτέρι.
(Για τα ανήλικα)
»όμως μην (περιγ)ελάτε»
Να Ερθω
Η να μην …
(Ιδού η απορία…)
Mέ κομένη την ανάσα ….
Δεν ξέρω/δεν απαντώ;
Ξέρω πως…
«η νύχτα ότι και να γίνει,
αναλαμβάνει την ευθύνη»…
(παλαιό σουξέ)
«Η νύχτα ντύνεται γυναίκα
και ξεκινάει κατά τις δέκα
τους άλλους βάζει να τα σπάνε
και τα πληρώνει όσα και νάναι»…
Αφροδίτη Μάνου – «Η νύχτα»
Κι εκείνη η λέξη,
πόσο μπορεί ν` αντέξει
όσο δε θα διαλέξει
κάποιος να τη γευτεί.
Και σκοτεινιάζει,
η νύχτα μ` αγκαλιάζει
κι ο ..λύκος με κοιτάζει
πίσω από το γυαλί.
»κι ο ..λύκος με κοιτάζει
πίσω από το γυαλί.»
Κοκκινοσκουφιτσα;
Ε,όχι και κοκκινοσκουφίτσα.Τουλαχιστον να το κάνουμε «μαυροκόκκινο»;
ΕΛΣΑ ΣΕ ΦΟΒΑΜΑΙ, Δ. Σαββόπουλος
Στίχοι / Μουσική: Δ. Σαββόπουλος
Κάτι μ’ αρρωσταίνει σ’ αυτή την πολιτεία
και παίρνω σβάρνα τα φαρμακεία
νιώθω για σένα κάτι τρομερό
και ήρθ’ η ώρα να στο πω
Έλσα, σε φοβάμαι, Έλσα σ’ αγαπώ
μια στιγμή μαζί σου είναι μακελειό
κι όταν χορεύεις στην πίστα μοναχή
ντουβάρια πέφτουν και σπάζ’ η οροφή
ντουβάρια πέφτουν
Έλσα σε φοβάμαι σαν φωνή Κυρίου
σ’ ένα δωμάτιο φτηνού ξενοδοχείου
ξάπλωσα κι ακούω σειρήνες, βογκητά
τι να σημαίνουν όλα αυτά
νόμιζα πως ήμουν ελεύθερο πουλί
κι όμως ελεύθερη είσαι μονάχα εσύ
και όλα τ’ άλλα φήμες και ψευτιές
κι ανοησίες και στατιστικές
Έλσα σε φοβάμαι
για όσα μ’ αναγκάζεις
γι’ αυτές τις λέξεις
γι’ αυτές εδώ τις φράσεις
είσαι μια παγίδα και μια υποταγή
είσ’ η αγάπη μου η τρελή
Όσο για το λύκο, νομίζω ότι συνάντησε τον Πέτρο κι άλλαξε η ζωή του(δε θυμάμαι ακριβώς προς «ποία κατεύθυνσην»)
http://annabooklover.wordpress.com/2007/05/29/%CE%A3%CF%84%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%AC%CE%BB-%CE%A4%CE%BF-%CE%9A%CF%8C%CE%BA%CE%BA%CE%B9%CE%BD%CE%BF-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CF%84%CE%BF-%CE%9C%CE%B1%CF%8D%CF%81%CE%BF/
«Ο Πέτρος και ο Λύκος», το μουσικό παραμύθι του Σεργκέι Προκόφιεφ, είναι από τα πιο επιτυχημένα συμφωνικά έργα για παιδικό ακροατήριο.
Η επιτυχία του έργου έγκειται στο ότι, αν και παιδαγωγικό και διδακτικό, με στόχο να μυήσει τα παιδιά στα βασικά ηχοχρώματα της ορχήστρας, δεν υστερεί καθόλου σε ποιητικότητα, αυθορμητισμό, απλότητα και φυσικότητα. Το έργο γράφτηκε το 1936, όταν Προκόφιεφ είχε ήδη την εμπειρία των «Δώδεκα παιδικών κομματιών για πιάνο», έργο 65, ενώ παράλληλα επεξεργαζόταν τα «Τρία παιδικά τραγούδια», το έργο 68, που ολοκληρώθηκαν το 1939. «Ο Πέτρος και ο Λύκος» με κείμενο του ίδιου του συνθέτη παρουσιάστηκε στις 2 Μαΐου 1936 στην αίθουσα Φιλαρμονικής της Μόσχας υπό την διεύθυνση του Προκόφιεφ
Kalhnyxta Periyali…
I like it.Nice talking and writting to you and vice-versa.Please come again.
Perigyali Φυσικά θαρθω .
Διοτι
διαθετεις το πιο σπανιο χαρισμα μεσα στην Μπλογκοσφαιρα
-ευγενεια ..
Sto Perigyali
Σε σας…
ευχαριστώ …κι ανταποδιδω:
http://www.youtube.com/results?search_query=edith%2Bpiaf%2Brienderien&search_type=
και αποχωρώ, για την ώρα.
Ακουστική απόλαυση,
χαζεύοντας την επικείμενη πανσέληνο
σε φόντο αλλιώτικο, τουριστικό είτε
σημειολογικά στιγματισμένο,
όπως η Ακρόπολη
ή ο Λευκός πύργος,
ο πύργος του Άιφελ,
της Πίζας, της «Βαβέλ» (κλπ)
http://www.vervemusicgroup.com/artist/releases/default.aspx?pid=10347&aid=2884
Ωδή στην Τερατοχώρα (εκ Της ΧελιδΩνος μ-λ)
———————
Στην μακρινή πατρίδα μου ,χώρα των Νοσφεράτων
Υπάρχει μια περιοχή που λέγεται: ‘’Τεράτων ‘’
Είναι κρυφή και άβατη ,και πας μόνο με τζιπ
Και πάνε εκεί για τουρισμό τρελοί Ντιπ κατά Ντίπ
Εκεί ειν’ ο Βατραχόμυγας εκεί κι ο Αρχιδολεων
Εκεί λένε κατεφυγε κι ο βασιλιάς ο Κρεων
Εκεί λένε πως κρυφτήκαν οι Μόρλοκ κι οι Ελόι
Και όλο αλληλοτρωγονται μες την παχιά τη χλόη
Εκεί είναι ο Ιππόγρυπας κι ο Ιπποψωλιαδης
Εκεί κιο Ισοπεδωτής και ο Κερβεριαδης
Σε ένα δεντρί –το πιο ψηλό -κρύβεται ο Κατωβλέπας
Πουναι της τερατόχωρας . ο τρομερός Γκιουλέκας
Εκεί κι οι Καφετούληδες πούνε καλικαντζάροι
Κι οι Γίγαντες οι τρομεροί που λέγονται Τσατσαροι
Γιατί όλο χτενίζονται με μια μικρή τσατσάρα
Και λεν πως διαθέτουνε και τρομερή πο..τσάρα
Σχόλιο από Νοσφεράτος | Δεκέμβριος 6, 2007
(εκ Της ΧελιδΩνος μ-λ)
Την εποχή μας κυνηγά κακό σαράκι
Που κατατρώγει των ψυχών μας το μεράκι
Και καθετί τι που αγαπάμε αληθινά
Σιγά –σιγά το ροκανίζει Μοχθηρά
Στην εποχή μας ,να Υπάρχεις, είναι Πόνος
Κι’ ένα ταξίδι στο Ποτέ είναι ο Χρόνος
Κιολα τα πρόσωπα ,μαραίνονται Βουβά
Κι είναι σαν Ψάρια , σε μια γυάλα, σιωπηλά
Σχόλιο από Νοσφεράτος | Δεκέμβριος 6, 2007
Ο Μηρμυγκολέων (εκ Της ΧελιδΩνος μ-λ)
Υπάρχει κι ενα ζωντανό που περιγράφει ο Μπόρχης
Πουναι απο πίσω μέρμηγκας,μπροστά έχει τους Ορχεις,
Και εχει όψη λιονταριού και ειναι πειναλέον,
Ξέχασα να πώ το ονομα : Το λεν Μηρμυγκολέων
Με σαρκοφάγο τον μπαμπά και μανα σποροφάγο
Θα επρεπε το ζωντανό, να είναι, ενα παμφάγο
Αντις αυτού -αλίμονο- τιποτε δεν μασάει
Και- επειδής δεν τρέφεται, εν τελικώς ,ψοφάει….
Σχόλιο από Νοσφεράτος | Δεκέμβριος 6, 2007
Στο Περιγυαλι
——————————————
Ω περυγυαλι! Η ποίησις, ειναι ερώτων Χνούδι
Ειναι το μύχιο μυστικό , το μεσα μας τραγούδι
κι οταν παρέλθουν άδοξα τα Χιτς και οι παράτες
και πέσουν στην αφάνεια εικόνες πιπεράτες
εκεί ,στήν άκρη των αφρών, στο τέλος των κυμάτων
θα μεινουν μόνο οι σκιές σωμάτων αοράτων
Θα μεινουν τα ποιηματα -άστρα σαν χελιδόνια
να τιτιβιζουν σιγανά ,μεσα στα Blogs ,αιώνια …
(παραφραση -εκ ΧελιδΩνος (μ-λ)
εκ ΧελιδΩνος (μ-λ)
Κι αν ορισμένοι θεωρούν ,την ποιηση ευλογία
ο Αρθρουρος την συνεδεσε ,με ιερή μανία
Σαν μεθυσμένος βούλιαξε ,στης Θαλασσας τα βάθη
ποιητικά συνελλεξε , τα ,των ανθρώπων πάθη …
σαν Αλμπατρός, ηταν, πουλί,που διασχίζει κόσμους
και που πετα ολονυκτίς σε χωρους αποκόσμους…
(και χανεται στην Αφρική ,γινεται εμπορος οπλων
αυτός ο πρωτος ποιητής, των μυστικών απόπλων …)
Που λατρεψε την ποιηση ,μετα την απαρνήθη
για να ξεχάσει, ξέπεσε, στην πιο στεγνη τη λήθη..
ομως,αφησε υπέροχο,ποιητικό καράβι
την παθιασμένη του Ωδή ,μεθυστικό υφάδι…
Σχόλιο από Νοσφεράτος | Δεκέμβριος 7, 2007
Περί Ακηδίας
Καβαφη
«Την εργασια μου την προσέχω και την αγαπώ/
Μα της συνθεσεως μ¨αποθαρρυνει σήμερα η βραδυτης /
η μέρα μ¨επηρεασε. Η μορφή της
/ολο και σκοτεινιαζει. Ολο φυσα και βρεχει
/Πιοτερο επιθυμώ να δώ παρα να πώ»
Ιούνιος 23, 2007 στο 10:06 μ.μ
ακηδία
—————
…
. Είναι στιγμές της ανοιξης που τα αστέρια πέφτουν
Από τον θόλο του ουρανού ,φεγγάρι ξεκολλά
Μια οκνηρία τριγυρνά , και τα πηγάδια ζέχνουν
Καθώς εντός , απέμειναν ,λασπώδη τα νερά
Εναι στιγμές που σε απορροφούν, εντός σου,
μαύρες τρύπες
Του κόσμου σου το νόημα α-νοητα γλιστρά
Ζωύφια παιδευονται εις ,των πορτών σου ,σίτες
Και νιώθεις να σε τυραννούν φαντάσματα οικτρά .
Κάποιες στιγμές μελαγχολώ και νιωθω ακηδία
Σαν να μ’ αδειάζει η ψυχή από κάθε δροσιά
Σαν να κυλιέμαι σ έρημο ,και κάτι σαν ναυτία
Σε λάσπη να βυθίζομαι ,σε βούρκου τα νερά …
Σχόλιο από Νοσφεράτος | Δεκέμβριος 7, 2007
Τα Σκοτεινά βραδιά (εκ ΧελιδΩνος (μ-λ)
Όταν τα μάτια μου ψηλά υψώνω στα σκοτάδια
Του ουράνιου θόλου ,στα ζεστά τα θερινά τα βράδια
Κι όταν κοιτώ ταις αβυσσους που είναι πανωθε μου
Αυθόρμητα μου έρχεται να βγάλω ένα ‘’θε μου’’
’Ποιοι ταχα να σε κρύψανε. ποιοι βάλανε τον Θόλο
Και κρύβουνε τη φύση σου ,σκεπάζοντας το Όλο
Με ένα παραπέτασμα, με Σκοτεινή κουρτίνα
Για να μην αντικρίσουμε την θεϊκή σου Ίνα
Ποιος σκοτεινός δημιουργός ,δαιμονικό γομάρι
Εσκεπασε τον ουρανό μ’ απαίσιο τομάρι
Κρύβοντας τα εξαίσια δικά σου μεγαλεία
Θεέ ,την αδειωσυνη σου και την ουράνια Χήνα
(με τα αυγά σου τα χρυσά,-ω! θεϊκή κοιλιά)
Ποιος σκοτεινός δημιουργός τα έκαμε όλα αυτά…;
Μα ευθύς αμέσως ,πριν το πω ,το χιλιομετανιωνω,
Γυρνώ μες τον Βουρκόλακα ,κι από τη ζέστη Λιώνω!
Σχόλιο από Νοσφεράτος | Δεκέμβριος 7, 2007
(εκ ΧελιδΩνος (μ-λ)
—————-
ομαντεον κι αν η ζωή μοιάζει αστραφτερή
στ’ αβυσσαλέα βαθη της ειναι και ζοφερή
για αυτό και τα γαλαζωπά ποιηματα του Ελυτη
κι ‘αυτά στο βάθος κρύβουνε,μια θάλασσα απο λύπη
βαθεια θαμμένοι είμαστε στου κήτους τη κοιλιά
(σαν Ιωνάδες): γύρω μας του κόσμου η θηλιά
Αγκομαχωντας μάταια (κι εγώ κι εσύ κι η Τζένη)
ελπίζοντας σ’ αλλη ζωή,κι είμαστε όλοι ξένοι
Και σπαρταρώντας σιωπηλα στ’εντόσθια του Κητους
μάταια ερμηνεύουμε τους Γρίφους και τους Γρίππους …
Μεσα στου κήτους τη κοιλιά, μαζι με τις σαρδελλες
είμαστε ,φίλε Ομαδεών ,και μας ρουφανε βδελλες..
Μονάχα που νομίζουμε,πως βλέπουμε ουρανό
ενώ απο μέσα βλέπουμε ,του κήτους τον πρωκτό…
Κιαν κάποιος βλέπει θάλασσα ,τον ηλιο φωτερό
αν κάποιος ,λέγω ,σκέφτεται ,με ενα μυαλό λαμπρό…
Αν καποιος βλέπει την χαρά που ειναι εξω-ριγμένη
και λίγο επισκέπτεται, ζωή πιό φωτισμένη
Οταν τολμήσει και μας πει ,Ω ! ΠΑΙΔΕΣ ΒΓΕΙΤΕ ΕΞΩ!!
ΕΜΕΙΣ ΘΑ ΤΟΥ ΓΑΜΗΣΟΥΜΕ ΤΟ ΜΕΣΑ ΚΑΙ ΤΟ ΕΞΩ !!
ομου θα τον ξεσχίσωμεν: Να μάθει να μιλά!
…που τόλμησε πώς Έχουμε ,να πεί, ζωή Σκατά !
Σχόλιο από Νοσφεράτος | Δεκέμβριος 8, 2007
ΧΩΡΙΣ ΤΟ (ΑΝΤΙ)ΣΤΙΧΟ ΣΟΥΞΕ
(Συνεμορφώθην!)
Πέρασα από πολλά στενά, γεμάτες λεωφόρους.
Μάζεψα βότσαλα πλατειά, άσπρα και λεία σαν μέλι.
Γέννησα αέρα, ζάχαρη κι όλα τα μυροβόλα,
πήρα κι ένα πανί λεπτό, γαλάζιο, να τα ντύσω.
Περπάτησα στης αμμουδιάς τα διπλανά ρυάκια
χάζεψα μες της ομορφιάς τα ποιήματα και τ` άστρα.
Μου `δωσαν λόγο για να δω της νιότης μου τους πόθους
και προσπαθώ να τυλιχτώ στου έρωτα τους βρόγχους…
Θέλω τα χέρια δυνατά, τα μάτια σαν κυψέλες,
τα χείλη λίγο ντροπαλά και μέτωπο να γείρω.
Η αύρα να `ρχεται γλυκά στην άκρη του αυτιού μου,
κι η γλώσσα να `χει τη δροσιά του λόφου και του κέδρου.
Το χάδι να `ναι εύκολο και η καρδιά ανοιχτή,
στο στήθος να `ναι ηχηρή η παρουσία του γέλιου.
(συνεχίζεται, ίσως)
εκ του περιγιαλίου,»frozen»
(του αμέσως προηγουμένου χειμώνος)
Δώσε μου μέρα κι άσε με να τη χαζέψω λίγο.
Πάρε τη νύχτα, πιάσε με στην άκρη της κλωστής.
………………………………………
Ήρθες και μου `πες πως δε θες άλλο να σ` αγαπήσω
κι όσα κι αν ήθελα να βρω, το χρόνο να κερδίσω,
είν` ο χειμώνας άρρωστος, κρύβει τις αναμνήσεις,
καλοκαιριάτικες γιορτές ψάχνω για να μετρήσω…
Της καλημέρας τη φωνή θέλησα να ξυπνήσω
κι αν το σκοτάδι είναι βαρύ δε θα τ` ακολουθήσω.
Πνοή θα στείλω στα πανιά κι άχυρο στ` αμπάρι
και θα πετάξω μακρυά, να φτάσω το “λυχνάρι”.
¨Ασε τη σκέψη ελεύθερη, τη γεύση να γεμίσει,
πάρε το όνειρο ψηλά, τη μυρωδιά να ιδρώσει.
Κύμα, πάλεψε το κορμί και δώσε μου τη δύναμή μου πίσω.
Θάλασσα, ξέπλυνε την πληγή κι άσε μου αλμύρα να μεθύσω.
Δε θα αθετήσω,
το λόγο που με κάνει να βαδίζω όλο μπροστά,
χωρίς τα χνάρια πίσω μου να σβήνω.
Τώρα σ` αφήνω,
έχω να δώσω συνοχή στης σκέψης την απείθεια,
με περιμένει στη γωνία
μια ολοκαίνουργια, ξεχωριστή εμπειρία!…
ΤΡΙΤΗ φορά μου γράφεις
το _ίδιο_ τροπάριο-ποίημα
Με τη «θάλασσα της λύπης»
της Φαντασίας σου αποκύημα
ΔΕΝ τα καταλαβαίνω πια αυτά
η πείρα μου ξέμαθε την ΚΑΘΕ λύπη
δεν εκστομίζω άλλα λόγια εγώ πικρά.
έχω μάθει τώρα πια, να παλεύω με τα κήτη…
omadeon δεν απςυθυνεται(πια ) σε σενα
τπ εχω κατα΄λάβει απο καιρόπως εισαι..»αλυπητος»
Απλώς εισαι μεσα… Τι να κανω …να σε βγαλω;
ε ναι ..την επόμενη φορά ναι! 😉
Νοσφεράτε μου,
Εεεε… όχι να γίνεις από ΝΟΣΦΕΡΑΤΟΣ… ¨Ομεράτος!!!!!
🙂
Και… όοοοχι και να με εκλαμβάνεις και για… «αλύπητο»
(«εδώ και καιρό»)
Λύπη ΕΧΟΥΜΕ. αλλά… ΔΩΣΑΜΕ, ΔΩΣΑΜΕ…
Ε, ΑΥΤΟΙ μας γαμάνε το μέσα και το έξω,
επειδή ΞΕΡΟΥΝ πως είμαστε ΗΔΗ ΕΞΩ
ΕΞΩ από τη λύπη
(που πάλι δεν μας λείπει)…
Να λείπαν και τα κεφαλαία σου ….
έχεις δίκιο,
σου κατάστρεψα και το όνομα γράφοντάς το κεφαλαία…
Νοσφεράτος με κεφαλαία _δεν_ πάει! 🙂
omadeon
To κακό με σενα -αλλα΄και με αλλους Μπλογκάρχες που Γνωρισα* –
ειναι οτι τα περνετε ολα
πολύ
Κ Υ Ρ Ι Ο Λ Ε Κ Τ Ι Κ Α
* οχι με την Βιβλική εννοια
Τελος παντων
θα το ξαναγραψω αφαιρωντας το ονομα σου ελπίζοντας οτι θα με αφησεις για λίγο μόνο με το Περιγυαλι…
Αβεσσαλώμ κι αν η ζωή μοιάζει αστραφτερή
στ’ αβυσσαλέα βαθη της ειναι και ζοφερή
για αυτό και τα γαλαζωπά ποιηματα του Ελυτη
κι ‘αυτά στο βάθος κρύβουνε,μια θάλασσα απο λύπη
βαθεια θαμμένοι είμαστε στου κήτους τη κοιλιά
(σαν Ιωνάδες): γύρω μας του κόσμου η θηλιά
Αγκομαχωντας μάταια (κι εγώ κι εσύ κι η Τζένη)
ελπίζοντας σ’ αλλη ζωή,κι είμαστε όλοι ξένοι
Και σπαρταρώντας σιωπηλα στ’εντόσθια του Κητους
μάταια ερμηνεύουμε τους Γρίφους και τους Γρίππους …
Μεσα στου κήτους τη κοιλιά, μαζι με τις σαρδελλες
είμαστε ,φίλε Αβεσσαλώμ ,και μας ρουφανε βδελλες..
Μονάχα που νομίζουμε,πως βλέπουμε ουρανό
ενώ απο μέσα βλέπουμε ,του κήτους τον πρωκτό…
Κιαν κάποιος βλέπει θάλασσα ,τον ηλιο φωτερό
αν κάποιος ,λέγω ,σκέφτεται ,με ενα μυαλό λαμπρό…
Αν καποιος βλέπει την χαρά που ειναι εξω-ριγμένη
και λίγο επισκέπτεται, ζωή πιό φωτισμένη
Οταν τολμήσει και μας πει ,Ω ! ΠΑΙΔΕΣ ΒΓΕΙΤΕ ΕΞΩ!!
ΕΜΕΙΣ ΘΑ ΤΟΥ ΓΑΜΗΣΟΥΜΕ ΤΟ ΜΕΣΑ ΚΑΙ ΤΟ ΕΞΩ !!
ομου θα τον ξεσχίσωμεν: Να μάθει να μιλά!
…που τόλμησε πώς Έχουμε ,να πεί, ζωή Σκατά !
Σχόλιο από Νοσφεράτος | Δεκέμβριος 8, 2007
ΣΤΟ Perigyali
ΣΤΟ Perigyali
Aida: The Grand March
…(ance?) la mare
Με τα λίγα Ρωμαικά που ξέρω
ΣΤΟ Perigyali …GLORIA
»…(ance?) la mare
Με τα λίγα Ρωμαικά που ξέρω
Σχόλιο από periyiali»
Perigyali
δεν βρηκα το(il ) mare
ma
μηπως σου κανει αυτό;
Luciano Pavarotti sings «Caruso» by Lucio Dalla
κι αυτό (νομίζω θα σου αρεσει)
Luciano Pavarotti & Lucio Dalla – Caruso (Live 1992)
(κι αυτό για (μαυρο) κοκκινοσκουφιτσες)
Lucio Dalla – Attenti al lupo
Disperato erotico stomp – Lucio Dalla
Όλα μ` αρέσουν,όταν είναι καλοπροαίρετα.Προσπαθώ ν`ανταποδώσω
Primero hay que saber sufrir,
después amar, después partir
y al fin andar sin pensamiento…
Perfume de naranjo en flor,
promesas vanas de un amor
que se escaparon con el viento.
Naranjo en flor
Tango
1944
Música): Virgilio Expósito
Letra: Homero Expósito
sto Perigyali
In The Mood For Love Music Video
στο Perigyali
In the Mood For Love – Yumeji’s Theme by Shigeru Umebayashi
http://www.todotango.com/Spanish/download/player.asp?from=Letra&id=650
Αν θέλετε να τ` ακούσετε…
2046, Music by Michael J. Lloyd
2046 – music by Shigeru Umebayashi (2004)
2046 Music Video – 寒武記 The Cambrian Era
2046 Requiem For A Dream
κι εσεις :
Gotan Project – Santa Maria (Del Buen Ayre)
gotan project – un tango diferente
Gotan Project – Una Musica Brutal (Rio de Janeiro, Brazil)
Ναι, gottan, glyke άρχοντα της …
Iggy Pop/Goran Bregovic – In the Death Car
I hear…»Cars hiss by my window.
» DOORS
συνέχεια 261
…της ασφάλτου λοιπόν!
Milonga from «Tango» – Carlos Saura
«Libertango» de A. Piazzolla
Tango «La Cumparsita» from the motion picture «Tango»
Ολα τα Τανγκο για το Περιγυαλι
‘La Cumparsita’
Tango uruguayo: ‘La Cumparsita’
La Cumparsita
CARLOS GARDEL – LA CUMPARSITA
LA CUMPARSITA – TANGOMULTIMEDIA – GARDEL – ARGENTINA
Juan Carlos Copes y Johana Copes – La Cumparsita
http://www.youtube.com/watch?v=nk7mCmgzpPE
Bandoneon-Tango- «A Media luz» Libertad Lamarque
Blue Velvet
Blue Velvet «In Dreams» Trailer
Blue Velvet Bobby Vinton
BOBBY VINTON – MR LONELY (LIVE IN 2002)
Bobby Vinton – Sealed With a Kiss
http://www.ilike.com/user/Karina__M10/recently_played – 368k –
λαθος
Blue moon-presley επ` ευκαιρε
ία της πανσελήνου
Μου `λειψαν τα στιχάκια σας, η αλήθεια είναι.
Twin Peaks – Laura Palmer
The Nightingale – Twin Peaks – Pianoforte
Γυναικες …(μαυρο-κοκκινες )
Donne italiane in NOVECENTO
οριστε :
Elvis Presley-Blue Moon
Dream a little dream of me…
Mamma Cass Elliott – Dream A Little Dream Of Me
Ella sings «Dream a Little Dream of Me» Japanese TV 1964
James Dean – Dream a little dream of me
Dream a Little Dream by Louis Armstrong
periyiali |
Dream a little dream of me……
Ντρέπομαι να σας ομολογήσω
πως όλα αυτά μπορώ μονάχα να τα δω,
όχι να τ` ακούσω.
Δεν ξέρω πώς…
γιαί πρωτάρικο καπως είμαι
στα κόλπα αυτά τα τεχνολογικά.
Και μόλις αποφοίτησα εκ του σεμιναρίου.
Καλό μαθητούδι ήμουνα
μα δε μάθαμε για το YOu tube.
Ωστόσο, φυλλαγμένα όλα τα `χω
ψάχνω για δάσκαλο να μάθω
και θα τα δω.
Ωx …..den pame kala …
ΩΣΤΕ Den eheiς Hxo;
Ε Τοτες
Θα σου πω εναποιημα (στα γρηγορα)
Να εισαι …..
—————
Να εισαι σαν την μελισσα
– σ’ αυτόν τον υπεροχο κόσμο-
που κατω απο τον ανοιξιατικο ηλιο
ολομερίς μαζευει γυρι για την Κερυθρα της
Να εισαι
Σαν το Νυχτο λουλουδο
π’ Ολονυχτις κατω απ’ το φεγγαρι
μαζευει τις αχτιδες του
κι ανθιζει
να γινεσαι
και Να εισαι
αυτή που-πάντα – εισαι …
Καληνυχτα..
Quattro mila bacci
Υ.Γ.Έχω ήχο να το κατεβάσω δεν μπορώ…
…αλλά θα μπορέσω!
Γυμνη καρδια που τριγυρνας τα βραδυα
στην πολη , ανοιξιατικα , στα τρυφερά σκοτάδια
και συντροφια στο δρομο σου σου βρίσκεται η Σελήνη
και τ’ αεράκι πάνω σου ,γλυκειά πνοή αφηνει …..
κι αφηνεσαι στη σιωπή που ολα τα περιρέει
και νιωθεις και τον Χρονο σου , σαν ποταμος να ρέει
σέ πατινάζ ερωτικό, τη Νυχτα σε μια Λιμνη
και ακουγονται, στα σκοτεινά ,γυμνων καρδιών οι Υμνοι
Τη νυχτα αυτή ,της ανοιξης που ειναι μυρωμένη
Βγαλε φτερά , πετα ψηλά, καρδια πυρακτωμένη..
The nightingale Twin Peaks
Άντε, να πετάξω, να δω που θα με βγάλει.
Τουλάχιστον ΄εχει καλό φωτισμο.
(Παρεμπιπτώντος, ευχαριστώ ιδιαιτέρως για τα στιχάκια σας)
Παρακαλώ
Καληνυχτα periyiali
Bobby Vinton – You Are My Special Angel
Bobby Vinton – Hurt
Bobby Vinton – My Melody Of Love
Bobby Vinton – Roses Are Red
Bobby Vinton – Satin pillows
Ο.Κ. το βρήκα!Lovely but, why so hurt? 295.
Ειναι τροπος του λεγειν
Τι βρηκες ; Τον τροπο να ακους ; 🙂
ωραια:
Ella Fitzgerald, Amsterdam 1957 – Angel Eyes
The Cartigans Love fool
http://www.youtube.com/watch?v=ddT2QmVnJiQ
Peace Love and Revolution
The Strawberry Statement Trailer
S. Burke
http://www.youtube.com/watch?v=IKZ3CmFZKgQ
΄Λάθος
s. burke-if you need me
John Lennon – Woman
Love – John Lennon
Για το 302:και φυσικά είχα βγει κλαίγοντας…
Αλλά κι αυτό, πολύ δυνατό:
http://www.dailymotion.com/video/x2zs0e_richie-havens-freedom-
motherless-ch_music
Goran Bregovic Tango
Salomé, de Saura
Saura’s Salome, «Dance of the seven veils», Aida Gomez
Fados de Carlos Saura
Dead Man (Soundtrack) by Neil Young
Να πάω άργησα γιατί…
The Edge of Heaven
Είδα την ταινία, καταπληκτική.Να τη δεις (συγγνώμη,δείτε)
γιατί μου μιλας(ατε) στον πληθυντικό;
Τα βήματα μας ,βήματα μονότονα
———————————-
από την ΧελιδΩνα (μ-λ)
Τα βήματα μας ,βήματα μονότονα
Σαν τους διαβάτες ,που όλη νύχτα περπατάνε
Σαν τις ψυχές μας που δεν έχουν που να πάνε
Κι’ ειν΄οι αράχνες σαρκοβόρες σαν την Μνήμη
Τα βήματα μας ,βήματα μονότονα
Σα πεφταστέρια πού στον ουρανό γλιστράνε
σαν καιτους φίλους , την στιγμή που μας πουλάνε
και σα τη νύχτα που βουλιάζει σε μια Λίμνη
Τα βήματα μας ,βήματα μονότονα
Κι αυτά τα δεντρα ολο τα τρώνε οι Τερμίτες
που πάει η πνοή μας οταν βγαινει απο τις μύτες;
Κι ειναι η ζωή μας σαρκοβόρα σαν την μνημη.
Σχόλιο από Τζιτζιμιτζιχόντζιρας | Ιανουάριος 14, 2008
[ απο την θυσιασμένη Χελιδώνα (μ-λ) ]
Μες τα υπόγεια μας Ορυχεία
———————————————-
Κάτω απ τις λέξεις –κάτω από τα όνειρα
Μες τα υπόγεια μας Ορυχεία
Κυλούν τα μύχια , καρδιάς απόνερα
Και καταλήγουνε, Ποτάμια Κρύα
Σε μια θάλασσα, βαθειά κρυμμένη
Όπου η αλήθεια ,μας περιμένει
Κι’ είναι σαν κάρβουνο, σκοτεινιασμένη
Η επιθυμία μας, η πιο θαμμένη …
Με μαλλιά ξέπλεκα, σαν ανεμώνες
Σα να λικνίζεται ,μες τους αιώνες….
Σχόλιο από Νοσφεράτος | Φεβρουάριος 15, 2008
(αυτό απο την Παρτιζανα με αγαπη )
Την ώρα που Ξυπνάμε είμαστε Μόνοι
—————————————
Την ώρα που Ξυπνάμε είμαστε Μόνοι
Σαν δολοφόνοι όταν τους στέλνουν στην Αγχόνη
Όπως τα βρέφη τη στιγμή που ξε- γέννιουνται
Με μια κραυγή, γυμνά και τρέμουν και φοβούνται
Καθώς ξυπνάμε απ’ τον βαθύ τον ύπνο
Μένουμε μόνοι μες τον Μυστικό μας Δείπνο
Με τον Ιούδα που γλυκά μας αγκαλιάζει
Και το φιλί του μας προσφέρει ,όλο Νάζι
Σχόλιο από Νοσφεράτος | Φεβρουάριος 19, 2008
Γιατί είναι ευγενικό, γιατί είστε κατά τι μεγαλύτερος, γιατί δε μου δώσατε «το θάρρος» νωρίτερα και γιατί προσπαθώ να είμαι διακριτική(ας πούμε).
periyiali λες»Είδα την ταινία, καταπληκτική.Να τη δεις
εννοεις το The Edge of Heaven; την ειδα…
Αλλά …δες κι αυτό :(την ειδες την ταινια; εξαιρετική)
Dead Man (Soundtrack) by Neil Young
(αυτήν ειδα κι εγραψα το:
Στού Μανιτού τη Ρόγα
——————————————————
Σαν νιώσουνε το Τέλος τους , λένε , οι Ινδιάνοι
-Αυτοί που με τα πνεύματα μιλούν κι είναι Σαμάνοι
Φορτώνουν τα υπάρχοντα σε μια παλιά Πιρόγα
Και προσπαθούν να φτάσουνε του Μανιτού τη Ρόγα …
Μες την Πιρόγα κάθονται και έτσι γλιστρούν στο Έλος
Το Νεκρικό σαν αισθανθούν ,το των Σαμάνων Τέλος
Και προχωράνε σιγανά μες του Θεού τον Βάλτο
Κι όταν φτάνουν στο κέντρο του , Κάνουν εκεί ένα Σάλτο
Κι εν τέλει ο Βάλτος τους Ρουφά στην Θεία αταραξία
Και οι Σαμάνοι σβήνουνε μες την Ανυπαρξία
Βυζαίνουνε το γάλα τους στου Μανιτού τη Ρόγα
Και άδεια πλέει απαλά η Νεκρική Πιρόγα …………….
Τέλειο!Φυσικά και την είδα
οκ …Ακου τωρα αυτό:
Neil Young – Heart of Gold
Neil Young: Let’s Impeach The President
κοιτα ..δε θελω πληθυντικους …και τι θα πει δεν σουδωσα θαρρος …; πως δε σουδωσα;
Το θάρρος θα τ` αρπάξω ,
μόνο μη σε τρομάξω,
όταν νοτιάς φυσάει,
-(σ)το νου σου-!
D.Bowie wild is the wind
http://www.youtube.com/watch?v=9s8fq9jrX7o
… μόνο μη σε τρομάξω,
όταν νοτιάς φυσάει,
-(σ)το νου σου-!
… ωΧ ..Να φοβαμαι δηλαδή; 🙂
Μα ελάτε τώρα, ένα αστειάκι κάναμε.Με τέτοιο όνομα, μάλλον ΣΑΣ φοβούνται
Έ μη μου πεις οτι με φοβασαι ..κι Εσύ!http://www.youtube.com/watch?v=sCXAKbDgIJw&feature=related
Ηθελα να πω :
Bram’s Stoker’s Dracula
Ο μεσαίος είστε, να ελπίζω?
Πάντως δε φοβάμαι ούτε τον… «εξ ευωνύμω»,
καθότι κι εγώ «γέρνω» Αριστερά.
Bram Stoker’s Dracula Musicvideo
Απ` ότι έμαθα:
http://www.youtube.com/watch?v=zq7xyjU-jsU
κι ωστοσο…
http://www.youtube.com/watch?v=2HdLKCIcQv4
t.p o.l. is for death
Βεβαια ο καλυτερος Νοσφερατου που εχω ακουσει ειναι του Σακη Παπαδημητριου με ερμηνευτρια την εκπληκτιή Γεωργια Συλαιου …
Δυστυχώς δεν μπορω να το βρω ακουστικά ..
http://www.mic.gr/Live.asp?id=23012
Herzog’s Nosferatu (1979) Trailer w/music by Lully/Escorza
334 δεν εμφανίζ.
335, έλα ,μωρέ, χαμμένα τα `χει ο΄παππούλης
συνεχιζω τα..336, 337
Phantom of Opera´s Music Video- Music Of The Night
ας ΠΑΜΕ και στο αλλο ακρο μερες πουναι …
Jesus Christ Superstar
336 η ζωντοχηρα-Νοσφερ. είναι αυτή?
338, αν είναι σκυλάδικο, αστο καλύτερα
Herzog?ο αγαπημένος μου splatter director:Αγκιρε η μάστιγα…
Μήπως να τα λέγαμε σε κανένα E-mail?Θα μας δείρουν οι άλλοι ποιηταί, παραγκωνίσαμε το στίχο και θα μας διαγράψουν
341.ΔΕ λέει
342.για όλη την οικογένεια.
ουφ, δε σας προλαβαίνω!
δε σας προλαβαίνω»(παλι με το σεις και με το σας μεχεις)
για το αλλο που ειπες μεσα …ρωτα …
-Θα μας δείρουν οι άλλοι ποιηταί, παραγκωνίσαμε …κλπ
εχεις δικιο …
ποιηται…εεεε!! ποιηταιαι …
ελατε να γραψετε τα ποιηματα σας…
οριστε ..περαστε!!!
Και για να ξορκίσουμε το «κακό» καλού-κακού:wings of desire
ου πολυαγαπημένου μου Βέντερς(δεν μπορώ να βρω το κομμάτι του Cave)
ποιημα το λές εσύ αυτό;
The Pianist Trailer
The Pianist – Chopin Ballade No. 1
αλλα και
Wladyslaw Szpilman plays Frederic Chopin’s Nocturne in C#min
Moonlight sonata
Gymnopedia No 1
Janne Mertanen plays Satie
Πολύ κλασσικό…
E γιατί; Τα κλασσικά δε σε(ας) κανουν Τοσο μοντερνα Εισαι(τε);
ego canto
opprimunt strages
caelum lucidum
quoties oportet homini suspicere
ante censeat caelum?
velut prisci cantus
gaudii carmina
In Catilinam
σου απαντω εμμεσως:
http://panosz.wordpress.com/2007/03/01/helidona-6/#comment-11591
και
http://panosz.wordpress.com/2007/03/01/helidona-6/#comment-11681
καληνυχτα
?!
τι ?!
periyiali …εν οιδα οτι ουδεν είδα (απο τα ι μέηλ )…δεν βγαζω τις γραμματοσειρες
Να είσαι σαν τον(φτερωτό) ιπποπόταμο
Ν α είσαι σαν τον Ιπποπόταμο
Που πηδάει χαρούμενα την ιπποποταμινα του μέσα στη λάσπη μουγκρίζοντας
Χωρίς να τον Νοιάζει
Αν –πάνω στα δέντρα- οι γαντζωμένοι Πίθηκοι τον κοροϊδεύουν και του πετάνε
Διάφορα πράγματα
Ν α είσαι σαν τον Ιπποπόταμο
Που όταν βγαίνει από το έλος περπατά καμαρωτός και γυαλίζοντας και με μουσούδα όλο χάρη και μ’ένα πονηρά γελακι
Ενώ κολλάνε πάνω του διάφορα έντομα και βδέλλες και παράσιτα
Ν α είσαι σαν τον Ιπποπόταμο
Που όταν ανοίγει την στοματάρα του, ρουφάει τον ουρανό ολόκληρο , σφυρίζοντας
(κι αστράφτουν διαμαντένια τα δυο μπροστινά μοναχικά του δόντια)
Και όταν
Πλατσουρίζει ευτυχισμένος στον βάλτο του ευγνωμονεί τη θεά Ιπποποταμινα για τα καλούδια του,
Γιατί δεν είναι αχάριστος
Και είναι και φτερωτός …
Κι όταν δίνει ένα σάλτο και πηδά από τον Βάλτο ,
απογειώνεται
Μαζί με τα ιπτάμενα γαϊδούρια που τα λένε Πηγάσσους , και τους ρινόκερους τις νεράιδες τις μπεκαλτσες ,τους καναρινογατους και τους Μηρμυγκολεοντες
-Και τα καρχαρινα με τα πτερά νυχτερίδας και τα χελιδονόψαρα-
Και στήνουνε ουράνια παρτυ για πάρτη τους και γελάνε μέχρι δακρύων , -και μετα κλαινε-κι ύστερα ξαναγυρνούν όλοι στο βάλτο και κάνουν λασπόλουτρα και κοιμούνται –άπαντες- μακάριοι
ευτυχισμένοι
Ο ΑΤΙΩΝ (ΠΛΑΘ ΣΥΛΒΙΑ)
Ο ΑΤΙΩΝ
Kατ¢ αρχάς, είσαι ο άνθρωπός μας;
Έχεις
Γυάλινο μάτι, ψεύτικα δόντια ή μια πατερίτσα
Ορθοστάτη ή ένα γάτζο
Λαστιχένια βυζιά ή λαστιχένιο καβάλο;
Ράμματα που να δείχνουν ότι κάτι σου έχει αφαιρεθεί; Όχι όχι; Τότε
Κι εμείς πώς να σου δώσουμε το παραμικρό;
Πάψε να κλαις
Για άνοιξε το χέρι σου
Άδειο; Άδειο. Ιδού ένα χέρι
Να το γεμίσεις και μάλιστα πρόθυμο
Να φέρει φλιτζάνια τσάι και να διώξει τις έγνοιες
Και να κάνει ότι του πεις.
Θα το παντρευτείς;
Eίναι εγγυημένο
Να σου κλείσει τα μάτια στο τέλος
Και να διαλυθεί από τη λύπη.
Φτιάχνουμε νέο απόθεμα αλατιού.
Παρατηρώ ότι είσαι τελείως γυμνός.
Τι λες γι¢ αυτό το κουστουμάκι –
Μαύρο και κολλαριστό πλην όχι κακής εφαρμογής.
Θα το παντρευτείς;
Είναι αδιάβροχο, είναι άθραυστο, σε προστατεύει
Από τη φωτιά και τις βόμβες που πέφτουν απ τη στέγη
Πίστεψέ με θα σε θάψουνε μ¢ αυτό.
Τώρα το κεφάλι σου είναι, με το συμπάθιο, άδειο.
Έχω εισιτήριο για κείνο.
Για έλα γλύκα, βγες απ το ντουλάπι
Λοιπόν τι σκέφτεσαι για κ ε ί ν ο ;
Για ν¢ αρχίσεις θα ¢ναι άγραφο χαρτί
Αλλά στα εικοσιπέντε χρόνια θα γίνει αργυρή
Στα πενήντα χρυσή
Μια κούκλα ζωντανή, όπου κι αν την κοιτάξεις.
Μπορεί να ράβει, μπορεί να μαγειρεύει
Μπορεί να μιλάει να μιλάει να μιλάει
Δουλεύει, όλα πάνε μια χαρά.
Έχεις μια τρύπα, είναι κατάπλασμα
Έχεις ένα μάτι, είναι εικόνα
Αγόρι μου, είναι η τελευταία σου ευκαιρία.
Θα το παντρευτείς παντρευτείς παντρευτείς;
http://www.poeticanet.com/poets.php?subaction=showfull&id=1153390469&archive=&start_from=&ucat=48&ubaction=showfull&show_cat=48 1962
Καθε λεξη που προφερουμε
μιλά για κατι αλλο απο αυτό που λεει
κι ειναι σημαδι μιας ηδονής που χασαμε
πριν καλά καλά μαθουμε να μιλάμε..
Χαιρε Αιδοιοτατη!*
———————–
Χαιρε Αιδοιοτάτη και Κρίνουσα αρχή
Χαίρε που λογοκρίνεις και βάνεις Φυλακή
Και τα Αιδοία ας μάθουνε να βαράνε προσοχή !
Και να μην αυνανίζονται στην Κρίσιμη στιγμή…
Χαίρε Αιδώς κι αισθητική του κάθε χωροφυλάκος
Χαίρε αιδημοσύνη του κάθε Τεχνοφυλακος …
Χαιρε ω! αιδοιότριχα που έγινες Τριχιά
Και Χαιρε ω! λογοκριτά που ξύνεις τα’ απαυτά
Το χέρι απαγορεύεται σας λέμε ω ! αιδοίες
Να κατεβαίνει εις οπάς ,να κάμνει ματακίες ….
* απο την ΧελιδΩνα (μ-λ)
Ιδιωτικό μήνυμα προς Νοσφεράτο:
Ημέιλ έχεις, αγαπητέ, να μη συνεννοούμαστε σε επήκοο όλων (αναφέρομαι σ’ αυτό που μούγραψες στο ιστολόγιο του Ρ., αλλά εδώ είναι το περιβάλλον πιο φιλικό για ιδιωτικές επικοινωνίες).
Το δικό μου sarant-παπάκι-pt-τελίτσα-lu
p to N
Μου `λειψε η δροσιά του πνεύματός σας,
το γέλιο κι η αναμονή
για το επόμενο σχόλιο σας.
Η επιθυμία ν` απαντήσω από καρδίας,
στους στίχους της γνωστής σας πολυλογίας.
N to p
επειδή δεν βρισκω τι να πολυλογησω (και μιας και ο λογος περι επιθυμιων )οριστε μια πολυλογια κονσερβα :
http://panosz.wordpress.com/2007/10/17/isidoros-15/#comment-15992
Επίσης…ο μι(θ)τος της Αριαδνης(ολη η Αλήθεια …περα απο τον μιτο)
http://panosz.wordpress.com/2007/10/17/isidoros-15/#comment-16010
(Ε ειναι μη με πιασει ..)
…………………………………..
Ειν ‘ η αγάπη θάλασσα ,τα χέρια δεν μπορούν
να την βαστάξουν μια στιγμή, τα κύματα γλιστρούν
Κι ‘ειναι η αγάπη απέραντη , κι ειναι βαθιά πολύ
και στον βυθό της φτάνουνε μονάχα οι πιο τρελοί
Κι ειναι η αγαπη αστραπή που λαμπει μες στο βράδυ
Κρατάει μόνο μια στιγμή , σα λάμψη στο σκοτάδι ,
Και ειναι σαν αναπνοή , σαν του Θεού λυγμός
Γλλιστρα η αγάπη , χάνεται σαν ενας Στεναγμός
(και σούρνεται στα γρήγορα η αγάπη σαν μια σαύρα
κι αφήνει ως ίχνος πίσω της , Μικρής Ζωής μας Αύρα…)
(απο την Χαμενη Χελιδωνα)
Αργήσατε και κλείσανε τα μάτια από τη νύστα
κι εγω κονσέρβα περσινή δεν έχω για να ΄ριξω
στου αερο(λογο)δρομίου σας την πίστα.
Another time.
Με εορταστική διάθεση.
καλες εορτες και σε σας
Dance Me to the End of Love
Leonard Cohen-I tried to leave you
Leonard Cohen Suzanne
take this waltz leonard cohen
http://www.youtube.com/watch?v=SXkVpifmxUg
Bye Bye Life – «All That Jazz» 1979
Wish You Were Here
Me too
Pink Floyd – Goodbye Blue Sky
Hey You
Time – Pink Floyd
Ημουν εκεί το `89 στο Ολυμπιακο σταδιο που εδωσαν τη συναυλια.Μέσα απο την τάφρο πέρασα.ΑΧ, νιάτα!
»ΑΧ, νιάτα!»
🙂
http://www.youtube.com/watch?v=oIHBUGvAUMo
http://www.amazon.com/Peaches-Very-Best-Stranglers/dp/B000067UKH – 223k –
Δηλαδη:www.youtube.com/watch?v=9cx0hqS_jpE
The Stranglers – Nice ‘n’ Sleazy
THE STRANGLERS – ALWAYS THE SUN.
Strange Little Girl(στο p.)
The Clash – English Civil War live
Ξέρετε κι από stranglers? Τι να πω πια;I `m astonished!
διατί μις; Τι το σπουδαιον ; 🙂
Golden Brown, The Stranglers.(to ωραιοτερο))
Μα, αυτό σας το `στειλα πρώτο πρώτο.Δε με προσέχετε…
Rock in Athens 1985 – The Stranglers – Golden Brown(μηπως ησουνα κι εκει;)
»Ξέρετε κι από stranglers? Τι να πω πια;I `m astonished!»
Σου λεει τ Κοριτσι: Αυτός με την ηλικια πουχει μαλλον Βεμπο θ’άκουει
Μεγάλε, ημουν διακοπες το `85, αλλά το 2006 ήμουν στο «ΡΟΔΟΝ» club, π ου τους είχε τελευτ΄΄ια συναυλία πριν κλείσει.Μήπως ήσουν εκεί?
Η το πολύ πολύ Λαμπετη
Το 2006; Μπα …
Τα χρόνια είναι στην καρδιά αγαπητέ μου.Δε μου φαίνεστε πολυυύ μεγαλύτερος μου(και δεν είστε, λυπάμαι)
Απο αυτά ξερεις;
Ni na nai
Μις periyiali….
Voulez-vous danser avec moi?
Εμένα μου αρέσει αυτό:
http://www.youtube.com/watch?v=aZb5NMpdSUU
Mais oui monsieur, avec plaisir!
Μαλλον θα σε (ας)
…..
.καληνυχτισω 🙂
Παλι δε σας προλαβαινω.Ενταξει το χορεψαμε!Τώρα αυτό?
http://www.youtube.com/watch?v=13uWfr_EY1o
εσ(ας) ταιριαζει μαλλον το:
….Female
πω πω ! ζεσταθηκα !.
Λοιπόν
να σας καληνυχτισω ; τι λές(τε;)
@periyali
Εξαιρετικό το
Forever Autumn
Πολύ καλύτερο από την παλιά έκδοση
The Moody Blues/Justin Hayward/Forever Autumn
Ας το βαλω κι εδώ
-και -φυσικά – χαρισμενο στο Περιγυαλι….
(μερες πουναι …)
———————————————————–
Θεολογικόν*
—————–
Εκεινο που μας γοητευει στον Χριστο
ειναι που θυσιαστηκε για μας
– μοναχα αυτός απ’ τους Θεους εγινε Σωμα
κολυμπησε στα Παθη των Ανθρωπων
Στον Στεναγμό , τον Ερωτα και την Οδυνη
στην Εξιλεωση-
(Και στον τεμαχισμό
γιατί οταν το σωμα κομματιαζεται
εκει στον καθημερινο Σταυρό σου ..στον Γολγοθά που ανεβαινεις σαν το Σισυφο
– εκεί που πας να δεις τον εαυτό να λαμπει…στο μυστικό σου δειπνο ανθρωπε μου
-εκεί που η αγαπη και η Προδοσια συ-νυφαινονται
Και ο Ιουδας σου ,πουλά τα μυστικά σου
και οι Ρωμαιοι παιζουν ζαρια τηκαρδια σου
Και η Μαγδαληνη πλενει τα ποδια σου με δακρυα
Εκεί , στου Γολγοθα την ωμή κορυφή
– οπως τον Οσιρι τον κομματιασανε οι αδελφοι του-
και οι Γυναικες τον συναρμολογησαν ξανά –
θυμασαι την επιθυμια -πουναι η ιδια η αναπνοή της υπαρξης…
” Θ’ ανασστηθώ ..και παλι η σαρκα εκ σαρκός θα γεννηθεί…
μεσα απ ‘ του Νειλου λασπη , την Ελπίδα…”
…και τη Χαρά ,εν τελει , την ολοζώντανη Χαρα αναστημενη…
———————————————————–
Οχι Κ υ ρ ι ο λ ε κ τ ι κ ά παιδια ..Μεταφορικά μιλωντας παντα ..Οχι Κ υ ρ ι ο λ ε κ τ ι κ ά
http://xaay.deviantart.com/art/Revived-quot-Skull-quot-of-S-Dali-53824327
http://www.imageone.com/goya/maja.html
Για το 407:
Κι απ` αυτα ξερω, αλλά χορεύω μόνον «ευρωπαικά»!
Γιατί δεν μπορω να βαλω την αλλη οψη της Μαγιας του Γκογια στον Προκρουστη ;
επισης δεν μπορω να βαλω το Γυμνο Κρανιο του Νταλι…
γιατι αραγε;
Γιατι ειναι Μεγαλη Παρασκευη σημερα και δεν επιτρεπεται.Σταματα να προσπαθεις αδικως
Δε μου λες περιγυαλι ..Σου αρεσε το 418; Το μηνυματα δοθηκαν; Τοπιασες το νοημα 😉
Από το «Κατά Νοσφεράτου» ευαγγέλιον δεν είναι?Τόσες μέρες που μελετάω «τας Γραφά», ε, κάτι κατάλαβα…
και εισαι ακομα στα Προκαταρκτικά …:)
Ω, ωραίε ερημίτη!η καρδιά μου λιώνει!….
…………
Γέλασε λοιπόν, ω, ωραίε ερημίτη, γέλασε! Είμαι πολύ εύθυμη, θα δεις! Παίζω τη λύρα, χορεύω σα μέλισσα και ξέρω πλήθος ιστορίες να σου διηγηθώ, τη μια πιο ευχάριστη από την άλλη…
Γκ. Φλωμπέρ-Ο πειρασμός του αγίου Αντωνίου–
μεταφρ. Κ Βαρναλης.
(Τα λόγια είναι της βασίλισσας του Σαβα)
Εκδοσεις ΗΡΙΔΑΝΟΣ 1977, σελ.28
Σημείωση προς κάθε ενδιαφερόμενο
(να γλυτώσει περιττούς κόπους):
Δείτε το
http://www.feedreader.com/?fromfr
Κατεβάστε αυτό το δωρεάν πρόγραμμα «feed-reader», με το οποίο μπορείτε να διαβάζετε απεριόριστα πολλαπλά μπλογκ της επιλογής σας, και να ακούτε «κουδουνάκι» (αν θέλετε) κάθε φορά που σε αυτά τα μπλογκ εμφανίζεται νέο ποστ ή νέο σχόλιο (ανάλογα με τις ρυθμίσεις).
Ειδικά για Νοσφεράτο και περιγιάλι προτείνω επίσης το… Skype, που όχι μόνο είναι τηλέφωνο δωρεάν αλλά και επιτρέπει σημειώσεις, links, κλπ. κάθε στιγμή (και τα σώζει αν το θέλετε). Μετά, αν βρίσκετε ότι κάτι από όλα αυτά είναι καυτό ή ενδιαφέρον και για άλλους, κάνετε copy-paste και εδώ! 🙂
Δεν δίνω λινκ (για να μη μπει το σχόλιο σε ουρά) απλώς γράψτε «Skype download» στο google και κατεβάστε το!
Υ.Γ. Για το skype θα αγοράσετε (αν δεν έχετε) και ακουστικά με μικρόφωνο. Βρήκα τα φτηνότερα στην “Cosmodata” με 5 ευρώ.
Monty python – universe song
(δεν Θυμαμαι να στο αφιερωσα αυτό…παντως στ’ αφιερώνω τωρα )
Camelot Song
καληνυχτα….
*****
οι λεξεις κλεινουνε σαν όστρακα
και δεν μπορείς να κοιμηθεις στο περιγυάλι
το βουητό του κοσμου σου, ακους
μενα το κοχύλι
ενώ κοιμασαι
****
Οι σκεψεις ξεφλουδιζουνε σα λέπια
κι αυτό το ψαρι που τυφλά στα βαθη αιωρειται
ενώ εσυ κοιμασαι
***
ακομα μια ανοιξη
και το μυαλό βαρυ σ’ αυτό το διχτυ
σ αυτη τη θαλασσα, καφέ, τσιγαρο και ξενύχτι
κι εσυ κοιμασαι
**
ενώ το ψαρι
γλιστρα στις ολοσκοτεινες σπηλιες
σιωπηλά ανιχνευοντας
τους φοβους και ελπίδες μες τα βαθη
*
ενώ
εσύ κοιμάσαι
A fish called wanda?
(Δυστυχώς δεν μπορω να το κατεβασω)
Το βρήκα
http://www.youtube.com/watch?v=dqAJUlSRCwo
κλεισμένοι μες τα γυάλινα κλουβιά μας
αφουγκραζόμαστε τον Χτύπο της καρδιάς μας
και πως χτυπά , Τικ-τακ , κι ειναι ρολόι
χτυπούν οι χάντρες της ,Τικ Τακ! σαν κομπολόι….
Καθηλωμένοι μες τα γυάλινα κλουβιά μας
και η καρδιά μας…. πως κτυπά!!! για τα Παιδιά μας!
τα περιμένει. και αυτά, ενα κλουβί
Σε αυτόν τον κόσμο-φυλακή απο Γυαλί…
Μες τις οθονες καθως είμαστε κλεισμένοι
σαυτή τη ψευτική Ζωή φυλακισμένοι.
Κρυφοκοιταμε στα κλεφτά , στο Μόνιτορ μας
Κατι που μοιάζει με Σκια: τον εαυτός μας.
αυτό που νιωθεις ,μες τα στηθος , σαν σφυριά
ειν ‘ η καρδιά σου , στο κλουβί ,φτεροκοπά
κι αυτό που ακούς και που σου μοιάζει με λυγμό
ειναι ο κόμπος -σαν αγχόνη -στον λαιμό
μες της φένακης σου, το άψυχο σασί
Αυτό που βλέπεις,στην οθόνη, είσαι εσύ…
Εστω για τα παιδια μας:
http://www.youtube.com/watch?v=Jm7ddqkgzFw
Eternal sunshine(Δεν κατεβαινει)
Ρουτίνα
—————
Γλιστρούσε
Και από κάτω η ζωή κυλούσε
Απανω σιωπηλή μονοτονία
Και πλάι , ακατάπαυτη η φλυαρία …..
απο την χελιδΩνα (μ-λ)
Οι ΣΦΙΓΓΕΣ
Κάποιες φορές οι άνθρωποι κοιτούν απορημένοι
Τίς σφίγγες τις παράξενες όταν πέφτουν ψηλά,
Στα όνειρα τα σκοτεινα, και νιώθουν τρομαγμένοι
Πού τους κοιτάζουν τέρατα με ανοιχτά φτερά
Καποιες στιγμές τίς άκουσα ,κι εγώ, να ψιθυρίζουν
Τις σφίγγες τις παντοτινες, όταν πετούν ψηλά
Κάποιο αρχαίο μυστικό ,κι υστερα να δακρύζουν
νά χάνονται σαν τα πουλιά στ΄ ουράνια νερά
Στα μύχια, ατέλειωτα πήγαδια της Αβύσσου
Ταξιδεψα, κι ανταμωσα των μυστικών , στιγμές
Ω τέρατα παράδοξα ,σύμβολα της Αιγύπτου
Κάποιες στιγμές οι σφίγγες μας θα πέσουνε νεκρές
απο την χελιδΩνα (μ-λ)
Μες τον Προκρουστη *πλήθυναν περσόνες- μαριονέτες
κι ολες το ρίξαν στον χορό, και κάνουν πιρουέτες
Σ’αυτό το κουκλοθέατρο, η Αλήθεια ανασαίνει
Κι η μύτη του Πινόκιο ολο και πιο μακραίνει…..
……………………………………..
Ποιό ειν’ αραγε το σύνορο Αλήθειας και Ψεμμάτων
Και ποια στ αλήθεια η διαφορά περσόνων ή σωμάτων;
Που πρίν ανοιγοκλείσουμε τα ματια δυο φορές
Ολα τριγύρω αλλάζουνε , το Τωρα ειναι Χθές …”
απο την χελιδΩνα (μ-λ)..με την αναγκαια προσαρμογή.
Ένδεκα χιλιάδες ποιήματα
Εκατονενδεκα χιλιάδες λέξεις
Ένα αδειο κουτάκι κόκα Κόλα
Η τηλεόραση
Ένα κομπιούτερ που μεγαλώνει σαν γυάλα ,σιωπηλό ψαρι εντος της , καταπίνει τα ψίχουλα και σκέφτεται, εξω ένα δωμάτιο και μια γυναίκα βλέπει στ σβησμένη τηλεόραση τον εαυτό της
Άδειο
Ενας νιπτήρας , πιάτα στον νεροχύτη , ένα μπαλόνι που ανεβαίνει στον ουρανό, κόκκινο, μπλε ,γαλάζιο ,πορτοκαλί ,όλα τα χρώματα της Ίριδας και πίσω από τον καταρραχτη
Ο κόσμος κοιμάται σε σπηλιά Υγρή ..
απο την χελιδΩνα (μ-λ)..
Σαν αστραπή στο Πουθενά ειν ‘ η Αγάπη
Σαν την Αλήθεια που όλο λάμπει η αυταπάτη
Σαν ενός Άγγελου φτερά ειν’ η χαρά
Μα η λύπη μοιάζει με Μονοκερου ουρά
Σαν την φωτιά που σιγοκαίει η πικρία
Και σαν το κάρβουνο που καίει η κακία
Σαν Μαύρο αίμα που κυλά σε αρτηρία
Σφύζει ζωή, κινεί τον κόσμο η Μοχθηρία…
απο την χελιδΩνα (μ-λ)..
Τωρά πού ερχεται λαμπρό, ξανά καλοκαιράκι
Ειν ‘ ετοιμο για το φευγιο και το χελιδονάκι
Αραγε που θε να χαθεί στο τερμα οριζοντων ;
πετωντας πλαι στις ψυχές ζωντων και τεθνεώτων ;
Ποιά ταχα τρυφερή φωτια, τωρα θα σιγοκαίει
στον ουρανό , ηλιος λαμπρος ,ή σαν παιδί που κλαιει
Αραγε ποιό σημαδι-ή ενα χαδι-θα αφήνει ο Θεός;
χελιδονακι πού ‘σουνα της Ανοιξης φρουρός
και θα χυθουμε τωρα στου καλοκαιριου ,τη λησμοσύνη
Στη θαλασσα ,στην απεραντοσυνη
στην μοναξια -πολυβουη -που μας Κυκλώνει
χελιδονάκι πέτα στο ουρανιο αλώνι…
Απο το Χελιδονάκι
http://panosz.wordpress.com/2007/08/24/helidona-5/#comment-27721
Αν ηταν για τον Ερωτα να καναμε Θυσία
Θ αφήναμε την Ποίηση και την Φιλοσοφία
Θαχαν τα πόδια μας Φτερά θα τρέχαν πάνου -κατου
Μεχρι να την κατάφερναν, να βαλουν απο Κάτου
Αυτήν που τόσο ερωτικώς θα την επιθυμούσαν
Αντις εδώ για ποιησιν , τα χερια να μοχθουσαν
Με χιλια ζορια ,με στανιό να βγάνουν εναν στίχο
Και επι ματαίω , να βοούν εν τη ερήμω , ήχο….
Αντις εδώ ποιήσεως να λέμε Αρες – Μάρες
Δεν θατανε καλυτερα να παιζαμε Κουμπάρες;
πηγή:
http://panosz.wordpress.com/2007/08/24/helidona-5/#comment-25874
ΤΡΙΣΤΑΝΟΣ ΚΑΙ ΙΖΟΛΔΗ ……
http://panosz.wordpress.com/2007/08/24/helidona-5/#comment-25874
λΑΘΟς ΤΡΙΣΤΑΝΟΣ ΚΑΙ ΙΖΟΛΔΗ ……
ΕΔΏ:
http://panosz.wordpress.com/2007/08/24/helidona-5/#comment-25874
Σχόλιο από Νοσφεράτος | Μάιος 5, 2008 | Επεξεργασία
πΑΛΙ ΛΑΘΟς
Ας ΔΟΥΜΕ τι θα βγει τωρα:
http://panosz.wordpress.com/2007/08/24/helidona-5/#comment-24666
Σχόλιο από Νοσφεράτος | Μάιος 5, 2008 | Επεξεργασία
Περι Βυρωνος (τον θυμαστε
http://panosz.wordpress.com/2007/08/24/helidona-5/#comment-21657
Σχόλιο από Νοσφεράτος | Μάιος 5, 2008 | Επεξεργασία
Μελίνα -Χατζιδακης
Σχόλιο από Νοσφεράτος | Μάιος 6, 2008 | Επεξεργασία
ασυρματος κόσμος
Σχόλιο από Νοσφεράτος | Μάιος 6, 2008 | Επεξεργασία
το ταξιδι της φαλαινας
Σχόλιο από Νοσφεράτος | Μάιος 6, 2008 | Επεξεργασία
στερεο νοβα : κυκλοτρον
Σχόλιο από Νοσφεράτος | Μάιος 6, 2008 | Επεξεργασία
Tarkovsky
Σχόλιο από Νοσφεράτος | Μάιος 6, 2008 | Επεξεργασία
Tarkovsky Adagio
Σχόλιο από Νοσφεράτος | Μάιος 6, 2008 | Επεξεργασία
Tarkovsky clouds
Σχόλιο από Νοσφεράτος | Μάιος 6, 2008 | Επεξεργασία
Περι Βυρωνος (τον θυμαστε
http://panosz.wordpress.com/2007/08/24/helidona-5/#comment-21657
Σχόλιο από Νοσφεράτος | Μάιος 5, 2008 | Επεξεργασία
Μελίνα -Χατζιδακης
Σχόλιο από Νοσφεράτος | Μάιος 6, 2008 | Επεξεργασία
JOYCE MANSOUR
ΚΡΑΥΓΕΣ, ΣΠΑΡΑΓΜΑΤΑ, ΟΡΝΙΑ
Θέλω να κοιμηθώ πλάι πλάι μαζί σου
μαλλιά μπερδεμένα
αιδοία γαντζωμένα
με το στόμα σου για προσκεφάλι
Θέλω να κοιμηθώ μαζί σου ράχη ράχη
δίχως να μας χωρίζει ανάσα
δίχως λέξεις να μας περισπούνε
δίχως μάτια να μας διαψεύδουν
δίχως ρούχα
Θέλω να κοιμηθώ μαζί σου στήθος στήθος
συσπασμένη και ιδρωμένη
λαμπυρίζοντας με χίλια σύγκρυα
απ’ την τρελή της έκστασης αδράνεια φαγωμένη
πάνω στον ίσκιο σου διαμελισμένη
σφυροκοπημένη από τη γλώσσα σου
για να πεθάνω ανάμεσα στα δόντια του λαγού
τα σάπια
ευτυχισμένη
(Εκδόσεις Άγρα – 1994)
Luz Mendez De La Vega
Η Σαπφώ στην αγαπημένη της
[…] Αργά και απολαυστικά
σε διατρέχω
με τα δάχτυλά μου
πιο έμπειρα στα σχήματα
από του Φειδία
και τυλίγω
χρυσή ζώνη
τα μπράτσα μου γύρω
από τη μέση σου,
ενόσω άπληστα
τα πόδια μου,
-σαν αναρριχητικά φυτά-
παγιδεύουν τα δικά σου
καθώς καταργείται τ’ όριο ανάμεσα
στο στόμα μου και το στόμα σου.
Εσύ ή εγώ;
Ποια είμαι;
Ή ποια είσαι; […]
(«Έλξη των Ομωνύμων», Εκδόσεις Οδυσσέας)
RITA MAE BROWN
Χορεύοντας γίνεται η κραυγή ψαλμωδία
Ακολουθώ το άρωμα μιας γυναίκας
βαρύ άρωμα πεπονιού που από χαρά παραγινώθηκε.
Με εμπνέει ν’ ανοίξω τρύπες τρανές στη νύχτα
έτσι που ο ήλιος απ’ αυτές να ανατιναχτεί.
Κι αυτό είναι το μόνο που θα έχω μάθει:
Την ανάσα της να γεμίζει τη γούβα του λαιμού μου
μια πολυτέλεια που εξαφανίζει το θάνατο.
(ΣΑΠΦΟΥΣ ΣΑΠΦΕΙΡΟΙ – Εκδόσεις Γαβριηλίδης)
ΕΛΕΝΗ ΚΑΡΑΣΑΒΒΙΔΟΥ
Για ένα πουκάμισο γεμάτο
«Θέλω να γυρίσω στο νησί μου που `ναι
γεμάτο κορίτσια και να τους προσφέρω
ένα δίκτυ γεμάτο λέξεις απαγορευμένες μέχρι
τότε γι’ αυτές»*
Έτσι κάπως θ’ άρχιζε η αληθινή
Απολογία της Ελένης,
που την ονόμασαν «κοινή»
στην Αρχαιότητα,
γιατί άφησε την κλίνη την βασιλική
για να βρει τον Εαυτό της.
Χαρίζοντας και σ’ αυτήν λέξεις που `ταν
Μονάχα του Μενέλαου.
«Ταξίδι», «Κατάκτηση», «Ηδονή», «Πείραμα»,
«Σκέψη», «Επιλογή», ΖΩΗ.
Γράφοντας-Αυτή-την Οδύσσεια πριν καν
τον πηγαιμό του Οδυσσέα.
Δικαιωμένη όχι επειδή «δεν πήγε τελικά»,
ξεβγαλμένη στην ακτή της Αιγύπτου
κατά πως ήθελε ο ρομαντισμός των ανδρών,
Μα γιατί Πήγε.
Κατά πως το θελε ο ρομαντισμός του Ανθρώπου.
Πουκάμισο γεμάτο,
Φορεμένο από μυριάδες σώματα, ονόματα διαφορετικών
μύρια
Που αλέσαν τα σαγόνια της Ιστορίας,
μα που στιγμή δε λερώθηκε,
στιγμή δεν έπαψε ν’ ανεμίζει.
Έτσι κάπως θ’ άρχιζε η αληθινή
Απολογία της Ελένης,
Που την ονόμασαν «κοινή»
δίχως λόγο
Και ωραία για τους λάθος Λόγους.
Η Ελένη του εαυτού της.
Όχι της κλίνης της «δημόσιας τιμής».
Όχι της Τροίας,
Ούτε του Πάρη.
Κι ακριβώς γι’ αυτό
η Ωραία Ελένη.
*J. Winterson: “Η ποιητική του έρωτα”
(ΚΤΟΝΙΑ-ΑΥΤΟ, Εκδόσεις Ύφος – 2005)
Άτιτλο
Απόψε δεν αμάρτησα
Ενώθηκα με το κορμί σου.
(ΚΛΕΨΥΔΡΑ, Μία έκδοση της Πνευματικής Ζωής – 2004)
«Ο Θερβάντες σ’ έσωσε»
Συλλογή διηγημάτων, Εκδόσεις Γ.Χ. Αλεξανδρής 2007 – Επιλογή διηγήματος: «Το φιλί»
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΕΤΡΕΛΛΗ
Μήδειες και Κλυταιμνήστρες
ΟΝΕΙΡΟ
Ένα κορίτσι θρόιζε
απόψε στο όνειρό μου.
Ένα κορίτσι που η αυγή
αγιάζι θα την κάνει.
Ένα κορίτσι έπλεκε και στερέωνε
χάδια στο νυχτικό μου.
Ένα κορίτσι που ξυπνώ
και πλάι μου δε βρίσκω.
Βρίσκω μόνο τα χτένια της
πλεγμένα στα μαλλιά μου
και ένα σωρό φιλήματα
στα πόδια μου
κουβάρι…
(Εκδόσεις Πολύχρωμος Πλανήτης – 2008)
Άγρια Ηρεμία
VIII
Δεν ξέρω αν σε αγάπησα. Ξέρω ότι σε λάτρεψα…
Το κορμί σου δεν το άγγιξα. Το προσκύνησα…
Τα χείλη σου δεν τα φίλησα. Τα ασπάστηκα…
Και η φυγή σου ήταν για μένα θάνατος. Ένας θάνατος πιο θάνατος. Αφού ούτε «έφυγα» για να λυτρωθεί το κορμί μου, μα ούτε περίσσεψε ψυχή για να συνεχίσω να υπάρχω… Και τώρα που να πάω για να ξεχαστώ και τόσα χρόνια ποιανού ζωή κλέβω και ζω… Δεν πέρασε ούτε μια μέρα αγαπημένη, ούτε μια ώρα, που να μη στραγγίζω μέσα μου έναν λυγμό για σένα.
Δεν πέρασε ούτε μια μέρα αγαπημένη,
που τα χρώματα της δύσης να μη μου θυμίζουν το φως που κρυφόπαιζε πίσω απ’ τα βλέφαρά σου. Και τα στάχυα που το καλοκαίρι τα γέρνει κατάξανθα στο χώμα, να μη μου θυμίζουν το χρυσάφι απ’ τα μαλλιά σου.
Αγαπημένη,
κοιτάω το πέλαγος και αγναντεύω το άπλωμα, το άνοιγμα του γέλιου και της χαράς σου της ατόφιας.
Εγώ, απόψε παραδίνομαι… Παραδίνομαι να με αφανίσει η δίνη της θύμησής σου. Δεν μ’ ενδιαφέρει πια να παλεύω… Γιατί πίνω νερό και θυμάμαι το φιλί σου που με ξεδιψούσε. Γιατί ντύνομαι το ρούχο μου το καθημερινό και πονάω που δεν έχω τα χέρια σου για πανωφόρι να με τυλίγουν. Γιατί τρώω το ψωμί μου και το κορμί μου δεν βρίσκει λόγο να το συγκρατήσει, αφού δεν έχει πια το δικό σου κορμί για ν’ αντιταχθεί.
Δεν πέρασε ούτε μια μέρα, αγαπημένη, ούτε μια ώρα, ακόμα κι όταν άλλα κορμιά αντάμωνα, που να μην ένιωθα μέσα μου σαν αναβολή στη ζωή μου, την απουσία σου.
(Εκδόσεις Αστάρτη – 2000)
ΡΟΥΛΑ ΣΚΟΥΤΑΡΗ
Με τον έρωτα οδηγό
Πάνω στο κορμί σου γράφω
τα καλύτερα ποιήματά μου
Οδηγός μου ο έρωτας
και πυξίδα μου η αγάπη.
Στην καμπή του χρόνου
Στης ευτυχίας μας την κοιτίδα
Γελάς και το σύμπαν αγάλλεται
Γελάς κι η καρδιά μου
φωτίζει τα ουράνια.
(Κατάθεση Ψυχής, Εκδόσεις Δωδώνη – 2006)
Απόσπασμα από το βιβλίο «Έρωτες Γυναικών», (Εκδόσεις της Γαίας – 1994)
(…) Ο κόσμος είναι γεμάτος τυφλούς. Δεν μπορούν να δουν την αξία που αποκτάμε η Πικάσο κι εγώ μέσα στον έρωτά μας. Βλέπουν μόνο διεστραμμένες, ανώμαλες, τριβάδες, ομοφυλόφιλες. Βλέπουν μόνο τέρατα του τσίρκου, λάτρεις του Σατανά, διαφθορείς κοριτσιών και λάγνες πορνογράφους (…)
Δεν θα ακούσω νεκρές φωνές ή αγέννητους πόνους.
Ασ’ τους αυτούς να γελάνε, αυτούς τους εχθρούς του έρωτα με το περιφρονητικό βλέμμα. Ο έρωτας δεν είναι βενζίνη ούτε κι εγώ μηχανή. Ο έρωτας είσαι εσύ κι εγώ είμαι εδώ. Τώρα.
JEANETTE WINTERSON
«Η ποιητική του έρωτα»
Απόσπασμα από το βιβλίο “Lesbian Blues” (Γυναικείες Εκδόσεις – 1998)
ΠΡΟΒΕΣ
είναι γυναίκα
είμαι γυναίκα
είναι γυναίκα
λεσβία όμως?
μήπως άντρας?
δεν είμαι άντρας
λεσβία
δεν είναι άντρας
Εκεινο που μας γοητεύει στην αγάπη
ειναι η δυναμη της πλάνης που μας γνεφει
ειναι η απατηλή της γοητεία
ειναι το άγγιγμα στην ουτοπία
η αμαρτία
Η σαγήνη,και το νευμα της πληγής που σ’εγκαλεί
και ο υπόγειος ποταμός των αισθημάτων
κατω απ’ το δέρμα
στην τρυφερή ωμοτητα της σάρκας μας
και πιο βαθεια
ως το μεδούλι των οστών
που διασχιζει ο ίδιος μας ο Χρόνος…
CHARMED
…and …. armed !
Κάλλιο periyiali CHARMED
παρά Πόντιοι and …. armed !
The Cinematic Orchestra – Reel Life
cinematic orchestra – all that you give
Skápate – Los de Abajo / Concierto por Tabasco / Bosque de
Los niños del Hambre
Canteca de Macao – Bellas (Videoclip)
OJOS DE BRUJO “CORRE LOLA CORRE”
Ojos De Brujo – Tiempo de Solea
Ethiopiques
Ethiopiques
99 posse AMERIKA
Spoken Word: Linton Kwesi Johnson & Henry Rollins
Cinematic Orchestra – The Man With The Movie Camera
Cinematic Orchestra – Evolution
Einstürzende Neubauten-Sabrina
Einstürzende Neubauten – Stella Maris
Den me ponas
The Stars – Evolution – The Cinematic Orchestra
The Cinematic Orchestra – Evolution II feat Fontella Bass
To Build a Home – The Cinematic Orchestra
»ΟΧΙ τωρα …μα θα ξαναγυρισω» 😉
…Είναι ασύλληπτο πως μπαίνει κανείς σε μια κάμαρα. Το κλειδί δεν έχει καμιά σημασία….
…Κάθε στιγμή κινδυνεύουμε, αλλά κανείς -οι φωτογραφίες στον τοίχο, τα έπιπλα, οι αναμνήσεις, το κλειδί, στέκονται εκεί, ανήμπορα να βοηθήσουν -όπως οι λέξεις μόλις τελειώσει ο ποίημα.
Ο Λειβαδίτης καλύτερα απο μένα να σχολιάζει θαρρώ.
Αλλά θα επανέλθω να καυτηριάσω προσωπικά.
στην
yoko
Του Λουκιανου (παραφραση )
Στο Περγιαλι λέμε ΝΑΑΑΙΙΙ
στον Μουμουλη λεμε ναι
Στα ξενύχτια λέμε ναι,
και στις τρέλες λέμε ναι
Στα μεθύσια λέμε ναι,
στα κορίτσια λέμε ναι
Στους απέξω λέμε ναι,
στους εντάξει λέμε ναι
Όχι λέμε στις κότες,
όχι και στους ξενέρωτους
Όχι λέμε στις κότες,
όχι στους κυριλέ
Στους δικούς μας λέμε ναι,
και στους ξύπνιους λέμε ναι
Στους μουσάτους λέμε ναι,
στους φευγάτους λέμε ναι
Στα μπαράκια λέμε ναι,
στα παπάκια λέμε ναι
στον Θειο Ναι
στον Αλκη ΝΑΙ
στον Τακη Ναι
και στην Σκουπιτσα μας Ναι
Όχι στους τεχνοκράτες,
όχι και στις κυρίες τους
Όχι στους τεχνοκράτες,
όχι στους λογικούς
Στη τρέλα, ναι, στα πάρτι, ναι
Στη δράση, ναι, στη βράση, ναι
Στη σάμπα, ναι, στο τσάμπα, ναι
Στη ρέγγε, ναι, στη ντίσκο, ναι
Στους μαύρους, ναι, στους γαύρους, ναι
Στους αναλφάβητους, ναι
Στους φαντάρους λέμε ναι,
και στους γύφτους λέμε ναι *
Και στους Πόντιους λέμε ΝΑΙ
και στο Συριζα λέμε Ναι
στον Γιωργακη λέμε ναι
και στο Δικτυο λεμε Ναι
στους (οι) κολόγους λεμε ναι
και στους πρασινους λέμε ναι
Στους μαλλιάδες λέμε ναι,
στους ροκάδες λέμε ναι
Στα μαγκάκια λέμε ναι,
στα πρεζάκια λέμε ναι
και στους Ιους λεμε ναι!
Όχι στον Μητσοτακη
όχι και στην εξάρτηση
Όχι λέμε στην πρέζα,
όχι στα σκληρά
Στα ωραία λέμε ναι,
και στα κόλπα λέμε ναι
Στα μυστήρια λέμε ναι,
και στις φάσεις λέμε ναι
Στα ουίσκια λέμε ναι,
στα τσιγάρα λέμε ναι
Όχι στον Μητσοτακη
όχι σε καθε Δάμαλο
Όχι στην κοκαίνη,
όχι στα σκληρά
Στην άπλα, ναι, στην ξάπλα, ναι
Στις βάρκες, ναι, στις τσάρκες, ναι
Στους φίλους, ναι, στις πλάκες, ναι
Στον Παπούλη ΝΑΙ
Στον Μου Που ΝΑΙ
στον Ομερ ΝΑΙ
Στους σκύλους, ναι, στις γάτες, ναι
Στους Mήτσους, ναι, στους Kιτσους,
ναι
Στην Μαρικα λεμε Ναι
Στον Πι δυο λεμε ναι
στον Περιεργο λεμε ΝΑΙΙ
στον βιοαννη λεμε Ναι
(ακομα και στον Πανο λεμε (ννναι..)
Στις Ριτσες Ναι
στις Γιτσες ναι
Στην αντισύλληψη, ναι
Στα κοκτέιλς λέμε ναι,
και στα κόμικς λέμε ναι
Στις μπανάνες λέμε ναι,
στις κουκλάρες** λέμε ναι
Στις πισίνες λέμε ναι,
στις αιώρες λέμε ναι
**(Σκουπίτσα , Μαριτσα.Ρίτσα, ΑΛΛΆ τωρα πιά- Περιγυάλι- )
Όχι λέμε στους βλάκες,
όχι γαμώ τους άσχετους
Όχι λέμε στους βλάκες,
όχι στους Δεξιούς
Στα τσακάλια λέμε ναι,
και στους έτσι λέμε ναι
Στους τζαζίστες λέμε ναι,
στους μπλουζίστες λέμε ναι
Στις ζηλιάρες λέμε ναι,
στις τρελιάρες λέμε ναι
Όχι παιδιά στις ψόφιες,
όχι και στους κρυόκωλους
Όχι παιδιά στις ψόφιες,
όχι στους σοβαρούς
Πα ρα παμ, παραραμ…
…
Όχι παιδιά στις ψόφιες,
όχι και στους κρυόκωλους
Όχι παιδιά στις ψόφιες,
όχι στους σοβαρούς
Απο την Αδικοσκοτωμένη ΧελιδΩνα (μ-λ)
Το επικόν ερωτικόν Ποιημα
(σε συνεχειες)
H TETA*
———-
———-
———–
Αφιερωμενη στον Ασμοδαιο που ολο ρωτουσε: Ποιά είναι η Τετα;(και στον Αγνωστο Ποντιο και Αριστερό που είπε εκεινο το Ουφ !)
η Τετα
——-
Η Τέτα μικρέ μου δαιμονα,
καλε μου
Ασμοδαιο
Συμβολικιά ειναι γυνή ,πού καθε τι
σπουδαιο
σαν Δαλιδα με τα φτιασιδωμένα της τα θελγητρα
Το κοβει,
καθε Σαμψούντος τα μαλλια μ’ ενα ψαλιδι
κι υστερις τον ξεκόβει
από τους φιλους και γνωστούς, τον βανει να χωριζει
απο τους μυχιους δεσμούς ,κι ύστερα οταν αυτός
απο την τριχα σέρνεται (της Τετας )του αιδοίου
μαραζώνει ,δεν πολυμιλά και μέρα -νυχτα λυώνει
κι αρχινά τσιγαρο και πιοτί,καταστροφή και πάει
στα Καζίνα να ρεφάρει και αυτή(η Τέτα δηλαδή ) του λεει
”Τι αντρας εισαι μωρ’ εσύ!” και παει μ’αλλον, τοτες
αυτός στα σκοτεινά την περιμενει, σε γωνιά
(και ειναι σουρωμένος
βαρειά προσβεβλημένος)
και αυτή, περνα μπροστά του και χασκογελά
με νεο Γκομενο αγκαζέ (προτεταμένο το Βυζέ)
εκείνος δεν πολυ μιλά κόμπος του σφιγγει τη καρδια
(κρατα στα χερια φυλαχτό
ενα μαχαιρι ακριβό)
Και οταν στην πόρτα του σπιτιου η Τετα στεκει βιζαβί
με ‘να φιλί στο στομα (αυτουνού το χερι στο βυζί)
-του νεου γκομενου εννοώ- κι η Τετα (που γινε τσουλί)
(του πετά μπουτι και αυτός ,να μη πώ τι)
ο θλιβερός μας, ο Σαμψων κρυφοκοιτάει
και νιωθει ανυποφορα,νιώθει πως μαρτυραει ….
ετσι ,οταν εκεινος φευγει ,και αυτή
γυρνα στη πορτα το κλειδί
αυτός (που τα μαλλια του κοψαν) μπροστα της ξαφνικά
προβάλλει …αυτής της κοβεται η μιλιά
Τετα ! της λεει ικετευτικά… Τέτα μου… Γυρνα πίσω !
μη ξεχνάς ! τους ορκους, που μου εδινες ,στο καθισμα το πίσω
στο Ασανσερ,οταν το καναμε κρυφα
και στα κλεφτα
λυπησου …τα ερημα τα νειάτα μου και τα μαλλιά
εγώ που ημουν πάντα λεβεντιά!
λυπήσου….Μα εκείνη(η Τέτα δηλαδης )
που ξαναβρηκε τη μιλιά ,τοτες του ριχνει μια ματια
περιφρονητικά του λεει :Ακουσε να δεις
και σωπα !Φυγε απο δω, εγώ ειμαι η Τετα
κι οχι καμμια βουτυρομπεμπέκα
Τοτες αυτός , που ητανε
παλια ,πριν καταντησει ετσι ,το ξεφτερι
και μάγκας και βαστουσε και μπεγλέρι
Ο Σαμψων,που λές, της βγαζει
το μαχαιρι
και λεει
” Τετα Βαστώ μαχαιρι …”
Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΕ ΕΠΟΜΕΝΟ ΕΠΕΙΣΌΔΙΟ
Μάιος 23, 2007 στο 12:52 π.μ.
Εκείνη τη στιγμή (σαν υψωνε το μαχαιρι ο Σαμψων )
ενα παραξενα αλλόκοτο Όντως ον
αρχίζει ν’ αφήγειται
(Ξεχασα να πώ, πως αυτή ηταν μονο,μια σεκανς
σ’αυτό το φιλμ το Ντεκαντάνς)
”Η Τέτα- ελεγε το ον- η αλλως Αντουανέττα
που ειχε μαθει τον καφέ να πινει σκετα -νετα
ηταν πολύ αθλητικια και ηξευρε και Τζουντο
κι οταν μικρή την χούφτωναν και της ελεγαν ”πούντο”;
κι εννόαγαν το χερι – μεσ’ στο στριμωξιδι
στα τρόλλευ ,καμμια φορα και πάνω στο στασίδι
στην εκκλησιά ,οταν αυτή, σκυφτά μεταννοούσε
Κι ο πάπα Ρουπας ηθικά την εξομολογούσε
και οσο εκείνη ελεγε τα αμαρτήματα της
ο Πάπα Ρουπας μπάνιζε τα εξαρτήματα της
(Μα ηταν ηθικός πολύ,παιδια. ο Παπαδάκος
αλλα το χερι τόβαζε στην Τέτα μας ο Διάκος)
-Τότες η Τετα τζουντικά και χωρις να γυρίσει
ξεγυρισμένη τούριχνε ,το χερι του να αφησει
και την εξομολόγησιν ,χωρις να συσπασθει ,
ουτε ενας μυς ,συνέχιζε μεχρις να ασπασθεί
ο πάπα Ρουπας την καλή ,και την ευλογημένη
Τεταν….ελεγε το ον – κι ετσι ,αν και τρομαγμένη
σαν είδε το μαχαίρι ,δινει μια, εις του Σαμψων το χερι
και τον αφοπλίζει….
τοτες αυτος λεει …Τετα ,γιατι μου κανες χουνέρι;
και γονατίζει, τοτε η Τετα
τον αγκαλιαζει μητρικά και τον λιγώνει
Μες τα μεγαλα της Βυζια
και υστερα λεει ψιθυριστα ”ελα μεσα …
Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΕ ΕΠΟΜΕΝΑ ΕΠΕΙΣΟΔΙΑ
Μάιος 23, 2007 στο 1:14 π.μ.
Νοσφεράτος
ΧΟΡΟΣ
και τοτες , μπαινει ο χορός και λεει :
Ναι ! η Τέτα
Ω! Δαιμονα Ασμόδαιε ,ειναι μια πιρουετα
της Αφροδιτης της θεάς ,η Μπαγιονέτα
και της Λαγνείας μας, η θεια Γκιλοτίνα
θρασύτατα, που αψηφά, ολα τα φίνα
τα αντρικά αισθήματα, η Τέτα
ειναι του έρωτος η μπανκονέτα…..
ειναι εκείνη
που αφυπνιζει, μεσα σας ,τα κτήνη
Η Τετα
δεν ειναι σαν και τη σεμνή την Βέττα
ουτε την παιχνιδιάρα την Αλκμήνη
Ναι ! εκείνη
(η Τετα ) ειναι αυτή που σ΄αφήνει
Μονο να θρηνείς
Φαλλοσηκώστρα
Κι ύστερα να πνιγείς
Ενώ εκείνη
ως μυγοσκοτώστρα
μ’ερωτικά παιχνιδια
θάβει
τους αντρικούς λυγμούς(μαζί με τους φαλλούς)
Η Τετα.
ειναι ‘κεινη που σου λέει :Ρίχτα!
η Τέτα
ειναι μια αιματορουφήχτρα !
Μάιος 23, 2007 στο 1:26 π.μ.
Πόντος και Αριστερά
ουφφφφφ!!!!!
Μάιος 23, 2007 στο 2:00 π.μ.
Νοσφεράτος
Τί ξεφυσας βρε Πόντιε
γιατι αναστεναζεις;
Μάιος 23, 2007 στο 2:13 π.μ.
Νοσφεράτος
Η ιστορία της Τετας μας – Λοιπόν- δε συνεχίζεται
πρωτα αν δεν μαθω , μηπως κι αν ο Πόντος μας συγχίζεται
μήπως του πείραξε κανείς, τιποτα ιερόν
κατι σεπτον και άμεπτον… Ειπα, τιποτις Μιαρόν;
Μήπως του Πόντου εθιξα τα Αριστερά ταμπού;
Μη συνερίζεις πόντιε ,την Τετα τη μαιμού…
Αν θελεις πες μου ορθα κοφτα, τώρα να συνεχίσω;
Η για Μαριεττα , Γιανναρά και πάλι να σ άρχίσω…
Αμα δεν εδιεκοπτες αυτήν την ιστορίαν
θα εβλεπες την άθεη να μπαίνει με μανιαν
Ναι την Μαριέττα εννοώ ,πανω στις Περιπτυξεις
της Τετας μας με τον Σαμψων ,κι εκεί να κανει νύξεις
Για το ακαταπόνητο θεμα της Ιστορίας
Ναι ! το βιβλιο εννοω , της Τετας, Απορίας
Δια να λύσει…..ομως Ποντιε ,πριν συνεχίσω
θελω ορθα κι Αριστερά εσενα να ρωτήσω
Προς τι τα ουφφφ! κι οι στεναγμοι ,εισαι δυστυχισμένος;
η μη , μαζί μου τάβαλες και εισαι μουτρωμένος;
Μάιος 23, 2007 στο 2:21 π.μ.
Νοσφεράτος
και επειδή δεν έπαιρνα απάντηση καμμία
δεν δινω τοτε ουτε εγώ , δεκάρα ουτε μία
Λέω λοιπόν στον Ποντιο :Πόντιε καληνυχτα …
διοτι μπήκε για καλά, καταμαυρη η Νυχτα!!
*απο την 1η Χελιδόνα του κ. Πάνου
Σχόλιο από Νοσφεράτος | Δεκέμβριος 6, 2007
Για «Ν» 464.
Αστε τα κομπλιμέντα
και ψάξτε για κουφέτα,
γιατί έχετε εκθέσει
δυο-τρεις ομορφονιές.
(κι αρκετούς ομορφονιούς!!…)
Τι καθουμε και εμπλεκομαι μες τις πολιτικουρες
αφου πια απεχθανομαι αριστερομαστούρες..
Αβυσσος η ψυχουλα μου ,μ’ άφηκε κι η ……
και ασε πια, που δεν μπορώ ,να ξαναφαω πίτσα
Αχ ναχα τη Βουλγαρα μου κείνη με τα ταμπουρλα
Και ας να μη μου πόναγαν ,τα των οδοντων, ουλα
Ναχα Βαλκάνια μικρή απο του Μπάνσκο μερη…
Με προικα το ταμπουρλο της και ενα χοιρομέρι…
Και μια συνταξιν μικρή ,να εγκατασταθούμε
στη Βουλγαριά βασιλικά ,να τρωμε και να πιουμε….
May 14th, 2007 at 8:23 pm
Σχόλιο από Νοσφεράτος | Δεκέμβριος 15, 2007
Απο την ΧελιδΩνα (μ-λ) Παντα επικαιρο
Θεέ μου μεγαλοδύναμε,
που΄σε ψηλά κι πάνω.
Ρίξε λιγάκι τουμπεκί, Θεούλη μου,
στον ναργιλέ επάνω.
Εκει ψηλα στης εκκλησιές,
στής στρογγυλές καμάρες.
Αρχισαμε τις ντουμανιές, Θεούλη μου
σάν νά ‘τανε λαμπάδες.
Να, κι ο Αϊ Σπυρίδωνας,
με τ’ άσπρα του τα γέννια.
Τράβηξε μία ντούμανιά, Θεούλη μου
και ξέρασε απ’ τα γέλια.
Οταν φουντόσει ο Ναργιλές
Κ’ αρχισει το ντουμανι,
Φώναξε τους Αρχάγγελους, Θεούλη μου Να πούν το νάνι νάνι
μάταιοι ωροδείκτες
———————–
Όταν κυλούν των χρόνων μας , μάταιοι ωροδείκτες
Και σαν αστέρια πέφτουνε, της νιοτης μας οι νύχτες
Αφήνουν μια χρυσή γραμμή , στον μαύρο ουρανό
Σα τις ψυχές μας που γλιστρούν , στης μνήμης το κενό
Και κολυμπούν σε διάστημα απείρων οριζόντων
Πλάι στα κούφια σύννεφα ,των ζώντων-τεθνεώτων
Κι είναι βαθειά μεσάνυχτα και δεν έχει σελήνη
Κι ειν’ η αγάπη, σαν κερί που λιώνει και μ’ αφήνει …
Σχόλιο από Τζιτζιμιτζιχόντζιρας | Ιανουάριος 6, 2008
Απο την ΧελιδΩνα (μ-λ)
Ελλάς του δυο χιλιάδες οχτώ
—————————————-
Ελλάδα κάποτε έμοιαζες με σκούνα
Μα τώρα με αργόσυρτη μαούνα
Που γέρνει από την μια μεριά ,λες και μπατάρει
Κι ο καπετάνιος της λες και είναι από τον Άρη…
Κι οι ναυτικοί; Εκεί να δεις καφρίλα
Που όλο παθαίνουν και καινούρια νίλα ,
Χοντρή μαούνα, στην, του λιμανιού γωνιά
Σφιχτοδεμένη με τα πιο χοντρά σχοινιά…
Σχόλιο από Τζιτζιμιτζιχόντζιρας | Ιανουάριος 9, 2008
Απο την ΧελιδΩνα (μ-λ)
H ιπποποταμίνα
(ΠΆΛΙ ΣΤΟΝ ΜΟΥΜΟΎΛ)
Ήτανε μια φορά μια ιπποποταμίνα
Σε λίμνη Αφρικανική κι ήτανε πολύ Φίνα
Στη Λίμνη εκατουραγε στη Λίμνη ελουζόταν
Κι ήταν πολλοί ιπποπόταμοι που την ερωτευόταν ….
Στην λίμνη εκχειλίζονταν ο ποταμός ο Νείλος
Κι έμοιαζε ο βιότοπος, του Παραδείσου ,Χείλος
Είχε πολλούς ερωδιούς κι είχε και κορμοράνους
Και τρομερά νερόφιδα , είχε και πελεκάνους
Η λίμνη είχε κροκοδειλους και είχε και πιράνχας
Και- ταραντούλες λέγονταν – τεραστιας αράχνας
Και έρχονταν και κυνηγοί τους έφερνε ένα πλοίο
Μά η ιπποταμίνα μας τους έγραφε στο αιδοίο
Ήταν πολύ περήφανη. η ιπποποταμινα
Και ντελικάτη , κι όλα, πάνω της ηταν φίνα,
Είχε γυαλιστερή υφή και ήτανε σικατη
Με ύφος και πολύ μπλαζέ και ήταν και μουράτη
Κι ηρθαν να την βατέψουνε ιπποποτάμοι δυο
Μα η ιπποποταμίνα μας ,τους έγραψε .στο αιδοίο
Ωσπου κι αυτή την πατησε με ιπποποταμάκο
κι ερωτευτήκανε τρυφερά , σε παραποταμάκο
και μπανιστήρι κάνανε, κατι άξεστοι πιθήκοι
Κιενας γεροκροκόδειλος πουταν πολύ καθήκι
και τους εκοροιδευανε, κάνοντας χορωδία
μα οι δυο μας ιπποπόταμοι, τους εγραφαν στα αιδοία
Σχόλιο από Νοσφεράτος | Δεκέμβριος 6, 2007
Απο την ΧελιδΩνα (μ-λ)
ΧΡΟΝΟΥ ΦΕΙΔΟΥ
Ο χρόνος είναι φίδι πολύ φαρμακερό
Γλιστρά στις χαραμάδες με τον καLό καιρό,
Και λιάζεται στον ήλιο, χαυνώνεται πολύ
Με κίτρινο το μάτι , και με υπομονή
ο χρόνος περιμένει το θήραμα του: εμάς
Γλυκά να μας δαγκώσει , στον κούφιο ύπνο μας ….
Ιούνιος 12, 2007 στο 12:23 π.μ.
Απο την ΧελιδΩνα (μ-λ)
NINA SIMONE -«REVOLUTION» (1969)
Nina Simone Feelings
NINA SIMONE JUST LIKE A WOMAN, I SHALL BE RELEASED
Nina Simone – Save Me
Nina Simone – The Desperate Ones
Nina Simone Nobody’s Fault But Mine
Nina Simone – «Cotton Eyed Joe»
Nina Simone – «The Pusher»
‘I Put A Spell On You’. Nina Simone (1968)
(ΕΙΔΙΚΆ ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ)
Nina Simone: Sinnerman
Ορμά Μινωταυρος. Σκιά στον Τοίχο..
Θησεα Πρόσεχε: Τον Νού στον Μίτο..
Che vuoi¬¬?
Χθες (ή μήπως σήμερα;)
Μ¨ ακούμπησε το βλέμμα σου .
Με χτύπησε στον ώμο.
Γύρισα και κοίταξα,
Δυο άδεια μάτια.
Γιατί με κοιτάς;
Τι θέλεις;
Νασουν, τουλάχιστον, στο παρόν .
Αλλά ,εσύ, δεν έχεις καν υπάρξει !
Χθες (ή μήπως σήμερα;)
Κομματιάστηκα .
Κάθε μου θραύσμα
Εμένα κοιτούσε
Από ένα τόπο
Που δεν υπήρξε ποτέ .
Ετσι κι αλλιώς
ολα περνάνε
κι εμεις δεν ξερουμε
ούτε που πάμε…
Maria Callas – Habanera (Carmen/Bizet)
Καμιά φορά πονά κι η απουσία
Όταν στην άκρη τ’ ουρανού γυρεύεις την Ουσία
Όταν πετάς στα σύγνεφα ,πονάνε και οι Λέξεις
(Ανακαλύπτεις ξαφνικά πως δεν μπορείς να παίξεις)
Και κάτω από τα πόδια σου, σα βλέπεις το κενό
Νιώθεις να πέφτεις άξαφνα ,σε άσπλαχνο γκρεμό
Κάποιες φορές ,στα ξαφνικά,+ πονάνε και τα Λόγια
Παύουν να είναι βάλσαμο, σου μοιάζουν μοιρολόγια
Και ξαφνικά το φάρμακο σου γίνεται φαρμάκι
-πώς να το δείξω άραγε σ ένα μικρό στιχάκι;
The Blues Brothers – Everybody Needs Somebody To Love
The Blues Brothers – Jailhouse Rock
μια μικρή προσφορά του Προκρουστη (μ0λ) και του Νοσφερατους στον Θειο και στη Θεια
για την Μεγαλη επετειο της πρωτης Πτησης:
The Blues Brothers – Rawhide
The Blues Brothers – Gimme Some Lovin’
The Blues Brothers – Peter Gunn Theme
Blues Brothers – ‘Sweet Home Chicago’
Blues Brothers and Ray Charles SHAKE A TAIL FEATHER
Blues Brothers LIVE- Who’s Making Love
Και Α και Ου και Δαπ Νου Δου Φου Κου
Εμπρος λαε μη σκυβεις το Κεφάλι με τον Καραμανλή ενοτητα και αλη( γνωστοτατο συνθημα ΔαπΝουδουφουκου
Βουλγαρακη Βουλγαρακη ^$#$##@ τον π%$##@ τον Γιωργάκη
αλλο γνωστοτατο
συνθημα υπο συνοδεια ταμπουρλων
βλ Επισης σχετικά Tomorrow Belongs to Me
«Love Conquers All»
big brother is watching you,hymne d’océania
Project Title Big Brother (1984)
ΑΠΛΑ ΝΑ ΤΟΥΣ ΝΙΩΣΕΙΣ
Βλέπεις δεν αναζήτησες
κάτι άλλο εκτός από εσένα
και το δυνάμωμα της εικόνας σου
………………φυσικά…………
Οι τόποι του αλλού, του μαζί
είναι για αυτούς που τους ζητούν
Χρειάζεται να μπορείς να ακούς
για να ταξιδέψεις εκεί
Να θεωρήσεις ότι έχει νόημα το εκεί
Να αντέχεις αυτό που λεν να αφουγκράζεσαι
Να αφήσεις να σου χαϊδέψουν το πρόσωπο
χωρίς φωτογραφικές μηχανές και πειστήρια
Δε θα σε παρακαλέσουν να σου μιλήσουν
Θα στο προτείνουν
μη σου περάσει απ΄ το μυαλό ότι ζητιανεύουν
ούτε πως θα δεχτούν ποτέ να σε αποπλανήσουν
η ευθύνη για το ταξίδι δεν ανήκει στον προορισμό
ούτε στον δρόμο…
στον ταξιδιώτη ταιριάζει…
Έχουν και αυτοί τρόπους για να παρουσιαστούν
Αν θελήσεις να υπάρξουν
απλά…υπολόγισέ τους….
………………………………………………………….
Είναι μακριά από αυτό που φαίνεται αυτό που είναι
Είναι μακριά από βλέμματα που απλά
φωνάζουν και διαλαλούν κουκουρίκου
Και αν κάποτε θελήσεις να υπάρξουν
κάποτε κάνε μια προσπάθεια
απλά να τους νιώσεις ….
Χωρίς να θυμώνεις που είσαι εδώ
και αυτοί είναι αλλού
Όλοι κάπου είμαστε εξάλλου ….
Έχει νόημα εκεί που είσαι
γιατί έχει για σένα νόημα
ίσως και για άλλους
μπορεί και για μένα ….
μακάρι και για άλλους….
μακάρι για σένα πρώτα
Φίλε
ήρθε η ώρα του φευγιού μου
για τον δικό μου τόπο
τον ψάχνω
μ΄ ένα μπαστούνι λευκό
κουρασμένο απ΄ τα χρόνια
μα δε θα πω
αν δεν τον βρω
πως δεν υπήρξε
το δρόμο που έκανα
δεν θα μετανιώσω
ούτε σ΄ ανίδεα βλέμματα
θα τον υποδεικνύω κορδωμένος
να τον πατούν και να πονά
τον τόπο αλλού θα πω
…πώς να τον βρω δεν μπόρεσα
θα πω …πώς να τον βρω δεν μπόρεσα
θα πω …………………………………………
πώς να τον βρω ………………………………
δεν …………………………………………
μπόρεσα………………………………….
(δανεισμένο από φίλη καλή)
εξαιρετικό !!
πω πω ! ανεβηκε πολύ ο πήχυς στον Προκρουστη
Αυγέ ! στειλε κι αλλα!!
(Δεν είπα Ευγε … ειπα Αυγέ!!!
οχι οτι δεν αξιζει ο Αυγός το εύγε αλλα γενικά δε λεω ευγε
λεω μπραβο ,ζητω , Κλαπ κλαπ κλαπ (χειροκροτητα
αλλά ποτε ευγε (θυμιζει λίγο Χουντα και σχολειο στη δεκαετια του 60)
Τωρα ας προσπαθησω κι εγώ :
—————————————————–
κι αν δεν μπορουμε να στειλουμε το σωμα μας ακεραιο
——————————————————-
κι αν δεν μπορουμε να στειλουμε το σωμα μας ακεραιο
τουλαχιστον ας στειλουμε κομματια μας
ενα χερι
ενα ποδι
ενα χαμογελο
μια εικόνα ,μια στιγμή ,μια μέρα ή και την αιωνιοτητα την ιδια, τον χρόνο που περνά ,αυτο που φευγει τωρα και μας προσπερνά , αυτό που μεσα μας ασίγαστα χτυπά ,και της καρδιας το ματι που κοιτά ,το αιμα που στις φλεβες μας κυλά ,
τα χειλη ,
την αναπνοή
και της επιθυμιάς μας την πνοή
και ….
Αν δεν μπορουμε τον εαυτό να εχουμε ολοκληρο
τουλαχιστον ας ζήσουμε μεσα απ’ τα βαθη της ψυχής μας
εστω
για
μια
στιγμή..
————————————————-
Καλά ρε Νοσφεράτε
Δεν σε κάναμε και καμπούρη 🙂
Ένα καλό πήγαμε να κάνουμε
Ώστε γιαυτό δεν χορεύεις τσάμικο, επειδή θυμίζει λίγο… 😉
mumul
υσ. κλαπ, κλαπ κλαπ για το παραπάνω…
Ανατριχιαστικόν!
Ω, περιπόδιον, τι κρύβεις εκεί μέσα;
Στην αγκαλιά κρατάς σφιχτά των αισθήσεων τις απολήξεις,
πώς θα γινόταν και σε μας κάτι να εμφανίσεις;
Είτε τσουράπια τα φοράς, είτε λεπτές-ζαρτιέρες,
το τρίχωμά μου ορθώνεται στης αποκάλυψης τη σκέψη.
΄Αραγε τι να κρύβεται μεσα στη μαύρη κάλτσα;
ισως πουλάκι κρύβεται, ίσως καμμιά Μπεκάλτσα
η ισως κάποιος την φορά , ισως είναι πατούσα
που μες την κάλτσα κρύβεται διοτι είναι θεούσα
και ντρεπεται ν’ εμφανιστεί γυμνή μπροστα στους άλλους
η ισως και να ντρέπεται για τους μικρους της κάλους …
Μ’ αυτό το ποδι που φορά την κάλτσα ,το καημένο
ειτε ειναι ξεκάλτσωτο ειτ’ ειναι καλτσωμένο
μη τ΄αποπάρεις και μη πείς: γιατι φοράς την καλτσα;
δεξου αυτο που την φορά, σαν φαγητού τη σάλτσα…
»Ω, περιπόδιον, τι κρύβεις εκεί μέσα;»’
Προσεχώς :
Ο Μικρός φετιχιστής
-Ενα περισπουδαστον επικον ποιημα αφιερωμενο στις περιπετειες του Θρυλικου Μικρου Φετιχιστή
– Το οποιον θα εμπεριεχει ολα τα σχετικά παραφερνάλια: Τακουνακια , ζαρτιερες , καλτσοδετες , στολές καμαριερας
κλπ κλπ
Απο τη συλλογή : Ο Μικρος Φετιχιστής
………………..
Κορίτσιa με μακριά πόδιά και ρωγιτσες που αναβοσβήνουν σα φώτα από νέον στο μισοσκόταδο
Κι επιδερμίδα λεία και απαλή που λάμπει σαν την σελήνη καθρεφτισμένη σε λίμνες τα μαγιατικα βράδια
Φορώντας ψηλοτάκουνες γόβες αδέξια και γιαυτό χαριτωμένα ελκυστικές μες στη θρασύτατη ντροπαλοσύνη τους
Γιατί φοράνε μόνο αυτές και διχτυωτές κάλτσες και κραγιόν που λεκιάζει το στόμα γύρω γύρω από τα χείλη κατακόκκινο και καθώς γελάνε με λαγνεία και φόβο προ(σ)καλούν προκλητικά την ίδια την αγιότητα που είναι αγνότητα και αμαρτία μαζί, μια αμαρτία τόσο αθώα που κολάζει ακόμα και τους αγίους …..
Μάιος άνοιξη ..σε λίγο καλοκαίρι
http://www.allposters.com/gallery.asp?startat=/getposter.asp&APNum=426795&CID=
C300484789254D11A15A3D29682ABF28&
PPID=1&search=623&f=c&FindID=
623&P=1&PP=26206&sortby=
PD&cname=Photography&SearchID=
Κάποτε θα σταματήσει να θυμώνει το χέρι μου,
σαν στο σεντόνι βρίσκει άδειες τις πτυχές.
Ακόμα μια ζωή και θα το σβήσω
το πρώτο σου ασυγκράτητο φιλί,
την αγωνία μου, τη γλύκα και τον πόθο,
το χάδι, τη φωνή και το κορμί.
Της λησμονιάς το βραδυνό το πεφταστέρι,
θα πέσει μες στο κύμα με σιωπή.
Τίποτα δε με φοβίζει,
όσο οι ήχοι όταν σταματούν να κινούνται.
Τίποτα δε με νοιάζει,
μόνο η ματιά σου που δε με ψάχνει.
Απο τη συλλογή:
Ο μικρος Φετιχιστής
Μ’ αρεσει οταν βγαινεις απ’ το μπάνιο
Με μια πετσετα μόνο, τυλιγμενη
και τα μαλλια λυτά ,σαν ανεμώνες
και το κορμί σου -λαμπει -υγραμένο
…..
Μετείκασμα μιας ανοιξης που φευγει
και de ja vu* της θηλυκής σου ουτοπίας
http://www.allposters.com/-sp/Stool-Pigeon-Posters_i2569750_.htm
Ετσι γραφεται αυτή η μαλακία;
Αυτά τα ακροδαχτυλα που που μόλις τωρα είδα
μου μοιαζουν σαν αιχμές βελών,σαν αστεριών αχτίδα
κιαφηνουν κάτι να φανει κινουμενα στον τοιχο
Μου μοιάζει θεατρο σκιων ,π’ ομως δεν βγανει ηχο…
Παιχνιδια με τα δαχτυλα ,σαν κατι να αιωρειται
σαν κατι που -στα σκοτεινά- στο δασος να κινειται ,
σαν να ακουω ψιθυρους, σαν Ηχος των Πνευματων
Μιας Ιουλιετας που γλιστρα εις τον αφρο Κυμάτων ,
βραδακι φεγγαρολουστο και δαχτυλο που δείχνει
Σαν Ερωτας σιωπηλος που αφηνει καποια Ιχνη…
Μηπως να βγαζατε το μαιντανο απ` τ` αυτια?
Τι υπονοειτε;
Ο λαγος κι ο λυκος
Μεσα στης νυχτας τη σιωπη
κι ο ψιθυρος αναδεικνυεται.
Ετσι θ` ακουσεις τη φωνη
το ουρλιαχτο απ` τον τοιχο,
οταν το θηραμα (ο λαγος)
το λυκο θα δαγκωσει.
«Δως μου το μαντηλακι σου το γλυκοκεντημενο
να δεσω το αυτακι μου που ειναι δαγκωμενο»
Ο Βατραχόμυγας
Απο τη Συλλογή : Τα βατραχακια του Νοσφεράτου:
Ήτανε ένας βάτραχος που ήτανε και μύγας
Πανάθλιος και βρωμερός και μάλλον πομφολύγας
Τεράστιο το στόμα του και είχε και ουρά
Κι΄ ολημερίς τριγύρναγε εκεί μέσ τα σκατά
Όταν γνωστοί τον βλέπανε το μάτι κλειναν ‘’είδες;’’
Κι όλο τον αποφεύγανε και βάτραχοι και μύγες
Και μοναχός πορεύονταν στο σκοτεινόν του έλος
Και κάπου κάπου σκέπτονταν στον βίο να βάλει τέλος
Ωσότου ερωτεύτηκε μια τρελο τσαπερδόνα
Πού ήτανε γαιδουρόμυγα μα και πολύ κοκόνα
Κι ο Βάτραχος μας ο καλός ο βρωμο μυγοδαγκας
Άλλαξε απ’ τον έρωτα κι έγινε πολύ μάγκας
Τώρα με την γαϊδούρα του παίζουν στα νουφαράκια
Παντρευτήκαν δω και καιρό κι έχουνε και παιδάκια
Κι όλο η γαιδουρομυγα του λέει ‘’έλα καλέ μου
Μυγαμωγλυκοτσουτσουνε ,έρωτα βάτραχε μου…”
η συνεχεια ..εδώ:
nosz.wordpress.com/2007/06/10/nea-helidona/#comment-14870
Watch this happy frog:
http://www.youtube.com/watch?v=uFOvN5FEhsw
Η απορια του Θειου και η συνεχεια
(απο τη συλλογή : Τα βατραχακια …)
http://panosz.wordpress.com/2007/06/10/nea-helidona/#comment-15017
θείε , δεν αναφερεται το ποιημα σε μυγούλα
αλλά σε γαιδουρομυγα που ειναι και χοντρούλα
πουναι και μυγοφτέρουγη μα με ποπό γαιδούρας
γιαυτό κιο Βατραχόμυγας ,που ειναι και αγγούρας
εταίριαξε μ’ αυτήν πολύ , δια να τηνε βατέψει
-αλλόκοτο μ αληθινό ,μα ποιος να το πιστεψει;
Απο την Συλλογή : »Τα Μεράκια τα τσαλιμάκια και ο Καυσων »
….ενώ εισπνέαμε καυτό τον άνεμον του Λίβα
Κάτι χανούμια Λυδικά, μας ηρθαν στην Καλύβα
και μας τσιφτετελιασανε κι ήταν κορδακιασμένα
Με τσαλιμάκια Λυδικά ,πολύ μερακλωμένα
-κοιταχτε Καλυβόπουλα που είστε …χαυνωμένα
-τα κορδακισια τα κορμιά (που ναι και ..αβλωμένα)
-Κοιταχτε ευλύγιστες κοιλιές ,κοιταχτε μαύρα μάτια
-Κοιταχτε και λευκά βυζιά ,σαν του Γαλακτου άτια
Κοιτούσε ο Πόντος καψερά με μάτι γουρλωμένο
Το κορδακισιο το ποπό που ήταν τουρλωμένο
Του ρθε να λιώσει αριστερά ,πυριχειο να χορέψει
Η ,λίγο για να δροσιστεί ,να ανοίξει μια πεψι
Ο Πάνος ο περήφανος ,εχασ’ αυγά πασχάλια
Και για να δει καλύτερα έβαλε ματογυάλια
Του Νοσφεράτου έπεσαν , ξανά όλα τα δόντια
Και τα μυαλά του έχασε, με μία που ήταν και Πόντια
Μονάχα ο Ομαντεών έμεινε τρανς και πούρος
Αγέρωχος , στα λυδικά , και σταθηκε και Ντούρος …!
πηγή:
http://panosz.wordpress.com/2007/06/10/nea-helidona/#comment-15259
Ο καναρινογάτος
————————-
και αλλα παραξενα ζωακια
(απο τη Συλλογή: Των Τεράτων …)
Μεσα στα βαθειά μεσάνυχτα , κίτρινος και βαρβάτος
Μουρθε , παράξενο iγατί: ο καναρινογάτος
Ήταν παχύς και με ουρά ,με κεφαλήν Τουιτη
Δεν ξέρω απου που τρύπωσε , μες το δικό μου σπίτι
Ηρθε και ξάπλωσε φαρδιά, απάνω στο γραφείο
Και χάιδευε με την ουρά την φωτο με τον Θειο
Με κοίταξε περίεργα ,κι είπε κάτι σαν, τσιαου!
Και βαθειά χασμουρήθηκε κι έκανε ένα μιαου !!
Κάτι με ανησύχησε η επίσκεψη αυτή
Το νοιωσα, το πουλόγατο είχε κάτι να μου πει
Και το ρωτώ τρεμαμενος ω! κίτρινο γατί…
Μη θέλεις κάτι να μου πεις ,ψιθυριστά σ΄αυτί ;
Το ρώτησα διστακτικά ομού με μια φοβία
– φοβόμουν μη παράδοξη συμβεί μια ιστορία
Μ’ αυτό αφού τανήθηκε και έξυσε τα νύχια
Μου είπε-και με τάραξε ,βαθειά μέχρι τα μύχια
……..
η συνεχεια εδώ:
εννοουσα εδώ:
http://panosz.wordpress.com/2007/06/10/nea-helidona/#comment-15406
Κύριε/α σχ. 53
Μη μου το Νόσφυ τάραττε!
(Από άλλο …ανέκδοτο)
Γιατί ;
Αφού κολλάει !!!
Μ-π
ποιο σχ 53 (εδώ η αλλου) 😉
Απο την συλλογή : Τα Χοντρά Βατράχια
To Βατράχι
—————
Βαθεια στο Δασος, ειναι μια Βελανιδια
πολύ αρχαια και με πάμπολλά κλαδια
και στην Κουφάλα της, εχει στησει για φωλια …
ενα Βατράχι ….
εκεί, μες τα σκοτεινά
στην υγρασία, το βατραχι ,μοχθηρά
ολο φουσκώνει , μια , πελωρια κοιλιά
και απο κεί ,στα σκοτεινά
κοιτα το δασος, με δυο μάτια δολερα
κι ολο κοαζει …
(βρε κε κεξ κοαξ κοάξ ..)
Τι να γυρευει το Βατραχι στη φωλια ;
στά σκοτεινά..μες την Υγρή βελανιδια;
Ποιά μαυρη Αληθεια εκει μεσα τριγυρνά;
Αισχρό Βατραχι, που πελώρια γλώσσα βγάζει
Κι ολο κοάζει :
Τι αραγες εγκυμονεί του Βατραχιού η κοιλια
που γίνεται πελώρια και μοιάζει ολο σκατά;
Ποιο ταχα θλιβερό κακό κρυβει αυτή η κοιλότης;
Βελανιδια ολοσκοτεινη, τρεμει η ανθρωπότης ……
Κι ολο φουσκώνει ο Βατραχος με μάτια μοχθηρά
και η κοιλια του φουσκωσε και είναι όλο σκατά !!
Κι ολο κοάζει : Βρεκε κεξ κοαξ κοάξ ..)
Σχόλιο από Νοσφεράτος | Δεκέμβριος 6, 2007
(Εκ Χελιδωνος (μ-λ)_
Κοιτάζοντας μακριά, απ’το παράθυρο
χωρίς τίποτα να βλέπεις
δεν είναι που ‘ν’ τα τζάμια βρώμικα
μήτε η ατέρμονη καθημερινότητα
ίσως το φουουου ή το ουφφφ
ψάχνοντας για την διαφορά,
απ’τα τζιέρια σου που βγαίνουν
mumul
moumoul
Καλό τζιέρι μου(κλαπ κλαπ κλαπ )
Αιντε μπρε
κοιταξτε και λίγο εξω
– κι εμεις οι εξοριστοι
στην Αποικια των Τιμωρημενων
βουτηγμενοι σε μιαν αναγκαστική αναπαυση
στην ενδοσκοπηση που φανταζει σπουδαια
ενω δεν ειναι παρά το δολωμα που καταπιαμε
ενώ τα παχυδερμα ισοπεδωνουν τον κοσμο μας (τωρα!!)
“Αυτό που πραγματικά χαρακτηρίζει τον δημόσιο βίο μας είναι η πλήξη. Οι Γάλλοι πλήττουν.Δεν συμμετέχουν ούτε εκ του σύνεγγυς ούτε εκ του μακρόθεν στις μεγάλες αναταράξεις που συγκλονίζουν τον κόσμο…Η νεολαία πλήττει…Ο στρατηγός Ντε Γκωλ πλήττει.Είχε ορκιστεί να μην ξαναεγκαινιάσει τα χρυσάνθεμα στην αγροτική έκθεση της Λυών,όμως συνεχίζει να πηγαίνει επισήμως και ανεπίσημα. Μόνο μερικές εκατοντάδες χιλιάδες Γάλλοι δεν πλήττουν. Είναι οι άνεργοι, οι νέοι χωρίς απασχόληση, οι μικροκαλλιεργητές που συνθλίβονται από την πρόοδο θύματα της αναγκαίας συγκέντρωσης και του όλο και πιό σκληρού ανταγωνισμού.Οι πάντες πλήττουν και δεν μιλούν.”
Le Monde 15/3/1968
Εκείνο που βλέπω αντίς πια για τη χώρα μου
ειν’ ένα εκμαγείο
νεκρικό αποτύπωμα
μάσκα που κρύβει από κάτω προσωπεία
άγνωστες λέξεις
κι η μυρωδιά της γίνεται όλο και πιο πιο ξένη
είναι η χώρα μου αυτή;
Κι αυτοί οι άνθρωποι που βλέπω γύρω είναι οι Ίδιοι ;
Η μήπως άλλοι ηρθαν στη θέση τους ;
Φόρεσαν τα σώματα , διάλεξε ο καθένας από ένα παγωμένο χαμόγελο και άρχισαν να περιφέρονται πάνω κάτω σαν κουρδιστά παιχνίδια;
Το δόλωμα ένα παγωμένο χαμόγελο του όλο και πιό σκληρού ανταγωνισμού που φαντάζει σπουδαίο. Νεκρικό αποτύπωμα, άγνωστες λέξεις… Φόρεσαν τα σώματα, σαν κουρδιστά παιχνίδια, ψάχνοντας για την διαφορά, τη μάσκα που κρύβει από κάτω τα προσωπεία. Εμείς οι εξόριστοι κοιτάζοντας απ’ το παράθυρο, εισπνέαμε καυτόν τον άνεμον του Λίβα, τα κορδακίσια κορμιά, βουτηγμένοι εκ του μακρόθεν στις μεγάλες αναταράξεις, σε μιαν αναγκαστική ανάπαυση. Ενώ τα παχύδερμα ισοπεδώναν τον Κόσμο των Τιμωρημένων, ρωτήσαμε διστακτικά, ομού, με μια φοβία:
-Τι άραγες εγκυμονεί η κοιλιά του Βατράχου;
-κλαπ κλαπ κλαπ …
Διάλεξε ο καθένας τους από ένα νεκρικό αποτύπωμα και…
-Τι υπονοείτε; Μήπως να βγάζατε το μαϊντανό απ’ τ’ αυτιά;
Ύστερα οι πάντες πλήττουν και δεν μιλούν, η μυρωδιά τους γίνεται όλο και πιο ξένη…
-Μήπως άλλοι ήρθαν στη θέση μας;
The Others –
Στην ταινία «Οι άλλοι,» ( The Others )η ηρωίδα (Νικολ Κιντμαν) ,μια μητέρα που ζει με τα δυο μικρά παιδιά της σε ένα στοιχειωμένο σπίτι στο Jersey Island ανακαλύπτει στο τέλος ότι όλοι οι οικείοι ,κι αυτή η ίδια είναι οι πραγματικοί ξένοι ,φαντάσματα:ένα δυο χρόνια πριν στραγγάλισε πρώτα τα παιδιά της και μετά αυτοπυροβολήθηκε .Οι «εισβολείς»που διαταράσσουν πού και που την ησυχία της είναι οι πραγματικοί άνθρωποι, πιθανοί αγοραστές που ενδιαφέρονται για το σπίτι τους
Περι Πληξης:
Στο βιβλίο της ανησυχίας ο Φερναντο Πεσόα γράφει:«Υπάρχουν αισθήσεις που είναι υπνοι,που καλύπτουν σαν ομίχλη όλη την έκταση του πνεύματος,που δεν μας αφήνουν να σκεφτόμαστε ,που δεν μας αφήνουν α ενεργούμε, που δεν μας αφήνουν να σκεφτόμαστε ξεκάθαρα. Σαν να μην είχαμε κοιμηθεί ,επιβιώνει μεσαμας κάτι από ονειρο, και μια νάρκη του ήλιου της μέρας ζεσταίνει τη λιμνάζουσα επιφάνεια των αισθήσεων . Ειναιναι ένα μεθύσι το να μην είσαι τίποτα και η βούληση μας είναι ένας κουβάς που τον αναποδογυρίζεις στον κήπο με μια νωχελική κίνηση του ποδιού στο πέρασμα σου»
http://www.perizitito.gr/product.php?productid=19796
Πώς θα `θελα το χέρι ν` ακουμπήσω
στο μέτωπο να νιώσω τον ειρμό,
της σκέψης σου τη ρότα σημαδεύοντας
να μπω στου βλέμματός σου την τροχιά.
Τα μάτια σου να βγάλω από το θάμπος που κρύβονται
φοβούμενα το αδιόρατο κι αδέξιο χαμόγελο που πνίγω
και της αγκάλινης αναμονής το πάθος των χεριών ,
κάθε φορά που απ` τη δροσιά σου υποφέρω πείνα.
Άνοιξη, χρώματα σε δάσος σιωπηλό
του έρωτά μου η ανάρμοστη ασωτία,
ξεπήδησε από αφύλαχτη εστία
και όρμηξε στου πάθους το γιαλό.
ωραιο…περιγυαλι 🙂
σειρα μου :
περι παθους
—————–
πως θα αντεξουμε και παλι τον Διόνυσο
θεο της τρελας και της μεθης κι ευωχιας
με τις μαιναδες του που προχωρει γοργά
γκρεμιζει το παλάτι του Πενθεα..
Ειν’ επικινδυνη αυτή η ευχαριστηση
μας κομματιαζει σαν την Θεια Ευχαριστια
κι αυτό το απολαυστικό πλεονασμα
Παθος και Ποθος ειναι η η ιδια μας η Ουσια
ειναι το μεσα μας ο Αλλότριος μας Οίνος
Ειναι το οψάρι μας ο τρυφερός Κυπρίνος
Ειναι των Βατραχων παιδι ,ειναι Γυρινος *
* Οτι ναναι λεω ..ειναι αργά και νυσταζω ….καληνυχτα
————
Υπερβαλετε!. Μονο το τελος
Το μυστικό όνομα του Θεού
—————————————-
Το μυστικό όνομα του Θεου
Είναι αυτό που δεν προφέρεται με λόγια
Είναι το πρώτο γράμμα μας το Αλεφ
Είναι των αισθημάτων ο συμπυκνωτής
Κι ότι ταράζει συθέμελα τον κόσμο μας
Και μια στιγμή λίγο πριν από την έκσταση
Ανάμεσα στην Προσμονή και την Πλήρωση
Λίγο πριν φτάσεις εκεί όπου δεν έχει μετά .. και περιμένεις –ακόμα- όλο ελπίδα για να δεις τι θα συμβεί ..
– Κι αυτή η στιγμή είναι -ολόκληρη- μια Αιωνιότητα που μας διασχίζει τόσο γρήγορα
– μεχρι να ανοιγοκλείσουμε τα μάτια ..
Η μέχρι να κυλιστούμε(μαζί) στο πιο μεγάλο ποτάμι…
Πίστευω σε ενα Θεο , Πατερα, Παντοκρατορα πού στο βυθο κοιμαται, Φως εκ φωτός , θεό αληθινό, γεννηθεντα ου ποιηθέντα,Θεό φωτεινο κι αχόρταγο ποιητή ουρανού και γής, ορατών τε πάντων και αοράτων,
, θεό ψαρα πού ποτέ δεν κοιμαται
κι εκει στην ακρη του μυαλου γελά…
Αυγερινοί η Εωσφόροι
——————-
Γιατί τι άλλο είναι το ταξίδι παρά η εξερεύνηση του αλλού-κυρίως του αλλού μέσα σου πού ξεδιπλώνεται αργά τρομακτικά ,σαν τον ίδιο τον θάνατο σου
Σ’ αυτά τα ταξίδια , σε ατελείωτες εκτάσεις σκότους. εκεί στον ουρανό, ανυπαρκτοι και όμως ζωντανοί -σαν ταξιδιάρικα πουλιά, σαν άλμπατρος τη νυχτα μετέωροι στον ουρανό ,. Ταξίδι.
Ύστερα προσγειωνότανε αργά… . Όσλο και Αρκτική νύχτα. Βαρκελώνη ένα υγρό καλοκαιρινό βράδυ. Παρίσι. Στην σκοτεινή αγαπημένη Φλωρεντία. Στην Αθήνα.
. Σκυφτές σκιές , διψασμένοι….εκείνη η φτερούγα ,πού αναρωτιέσαι αν πράγματι είδες. Το μετείκασμα , η αστραπή στα μάτια. το ακαθόριστο συναίσθημα . Ο ξαφνικός απροσδιόριστος τρόμος .Το απρόσμενο κοίταγμα μέσα σου .
η πληγή πού άνοιγε ξαφνικά-λεπτή δαγκωματιά στον τρυφερό λαιμό σας. το σχίσιμο στη σάρκα. Το κάψιμο , η φαγούρα το γαργάλημα στη γλώσσα. ο πόνος πού έρχεται. Σα μαχαιριά!
Το ξαφνικό δειλινό. Η ωραιότητα πού φεύγει. Το Απροσδοκητο άγγιγμα της αιωνιότητας. Ο Ακαθοριστος σύντροφος της θλίψης. Ο ανυπόμονος καταρράκτης της μνημης. Το άλλο πρόσωπο της αγάπης .
αυτός πού άγγιξε την ομορφιά σου. Αυτο που Ανθισε Σα λουλουδι ξάφνου στο έκπληκτο σου-πρόσωπο. Αυτός πού χόρεψε μαζί-σ’ εκείνη τη γωνία τη βροχερή νύχτα . Σα μια ριπή λυσσασμένου αέρα . ο καημός πού φώλιασε στη καρδιά σου . Πού έπεσε στα πόδια σου. Πού μάτωσε τα χείλη.Πού έκλεψε τις αναμνήσεις σου.Πού σε σταύρωσε-για πάντα.
αυτός πού σκαρφάλωσε στο πλαι σου Πού βγήκε κάτω από το κρεβάτι σου τη νύχτα Αυτός από τον οποίο πάσκιζες να ξεφύγεις τόσα χρόνια. Πού όταν τον βλέπεις-αίφνης –στον καθρέπτη ,το πρόσωπο σου χλομιάζει. Πού σου κλεψε όλα σου τα ονειρα. …
Α ναι , ταξίδευαμε χιλιάδες χιλιόμετρα ,κάθε νύχτα και το πρωί ξαναγυρνούσα στο φάρο. ,τα πρωινά να γυρνάμε από τα αδηφάγα γλέντια, κατάμονοι, άγγελοι του σκοταδιού, να φέρνουμε μαζί μας το φως του πρωινού, αυγερινοί ή Εωσφοροι,σε μιαν ατέλειωτη, απέθαντη ζωή εκείνα τα χρόνια…
Ήταν μια εποχή όπου το πάθος δεν είχε ακόμα εξοριστεί απόλυτα Υπήρχαν –τότε γοργόνες ,σειρήνες, φαντάσματα τις νύχτες –Ήταν μια άλλη εποχή. Οι γυναίκες δεν μιλούσαν μόνο στα κινητά τους. Τα παιδία δεν είχαν εξαϋλωθεί στο κυβερνοδιαστημα. Οι γέροι δεν στέκονταν μόνοι μπροστά στον δικό τους άυλο θάνατο. .
σιωπηλή αγάπη
—-
σιωπηλή αγάπη
σ ένα διάδρομο στενό και περπατά
στις άκρες των δακτύλων
ολόχαρη ,με ένα φόρεμα λευκό
και τα μαλλιά της ξέπλεκα σαν ανεμώνες
Μ ένα χαμόγελο μικρό πού, σα θαρρείς να υπόσχεται πολλά
πού ξέρεις πως δεν θαρθουνε ποτέ κι όμως ελπίζεις
στην μουσική, στό άρωμα της πλάνης πού σου γνέφει,
Κιοταν περνούν οι ώρες
είναι ο σιωπηλός χορός πού σε τυλίγει σα πέπλο μιας αράχνης κι είναι γλυκό το δηλητήριο πού περιμένεις
Εκει στο Ασυνειδητο βρισκεται ενας Αλλος
Κι σύ που τωρα τά αγνοείς και νιώθεις και Μεγάλος
και που Νομιζεις λογικά μπορεις να βγάλεις άκρη
Απ’ της ψυχής το πιο βαθύ , το Μύχιο σου Δακρυ
αυτό που κρυβεις μέσα σου , βαθεια μες στον Καθρεφτη
(και βλεπεις ενα Ειδωλο στα σκοτεινά να πέφτει)
Μες στες αβυσσους των παθών , εν μεσω αισθημάτων
(εσύ που ολο βυθίζεσαι εν μέσω των σωμάτων )
που ξαγρυπνάς μεσα στα Μπλογκς για νά βρεις την Ουσία
Μιας καποιας άυλης Θεάς την Θεία Συνουσία
Εσυ που ολο λιγώνεσαι , στο δάσος με τις λέξεις
Σαν Ναρκισσος που εξερευνάς τη Λίμνη για να παίξεις
Εσύ που εισαι ελεύθερος, εσυ που εισαι αθώος
Κι ελπίζεις πως στα σκοτεινά θα επιζήσεις σώος
που ψαχουλεύεις τις καρδιες και τις αναπνοές μας
και στ’ όνειρα μας χώνεσαι και μέσα στις ζωές μας
(και τριγυρνάς στα ονειρα και χώνεσαι στον ύπνο
κι’ εισαι ο Δωδέκατος Παρών στον Μυστικό μας δειπνο)
Εσύ που είσαι αναμεσα στο μέσα και στο έξω
(δεν ξερω τι να γραψω εδώ ,κοντεύω να τα παίξω)
Τι αραγε διεξοδο θα εύρω στα στιχάκια;
Μπορώ να στειλω μοναχά , απ’ τον Προκρούστη Μάκια
….
…και καληνύχτα ..
Οι εισβολείς που διαταράσσουν που και που την ησυχία της αγκάλινης αναμονής είναι το μυστικό όνομα του Θεού. Είναι των αισθημάτων η επικίνδυνη ευχαρίστηση που στο βυθό κοιμάται. Είναι ο ξαφνικός απροσδιόριστος τρόμος. Το γλυκό το δηλητήριο που περιμένεις. Ταξιδεύουμε χιλιάδες χιλιόμετρα κατάμονοι άγγελοι του σκοταδιού, και μια στιγμή λίγο πριν από την έκσταση, του έρωτα η ανάρμοστη ασωτία, με ένα φόρεμα λευκό, ψαχουλεύει τις καρδιές και τις αναπνοές μας, το μέσα και το έξω απροσδόκητο άγγιγμα της αιωνιότητας.
Πιάσαν τα πόστα κοθώνια
Όλα τα ξέρουν, ξεράδια
Κι ήρθανε λέει να μας σώσουν,
Που να μην σώσουνε ποτέ
Γύρω σαΐνια κανάγιες
Τρώνε με δέκα μασέλες
Θέλουν βρεμένη σανίδα
Και τους φερόμαστε κι ευγενικά
Γιάννης Μηλιώκας
Αυγερινοί η Εωσφόροι
Both!
Αυγερινοί η Εωσφόροι
Both! φανατικά.
Πόσο Φανατικά δηλαδή; ..Πόσο ;
Καποιες φορες στα Ονειρα, Ελεφαντες περνανε
Με κατι ποδια θεωρατα κι ολοι ρωτάν που πάνε
σε προσπερναν Αδιαφοροι και νιώθεις Αγωνία
γιατί αυτοι οι ελεφαντες χανονται στην γωνία
του
‘Ονειρου στα ξαφνικά και δεν το περιμενεις
Και μένεις άδειος στ΄όνειρο δεν έχεις να προσμένεις
Γιατί αυτοι οι Ελέφαντες που κολυμπούν στο Πάχος
κι εχουν τα ποδια τους λεπτά , θυμιζουνε το Πάθος
την Πλησμονή, , Απόλαυση και την Επιθυμία
Ειναι χοντρα ,πληθωρικά ετούτα τα Θηρια…
και τοτε νιωθεις ξαφνικά ωσαν συρρικνωμενος
Ξυπνας απο το Ονειρο μα εισαι σα Ναρκωμενος
κι ειναι σαν να λικνιζεσαι στή Ραχη μιας Καμήλας
Ενώ σε πλησιαζουνε οι Ουννοι κι Αττιλας …*
* το παρατραβάω λιγάκι ε;
Νασφατικα!…
Απεδειξε το !
Να στείλω κανέναν Άνθιμο;
Ομέρ ο εκ Γιάλ(ι)τας
Ομερ σε καταλαβαινω παιδί μου (μερες πουναι…)
Ομως περασε πια … Μπορεις να ξαναγινεις ο παλιος , γλυκός , τρυφερός Ομερούλης που ολοι ξεραμε και συμπαθουσαμε
( Δεν χρειαζεται να μας γυριζεις τα αντερα με Ανθιμους και τετοια ..φτανει , αυτο ητανε, πέρασε …. )
α 2 – β 2=(α+β)(α-β)*
*Το 2 εκθετης
Ωχ μαθηματικά φευγω (αυτό ειναι χειροτερο απο τον Ανθιμο )
Παει χαλασε κι ο Προκρουστης ..Τωρα;
Βάσανοι και πάσσαλοι βάφουν με το χρώμα τους –μαβί-το Χώμα
Κι ένα πορτοκάλι ανοίγει.. σαν κόρη που θέλει –τάχα- έρωτα
Στις άκρες των δακτύλων ξαγρυπνάς σαν Νάρκισσος που εξερευνά τη Λίμνη για να παίξει μουσική, με τ’ άρωμα της πλάνης να σου γνέφει, μ’ ένα χαμόγελο μικρό που υπόσχεται πολλά, σαν Κόρη που του Πόθου της το λιονταρίσιο ίχνος ψάχνει απεγνωσμένα, μονάχη στον καθρέφτη της, να βρεί. Βάσανοι, πάσαλοι, αβάσταχτοι, σε προσπερνούν αδιάφοροι, σαν τους ελέφαντες που κολυμπούν στο Πάχος κι έχουν τα πόδια τους λεπτά, θυμίζοντας πρωτοπλασμένο Πάθος. Και συ να κολυμπάς στην Αγωνία, για της Ζωής το αλλοπαρμένο Λάθος… σαν ένα πορτοκάλι που σκάει από Έρωτα … κι αλλάξαμε Ζωή.
Ας ερθω λίγο καταδώ να γραψω κι εγώ κατι
Αφου εκεί που ημουνα ..τους τρωγει το Γινάτι
Στα μουλωχτά με κοψανε ..μα λεω δε βαριέσαι
Αλλωστε ετσι φέρθηκαν ,ως και στον Χερμαν Χέσε
Αν κάποιοι απο κάποιο Μπλόγκ σου πούνε »πάρε Πούλο»
Διοτι δε σε γουστάρουνε η Βρήκαν αλλο Δούλο ,
Μη σεκλετιζεσ’ αδικα και γύρνα τους τη Πλάτη
και πες τους και στα »Σκοπιανά-Ρωμέικα » ‘ Σπολάτη »
Antoni καλωσόρισες στον τρυφερό Προκρούστη
και δωσε τόπο στην οργή, μη σκέφτεσαι τον …..
Εδώ ειναι φιλόξενα κανείς δε θα σε κόψει,
εξάλλου κάτι έπρεπε να σε Ομφαλοκόψει.
Μονο μη σε πιάσει κοψιμο , δεν έχει Τουαλέττα
και πρόσεξε , στα δίχτυα της, να μη σε μπλέξει η Τέτα ..
Αραγες πως να σκεφτονται ευτούνοι οι ανθρωποι
Που κάνουν σαν μυγιάγγιχτοι , σαν καμμια Παρθενόπη
που μόλις κατι τις τους πείς ,που δεν καταλαβαίνουν
τσιρίζουν σαν υστερικοί κι ύστερις σε σωπαίνουν ;
με τα καρφια του γείτονα,μικροψυχα γελάνε
και το καρφί στο μάτι τους,ουτε που το κοιτάνε..
Τι να συμβαινει άραγε μες τον Εγκέφαλο τους
κι ολημερίς ταράζονται μες τον Εγκέλαδο τους
ενώ γλιστρα η ΄Ανοιξη , φεύγουν τα Χελιδόνια
κι υψώνονται στα πιο Ψηλά , στα πιο ουράνια χιονια;…
Δεν ειναι κρίμα ,οι στιγμές μες την Αιωνιότη
Να μενουνε αδάγκωτες , ν’ επικρατεί η Μικρότη
Μας σαμπως ελυσε κανεις ολους αυτους τους Γριφους
Στο κάτω κάτω της γραφής, είναι και θέμα Υφους..
Σαν κορη επλανήθηκε -του έρωτα ο αέρας-
που έχει τα μάτια χαμηλά μα η καρδιά πετάει.
Και στη φωτιά όταν έφτασε το τόξο ετεντώθη
και μες στη μέση πέτυχε σα στόχο την ψυχή.
(Στον αέρα η φωτιά
ή στη φωτιά ο αέρας)
ΓΙΟΥΡΟΒΙΤΣΙΟν
Στην εποχή του πούλογλου
όλοι οι κομμένοι φέτες
ψάχνουμε για καταφυγή
σε στίχου πιρουέτες
Γεμίσαμε νικνώνυμα
και τις ‘συμπαραστάσεις’
μη φάμε καμιά αγωγή
κρατάμε αποστάσεις
Χούντα είν’ και ξανάρχεται
ο τρόμος κάνει στράκες
κι όλοι καθόμαστε ήσυχα
χάβοντας σα μαλάκες
Μες στον Προκρουστη τρυπωσαν περσονες -πιρουέτες
να εύρουν καταφύγιο πριχού τους κόψουν φετες
για να τους κανουν σάντουιτς, σαλάμι- Μορταδέλα
σ’ αυτό τον κοσμο που ρουφά το αίμα μας μας σα βδέλα
………………………..
Οι Καλο-μοιραίοι
(Top Secret Combination)
Μες την υπόγα τη μοντέρνα
όλοι παρέα κάνουμε φλΕΡΤ
ο Πούλογλου έχει πια φύγει
δε μας λερώνει το τισέρτ
το ρούχο σας τ’ αγαπημένο
της τρύπιας τσέπης πληρωμένο
για τ’ όνομα τ’ αφεντικού
στα γκάλοπ μας το χιλιοδοξασμένο
Σφιγγόμαστε ο ένας ‘πα στον άλλον
πολιτισμένοι, κολλητοί
κι αναρωτιόμαστε οργισμένοι
όλοι οι καλοί αγκαλιασμένοι
οι μαραθωνοδρόμοι, οι τηλεγνωστοί
-γιατί μας βρίζουνε, καλέ, γιατί;
Εμάς που θέλουμε παρέα
Πεδία κι Εκπολιτισμό
που δεν υπολειπόμεθα σε πατριωτισμό
κι όλοι μαζί Καλομοιραίοι
στραφταλισμένοι πλάς ωραίοι
με Secret Combination
γλιστράμε στο Παγκόσμιο Χωριό…
Αντί κι αυτοί να εργαστούνε
για Τέχνη κι Εκπολιτισμό
στην Κοινωνία μας να λάμψει
το Όραμα μας το λαμπρό
κάνουνε κόνξες με τις λέξεις
λες και μπορείς να ξεδιαλέξεις
την κότα που ‘κανε το επίχρυσο
της κλούβιας κακομοίρας τους τ’ αβγό
Ας τους να λένε … και θα κλαίνε
όταν θε νάρθει η στιγμή
το πλήνταγμα πια σαν θ’ αλλάξει
θε να τα πούμε, ώ γραφικοί…
που θε να αμφισβητήσετε
τα etnic μας τα δρώμενα
του οράματος το ντύσιμο
της τσέπης σας το γδύσιμο
του πουλημένου σώματος
το ένδοξο βρακί…
Το βρακι της Κατερινας ας υψωσουμε σημαια*
μεσ’την χωρα μας θα λαμψει ως της σηψης μας Ρομφαία
μες τη θλιψη -που χει πηξει πια η ερημη μας τσέπη
Ας υψωσουμε σημαια για την Τέτα και την Πέπη
…
Στόν Ταμια Αλογοσκουφη δωστα ολα , παρτα ολα
Νεοελληνα σπουδαιε που την εφαγες την φόλα
και που κανεις τον σπουδαιο τον μοιραιο και τον νεο
κι οδηγεις και δεν προσεχεις και θα παθεις και Τροχαιο …
Δωσε βαση -κι ολη η πλαση- και στην φεξει και στη Χαση
στον κατηφορο που πάμε, θαρθει και θα μας ξεράσει
Η γενια με τα τρακόσια τα ευρω μόνο στη τσεπη
θα μας πάρει και σηκώσει (και την Τέτα και την Πέπη)
*πουλεγε και ο Καραισκάκης
Ο Θειος Ισίδωρας
———————————–
(από τη συλλογή ..οι Μπεκαλτσούλες του Θείου Ισιδωρα)
Απόσπασμα
… Μεχρι τωρα σας έλεγα δια την Θεια (μου ) Νίτσα
που ολοι εσεις το Ξέρετε πως (ηταν) μια Μουσίτσα
την θεια την Χαρίκλεια , την θεία την Σουλτάνα
(σαν τον Ρασπούτιν ήτανε αυτή : Μια Ρασπουτάνα)
Μα τώρα λίγο θα σταθώ στους Θείους της ζωής μου
που εχουν κι αυτοι μερίδιο, κομμάτια της Ψυχής μου….
( συνεχιζεται …)
Όλα του κόσμου τα πουλιά
όπου κι αν φτερουγίσαν
όπου κι αν χτίσαν την φωλιά
όπου κι αν κελαηδήσαν
Εκεί που φτερουγίζει ο νους
εκεί που ξημερώνει
μαργώνουν τα πουλιά της γης
κι ούτε ένα δεν ζυγώνει
Σαν αερικό θα ζήσω
σαν αερικό
Ανάσα είναι καυτερή
και στέπα του Καυκάσου
η σκέψη που παραμιλά
και λέει τα όνειρά σου
Όσες κι αν χτίζουν φυλακές
κι αν ο κλοιός στενεύει
ο νους μας είναι αληταριό
που όλο θα δραπετεύει
Σαν αερικό θα ζήσω
σαν αερικό
Δέν ἀγαποῦσε πιά τά πράγματα,
τά λόγια, τά πουλιά πού ’χαν γίνει
συνθήματα ἤ σύμβολα·
(καί τίποτα σχεδόν δέν εἶχε ξεφύγει τή μοίρα ἐτούτη).
Ἔτσι προτίμησε νά κλείσει τό στόμα του
κάνοντας, ὅπως οἱ μουγγοί,
κάτι παράδοξες κινήσεις
ἤρεμες,
διφορούμενες,
πικρές
καί κάπως ἀστεῖες.
Ὅμως κ’ ἐκεῖνες,
μερικά χρόνια ἀργότερα,
συνθήματα εἶχαν καταντήσει.
Γιάννης Ρίτσος
Ὁ τοῖχος μέσα στόν καθρέφτη
Υπάρχουν άνθρωποι που τους διασχίζουνε ποτάμια
Κι άλλοι μ’ ένα βάλτο σταματημένο στην καρδιά τους
Γιάννης Ρίτσος
ΑΝΑΜΝΗΣΤΙΚΗ
Σταμάτα να πετάς τις πέτρες σου, αλλάζοντας το πρόσωπο της λίμνης … λογάριασε ξανά της πληγωμένης νιότης τ’ άνοστο φευγιό, περίμενε … τ’ αστροπελέκι θα φανεί να σ’ αποθανατίσει, αλατισμένο να περνάς νοσταλγικά, του πόντου σου την εύξεινη, τη μαυρισμένη πια τη … θάλασσα
«…τ’ αστροπελέκι θα φανεί να σ’ αποθανατίσει,
αλατισμένο να περνάς νοσταλγικά,
του Πόντου σου την εύξεινη,
τη μαυρισμένη πια τη … θάλασσα»
Πολύ καλό!
Ο Θειος Ισίδωρας
———————————–
(από τη συλλογή ..οι Μπεκαλτσούλες του Θείου Ισιδωρα)
Συνεχεια
(Απόσπασμα)
…
Στην Παραλία ήμουνα και έτρωγα μια Πίτσα
κι εκ ‘ του Μακρόθεν μπάνιζα μια μικρή Τσουλίτσα
Μα ..Ξάφνου στην Καράφλα μου ‘ρθε μια κουτσουλίστα
Κοιτω ψηλά ..και τι να Διώ ;Μια Μπεκαλτσουλίτσα
……………………………………….
π’ απεσταλμένη ητανε του Θείου Ισιδώρου
κι η κουτσουλιά συμβολιζε σημάδι εν είδει Δώρου..
…..
Συνεχίζεται
Ο Θειος Ισίδωρας
———————————–
(από τη συλλογή ..οι Μπεκαλτσούλες του Θείου Ισιδωρα
κεφαλαιον IV
(Αι μπεκάλται και αι Καλτσαι )
Πρέπει να πω πως ολοι εμεις που εχουμε κοιλίτσα
Ασθμαίνοντας παλευουμε να βαλουμε Καλτσίτσα
Γιατί Αι κάλτσαι δύσκολα μπαινουνε στο Ποδάρι
Με μια κοιλίτσα φουσκωτή σαν ενα μαξιλάρι
Λυσσομανάς, ιδρωκοπάς να βάνεις μια Κάλτσα
και στη κοιλιά σου σούρχεται να ρίξεις Αυτο -μπάτσα
σε πιανουνε οι ενοχές* για όσα εχεις φάει
και το φαί βγαινει ξινό κι ας ειναι και σπετσοφάι..
(……………………………….)
Αυτό λοιπόν τ’ οδυνηρό το πρόβλημα της Κάλτσας
ελύθη μέσω Θει(ι)κής – Ισίδωρου – Μπεκάλτσας
* βλ σχετικά: Ντροπή και Ενοχή (στου Π&Α)
Συνεχίζεται ……..
…Για οσους ανταποδιδουν το ροδοσταμο και της Μπεκαλτσας το γάλα με το οποιο ποτισαμε την γλαστρα τους
με Ξυδακι και φαρμάκι
παραπεμπω στο σχολιο 60 του Προκρουστη (μ-λ)
αλλά και στην Χελιδωνα (μ-λ)
Την ώρα που παραπάταγε η δύση
στο τέλος του γκρεμού, πριν να πηδήξω
ξάφνου ένας ώριμος και ξέφρενος ιστός
του κάκου προσπαθεί την πόρτα μου να κλείσει.
Τι έχεις αφήσει, στου παραθύρου μου την κόχη,
κι έχει γεμίσει το κελί μου με αγωνία,
χωρίς ουσία μες στο μύθο αναζητώ
του πεθαμένου μου αγώνα την αλήθεια.
Αυτο το μέσα το Βαθύ που πνιγεται στη Λήθη
και που οι Αλητες σκεπασαν μ’ αυτά τα Νέα Ηθη
Που σαν πουλί φτεροκοπά μεσα απο τα στήθεια
Η Ηδονή κι ο Πόνος μας ,που λέγεται Α-λήθεια
……
Που ωρες μοιαζει φάρμακο και άλλοτε φαρμάκι
κι αλλοτε Ξυδι φθονερό και άλλοτε φιλάκι
Αυτό το Ψάρι μεσα μας που σπαρταρά σα Χέλι
– Κι άλλοτε μας σφυροκοπά κι αλλοτε ειναι μέλι
Αυτο που δινει απόλαυση , μα δινει και περίσεια
που πλημμυριζει την καρδιά και μας χτυπά στα Ισια
Αυτο το Ανυπόφορο το μεσα Αγαλματάκι
Ειν΄Περιγυαλι το μικρό , χρυσό μας πραγματάκι
Αυτό μας δινει τη Ζωή αυτό κιο Θάνατος μας
Τον Τρομο , την Ανασα μας… Αυτός ειναι ο Βιος μας
Κι αν καπου δεν αντέχεται , ασε το να περάσει
Την αλλη μερα ηρεμο ,(που ) θα ‘χει ξεδιψάσει
(συνεχιζεται ..αναλόγως )
Δεν ειν ο λογος σοβαρος
κι η θλιψη θα περασει,
ειναι σαν το ξημερωμα
λιγο πρωτου χαραξει.
Ο Θειος Ισίδωρας
———————————–
(από τη συλλογή ..οι Μπεκαλτσούλες του Θείου Ισιδωρα )
….Ετσι λοιπόν αντις να επουλώσουμε τις πληγές μας
να κατσουμε λιγο στο σπίτι ήσυχοι , να φωναξουμε τον τραυματιοφορέα
να δεχτούμε τα φάρμακα ,τον επίδεσμο , την καθε μικρή ηδονή της ανακούφισης
Η να γευτουμε τις όποιες ηδνονές μας απο μενουν
σιγά- σιγά και με προσοχή
(προσέχοντας σπασμένο πόδι ή το χέρι μας
και τον βγαλμενο ωμο , την εξάρθρωση)
Εμεις , την Ανοιχτή πληγή περήφανα επιδεικνύουμε
» Για δες » ! η πληγή μου μεγαλύτερη απ τη δική σου
(που στα κρυφά, ξυνουμε με μανια )
η παιρνοντας φορα αρχιζουμε την παλη με τους αλλους –με τις πληγες τους –
κουτουλώντας τες με τις δικές μας πληγές
………………………………
………………………………..
Γιατί δεν ειναι η ηδονή που ,πραγματικά, επιθυμούμε
αλλά να βυθιστούμε στην απώλεια της
ν’αγκαλιαστούμε πάλι με φαντάσματα
και να θρηνήσουμε για την σπασμενη εικονα στον καθρέφτη
…………………….
Α ρε θειο! πόσο δίκιο ειχες
κι εσύ και ο Επίκουρος !
Επανάληψη
———–
….Και είναι σαν να βρέθηκες
εν μέσω μιας ατέλειωτης σειράς απο καθρέφτες
κοίλους, κυρτούς , σπασμένους και μεγάλους και μικρους
που αενάως ξαναστέλνουν την εικόνα σου
σε μια ατέρμονη ,μοναχική πολλαπλότητα
και ετσι, οδυνηρα αντιλαμβάνεσαι
πως είναι μάταιο να φωνάξεις γιατί δεν βρίσκεται κανείς εκεί έξω
εξάλλου
Δεν εχεις-πλέον- Ηχο ..
Καμμιά φορά, τα σύννεφα , μοιάζουν να σου γελάνε
και τα κοιτάς, νομίζοντας, πως και αυτά κοιτάνε
Μοιάζουν τα σύννεφα αυτά, σα να σε προ(σ)καλούνε
κι απ’ τα ψηλά,πως σκύβουνε ,μονάχα να σε δούνε
Καμμιά φορά, αχόρταγα, ρουφάς τη μοναξιά σου
και μες τ’ αστέρια αναζητάς,κομμάτια απ τ’ όνειρα σου…
να λάμπουνε μετέωρα,σα ΄γυαλικά σπασμένα
και μες τ’ αστέρια αναζητάς υπάρχοντα κλεμμένα…
Καμμιά φορά, οταν περνάς, πέρα στην ΄Αλλη ΄Οχθη
βλέπεις το Μάτι του Θεού, να σε κοιτά απ’ την Κόγχη
και τότε τρέμεις σύγκορμος, μες την Οφθαλμαπάτη
Γιατί το μάτι του Θεού ειν’ το δικό σου Μάτι.
Απ’ της αγάπης το βυζί, σαν ναταν μάνας γάλα
Κάποιες φορές, το θάνατο,γεύεσαι στάλα στάλα
Κι αυτό που ήταν ζωντανό, το νιώθεις να παγώνει
Και τη ψυχή σου, σα κερί, σιγά σιγά, να λιώνει….
Ο Θειος Ισίδωρας
———————————–
(από τη συλλογή ..οι Μπεκαλτσούλες του Θείου Ισιδωρα )
Σήμερις που σηκώθηκα αγουροξυπνημένος –
γιατί το βράδυ ως αργά ήμουν ξεδιπλωμένος
και έγραφα αλύπητα στους Ιντερνέτ τους μπλόκους
να λύσω τα μελλούμενα και της ψυχής τους κόμπους –
και πάνω εκεί που μάταια πάλευα με την κάλτσα
και αναλογιζόμουνα κι εκείνη την Μπεκαλτσα
Ηκουσθη εντός μου μια φωνή που ήταν μάλλον Φάλτσα :
‘’ Νοσφυ –μου λέει –πρόσεχε τι κάνεις στη Ζωή σου
Και με τα Μπλογκια που μπλεξες μη χάσεις την Ψυχή σου
Τες ηδονές σου μέτρησε και μη το παρακάνεις
Γιατί απ’ την απόλαυση μπορεί και ν αποκάμεις
Γιατί αυτό πούνε γλυκό , ύστερα σε πικραίνει
Και το λουλούδι της χαράς ύστερα σε Μαραίνει
Γιατί όλα τα πράγματα έχουν αρχή και τέλος
Κι αν δεν το δεις, βυθίζεσαι μες στης ζωής το Έλος
Πρόσεχε την υγεία σου … Σταμάτα τους καφέδες
Και κόψε και το κάπνισμα κιολους τους ναργιλέδες
Γιατί από το κάπνισμα και το πολύ χαρμάνι
Καπνίζει όλη η φύση σου και γίνεσαι Ντουμάνι
Θυμήσου τον Επίκουρο και τα σοφά του λόγια
Και άσε τα μπερδέματα μ’ αυτά τα μισοφόρια
Για μέτρα και την πίεση ,πρόσεχε την κοιλίτσα
Πριχού να σου ρθει κουτσουλια από την Μπεκαλτσιτσα
-Ήταν του Ισιδωρα η φωνή , του αγαπημένου Θειου
Και ήταν όλο διδαχή κι απόσταγμα του Βίου ….
Μάλλον το φάντασμα του θείου Ισίδωρα ήταν
γιατί τελευταία τον βλέπω να τριγυρνά
στις μνήμες του.
«Δικαίωμα στη Μνήμη» που λένε.
Όλο σε κάτι μαυροθαλασσίτικα,
μαοϊκά μισοφόρια ήτανε μπλεγμένος…
και με Πόντιους γιατρούς την έβγαζε στο τζάμπα….
Αυτή είναι του Ομέρ η φωνή
και είναι όλο διδαχή κι απόσταγμα του Βίου
Αν ειναι ναρθει ‘δω η φωνή και του Ομέρ Πριονη
Θα γινει ο Προκρουστης μας Φωνωνε μακαρόνι
Θα βγαζουν ολοι μεσα εδώ τα Μέσα και τα Εξω
κι απ τα πολλά τα εσώψυχα στο τελος θα τα παίξω
…………………………………..
θα πρεπει εν τελει στις Φωνές να γίνει Οκονομία
Και συ Ομέρ -αυτου του Μπλογκ – που εισαι Αστυνομία
Μες του Προκρουστη- αγορι μου -Δεν πρεπει να Φωνάζεις
Του Θειου Ισιδωρα Φωνή Δεν πρεπει να σκεπάζεις …
Έγινε σύντροφε-θείε. Όβερ!
Μετά λοιπόν την απόρριψη από το θείο-Νόσφυ
ας το ξεπεράσω με ολίγην Γενοκτονία….
Ομέρ
Καλημέρα σας
αλλέως
και εναλλακτικώς
mumul
Οτι πρεπει για να ξεπερασουμε το hung over.
Να `σαι καλα.
ΥΠΕΡΟΧΑ!
(και ποσο μοιαζουν τα παιδια του τριτου βιντεο με τα δικά μας )
(εννοΟω τα δικά μας που νιαζονται κιεχουνε αγωνιες και ανησυχιες και οχι τα και Α και Ου και Δαπ Νουδουφου Κου)
Μηπως μπορεις να μας πεις κκαι τα λόγια; η περιπου ..;
Οταν σε πιανει η Θλιψη σου , δω μεσα στον Προκρουστη
και τους Δαμάλους σκεφτεσαι και καθε αλλον ..
και σουρχεται και εμετός και καποια σκοτοδίνη
που η Ελλαδα χώνεται, τοσο βαθειά στη Δίνη
Κιοταν ο Τρομερός Αυτιάς σου λεει τις Ειδήσεις
κι απο το παραθύρι σου, σούρχεται να πηδησεις
Κι όταν στην Τηλεόραση βλέπεις Αλογοσκούφη
που σου θυμιζει έντονα ,των Μικυ Μαους, Γκούφη
οταν , στα ξάφνου, στην Τιβί βλεπεις τον Ψωμιαδη
και σερχεται να βυθιστεις στά έγκατα του Αδη
μην απελπίζεσαι ποτε , κι αρχίνα το τραγούδι
Να εισαι αισιόδοξος και κόψε ενα λουλουδι
Δωστο στη Φάνει Πετραλια , στον Τρυφερό Σουφλιά
Γιατί η Αγαπη μας καλεί στην πιο γλυκειά φωλια
Κι ας παει το παλιάμπελο , κιας χανει λιγο λαδια
Μπες στης Νουδούς της Αγκαλια , κι αφεσου μες τα Χαδια
Φαε το ορυκτέλαιο και δέξου την Ακρίβεια
Θες ποικιλία στη Ζωή; η θες ολο τα ίδια;
Μη χανεις το κουράγιο σου και δες τα, Φωτεινά
Τραγουδησε ολόψυχα : Ζητω η Δεξιά.. !!
Το παραπάνω ελπίζω να μου το μελοποιησει ο κ Σπανουδάκης …
( και να το τραγουδησει η Χορωδια χαρουμένων Παπάδων )
Το ακριβές στα τούρκικα είναι το παρακάτω το οποίο όμως χάνει εντελώς την χάρη του στην όποια προσπάθεια μετάφρασης.
Θα κάνω μια :
Koyverdun gittun beni, Allah’undan bulasun
Kimse almasun seni, yine bana kalasun
Sevdugum senun askýn Cigerlerumi daglar
Hiç mi dusunmedun sen sevdugun boyle aglar
Gelevera deresi iki dagun arasi
Yuzunden silinmesun piçagumun yarasi
Εμένα με παράτησες, εφυγες, από τον Αλλάχ να πάθεις
να μην σε παντρευτεί κανείς σε μένα ξανά να γυρισεις
η αγάπη μου για σένα στα τζιγέρια μου φωτιά
Καθόλου δεν σκεφτηκες της αγάπης το κλάμα
Το ποτάμι Γκελεβέρα σε δυό βουνά ανάμεσα
Μην σβήσει από το πρόσωπό σου του μαχαιριού μου το σημάδι (μεταφορικά φαντάζομαι 🙂 )
Μ’ αρεσει αυτή η λεξη ..τζιερι μου …
και γενικά οσες τουρκικες λεξεις μιλαμνε για συναισθηματα (τζιερι καρνταση και αλλες που δεν θυμαια τωρα )
Μουμουλ μπορεις να μας δωσεις κι αλλες τετοιες λεξεις ;
Χμμ, να ένα καλό θέμα. Λέξεις, κοινές εν πολλοίς, που μιλούν για συναισθήματα.Καλό…
Αμά γιαβρούμ όχι τώρα. Έναν ύπνο να πάρουμε λίγο
Ταμάμ ?
mumul
Ναι γιαβρουμ ( και ο Ν. Σ ισως μπορει να βοηθησει κι αλλοι )
Καληνυχτα …
Πέσαμε πάνω τους και τούς λιανίσαμε:
χίλιοι άντρες ολομόναχοι
ενάντια σε επτά ολόκληρα κουφάρια.
Αρχίλοχος
( http://users.otenet.gr/~aper/arxl/arxl04m.htm = )
——————————-
Μύριζες μπαγιάτικο εραστή και σε αέρισα
εφτά ολόκληρα χρόνια με την αφοσίωσή μου.
Ύστερα ζωντάνεψες· άρχισες να έχεις άποψη.
Έλειψα κι έκανες το σπίτι μπουρδέλο.
Τώρα ντύνεσαι τον παλιό σου εαυτό
και χάνεσαι, όταν νυχτώνει συνουσία.
———————————-
Άλλο λέω …
Τριβελίζοντας τις λέξεις
αδύνατον να ξεδιαλέξεις
αν έτσι είναι από ουσούλι
ή από πτώση αν γίναν δούλοι…
Να και τ’ αποτυπώματα
νεκρά αποφόρια κογχυλιών
περνούν από εξετάσεις
-πόσα από δαύτα χάλασα-
σε υπονόμων θάλασσα
Του έξυπνου ‘εγώ’
το παραφουσκωμένο τίποτα
απλώνεται στη μουχλιασμένη
του ‘εμείς’ την άσημη σημαία…
στην άκρη αδιάβαστων χειλιών
στη σαλιωμένη τσίχλα
αλαφιασμένων σχολικών
ντελάλησες σειρήνες διαλαλούν
να επενδύσουν στο κενό
κενά να μελετήσουν
πασχίζοντας για τα καλά
μ’ εθνογαλύφικους ρυθμούς
να την εξευτελίσουν…
Κι εσύ στη μπάντα κάθεσαι
κλαρίνο στοιχημένο
της τσέπης παίζεις τον καχεκτικό σκοπό
και θλιβερά μονολογείς
«Βαράτε με κι ας κλαίω»…
Μην απορείς που εκστατικός
θωρώ την πασαρέλα
σύρε να δεις αν έρχομαι
και άμα φύγω έλα
με ξινισμένη τη φωνή
να ξαναπείς τ’ αγαπημένο σου
το «Άλλο λέω»…
Αφιερωμένο (ξέρεις εσύ)
Ελεύθερη αν δεν έχουν την καρδιά
τα λόγια της δεν πρόκειται ν` ακούσουν.
Τι κι αν μιλάνε χείλη φιλικά,
τα μάτια τους με νεύρο τρεμοπαίζουν.
Είναι παγίδα, είναι λόγια με φτερά
ή μήπως κρύβουν της γενιάς σου το μαράζι;
Φίλε μου, πάρε, χάρισμα αγκαλιά
και σε κανέναν άλλο λόγος δε θα πέφτει.
Άιντε, γιατί σεκλετίστηκα (ε)προχθές.
Αφιερωμένa (ξέρεις εσύ)
Juliette Greco – Parlez-moi d`Amour
Déshabillez-moi – Juliette Gréco
Juliette Gréco – Si tu t’imagines
Bonjour Tristesse (1958) – Juliette Greco
Και με τα λίγα τουρκικά…
a(c)ic
y(u)rek
laf
g(o)z
korkaklik
dolap
kusun t(u)yleri
d(u)nyaya
dert
zaman
dolamak
yok!
ΚΛΕΨΙΤΥΠΗ ΜΑΡΑΖΩΜΕΝΗ ΦΤΕΡΩΤΗ ΑΡΙΑ ΝΤΑ ΚΑΠΟ
(άνευ παγίδας)
Οι εισβολείς που διαταράσσουν που και που την ησυχία της αγκάλινης αναμονής είναι το μυστικό όνομα του Θεού. Είναι των αισθημάτων η επικίνδυνη ευχαρίστηση που στο βυθό κοιμάται. Είναι ο ξαφνικός απροσδιόριστος τρόμος. Το γλυκό το δηλητήριο που περιμένεις. Ταξιδεύουμε χιλιάδες χιλιόμετρα κατάμονοι άγγελοι του σκοταδιού, και μια στιγμή λίγο πριν από την έκσταση, του έρωτα η ανάρμοστη ασωτία, με ένα φόρεμα λευκό, ψαχουλεύει τις καρδιές και τις αναπνοές μας, το μέσα και το έξω απροσδόκητο άγγιγμα της αιωνιότητας.
Αναρμοστη κλεψιτυπία
ENEKEN TOY απροσδόκητου και θαυμαστού αποτελεσματος της λογοκλοπής
ΣΕ ΣΥΓΧΩΡΏ!
( στον κήπο του Προκροκρουστη ολα τα λουλουδια εχουν θεση ..και Προπαντός τα ασωτα Υβριδια )
Προσεχώς
————-
Επιστολή στους Αγιους Πατερες του Ι. Θ.Ι
απο εμέ τον εξοριστον Νσφεράτον
απο τα κακοτραχαλα Βουνά του Καυκασου
Οπου με παρεσυρε το φοβερό Τσουναμι
και ο Ανεμοστροβιλος
και εδώ Εγκατελείφθην
Τρεμοντας και καταμονος εν μέσω των Αγνωστων
Και οταν ηλθα εδώ πρωτο ανταμωσα αγνωστες φυλές
Και Πετσνέγκες και Αβάρους
και συνάντησα και διασπαρτς εδώκαι εκει, Σκλαβηνίες
Και ηλθε και με περιμαζεψε ενας
συμπαθεστατος νεαρός ιθαγενής ονοματι ΜΟυμούλ
ο οποιος με εκρυψε σε μια σπηλια μεχρις να γιανουν οι πληγες μου
ο οποιος απεδειχθη μακρινότατος Ξάδελφος
και ηταν και νας αλλος πλεον σκληρός ονοματι Πριονης
Ο οποιος απειλουσε καθε τόσο οτι θα μου πριονίσει το ποδάρι
– και καθε τόσ ερχότανε κι ενας Ομαντεόν απο το Υπερκειμενο ο οποιος μου έριχνε εν ειδει αγιασμου Μιμίδια και Τριγλικερίδια και Χοληστερίδια ….
Και ενας αλλος που ελεγε οτι ΓΝΩΡΙΖΕ και Συνεχώς με εκοπτε και με ετυπτε με εναν Χαρτοκόπτη
Και ηταν πολύ Φοβερά ολα αυτά
Και μιαν αποφραδα ημερα , μαζευτηκαν μαυρα συννεφα και ξαφνου ανοιξαν ολοι οι κρουνοι του ουρανου και ενεμφανισθη ο ιδιος ο Αρχαγγελος Γαβριήλ κρατωντας ρομφαιαν και αστροπελέκια
απειλώντας με »Νοσφεράτε θα σε Σχίσω »
και ευτυχώς που τον συγκρατησε καπως εκεινος ο Πριονης
και ηταν ολα πολύ Φοβερά ..
Ομως υστερα τα πραγματα καπως ηρεμησαν
Εν τω μεταξύ καποιοι ιθαγενεις με πλησιασαν και αρχισα να κυρηττω τον Λόγον του Κυριου …
και καποιαι Αγνωσται μου προσέφεραν ινα γευτώ και λίγο μελι απο την κερηθρα των , ομως εκ του μακροθεν…
Και αυτό το μελι αλλά και αι ακρίδαι που ετρωγα ως ερημιτης με κράτησαν εις την Ζωήν …
(Συνεχίζεται )
… και έσονται οι δύο εις σάρκαν μίαν
ώστε ουκέτι εισί δύο αλλά σάρξ μία, ό ουν ο Θεός… συνέζευξεν, άνθρωπος μη χωριζέτω (Ματθ ιθ’ 4-6)
…εν γαρ τη αναστάσει ούτε γαμούσιν ούτε εκγαμίζονται, αλλ’ ως άγγελοι του Θεού εν ουρανώ εισι. (Ματθ κβ’ 25-29)
Δηλαδή με το στυλάκι του «Κατά Ματθαίον» θα λέγαμε:
«Άντε εκγαμίσου…. μίστερ Σόρος» 8)
Ομέρ Πριόνης
Και εκείνο του Κατα Ιωάννην :
»Άντε εκγαμίσου….» μίστερ Α -Κακάδι -μαικέ!
Χέσε μέσα δάσκαλε!
Από τον «μίστερ Σόρος» στον «μίστερ Α-Κακάδι-μαϊκό»
Ομέρ Σορο-Ακαδημαϊκός
Δε μου λές Ομέρ ; Πως σου φαινεται το κατα Νοσφεράτου (σχ 594) ; Περιγραφει τα γεγονότα με την δεουσουσα σαφήνεια και ιστορικήν ακρίβειαν ; Αποδίδει τας στορικας αποχρωσεις ;Να συνεχίσω η πρεπει να εγκριθει πρωτα απο το Ιδρυμα Καραμανλή το υπεριστορικόν μου Πόνημα ;
Πάρε καλύτερα την έγκριση!
Όποιος φυλάει τα ρούχα του έχει τα μισά…
Για το πόνημα;
Εγκό «ουγκ», «μουμούλ» ξανα«ούγκ», «Μ-π» «;;;»
Ομέρ ουγκ-ίδης
Συνέχισε συνέχισε…. μην πάρεις καμιά έγκριση
Πλάκα έκανα!
Ομέρ Καραμανλής
αντε καλά ..
Δεν συνεχίζω μεχρις να ερθει η Εγκριση απο τον μεγάλο Μα-(νι)- πού…
Νοσφερατος ο Παθών και ημι-μαθών
Τετοιες πλακες κανεις και φοβαμαι για τα χειρότερα
Νοσφυ Ακκα-(κα)-διος
Ε νά’ μαι, ΕΙΜΑΙ χειρότερος.
Τολμώ να πω μου ΑΡΕΣΕΙ η υιοθέτηση επιθέτων, τα οποία εμείς οι Λογικοί τα εκτιμούμε ως «Modal Logic Operators».
Είστε ΜΕΣΑ και στο Σημασιολογικό Ιστό.
Διότι αυτο-ετικετάρεστε εννοιολογικώς.
Ομαδεών μετα-επιθετίδης
Ωραιος ο Υπερ(-μου)κειμενος
Τι εναι αυτό; κιαλλο Μιμίδιον;
Α μα πια…
Διαμαρτύρομαι εντόνως κύριοι!
Ο αληθής μιμιδοποιός είναι ο Νοσφεράτος.
Εγώ είμαι ένας απλός ταπεινός μιμιδολόγος.
Επιπλέον, διαμαρτύρομαι και εξανίσταμαι πάραυτα
δια την ποταπήν συκοφαντίον ότι «εράντισα τον Νοσφεράτον με χοληστερίδια». Σιγά τη χοληστερίνη και… σιγά τα αυγά!
ΙΔΟΥ οι πηγές μου
http://del.icio.us/omadeon/memes
🙂 🙂 🙂
—————-
Υ.Γ.
αγαπητέ μ-π (λέω εσένα διότι ο Νόσφυ δεν έχει καν μπλογκ)
δες αυτό αν σου κάνει σωστή δουλειά,
σημερινό ποστ με ΤΕΧΝΙΚΗ ΒΟΗΘΕΙΑ για bloggers:
http://omadeon.wordpress.com/2008/05/27/zemanta-for-greeks/
(Οδηγίες Χρήσης του Semantic Plugin “Zemanta”
Το Ζεμάντα είναι ένα από τα πρώτα Σημασιολογικά plugin, που δουλεύουν για κάθε μπλογκ, χωρίς να απαιτούν δικό μας site.
Υπάρχουν και καλύτερα τέτοια plugin, αλλά εγκαθίστανται σαν WordPress plugins αντί για Firefox plugins, με αποτέλεσμα να μη δουλεύουν π.χ. για το δικό σας ιστολόγιο ή το δικό μου, γιατί απαιτούν ανεξάρτητο site όπου να έχει εγκατασταθεί το λογισμικό π.χ. της WordPress. Η WordPress δεν επιτρέπει plugin παρά μόνο σε ιστολόγους που πληρώνουν συνδρομή.
Οσα θα επακολουθήσουν τους επόμενους μήνες θα είναι το ίδιο ριζοσπαστικά με την πρώτη εμφάνιση Υπερκειμένων (ιστοσελίδων) το 1991.
Νοσφεράτε μου, ΔΕΝ είναι σοβαρή αυτή η (παιγνιδιάρικη έστω) Τεχνοφοβία, επειδή ασχολούμαι με όλα αυτά να νομίζεις ότι τα Υπερκείμενα και τα μιμίδια συνδέονται με μένα σαν άτομο. με ΟΛΟΥΣ συνδέονται, μέσω του Υπερκειμένου ΗΔΗ επικοινωνούμε.
Αρθρον 1ον …
Πιστευω εις εναν Ομαντεόν
Υπερκειμενον
Μιμίδιον
γεννηθηντα
Ου ποιηθέντα…
Εκει στο Νότο
(αφιερωμενο)
ΛΑΥΡΕΝΤΗΣ ΜΑΧΑΙΡΙΤΣΑΣ_ΔΙΔΥΜΟΤΕΙΧΟ BLUES
(κιαυτό αφιερωμενο ..σε εκεινον τον βουλευτή του ΛΑΟΣ (και πρωην Νεοδημοκρατη η κανω λάθος; ) που τον στειλαν στρατιωτη τον καυμενο στα γεραματα…
εκτος αν απολυθηκε κιολας ..
Από… Νικόλα Άσιμο:
Για πο πο ρε, για πο πο ρε, για πο πο ρε ρα…
Δεν θέλω καρδιά μου να κλαις, για όσα περάσανε χτες
Χαλάσανε τόσα πολλά, μα βρες μονοπάτι ξανά
Δεν ξέρει ο κόσμος να ζει, κατέβα να πάμε πεζοί
Εκεί που καθένας ζητά να βρει τη μιλιά του ξανά.
Τον πόλεμο μισώ, κι απ’ τη ζωή αποζητώ
Να μη μου μείνει μόνο το παράπονο
Κι ας ήταν μια φορά, να μ’ είχες πάρει αγκαλιά
Το ξέρω σου ζητώ πάρα πολλά.
Για πο πο ρε, για πο πο ρε, για πο πο ρε ρα…
Δεν θέλω καρδιά μου να κλαις, για όσα περάσανε χτες
Δανείσου κι εσύ μια φορά και βρες μονοπάτι ξανά
Κι αν χάνεις αυτό που σε ζει, δεν έφταιξες μόνον εσύ
Αξίζει να ζουν σαν παιδιά εκείνοι που έχουν καρδιά.
Αξίζει να ζουν σαν παιδιά εκείνοι που έχουν καρδιά.
Δεν με αφορά μαλλον … ειμαι εντελώς Ακαρδος!
Κάθε που έρχονται στη σκέψη μου τα λόγια
οι μουσικές , οι εικόνες και το γέλιο,
δίνω ένα πήδημα και πίσω τους `ξωτρέχω
μήπως κι αρπάξω της χαράς τη μυρουδιά.
Να τη λουστώ και να πνιγώ στων φύλλων μου τη δίψα
κι ας μην αντέχει η αγκαλιά να νιώσει το ξενύχτι.
Δως της ρεπό, για μια βραδυά, κοντά μου άφησέ την
και θα κρεμάσω χαϊμαλιά τους πόνους σου να διώχνουν…
…μόνο λευτέρωσέ την
(να τελειώσει εκείνη η αγκάλινη αναμονή
της ανάρμοστης, έστω, ασωτίας)
Ο Πανούλης, ο Βίσιους, ο Σκαβούσκαγιας κι ο Τάκης.
Εφτάμισυ το πρωί κατεβήκαμε στην παραλία, στο υψος της Μαρτίου.
Κάτι σαν ψιλόβροχο και ο κόντρα βαρδάρης φρόντιζε να το νοιώσεις μέχρι το μεδούλι.
Τα τζάκετ κι οι καπαρντίνες ανοιχτές και κάτι χαμόγελα που δεν μπορούσες να τα συμμαζέψεις.. όλο το βράδυ στου Βίσιου είχαμε ωδές στους Black Uhuru και τους Third World.
Ο αέρας τράβαγε τα μακρύμαλα πίσω, μετράγαμε την «ευρυμετωπία» του καθενός και το χαμόγελα ακόμα ασυμμάζευτα.
Θα πηγαίναμε μέχρι την Αγ. Σοφίας , στην σχολή…έτσι….
Τότε…..
Τώρα… ο Τάκης δεν είναι καλά
Για ιδέστε όλοι τον ακροβάτη που τραμπαλίζεται
για ιδέστε όλοι τον ξενομπάτη πως δε ζαλίζεται
Για ιδέστε τον ακροβάτη που κι όταν πέφτει γελά
και ποτέ δε κλαίει, ποτέ δε κλαίει
Για ιδέστε που χει το ερημοπούλι αίμα στο φτερό
πετά κι ας το βρε θανάτου βόλι, κόντρα στον καιρό
Με τον καιρό να ναι κόντρα, έχει τιμή σαν πετάς
να μένεις μόνος, να μένεις μόνος
Για ιδέστε όλοι δέστε και μένα άλλο δε ζητώ
που χω στους ώμους φτερά σπασμένα και ακροβατώ
Μύρισε κάτω η μέρα κι ακόμη εσύ να φανείς
Μην κλαις πουλί μου, μην κλαις πουλί μου
Σκαρφαλωμένη σε μια σκάλα- Οφθαλμαπάτη
Υγρή, μεσα στης θάλασσας τ’αλάτι
Ανήμπορη ειναι πάντα η Αγάπη …
Μόνο την άκρη της κλωστής να μην τραβήξεις,
γιατί θα ξηλωθεί όλη η ιστορία
που (μ)πλέχτηκε με μπύρες και τσιγάρα,
χιλιόμετρα τρέχοντας μέσα στη νύχτα.
Ας μείνει κουβαράκι τόσο δα,
την ομορφιά της ασωτίας να θυμίζει
όσο η άλλη άκρη θα κυλά,
την πλήξη της όλο και πιο βαθειά να κρύβει.
Μην περπατάς με το κεφάλι σου χωμένο,
στην άδεια μνήμη ο απόηχος αντηχεί.
Κάνε τη σκέψη σου σα δίκοπο μαχαίρι
να ξεριζώσει τις πληγές, να μη νοιαστεί.
Κόψε το δίλημμα στη μέση, λαβωμένο
άστο να πέσει κι αν δε χώρεσε θα βγει.
Κι όταν για όλα θα `χει έρθει ένα τέλος,
θα ξαναρχίσει της ανάσας σου η γιορτή.
Ακομα κιαν δεν γιατρευουνε τον Βήχα
με συγκινει η προσφορά σας,, καραμέλλες
(που σαν στη θαλασσα σταματημένες καραβέλλες
-και οταν γυρω δε σου φαινεται ψυχή-
κι εισαι κοντα -πολύ κοντα- εις τις Ινδίες
και της καρδιάς ο χτύπος μαλλον ατονει…
-κιοταν ολογυρα δε φαινεται ψυχή-
και το καραβι ειναι φάντασμα κι αυτό
– για την ψυχόύλα σου δεν βρισκεις γιατρικό-
κι ενα σημαδι …
εναν χαρτη ναυτικό
τον αστρολαβο , το καταρτι το ψηλό..
Μια καραβέλλα στης θαλάσσης τον αφρό
καταμεσής μεσα στο’αγνωστο Νερό
μια καραμέλλα για το Βήχα …κανει (μαλλον ) καλό!
( υπαρχουν τουλαχιστον καποιοι εκεί εξω )
Μεγαλουργήσατε πάλι!
(Both!?)
Α!, ρε Προκρούστη!
Όσες κι αν χτίζουν φυλακές κι αν ο κλειός στενεύει
ο νους μας ειν αληταριό που όλο θα δραπετεύει
all together now
Ω ωωωω σαν αερικό…
Βγάζω τα παπούτσια μου
και σας κυνηγώ!
Καμιά φορά στις σκέψεις μου νιώθω σα λασπωμένος
Και στις καρδιάς μου τους ιστούς να είμαι μπερδεμένος
Και να βυθίζομαι εντός μέσα σε άδειες δίνες
Σαν να με καταπίνουνε των σκέψεων μου οι Ίνες
Καμιά φορά βυθίζομαι σε σκοτεινό πηγάδι
Μάταια παγιδεύομαι σ’ αράχνινο υφάδι
Καμιά φορά αισθάνομαι σα να ακουμπώ σε τοίχο
Και να ακούω αντίλαλο απ’ τον δικό μου ήχο
Διόρθωση:
Βγάζω τα παπούτσια μου
και ΤΟ κυνηγώ!
(το αερικό)
Η παντόφλα της μαμάς είναι η πιο γλυκιά..
Φεύγω…. 🙂
Το σαμιαμίδι από ψηλά
σε μια γωνιά κοιτάζει
και τις μορφές που κείτονται
γελώντας τις χλευάζει:
«Ο θάνατός σας τέλειωσε
δεν έχετε άλλη ώρα
όταν θα φύγει η άνοιξη
φα λιώσετε σαν μπόρα»
Τρελλή, ακατανόητη,μια λέξη
Από τα βαθη της καρδιας ανασυρμένη
Μες των ονειρων τα απόνερα,ριγμένη.
κυλιεται ξεδιαντροπα , θελει να παιξει
Βουβή εικόνα στο μυαλό ,οφθαλμαπάτη
σκαρφαλωμένη στό περηφανο μας ατι
βαρύ μας στεμα,αγκαθωτο,η αυταπάτη.
Ολα τα βλέπει το τυφλό μας μάτι
ένα βραδυ-τα αστερια λαμπύριζαν σμαρι πυγολαμπίδες ,ο ηχος της θάλασσας αποηχος του αλλου κόσμου-ψυχρα ανοιξιατικη,δυο παιδια, εφηβοι –ένα αγορι ένα κοριτσι-δεν ειχε γινει ακομα ο πολεμος,η ζωή υπήρχε. τα παιδια μιλουσαν για τον θεό για τον αντιχριστο πού θαρθει με τις ορδες των γωγ και μαγωγ-εκείνες πού φυλάκισε παλια ο μεγαλέξανδρος και θα τους λευτερωσει το θηριο και θα ρημαξουν τα πάντα ,ωσπου ο θεός θα στείλέι τον απεσταλμενο του , τον λοχαγό του ουρανιου στρατου ,πού θα τους καταστρεψει αυτοστιγμεί. Γιατί δυο παιδια συζητουν αυτά τα τρομακτικά θεματα-τους λένε ιωαννη και ευα- αντί να αφηνονται σε περιπτυξεις, εκείνη να τον αγκαλιάζει σφικτά και εκείνος να την φιλά στο στομα με πάθος ,δεν τους εβλεπε κανεις ,θα μπορουσαν να κάνουν τα πάντα ,να κάνουν ερωτα,να δαγκωσουν το ένα το άλλο,όμως αυτά δεν αφηνονται είναι μισογυμνα όμως δεν βλεπονται μεταξύ τους,εντωμεταξύ ο ουρανος αρχιζει να παιζει περιεργα παιχνίδια μαζευονται συννεφα αγριεμένα ,ταστερια κρυβονται και αρχίζει να λυσσομανα ο αέρας ,ψυχή δεν υπαρχει γυρω,τα παιδια αρχίζουν να φοβουνται,σφιχταγκαλιάζονται –ερωτικά;όχι ,τρομαγμένα ,ενώ ανοιγαν πίσω καποιες από τις τρυπες της κολασης:ανοιγματα πού φαινονται στο ματι σαν ρωγμές στα βραχια , άλλες ορθανοιχτες και άλλες περιορισμένες και στενές ενώ ολες ηταν ακανόνιστες και μαυρες,εβγαιναν από μεσα τους αναθυμιάσεις σαν πυκνη ομιχλη και να σιγά σιγα πού από μια τέτοια οπη αναδυεεται ο ιδιος ο σατανάς ……….
Ένα πρωι ο Κ ξύπνησε ν ς στις τρεις το πρωί έντρομος με την παράξενη αίσθηση ότι είχε μεταμορφωθεί σε ένα γιγάντιο μαμούνι. Ηξερε βέβαια ότι αυτό ήταν μια ψευδαίσθηση, είχε διαβάσει τη μεταμόρφωση του Κάφκα, όμως η επίγνωση δεν αναιρούσε την αίσθηση ήταν εκεί ,τεράστιος ασφυκτιούσε ανάσκελα στο δωμάτιο του- μικρό σε σχέση με το τωρινό παραφουσκωμένο του μέγεθος, τα ποδαράκια του μυριάδες να ψαχουλεύουν τον αέρα και αυτός εκεί ,γυμνός και κατάμονος σε ένα άδειο δωμάτιο .
Μέρες Δημιουργίας
Το μυστικό μιας ατελείωτης κατασκευής:ρευστό εύπλαστο υλικό, πνοή , ουρανός , λάσπη, ανάκατα πράγματα ….Χρησιμοποιώντας τα πιο ετερόκλητα υλικά άρχισα να κατασκευάζω το Πράγμα,: Υγρό ,πολυπλόκαμο, ερμαφρόδιτο, αντί για χέρια βρύα και στόματα, ανοίγματα στο πουθενά, … Έτρεμα από αγωνία: η μόνη μου ελπίδα ,η μόνη μου προσμονή , τα μυστικό μου. Αποκαμωμένος, έπεφτα το βράδυ στο κρεβάτι (κοιμόμουνα χωρίς να κοιμούμαι ,ονειρευόμουνα, με μάτια ανοιχτά το τέρας – παιδί που έπλαθα αργά ξυπνούσα λουσμένος στον ιδρώτα και εργαζόμουνα ξανά. Όταν σχεδόν τελείωσε ,φύσηξα μέσα του πνοή κι αυτό αργά ζωντάνεψε . Με κοίταξε με το μοναδικό του μάτι κα άρχισε να κλαίει. Εγώ το πήρα στην αγκαλιά μου και το έπνιξα μες την αγάπη μου, και μαζί του πνίγηκα κι εγώ , αρμύρα, υγρή, αγάπη σαν τη γαλάζια θάλασσα που από κάτω ,στα σκοτεινά της βάθη κρύβει τον ανείπωτα μοχθηρό εαυτό της..
ΜΙΚΡΕΣ ΜΟΥ ΣΑΥΡΕΣ
Μικρούλα σαύρα, η ουρά σου σ οδηγεί
Μες στης καρδιάς μου τη στενή σχισμή
Μικρή μου σαύρα, τι ζητάς να βρεις
Στη σκοτεινή την χαραμάδα ,μόνη;
Της ασχημούλας της ζωής σου το τιμόνι
Ο Εωσφόρος ,ούτως η άλλως. το κρατεί
Ούτως η άλλως, στην παγίδα όποιος τρυπώνει
Του Σατανά το μαύρο στόμα τον γραπώνει
Μικρούλες σαύρες, τρέχουνε γοργά
Μα όταν γλιστρούν, στις χαραμάδες, είναι αργά,
Τις περιμένουν , σαρκοβόρα , τα πουλιά)
http://www.stixoi.info/stixoi.php?info=Lyrics&act=details&song_id=7923
ΕΞΗΓΗΣΕΙΣ ΔΕΝ ΘΑ ΔΟΘΟΥΝ
Παρακαλώ ησυχία. Η εξέταση αρχίζει…
-Όσοι εκ των κυρίων επιβατών επιθυμούν να γευματίσουν παρακαλούνται όπως προσέλθουν εις τας τραπεζαρίας των τάξεων των. Το θέμα σερβίρεται.
…
-τσκ τσκ τσκ
…
Δυνατή … αποχώρηση: Παρά 10
-Αι τραπεζαρίαι θα παραμείνουν ανοικταί δια μισήν ώραν ακόμη
-Αν υπάρχει γιατρός παρακαλείται να το δηλώσει, ευχαριστώ
Εξηγήσεις δε θα δοθούν…
-Τι ώρα φτάνουμε;
-Τώρα… δέσαμε, εμπρός, φτου κι απ’ την αρχή
Προσοχή παρακαλώ, ειδοποιούνται οι κύριοι επισκέπτες όπως εξέλθουν του πλοίου, το σχολείο αναχωρεί αμέσως…
-Θερμά συγχαρητήρια, πότε τελειώνεις;
Οι ζέστες πήξανε τα πανελληνιάκια,
κουράγιο
αύριο πετάτε σαν πουλάκια!
Είναι καλύτερο που αφεθηκαμε μες τη ρευστότητα
Σαν τον καπνό που στον αέρα ανεβαίνει
Σαν την ελπίδα, σα χαρτί που διπλωμένη
Λουφάζει στης Πανδώρας το κουτί
Καλύτερα που ζήσαμε μέσα από λέξεις
Σαν τις Ατλάντων τις μορφές ,μπορείς να παίξεις
Μες στων ονείρων τις σπηλιές
Συμπυκνωμένα ,στης αγάπης τις θηλές
Και τώρα που η ώρα ,
Μιας άνοιξης που φεύγει απ’ τη χώρα ,
Οι λέξεις ,
Κι οι έλξεις
Κοιμούνται σ’ έναν ύπνο πια βαθύ
Κοιμάσαι…
Κοιμάμαι….
Μες του καλοκαιριού τη προσμονή….
Σε δάσος ,που το καίει αυτή η στιγμή
Όπως λεμε:
Καιγομαι, καιγομαι
ριξε κι αλλο λαδι στη φωτια.
Πνιγομαι, πνιγομαι
πετα με σε θαλασσα βαθεια.
(δανεικο)
Η γοητεια της απογνωσης:
Σαν το ξημερωμα
λιγο πρωτου χαραξει
(επαναληψη)
Μια νύχτα θα ‘ρθει από μακριά αέρας πεχλιβάνης
Να μη μπορείς να κοιμηθείς όταν τον ανασάνεις
Θα’ χει θυμάρι στα μαλλιά, κράνα για σκουλαρίκια
Και μες στο στόμα θα γυρνά ρητορικά χαλίκια
Θα κατεβεί σαν άρχοντας, θα κατεβεί σα λύκος
Να πάρει χρώμα και ζωή της μοναξιάς ο κήπος
Τα μελισσάκια θα γυρνούν γύρω απ’ τις πολυθρόνες
Και το νερό το κρύσταλλο θα ρέει απ’ τις οθόνες
Αγέρα να’ σαι τιμωρός, να ‘σαι και παιχνιδιάρης
Κι αν βαρεθεί η ψυχούλα μου, να ‘ρθεις να μου την πάρεις
Για να κοιτάει από ψηλά του κόσμου τη ραστώνη
Να ξεχαστεί σαν των βουνών το περσινό το χιόνι
(δάνειον)
Πάγωσε η άχνα του ουρανού σαν έβλεπε να φεύγεις,
όλα σκεπάστηκαν μ` ένα θαμπό χιτώνα άλλης εποχής.
Το τίμημα της προσμονής ποιος θα το ξεπληρώσει;
Όμως για τίποτα δε θα `θελα τη σκέψη σου ν` αφήσω.
Σώμα και νόημα ανάμεικτα δίνεις και παίρνεις
σ` όσα με κόπο μάζευα στα καλοκαίρια τ` ουρανού.
Τη λάθος στόχευση της μοίρας παραβλέπω
για να κρατήσω της μιας μέρας τη γιορτή.
Όμως η νύχτα κάθε τόσο μου θυμίζει
πόσο με κράτησες στα χέρια τρυφερά..
Τώρα με τι καρδιά ν` αντέξω να το σβήσω
που ό,τι κι αν ήθελα, από σένα έχει γραφτεί.
Αν μου επιτρέπετε, να συνεχίσω;
Φτάνει όπου να `ναι η κορύφωση της μέρας
κι όταν ξανά κοιτάξεις προς τα μπρος,
θα δεις πως εύκολα(ή και δύσκολα) όλα αυτά παραποιούνται
και τέλος μένει μιας αγάπης ο αχνός…
βλεπω …συνωστισμός!
Το κατά δύναμην.
Αφού όλοι έχουν πάει στα μπάνια.
ναμαστε πάλι τωρα εδώ οπως και Πρωτα
Λουσμενοι μεσα στου καυσωνος Ιδρώτα
Αλλοι να τρωγουνε ψωμί και μεις Μπομπότα….
Πάμε σαν άλλοτε!
(για να ξεχάσουμε της ζέστης τον καημο
μέσα ή εξω απ` των στιχων τον ειρμό)
Σώμα και νόημα, φωτιά κι αχνός, ανάμεικτα, θαμπός χιτώνας. Ο κλειός στενεύει, όποιος τρυπώνει στην παγίδα, αρχίζει να παίζει περίεργα παιχνίδια. Είναι καλύτερο που αφεθήκαμε μες τη ρευστότητα. Tο τίμημα της προσμονής, η ραστώνη που ρέει απ’ τις οθόνες… Μικρή μου σαύρα, η παντόφλα της μαμάς είναι η πιο γλυκιά.
τιμημα της προσμονής σε Τιμά το εργο που εχεις αναλάβει..
(Ποιο ειναι αραγε το Τίμημα που ζητάς 😉
To Ακουω τωρα …Υπεροχο!!!!
Η μουσική Tελειωνει
και ειναι
σαν και τον χτυπο της καρδιας που αραιώνει..
Μην ξεχνάς … είσαι εντελώς Άκαρδος!
Τώρα με τι καρδιά ν` αντέξεις να το σβήσεις
που ό,τι και να ήθελα, ‘πό σένα έχει γραφτεί
Αγέρας είμαι τιμωρός, είμαι και παιχνιδιάρης
για να κρατήσω τη χαρά, μιας μέρας τη γιορτή
Μπορει να ειμαι αλλά εχω ενα Ομοιωμα καρδιας -ρολόι
Αυτό σημαίνει ότι το κάθε τι γύρω μου είναι ψέμα κι εγώ θέλω να ζούνε μέσα στην αλήθεια !Κι έχω τον τρόπο να τους κάνω να ζήσουν στην αλήθεια . Γιατί ξέρω τι τους λείπει Ελικώνιε. Τους λείπει η γνώση κι¨ ένας δάσκαλος που να ξέρει για τι μιλάει . Αλμπέρ Καμύ , Καλιγούλας
Βουβή εικόνα στο μυαλό, οφθαλμαπάτη
Ο Ζεμάντα, συμπαθέστατος νεαρός ιθαγενής, δίνει ένα πήδημα και πίσω τους `ξωτρέχει, στο ύψος της Μαρτίου, μ’ έναν χαρτοκόπτη κι όσα με κόπο μάζευε στα καλοκαίρια τ` ουρανού. Παραβλέποντας τη στόχευση της μοίρας, σαν την ελπίδα που λουφάζει διπλωμένη στης Πανδώρας το κουτί, τους κοίταξε με το μοναδικό του μάτι. Ήξερε τι τους λείπει κι είχε τον τρόπο να τους κάνει να ζήσουν την αλήθεια.
-Κουράγιο, αύριο πετάτε σαν πουλάκια!
…Σ’ αυτή τη χώρα που παρολα αυτά την αγαπάμε
-που ολοι μαζί Βουλιαζουμε κιολοι μαζί πονάμε –
Καλά που εχουμε και τουτο το κονάκι
Βγαζουμε απ ‘τη ψυχούλα μας, κανενα ποιηματάκι
Μικρο, ζωής απόσταγμα, στου κόσμου μας τη Δίνη
– μες του Προσκρουστη τη γωνιά που κάποιους κομπους λύνει-
-Και να μπορουσε απ’ τις πληγές και την μνησικακία
να βγαινε μετουσιωση, να βγαινε Ακακία
Να φύτρωνε στην έρημο, σε τουτο το Κονάκι
Εστω για λίγο ενα μικρο , – θελει λίγο μεράκι-
ενα μικρό, πολύτιμο- στην ερημο-Δεντρακι ..
Το δέντρο ναναι κερασιά
για να τσιμπολογάμε
και να κανα δυο περίσσευμα
στ’ αυτί να τα κρεμάμε
Ας είναι ντούρος ο καρπός
μες τους χυμούς πνιγμένος
κι ας φαγωθούν στη μοιρασιά
κακία με το μένος
Κι αν απ’ τα πετροκέρασα
κλέβω κι’ εγώ λιγάκι…
βάλσαμο βάζω στις πληγές
φάρμακο στο φαρμάκι
Είναι αδέκαστος ο πόνος μα μ` αφήνει
-τις ώρες που η θύμηση σου εμφανίζεται
δειλά και μαλωμένα προσεγγίζοντας
της σκέψης μου τις άκρες τις ζεστές-
να ακουμπώ με αντίδοτο τα μάτια ποτισμένα
σ` όλα τα μέλη σου που τρέμουν και γλιστρούν
ενώ αντιστέκονται στην άκρη της ερήμου
παλεύοντας αδιάκοπα να σβήσουν
-χωρίς να ξέρουν το γιατί-
κάθε σημάδι που το γυρισμό θα δείξει.
……………………………….
Τότε τα γόνατα τεντώνουν με θυμό
για όσα έτυχε τον πόνο να μοιράσουν
σ` όλους εκείνους που δε θέλησαν ν` αφήσουν
μιας τότε νιότης το πουλί να γειωθεί.
Kαι για τους άλλους που από μακριά κοιτούσαν
ζηλεύοντας του ονείρου το κλειδί
που μόνος θέλησες στην τσέπη σου να κρύψεις
μέχρι να κρυφακούσεις το πιο μικρό μπουμπούκι
να σκάει απορημένο κι ανυπόμονο
σε μιας καινούργιας άνοιξης γιορτή.
……………………………..
Κι αν από σύννεφο δεν ήτανε φτιαγμένη
η πρώτη γεύση που δοκίμασες μικρή
έχει πεντόβολα σκορπίσει στο κορμί σου
που κουδουνίζουν κάθε νύχτα στη σιώπη.
Κι όσοι αφουγκράζονται τη γλύκα που γυρεύεις
σε κάθε δρόμου ήχο που γυρνάς
βλέπουν λιγάκι απ` της ημέρας σου τον ήλιο
-κρύβουν το βλέμμα η αντάρα μη φανεί-
κάθονται πλάι απ` τη σκιά μην ακουμπήσουν
και μολυνθούν απ` της λαχτάρας τη φυλή.
[…] αντίθεση με την αβάσταχτη ησυχία που επικρατεί στου Προκρούστη το κονάκι (μ-λ) διεπιστώθει η ανάγκη όπως υπάρξει ένας μόνιμος χώρος […]
Τωρα που μπηκε το ζεστό, ξανά ,καλοκαιρακι
και λυωνει το κορμακι μας σαν νατανε κεράκι
και ξεγυμνωνονται ξανά ,η Τέτα και η Μαρα
και τις κοιλιτσα της γυμνή δειχνει η κάθε ..αρα*
και πλημμυρίσαμε γυμνές, και βγανουν εξω στήθεια
και βγαινουν και τ’ άποκρυφα τα γυναικεία Μύχια
και να τα μπούτια κι οι καημοί και να τα κωλαράκια
δεν ειναι κρίμα αραγες γιαυτά τα ποιηματάκια
Να μένουνε κλεισμενα εδώ, Προκρουστικήν κλεισούρα
Αντις έξω να βγαίνουνε να κανουν καμμιά μια τζούρα
Και δεξια κι αριστερά να πέρνουν κανα μάτι;
Δεν εχω τιποτις να πώ ..Ηρθες καλοκαιράκι …!!
*Σαρα βρε ..Σαρα εννοούσα ..Αμ τι νομισατε ..;
Κατάλαβα, αρχίσατε τα μπάνια.
Κορμιά φιδίσια ή κυπαρίσσια
βαλθήκανε να τρίβονται στην άμμο.
Και να τα κρόουλ κι οι βουτιές
να και οι επαλείψεις,
πρόσεξε όμως μην καείς
και μην στραβοπατήσεις.
(χτυπάω ξύλο)
Τι να πω; πανω που παμε να χαλαρωσουμε μαθαινουμε για τις δολοφονιες …
Μια ζωή καθαρματα μια ζωή τραμπουκοι ..
ειμαι περιεργος να δω πως θα παροσουσιασουν την ειδηση του φονικου οι ξεπουλημενοι ξεφτιλες παπαγάλοι
Και οι «..κάνω πως δεν καταλαβαίνω…»
Εδω και ωρα προσπαθω εδω και στον Πιτυοκαμπτη να σας στειλω τα νεα απο indymedia και με πεταει εξω.
Μπειτε και δειτε στο:
athens.indymedia.org/search-process.php3!lang=el&medium=text
και με πεταει εξω.
ΤΟ ΙΔΙΟ ΚΑΙ ΣΕ αλλους τοπους και δινσεις … Ερυθρος κερκυρα κλπ
Φαινεται επεσε δουλεια ξαφνικά ..
Συγκρουσεις ΜΑΤ-κατοικων στην Κοζανη
Φύλλο συκής
Νάμαστε πάλι εδώ, ήρθες καλοκαιράκι…
… όσοι αφουγκράζονται τη γλύκα που γυρεύεις, στην άκρη της ερήμου τα γόνατα τεντώνουν με θυμό και ξεγυμνώνονται. Χρώμα και σώμα, νόημα, έστω για λίγο ένα μικρό, μια τζούρα απ` της λαχτάρας το κουτί, της μοναξιάς τον κήπο. Μ’ αντίδοτο τα μάτια ποτισμένα -ας φαγωθούν στη μοιρασιά- δεξιά κι αριστερά, του κόσμου μας τη δίνη κρυφακούν, το πιο μικρό μπουμπούκι της να σκάει απορημένο απ’ τη ραστώνη. Και κανα δυο περίσσευμα -δεν είναι κρίμα άραγες- βάλσαμο βάζουν στις πληγές, κάθονται πλάι απ` τη σκιά, μετρούν το τίμημα της προσμονής, στον χτύπο της καρδιάς τους που αραιώνει…
αχ για λιγακι νά περνα μια τζούρα απ το ..κουτί της
ή λίγο έστω να φίλαγα το τρυφερό… τ’ αυτί της,
τωρα που φυλο της συκής φοράει στην πατούσα
Και δεν μου δινει κατι τις… Βρε,μπας κι ειναι θεούσα;
Μ’ αρεσει να φαντάζομαι στην Αμμουδιά, Γυναίκες
να περπαταν ξυπόλητες,μα να ‘ναι και κοκέτες
με τα μαλλιά τους τα λυτά και μαυρισμένα ποδια
σε μυστικές διαδρομές ,σ’ οδούς δίχως διόδια
με στήθη λικνιζόμενα μισάνοιχτα τα μάτια
με υγραμένο το κορμί , με θάλασσας αλάτια
μ’ αρέσει να φαντάζομαι μοναχικές γοργόνες
ναναι κοντά στη θάλασσα , μισόγυμνες και μόνες
να κολυμπάνε σ’ όνειρα,να περπατούν στην αμμο
σα νύμφες που νυχτιάτικα πηγαινουνε σε γάμο
να λαμπουν σα μυστηριο , να κολυμπά η σαγήνη
και να γλιστρουν στα κύματα,να φέγγει κι’ η Σελήνη
http://www.stixoi.info/stixoi.php?info=Translations&act=details&t_id=1400
mmmmmm!
Οι Γάτοι νιαουριζοντας σα βλεπουν τις Γατίνες
να περπατάν νωχελικά και νάναι και Ψιψίνες
τις πλησιάζουνε αργά και ακροποδητί
στα κεραμίδια τ’ ουρανού (και είναι και Γδυτοί)
και μολις πλησιάζουνε και μολις νιαουρίσουν
ερχονται και οι αγγελοι (που θελουν να… εκγαμίσουν )
και’κει ψηλά στον ουρανο αρχιζουν οι ευωχίες
και γίνονται -μα το Θεο- γατομυιομαχίες ….
ΣΕΛΑΝΑ
Μισόγυμνη και μόνη
στ’ αλάτια με σαγήνη κολυμπώ
Εγώ είμαι… η Σελήνη
ψηλά πολύ δεν είμαι
μαζί σου εδώ στην άμμο περπατώ
Τα στήθη μου λικνίζονται
και συ πεπόνια λαχταράς
γοργόνας σώμα απάνω μου φορώ
κι εσύ στα λέπια με κοιτάς
Σφιχτά σ’ ακολουθώ
κι εσύ παλιόπαιδο
σαν γάτος ρονρονίζοντας
με δάγκωσες στ’ αυτί
κι έκανες μια … ευχή
Όμως δεν είμαι πεφταστέρι
να με μαζέψεις στο κουτί
το φως μου το κλεμμένο να τρυγήσεις
στην αμμουδιά ξανά να μ’ αφανίσεις
Γίνομαι φτυάρι να γίνεις κουβαδάκι
να ρθουν να παίξουνε και πάλι τα παιδιά;
Κοντεύει το ξημέρωμα θα κοιμηθώ λιγάκι
κι αύριο νύχτα είναι, θα βγω για παγανιά…
Εκει κατω στο Μορια εχουν μια παροιμια:
Gατος gαμεί, gατος σκουζει!
με το συμπαθειο…
Καλά οι Μωραιτες Gatoi ειναι γνωστον
οτι ..σεληνιαζονται .
και μη σκουζεις ετσι ..Καταλάβαμε 😉
Nα γίνει ΕΔΕ (μ-λ)…
Α, ΡΕ
(και παλι με το συμπαθειο)
εμένα αυτός ο Μωραίτης Γάτος μ’ αρέσει
εχει κατι το Βαρβάτο!!
Γατος μαύρος, Μωραίτης
και Τσαχπίνης μα κι αλήτης …
Χόρευε στα Κεραμίδια
Κι η Τροφή του ηταν Μύδια
Μαύρος Γατος και Βαρβάτος
Στίς Γατίνες όμως ..Πάτος
Fysiko einai
Τι έγινε βρε παιδια, θα μας φανε οι γατες!
Γρηγορα, ένα σκύλο και μια γυναίκα!
(Στελάρας)
Αλίκη! νιάμ νιάμ… Μα την Αλήθεια, αλλάζω Πάτο κι έρχομαι…
Αραγε τι να τράβηξε όλους αυτούς τους Gatous
Γατούλες, και Γατόπαρδους και Μωραίτες πάτους
τι τάχα τους οδήγησε στα του Προκρούστη μέρη
μή αργε μυριστηκαν κανένα ψαρομέρι
μη κανα ψαροκόκκαλο, μη τάχα ενα σαβρίδι
Μυρίστηκαν κι αρχίσανε δω μέσα το βρισίδι,
κανάνα κεφαλόπουλο καμμια μικρή σαρδέλα
εδώ να τους οδήγησε και κόλησαν σαν βδέλα;
Ειναι μυστήριοι πολύ αυτοι οι Γατοκοπρίτες
Μα οι πλέον Μυστήριοι ειναι οι Μωραίτες …
Μα στο Μωρια δε δουλευε
με ζηλο ο Προκρουστης?
Περασε κι ειπε ενα γεια,
τον πηραν με τις Γατες.
Να δουμε αν θα τη γλυτωσει
ο Πιτυοκαμπτης…
Γατούλη,Σεληνόγατε και Gate του Μωρέος
Που φαίνεσαι πανπόνηρος κι ολίγον τι Μοιραίος
και εχεις τρίχωμα στιλπνό και εισαι αλανιάρης
κι ενδόμυχα μου φαινεσαι πως εισαι και Παθιάρης
Γιατί μου σεληνιάζεσαι Ω !! Μωραίτη Γάτε;
και σου χαλά το τρίχωμα, μικρουλη μου Αφράτε
Τι τάχα να σε πείραξε ,τι ‘ναι που σε πληγώνει
κι ηρθες εδώ και φούντωσες σαν να ‘σουνα Παγώνι
έλα Γατούλη , άραξε εδώ στα κεραμίδια
Ελα να σε κεράσουμε και κανα δυο σαβρίδια
Μη στέκεσαι παράμερα μη μας θωρείς Βαρβάτος ,
Τι Ρούμελη και τι Μωριάς , δεν εισαι παρά Γάτος …
Να και μια καλη γατουλα
Ειναι και νοικοκυρα!
Τι μαγειρευεις «μανα μου»
και ειμαι πεινασμενος
απο μακρια σας ερχομαι
(ειμαι και γυμνασμενος)
Δεν είμαι γάτος του Μωριά
μη μπαίνετε σε σκέψεις
συγγνώμη που ξεπόρτισα
να παίξω με τις λέξεις
Μα τόση φασαρία πια
και να περνώ για γάτος…
είμαι νταλντίκι ερωτικό
μ’ ένα μοιραίο πάθος
Αλίμονο! οι Γατοι μας , προέκυψαν Εθνίκια
και γιναν Gatoi του Μωριά , κι ολιγον τι καθίκια …
και ολο σεληνιάζονται και πλεον δεν gamoune
και οι Γατίνες κλαίουσες , πλέον Βαρυgomoune
Τι άραγες τους πείραξε, τι πάθανε οι gatoi
που ητανε τσαχπίνηδες, μα τωρα ειναι Πάτοι;
Μη ταχα να τους πειραξε ετούτη η Σελήνη
και χάσανε τη Μυρωδια , των Γάτων την Σαγήνη
Μή τάχα εφαγαν πολύ , μήν άλλαξαν συνήθεια
Ποιος θα ‘ξηγήσει αραγε τι εγινε αλήθεια;
Nα γίνει ΕΔΕ (μ-λ)…
Γεια σας!
Eιμαι Ο Γατος ο διαblogιακος.
Με ζητησε κανεις?
TO xRONIKON TOY ΜΟΡΕΩς
λεγουσι πως οι ναυτικοι που πάνε στα καράβια
κι εχουν οψη σκληρότατη και την καρδια τους άδεια
και ειναι αλογομούρηδες ακομα και οι Μούτσοι
κιολοι τους διαθετουνε κιενα μακρυ μαρκούτσι
ξκαι τριγυρνανε εδώ και καιε μαζευουν τα πανια τους
και πινουνε και τσικουδιές σαν ειναι στα καλά τους
μα ολοι τρεουν σα γατιά , της θαλασσας φουρτουνε
και τοτες καρυδοτσουφλα γινονατι ως κι οι σκουνες
Οι ναυτικοι που λεγαμε σαν μπαινουν στα καραβια
κι εχουν πολλους ποντικαρους βαεθεια βαθεια στα Αμπάρια
-που ολο τρωνε τα τυρια και την προμήθεια τους
περνουνε παντα και Γατια για την Βοήθεια τους
Διαλεγουν Γατους ναυτικους ωραιους και Μοιραίους
μια οι πιο πολύ, οι Διαλεχτοι ειναι οι του Μωρέους
ειναι περηφανοι πολύ οι Μωραίτες Γάτοι
και περπατανε και βαρεια και ειναι και Βαρβάτοι
και στα αμπαρια Πανικός , οι ποντικοι παγώνουν
σαν βλεπουν Γατους του Μωρια , ολοι τα κακαρωνουν
Ειν’ αλαφροπερπάτητοι με νυχια που σκοτώνουν
και μες τη μαχη δινονται , ποτες τους δεν κωλώνουν
Με ισια την κορμοστασια και αλαφρο το Βημα
Μα λεν πως εχουν στο μυαλό, εν καρφωμένο βλήμα
Το τοποθετησαν εκεί Μαγισσες του Μορεος
και καθε Γατος απο κει νιωθει πως ει’ Ωραιος
Το βλήμα που σφηνωθηκε μεσα στην κεφαλή τους
τους κανει να μπερδευουνε γατια με το πουλί τους
ετσι νιωθουν ατρομητοι΄κει μεσα στα αμπάρια
και τρωνε ολο ποντικους και γινονται Γομάρια ..
(Συνεχιζεται )
Το Χρονικόν του Μορέως .
– Παρτ Τού–
Κάποτε-λέν- εκεί κοντά στο Γαλαξείδι
καραβι εξεκίναγε για ενα μακρύ ταξίδι
κι οι ναυτικοί το φόρτωναν βαρέλια με παστά
και κάσες με γλυκό κρασί και τόνους παστουρμά
κι αλλα πολλά τροφίματα, κι άλλα πολλά καλούδια
μα γέμισε κι η σκούνα τους, ποντίκια κι αλλα ζούδια
και τοτες αναγκάστηκαν να πάρουνε Γατούλη
παρόλο που τον είχανε, και λίγο, για Χαζούλη
μ’ αυτός κοκορευότανε πως ήτο Μωραίτης
και ολο παινευότανε πως ήταν κι Μαγκίτης
Ετσι λοιπόν τον πήρανε τον Μωραίτη Γάτο
-παρόλο που τους θύμιζε λίγο τον Γιακουμάτο
-τον της ΝουΔους τον βολευτή , κείνον με το μουστακι-
και ενώ στο βάθος ολοι τους τον ειχανε για Λάκη
μα -τελος πάντων λέγανε- θα πιάνει τα Ποντίκια
Αμ’ δε ..το μόνο πού πιασε ήτανε κάτι Φύκια ….
(Συνεχιζεται )
ο Σεληνογατος
Το Χρονικόν του Μωρέος
Παρτ Θρη
… Και ηρθαν κατι Πειρατές κι αρπάξανε τον Γάτο
κι αμεσως τον Βυθίσανε στης Θάλασσας τον Πάτο
Μα ο Θεος ο Ποσειδών του έκανε τη Χάρη
και τονε μεταμόρφωσε σ’ενα μεγάλο οψάρι
και κει στα βάθη τριγυρνά ο γάτος μωραιτης
– Που τωρα ειναι Γατόψαρο ,ειναι Ψαροκοπρίτης
και συ Ψαρά τα δίχτυα σου που ρίχνεις στου Μορέος
Αν σου πιαστεί γατόψαρος και μυστακομοιραίος
Να μην τον κανεις κακαβιά , ουτε να τον πουλήσεις
Αμεσως μες την θάλασσα ξανά να τον αφήσεις
Γιατί θα σου σεληνιαστεί , τη νυχτα με φεγγάρι
Δεν ειναι μόν’ απ’τον Μοριά : Ειναι και απ’ τον Αρη …
Η γάτα
Έδιωξα κι εγώ μια γάτα
Που ’χε γαλανά τα μάτια
Σαν κοιμόμουνα τη νύχτα
Μου ’χωνε βαθιά τα νύχια
Σαν κοιμόμουνα τη νύχτα
Μου ’χωνε βαθιά τα νύχια
Τόσους μήνες που την είχα
Μου ξηγιότανε στην τρίχα
Τώρα έγινε από σόι
Και τα ψάρια δεν τα τρώει
Την εδιώχνω με γινάτι
Και την άλλη μέρα νάτη
Μου ’ρχεται με ποντικάκια
Και μου κάνει κορδελάκια
Τώρα βρήκα άλλη γάτα
πι’ όμορφη και μαυρομάτα
Πονηρή κι αυτή σα γάτα
μου τα σπάει κρυφά τα πιάτα
Μου γράφεις δεν θα ‘ρθεις για διακοπές
Χρωστάς μαθήματα μου λες
Φωτογραφίες στέλνεις απ’ το Λούβρο
Και άλλες με τον γάτο σου τον Τούρκο
Κι ο Τούρκος να πηδάει στα σκαλιά
Και ύστερα παιχνίδι να σου κάνει
Στη γάμπα σου να παίζει μια ουρά
Αυτός ο Τούρκος Τούρκο θα με κάνει
Ζηλεύω το μικρό σου το γατί
Στα πόδια σου κοιμάται όταν διαβάζεις
Δεν ξέρω αν κοιμάστε και μαζί
Ή μ’ άλλον στο κρεβάτι το αλλάζεις
Δεν ξέρω αν κοιμάστε και μαζί
Ή μ’ άλλον στο κρεβάτι το αλλάζεις
Μου γράφεις πως σου έλειψα πολύ
Μου στέλνεις χάρτινο φιλί
Το χρόνο σου μετράς για το πτυχίο
Το γράμμα μου σου φάνηκε αστείο
Κι ο Τούρκος στη μοκέτα αραχτός
Κουβέντα με τους Γάλλους σου να πιάνει
Να πίνει και να τρώει ότι τρως
Αυτός ο Τούρκος Τούρκο θα με κάνει
Αυτός ο Τούρκος Τούρκο θα με κάνει
Ζηλεύω το μικρό σου το γατί
Στα πόδια σου κοιμάται όταν διαβάζεις
Δεν ξέρω αν κοιμάστε και μαζί
Ή μ’ άλλον στο κρεβάτι το αλλάζεις
Δεν ξέρω αν κοιμάστε και μαζί
Ή μ’ άλλον στο κρεβάτι το αλλάζεις
Συγχώρα με που γίνομαι μικρός
Μ’ ανάγκη να σε νιώσω είναι μεγάλη
Μακρυά σου νιαουρίζω μοναχός
Μα «C’est la vie» που λένε και οι Γάλλοι
Μα «C’est la vie» που λένε και οι Γάλλοι
Ήταν ένας γάτος μαύρος, πονηρός
κάθε που εβράδιαζε ντύνονταν γαμπρός.
Τα μαλλιά του έκανε λίγο κατσαρά
κι ένα κόκκινο παπιόν φορούσε στην ουρά.
Σε κάθε σπίτι πήγαινε όπου έβλεπε καπνό,
ζητούσε τα κορίτσια -δήθεν για σκοπό.
Κι αυτές άλλο δε θέλανε, φορούσαν νυφικά.
Κάλλιο με ένα γάτο παρά με κοιλαρά.
Μα όπως είπα στην αρχή, ο γάτος πονηρός
βόλευε τα κορίτσια και γίνονταν καπνός.
Με τόση καρπερότητα -αχ, να ‘χα μια σταλιά!
γεμίσαν τα ιδρύματα με μπάσταρδα γατιά.
Οι άρχοντες φοβήθηκαν μην πάθουνε ζημιά
και την κουτάλα χάσουνε μαζί με τα ζουμιά.
Βρε, θες να κάνουν κίνημα του γάτου οι καρποί
κι ό,τι γλυκά ροκάνιζαν σα φούσκα να χαθεί;
Έτσι αφού σκεφθήκανε, βρήκαν το πιο σωστό
το γάτο να τσακώσουνε σα μούτρο αναρχικό.
Βγήκε λοιπόν σεργιάνι το χαφιεδότσουρμο,
αυτοί που αποτελούνε τον εθνικό κορμό.
Αχ, καημένε γάτε μου, την έχεις πια βαμμένη,
του έθνους τα λαγωνικά στην έχουνε στημένη.
Κι όπως το λέω έγινε, το πιάσανε το αλάνι.
Τους είδε μαύρους, νόμισε με φίλους πως θα κάνει.
Τώρα κλαίει κι οδύρεται, μαζεύεται κουβάρι
μήπως τους κρύους δικαστές μπορέσει να τουμπάρει.
Αχ, μη καλοί μου άνθρωποι, εγώ δεν είμαι γάτος,
εγώ είμαι ένας άνθρωπος μ’ αισθήματα γεμάτος.
Κοιτάζω το συμφέρον μου, διαβάζω εφημερίδα
και στο στρατό υπηρέτησα για τη μαμά πατρίδα.
Μα εκείνοι πού ν’ ακούσουνε, τον στήσανε στον τοίχο.
Τα μάτια κάπως παίξανε στης τουφεκιάς τον ήχο.
Αν μία κόρη έχετε, κρατήστε την αθώα.
Μπορεί ο γάτος να μη ‘ρθει, μα θα ‘ρθουν άλλα ζώα.
Κι αν είστε κάποιος άρχοντας και παρεξηγηθείτε,
τα όργανά μου μια χαρά χωράει να γραφτείτε.
kra kra kra!!
Γαβ γαβ, λέμε!
Παρτιζάνα (μου)
Γιατί γαυγιζεις ;Γιατί δεν νιαουριζεις; 🙂
Δεν ειναι μόν’ απ’τον Μοριά : Ειναι και απ’ τον Αρη …
Λαθος, απ`την Αφροδιτη
αυτός ειναι απο τον Αρη ..Σιγουρα
..εσύ ομως μπορει να εισαι και απο τηνν Αφροδίτη…
ΑφροΓατόψαρο
-Γατί μαζί μου, έλα …
Ζηλεύω το γατί του λιμανιού
δέκα βαρέλια με παστά
μπορεί και τα τουμπάρει
σαν γρατζουνά επίμονα
του Άρχοντα τ’ αυτί
στη ξωτική γαλέρα του
για βάρδο να το πάρει…
…είναι η στιγμή που στα τεζιάκια τ’ ουρανού αρχίζουνε, πλαγίως, οι ευωχίες. Μούτσοι αιώνιοι, την μπουκαπόρτα ανοίγουνε για μια προαγωγή, κι όλα τα παζαρεύουνε, σε μια στιγμή -πάνω στη φούρια τους- να γίνουν καπετάνιοι. Αφηνιασμένοι αγγέλοι, εξοδούχοι, πειρατικά φορώντας χαϊμαλιά, στολή παραλλαγής με ξένα λούσα, παράφορες αρχίζουν ψαλμωδίες, κι ας βλοσυρά καραδοκούν, μιλιά δίχως να βγάζουν, οι ραβδούχοι. Σφίγγουν το ούζο τους… κι όλοι μαζί κρυφογελούν, γερμένοι ‘πα στην κουπαστή, τους γλάρους αποδιώχνοντας, βουτούν μες τη σαρδέλα… -Για μια βραδιά μαζί μου, τραγουδούν, -Γατί μαζί μου, έλα …
…
Από το στόμα τους και στου Θεού τ’ αυτί
-Ήμαρτον πια τζιέρι μου, γιατί; Για ένα γατί;
Ας λείψει πια από πάνω μου ετούτη η ενοχή-
Φορώντας -με κομψότητα- το φύλλο της συκής,
τη σκιερή, αμόλυντη, την άφθαρτη πατούσα,
λαχτάρησα σαν θέλησες το παραπάνω κατιτίς
και στο ‘δωσα -χωρίς περιστροφές-
λεηλατώντας -σαν στρατός-
αυτό που επιθυμούσα …
Άσχετο , από γάτους.. έμετρον δε..
Uc eporesa xorio’m
Eyenetha sa xomata’s, t’omatem se’sen aniksa
Ethelena n’epomena se’sen ama uc eporesa
Uc eporesa na xortazo se chorio’m
Uc eporesa xorio’m
Ethelena n’exortaza to peksimo sa dromes epances
Na pino to neros, ne pero ton aeras
Ta kriftareas t’ekrifgumunest eyces
Mikros exorisane me ap’esen, uc eporesa xorio’m
Uc eporesa xorio’m
Ethelena n’etrexa epan sa parxares, t’uc evriskuntan alo puthen
Ethelena n’opsareva sa trana ta potames, to kativenun asa rashias
Uc eporesa xorio’m
Ethelena n’ecimumun s’oros, sa kafule apes
N’aplumun sa fila epan ce ne terena son aera
N’elepa ta puligas pos eghapun tenan talo sa ti petun
N’efina eligho to skini ce ne xalerumun
Ne ghlitona as’arabadhes
As’anthropus to klothoyrighuntan oloyeram
Asa pola ta laliyas, to fuskonun to cefalim
Ethelena ne cimumun osso ethelenen ipshim
Ama uc eporesa xorio’m
Uc eporesa xorio’m
Uc eporesa, exorisane me ap’esen
Istaro etranina ama uc eporesa na kloskom opis
Efigha ce epigha sa makra, sa pola makra
Hatoson pu uc eporo na ftano se’sen xorio’m
U poro xorio’m
I omorfiyas epominen so tsimidhim apes
Ontan erse sachilim fitefgundan ta maliyam
Erxuntan s’omatem empro t’ormias, ta potames, ta parxares
Ta tezias, t’alates, ta kafule pu aghapighuntan epuga i sevdalidhes
Ulla osa eshis xorio’m
Erxuntane s’axilim, ghomuntane to’matem ce thelo na klegho
Ta dekrem mono t’omatotsatsem eporun ce vrechun
I kardhiam tsuyiz
Uc eporo na klegho oson thelo egho
U thelo nelepune ce na yelune me xorio’m
U thelo xorio’m
Uc’ eksero an, n’eporo ce erxom kamia
N’eporo ce dhevazo t’echo tin gharibiya
Ama enan na leghose m’anespalisa
Panta n’aghapo se, na exo se apes sin kardhiam
Panta na’xose s’axilim, uce n’anespalo se xorio’m
Uce n’anespalo se xorio’m
VAHIT TURSUN
Για ήχο [ εδώ ]
—————–
Για την αντιγραφή
mumul
»Και τι να πω για τον άλλον (το μακαρίτη) που επιμένει να έρχεται στα στα σχόλια της καλύβας αλλάζοντας συνεχώς τα στοιχεία του – αλλά το κάνει με τόση μπουνταλοσύνη, ο δόλιος, που αυτο-συστήνεται αμέσως!
Άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου!»
Τι εξυπνοι που ειναι ορισμενοι ομως ε;
Πουλιά στον αερα πιανουν..Σκετοι…Γατοι …
Η μαλλον Σεληνόγατοι …..
Η καλυτερα Δαμαλόγατοι 😉
Τρελαινομαι να βλέπω το πως τσιμπανε τα Γατόψαρα….
…Κάπου νυχτώνει κι ο ήλιος παγώνει χάνεται ο δρόμος και που να σταθώ κάπου βραδυάζει ποτέ δεν πειράζει πες πως τελειώνει ο δρόμος εδώ…
Μην το λές αυτό Αβασταχτη
http://www.stixoi.info/stixoi.php?info=Lyrics&act=details&song_id=565
Κιαν οι στιγμές μας χανονται στον Ρουν του ποταμου
Γλιστραμε ολο ρευστοτητα , ταξιδια με τον Νού
Πιο περα από τα Κύθηρα πιο περα κι απ’ την Τηλο
Αβασταχτη..σου προσφερα καποτε ενα Μήλο
( εσύ μου πρωτοάγγιξες τον των χεριων μου Ηλο)
κι αυτό το Μηλο πού πεσε απο το Γνώσης, Ξύλο
-Πιο περα απο τα Κύθηρα , Πιο Περα κι απ’ την Τηλο-
ειναι η φυτρα της Εδεμ , της λάσπης του Ευφράτη
και Λουζεται στον ποταμό ,αιώνια η αγαπη..
http://www.nme.com/video/id/3mD1YxKciYY/search/%CE%A0%CE%AC%CE%BC%CE%B5
Αβάσταχτη ησυχία ή όπως άλλως
Βρες μου εκείνη την φωτο..τον Κατράκη να χορεύει στην άκτη του χωριού ..σιγοτραγουδώντας..(απ’ το ταξίδι στα Κύθηρα)
mumul
ΑΠΟ ΤΟΝ Ν.Σ
http://panosz.wordpress.com/2008/06/04/%ce%bf-%ce%bf%cf%85%cf%81%ce%b1%ce%bd%cf%8c%cf%82-%ce%ba%ce%b1%ce%b9-%ce%b7-%ce%b1%cf%80%ce%b5%ce%bb%cf%80%ce%b9%cf%83%ce%af%ce%b1/#comment-38904
Απο τη Μποσανοβα του ζαχαροπλαστειου(Λιλιπουπολη)
…Σου πετουσα στον αερα λουκουμαδες
με πασαλειβες κι εσυ με μαρμελαδες…
(Ξεκολλα!)
τωρα …μαρμελάδες;και σε πασαλειβα κιολας;
Μου θυμισες περυσι τετοιον καιρό:
H Χελιδόνα ξεπεσε ,η Χελιδόνα παει
Την καναν λαχανοντολμα τήν καναν σπετσοφάι
γυμνη την πασαλειψανε πατσαδες, μουσακάδες
στα οργια τους τα αγρια ,οι χελιδονοπασάδες
Η Χελιδών κι αν ξεπεσε ,ανθεί και φερνει κι αλλα …
Ιούνιος 18, 2007 στο 11:47 μ.μ
Ω … κοινωνέ καβυρομυστηριων
δεν ξευρω τι υποννοεί για σε ,ο Αρχων των αχρείων
ποιά ταχα μοιρα μυστικήν ,και ποιάν ελευθερία
(Σπινοζικήν; ) ήθων ,γυνή ,ονοματι Μαρία
λουζεται με τις μνημες της ,εκεί στην Φλωρεντια
ολογυμνη και ζουμερη εν μεσω των ντολμαδων
λαχταριστων σηκωταριων, ομου και μουσακάδων…
κι ολο το σωμα της ,γυμνο, ειναι γεματο λάδια
και μπαμιες και Ιμαμ Μπαιλντί ,κι ολο διψά για χάδια….
Ιούνιος 19, 2007 στο 12:06 π.μ.
……………………………..
στην εμορφη κοιλίτσα της ,μελιτζανοσαλάτα !
και τί ωραία πάλλονται ,τα στηθια της ,τ’ αφράτα …
http://panosz.wordpress.com/2007/06/10/%ce%b7-%ce%bd%ce%ad%ce%b1-%cf%87%ce%b5%ce%bb%ce%b9%ce%b4%cf%8c%ce%bd%ce%b1/
και ….
Χωρίς φαι δεν γινεται, ο ερωτας ν’ ανθισει
χρειαζεται λαχανοντολμά ,δια να μη ξεφτίσει…
πόντιοι και αριστεροι κι Αρμενηδες και Βλάχοι
Θελουν Γυνή για ταίρι τους και πλήρες το στομάχι..
Τα ζεστά Σκοτεινά βραδιά
Όταν τα μάτια μου ψηλά υψώνω στα σκοτάδια
Του ουράνιου θόλου ,στα ζεστά τα θερινά τα βράδια
Κι όταν κοιτώ ταις αβυσσους που είναι πανωθε μου
Αυθόρμητα μου έρχεται να βγάλω ένα ‘’θε μου’’
’Ποιοι σε κρύψανε. ποιοι βάλανε τον Θόλο
Και κρύβουνε τη φύση σου ,σκεπάζοντας το Όλο
Με ένα παραπέτασμα, με Σκοτεινή κουρτίνα
Για να μην αντικρίσουμε την θεϊκή σου Ίνα
Ποιος σκοτεινός δημιουργός ,δαιμονικό γομάρι
Εσκεπασε τον ουρανό μ’ απαίσιο τομάρι
Κρύβοντας τα εξαίσια δικά σου μεγαλεία
Θεέ ,την αδειωσυνη σου και την ουράνια Χήνα
(με τα αυγά σου τα χρυσά,-ω! θεϊκή κοιλιά)
Ποιος σκοτεινός δημιουργός τα έκαμε όλα αυτά…;
Μα ευθύς αμέσως ,πριν το πω ,το χιλιομετανιωνω,
Γυρνώ μες τον Βουρκολακα ,κι από τη ζέστη Λιώνω
Εγώ σαν ημουνα …
http://panosz.wordpress.com/2007/08/24/%cf%84%ce%bf-%cf%87%ce%b5%ce%bb%ce%b9%ce%b4%ce%bf%ce%bd%ce%ac%ce%ba%ce%b9/#comment-23665
Νανου Βαλωριτη
Σοδομα και Γομορα
(περιοδικό Ενεκεν …φθινοπωρο 2007)
Απόσπασμα :
Τον καιρό εκείνο αποφάσισε να κάνει σύναξη όλο
το συναφι του ο Μέγας Σατανάς και να τους
Προτείνει νέα απαίσια έργα όπου θα υπονόμευαν
Τις αξιες του περιβάλλοντος με πάθος μίσος και αδιαλλαξία πλευρίζοντας ως σήμα πλεύσεως την
Άγνοια
Αμα ερωτήθηκε από τον Μέγα Συγγελο
Αρχιδιαβολο για ποιο περιβάλλον πρόκειται
Απήντησε ως εξής: :
Με περιβάλλον εννοώ την περιρεουσα κακία
Λοιδορία και τα κακόβουλα σχόλια που κάνουν
οι άλλοι να επικρίνουν τα σατανικά μας έργα ως
λαμόγια …
Σεπτέμβριος 29, 2007 στο 8:03 μ.μ
Νοσφερατος
Γιατί δεν αποδήμησαν τάχα τα χελιδόνια;
Και τριγυρνάν εδώ και κει σαν θλιβερά Παγώνια
Κι αντις για τιτιβίσματα κάνουν Ταω!! , Ταώ !
Σαν ναταν σε Νεκρουπολή Αρχαίου Φαραώ ;
Μη τάχα μελαγχόλησε η φύση των Πτηνών ;
Σ’ αυτή την Πόλη που μεινε στο έλεος Κτηνών
Η μήπως ετοιμάζονται για κάποια Παγανιά
Μη Γενική επίθεση θα κάνουν τα Πουλιά;
Τη Ρωμιοσύνη μη την κλαις
Όταν την κλαίν οι ρεγγες
Στον πάτο του κατήφορου
Στα χείλια της αβύσσου
Νατη πετιεται απεξαρχής
Κι τρέμει σαν το ψάρι
Και καμακώνει το θεριό
Μενα πλαστό καμάκι
ΝΑΝΟΣ ΒΑΛΑΩΡΙΤΗΣ
ΕΚΤΡΟΠΉ
Σ Τ Ο Ν Χ Ω Ρ Ο
ΤΗΣ ΑΕΝΑΗΣ ΜΕΓΕΝΘΥΝΣΗΣ
& ΣΜΙΚΡΥΝΣΗΣ
Μια φιλοσοφική πραγματεία
Χάρις στην μαγική ανάπτυξη
Του σώματος μου, άρχισε
Η συρρίκνωση και διαστολή
Του δωματίου μου. Το κρεββατι μου
Ωστόσο διαστελλόμενο επιμηκύνεται
Και στενεύει ώσπου να ζαρώσει.
Το Λαβομάνο χάνει τη σύσταση του
Και αρχίζει να μαλακώνει .
Η δασκάλα όταν πλένεται
Πίσω από το παραβάνι αρχίζει
Να φουσκώνει και τα φορέματα της
Σχίζονται μ’ ένα κρααχ οδυνηρό
Στ’ αυτιά
Και φαίνεται ο κάτασπρος της
Πισινός με από κάτω καθώς σκύβει
Μια τούφα ξανθοκόκκινες τρίχες
Που εξέχουν σαν γενάκι
Από την χαράδρα της σχισμής
………………………..
Συνεχίζεται……
( απόσπασμα ενός απο δυο ποιηματα του Νανου Βαλαωριτη
που δημοσιευτηκαν στην επιθεώρηση πολιτισμού ΕΝΕΚΕΝ
(τευχ.8 ο- Φθινόπωρο 2007)
Αυτό που τώρα παρακολουθείς καιόμενο
-(πως φλέγεται ! Πως ρυτιδιαζουνε οι Φλόγες !)
-έντρομος –
-μες την τηλεοπτική σου αυταπάτη , (στην κρυφή ηδονή της –δηθεν –θαλπωρής σου )
Ξέροντας ότι οπου ναναι θα σε ακουμπήσει – ως καθιστή φωτιά – πλάι σου ,στον καναπέ που –χαλαρά- ξαπλώνεις..
‘’ Γεια σου ‘’ Θα σου κραυγασει ανοιγοντας το τρομερό του στομα … ή ‘’Όχι τώρα μωρό μου …μα θα ξαναγυρίσω !‘’
Και πώς να το ξορκίσεις που είναι όλο φωτιά ανάθεμα το; .
σχ.703
ώστε μακαρίτης !!!
Για δες βρε παιδί μου…
Ομέρ
Ε! ειδες ; Μερικοι δε ,νομιζουν οτι σφυζουν απο ζωντανια επειδή βλεπουν τον εαυτο τους στην οθονη τους …
Περα απο μας τους Μακαρίτες
υπάρχουν και οι Ζωντανοί Νεκροί.
Πολλοι απ’ αυτους ειναι και Γλύφτες
και ειναι Ζοφεροί οι Καιροί …
(θα συνεχιστεί αναλόγως)
Πάγωσε η αναπόληση
σε μιας στιγμής τη μέση
μόλις κατάφερες να πιεις
της «κερασιάς» τη μέθη.
Όλα είναι τώρα και εδώ
χωρίς μεσοτοιχίες
με της ανάσας τη δροσιά
μες στο καυτό σου σάλιο.
Λύσε τα χέρια, άσε τα
ν` απλώσουν στο περβάζι
κιλίμια αραχνοϋφαντα
ν` ανέβει η ε(ρω)θάλη.
..εκεί που η νύχτα μ` ένα φλοίσβο ανασαίνει ξαποσταίνοντας…
Πανω σε Ανατολίτικα Ιπτάμενα Κιλίμια
Ανέβα για να κάνουμε , στα Σύννεφα, Ταξίδια…
Προσβάλλοντας τις ιερές αγελάδες
(απόσπασμα)
… αν η διείσδυση με μια σειρά μορφές στο κοινωνικό πεδίο λειτουργεί αποκλειστικά ως επιβεβαίωση μιας συναίνεσης (πράγμα που συμβαίνει τόσο όταν δεν υπάρχει αντίλογος όσο και όταν ο αντίλογος εκφράζεται αποκλειστικά με τον τρόπο που ο αυτουργός της διείσδυσης κρίνει ως θεμιτό), τότε δεν αποτελεί άραγε μια μη-επιτελεστική κίνηση, μια διείσδυση δηλαδή – συγχωρήστε μου τον συνειρμό – την οποία ουδείς αισθάνεται; Και, με τον κίνδυνο να γίνει η παρομοίωση κουραστική, μια καλλιτεχνική πρακτική που θα μπορούσε να παρομοιαστεί με μια ανεπαίσθητη διείσδυση δεν είναι άραγε απλώς η διακόσμηση είτε ενός εσωτερικού χώρου είτε ενός αστικού τοπίου με τους όρους ενός επινοημένου κοινωνικού πεδίου που δεν ανταποκρίνεται στη βιωμένη πραγματικότητα;
…
http://tovima.dolnet.gr/print_article.php?e=B&f=14843&m=C04&aa=1
Μπες-βγες το ξεχειλωσες!
Κατά το…:
Αναψε-σβησε θα το καψεις!
Another post is gone …
Βρε Αβασταχτε; Ο Γνωριζε εισαι βρε ; Ο Κοφτης;
Παλι βρεγυρνάς σε ασχετα ποτσ και κοβεις και ράβεις ε;
Έλααα …
«…Τι εξυπνοι που ειναι ορισμενοι ομως ε;
Πουλιά στον αερα πιανουν..Σκετοι…Γατοι …»
Εσυ βρε δεν εισαι γατος ..
Καρχαρινι εισαι ..
-Νάτος…
Πάει καιρός …
στο ταραγμένο μου μυαλό
-σαν φαύλο αναψυκτικό-
στην άπλυτη μου την ψυχή
-Ώ, των ερώτων φαιδρά εποχή-
το καναρίνι του Θεού
κι ο γάτος του Διαβόλου
σαν ουτοπία άστεγη
που περιτριγυρίζουν…
…και κόβεται η μέση μου
σαν κυνηγός του … Όλου
το δάχτυλο περνάω στη σκανδάλη
-Νάτος…
και το ποντίκι βασανίζω πάλι
Σ’ ονείρου διαδήλωση,
σαν μάτι που με γρατζουνά
-σε μεταφυσική λαχειοφόρο αγορά
με έργο τέχνης που απεργεί-
το τρυφερό βαμπίρ στα δεξιά
του ξύπνιου μου βαδίζει
Οφειλω παντως να παραδεχτω οτι βελτιωθηκες πολύ…
εστω και δια της δημιουργικής απο-μιμησεως ..
Αντε τωρα ..ξεκουράσου…Κοιμησου ,ησυχασε
Αιντε να δουμε τι θα κανουμε και με σενα …
«Άμες δε γ’ εσόμεθα πολλώ κάρονες»
Επτά νανάκια θα σου πω για να διαλέξεις το σκοπό…
Αφού ο Προκρούστης στέρεψε
δε γράφετε μια στάλα,
αποχωρώ με λύπη μου
φεύγω για την Ουψαλα!
To krasaki tou Tsou
Άσε το Τσου και το κρασάκι
και πιάσε πάλι το πενάκι.
Την έσπασες στο Περιγυάλι
και απ’ ότι βλέπω,
θα ψάχνεις γι άλλη.
Κουμπαρε, μη συγχιζεσαι που κανει τσαλιμακια,
oταν ξυπνησει να το δεις, θα ψαχνει τα (….)yialakia
Μόνο κι αν έμεινα σ` αυτη την ιστιοσελίδα,
κρατιέμαι ακόμη απ` του Προκρούστη τη σανίδα.
Ό,τι μου χάρισε πίσω κι αν το γυρίσω,
ποτέ δε θα θελήσω να τ` αποχαιρετήσω.
(δακρύβρεχτη (Α)συνέπεια)
Στο καφενείο η Ελλάς
Παίζουν χαρτιά οι Νουδες
Φωτογραφίζονται Αν φας
Και κάνουν τις Μαϊμούδες
Στο καφενειον η Ελλάς
Παν ΄οι μαυραγορίτες
Ακρίβεια ,Τιμές φωτιά
Χοντραίνουν οι κοπρίτες
Στο καφενειον η Ελλάς
Χορεύουν τα ποντίκια
-κι αυτά αλλού να τα πουλάς-
Κορδέλες που ‘ναι φύκια
Στο καφενείο η Ελλάς
Χοντραίνουν ΠισιΝούδες
Και μας κοιτούν αφ’ υψηλού
Οι Υπουργοί οι Νούδες